Παλαιών Πατρών Γερμανός Γ΄(θάνατος 30/06/1826)
Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός(25/04/1771-30/05/1826) μητροπολίτης Πάτρας(*) και ένας από τους πρωταγωνιστές ιεράρχες της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 με διπλωματική και πολιτική δράση. ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ Γεννήθηκε στη Δημητσάνα(Μ. Παρασκευή 25/04/1771), γιος του Ιωάννη Κόζη, χρυσοχόου και κτηματία και της Κανέλας Κουκουζή. Το κοσμικό του όνομα ήταν Γεώργιος. Ήταν η δύσκολη εποχή των Ορλωφικών, που σημαδεύτηκε από τις θηριωδίες των Αλβανών στην Πελοπόννησο. Τι λέει για την γέννησή του ο ίδιος: «Η Δημητσάνα, ορεινή κωμόπολις της Γορτυνίας, εφημίζετο κατά τους επί Τουρκοκρατίας χρόνους, δια τε το εύανδρον αυτής, την δραστηριότητα και την παιδείαν των κατοίκων, τον πλούτον εκ τε της εγχωρίου βιομηχανίας, ιδίως της κατασκευής νίτρου και πυρίτιδος, και εκ των εισφορών των αποδήμων,… Εις ταύτην και τοιαύτην πόλιν εγεννήθη ο ιεράρχης Γερμανός την 25ην Μαρτίου 1771, συνέπιπτε δε τότε προς την μεγάλην Παρασκευήν, εξ ενός χαρά Ευαγγέλια, ετέρωθεν ο Θεάνθρωπος κρεμάται επί ξύλου, ημέρα πένθους, μάλλον συνάδουσα προς τας περιστάσεις… Ο πατήρ του ιεράρχου, χρυσοχόος το επάγγελμα, ωνομάζετο Ιωάννης Γκόζιας ή Γκοζιόπουλος κατά την εγχώριον συνήθειαν, έλκων πιθανώς το γένος αυτός ή πρόγονοι αυτού εκ ομωνύμου χωρίου του δήμου Μαλευρίου της Λακωνίας… Η δε μήτηρ του Ιεράρχου ωνομάζετο Κανέλλα εκ του γένους Κουκουζοποπούλου…Τας δ’ αρετάς και τον βίον του Ιεράρχου Γερμανού περιέγραψαν και επήνεσαν πάντες αναξαιρέτως ημέτεροι τε και ξένοι συγγραφείς, ιδίως δε ο φίλος αυτού Πουκεβίλ εξήρε τον χαρακτήρα, παραμοιάσας αυτόν προς τον Σωκράτην …»(Προλεγόμενα- Γ. Ι. Παπούλας- Αθήνα 1900- Παλαιών Πατρών Γερμανός- Απομνημονεύματα). Φοίτησε στη φημισμένη Σχολή Δημητσάνας και στο πρώτο σχολείο των Περουκαίων στο Άργος που λειτουργούσε από το 1798 στη Μονή της Παναγίας της Κατακεκρυμμένης. κοντά στον προικισμένο δάσκαλο Αγάπιο Παπαδόπουλο ή Παπαντωνόπουλο, ο οποίος τη διεύθυνε με επιτυχία επί 32 χρόνια, αναμορφώνοντάς την και δίνοντάς της αίγλη και φήμη, στο Άργος και στη Σχολή της Σμύρνης. Χειροτονήθηκε διάκος από τον Μητροπολίτη Άργους και Ναυπλίου Ιάκωβο και στη συνέχεια υπηρέτησε στη Σμύρνη όπου μητροπολίτης ήταν ο συμπατριώτης και θείος του Γρηγόριος(ο μετέπειτα πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄), τον οποίον ακολούθησε στη Κωνσταντινούπολη και στη μετέπειτα εξορία του στο Άγιο Όρος, γενόμενος αρχιδιάκονος του Μητροπολίτη Κυζίκου Ιωακείμ. Στη συνέχεια έγινε γραμματέας του μητροπολίτη Αργολίδας Ιάκωβου Πετράκη, οπότε και χειροτονήθηκε ως διάκονος και πήρε το όνομα Γερμανός. Αργότερα μετέβη στην Κωνσταντινούπολη όπου παρακολούθησε ανώτερα μαθήματα στην περίφημη Πατριαρχική Σχολή Kurucesme. Ο Γερμανός συμμετείχε(1804) σε μια ομάδα κληρικών με ανώτερη μόρφωση, μελών της Πατριαρχικής Σχολής Kurucesme, η οποία επιμελήθηκε και εξέδωσε ελληνικό λεξικό, το οποίο αργότερα χαρακτηρίστηκε ως «Κιβωτός της Ελληνικής Γλώσσης». Επικεφαλής της ομάδας ήταν ο μητροπολίτης Κυζίκου Ιωακείμ, από τους αρχαιότερους δασκάλους της Πατριαρχικής Σχολής, μέλος της Πατριαρχικής Συνόδου και μεγάλος γνώστης και μελετητής της Ελληνικής Γραμματείας. Ο Γερμανός ανέπτυξε στενές σχέσεις με τον Ιωακείμ, ο οποίος τον περιέλαβε με την εμπιστοσύνη του και την αγάπη του και αργότερα έμελε να τον στηρίξει έμπρακτα. Ο Γερμανός, μετά την παραίτηση του Ιωακείμ, εκλέχτηκε(Μάρτιος 1806) σε ηλικία 36 ετών μητροπολίτης Παλαιών Πατρών και η ενθρόνισή του στην Πάτρα έγινε τον Μάιο του 1806. Κατά τον ερχομό του Γερμανού στην Πάτρα, οι πιστοί του επιφύλαξα θερμή υποδοχή. Η ποιμαντορία του στην Πάτρα ήταν επιτυχημένη και ο λαός τον περιέλαβε με μεγάλη αγάπη, σεβασμό και αφοσίωση. Ο Γερμανός διετέλεσε(1815-7) και μέλος της πατριαρχικής Συνόδου της Κωνσταντινούπολης. Σε όλη τη διάρκειά της ποιμαντορία του εκδήλωσε έμπρακτα την αγάπη του και για τη γενέτειρά του και τους συμπατριώτες του, ενισχύοντας ηθικά και οικονομικά τη Σχολή της Δημητσάνας και χρηματοδοτώντας την κατασκευή του υδραγωγείου της πόλης και μιας γέφυρας στο Λούσιο. Την εποχή εκείνη ανέλαβε να διευθετήσει τις διαφορές που υπήρχαν στις σταυροπηγιακές μονές της Πελοποννήσου όπου και έφερε επιτυχώς σε πέρας κερδίζοντας την εμπιστοσύνη του ανώτερου κλήρου σε βαθμό τέτοιο που επί μια 7ετία διεκπεραίωνε όλες τις υποθέσεις των απόντων από την Κωνσταντινούπολη Αρχιερέων. Επί πατριαρχίας Γρηγορίου, χειροτονήθηκε(αρχές 1806) επίσκοπος και εκλέχθηκε μητροπολίτης Παλαιών Πατρών. Ανέλαβε καθήκοντα(ενθρόνιση) τον Μάιο του ίδιου έτους με ιδιαίτερη εντολή να καθησυχάσει τα πνεύματα των εκεί χριστιανών σε μια προσπάθεια αναμόρφωσης, μετά τους τρομερούς πατριαρχικούς αφορισμούς κατά των Κλεφτών. Ο νέος ιεράρχης επέδειξε αξιοθαύμαστη λεπτή διπλωματία που δεν άργησε να καταξιωθεί επ’ αυτού και να κερδίσει την εμπιστοσύνη των ραγιάδων και των Τούρκων του Μοριά. Πολλές φορές μέχρι το τέλος της ζωής του κλήθηκε ως δικαστής κριτής) να επιλύσει διαφορές μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων προυχόντων ή μεταξύ Ελλήνων. Υπήρξε μέλος(1815-7) της Πατριαρχικής Συνόδου της Κωνσταντινούπολης. Διέμεινε (1818) ως το τέλος της ζωής του στη Πελοπόννησο. Μυήθηκε(Νοέμβριος 1818) στη Φιλική Εταιρεία από τον Φιλικό Αντώνιο Πελοπίδα. Τα χρόνια της προετοιμασίας του Αγώνα είχε δυναμική συμβολή. Στις 13 Μαρτίου του 1821 ευλόγησε τη σημαία της Επανάστασης στη Μονή της Αγίας Λαύρας. Την 25η Μαρτίου την ύψωσε στην Πάτρα και όρκισε τους επαναστάτες στην πλατεία Αγίου Γεωργίου. Πέθανε το 1826 στη διάρκεια της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης, της οποίας είχε εκλεγεί μέλος. Κατά το εναρκτήριο έναυσμα της Ελληνικής Επανάστασης στην Πάτρα(25/03/1821), ο Γερμανός οργάνωσε και πραγματοποιήθηκε τελετή ύψωσης και ευλογίας των επαναστατημένων όπλων στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου, σε μια μεγαλειώδη συγκέντρωση. Εκεί, αφού τοποθέτησε φρουρούς και έναν πρόχειρο βωμό για την τοποθέτηση του Τιμίου Σταυρού, μέσα σε έξαλλο ενθουσιασμό ευλόγησε τα όπλα και την 1η ελληνική σημαία, δεήθηκε για την έναρξη του Αγώνα, τους αγωνιστές και τα θύματα και έδωσε θάρρος και ενθουσιασμό στον λαό. Το πλήθος ασπάζονταν το Σταυρό, φώναξε επαναστατικά συνθήματα και ορκίζονταν ζητωκραυγάζοντας ΖΗΤΩ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. Την επομένη, ο Γερμανός έστειλε εγκύκλιο στους πρόξενους των ξένων δυνάμεων με τον σκοπό της εξέγερσης, ζητώντας υποστήριξη και προστασία. ΔΡΑΣΗ Η δράση του Παλαιών Πατρών Γερμανού στη προετοιμασία της επικείμενης Επανάστασης ξεκίνησε από τις αρχές του επόμενου έτους της μύησής του όπου και άρχισε τις επαφές με τους Φιλικούς των Πατρών Ι. Βλασόπουλο, την εποχή εκείνη πρόξενου της Ρωσικής Αυτοκρατορίας στη Πάτρα, και Ι. Παπαρρηγόπουλο, 1ο γραμματέα, διερμηνέα, του ρωσικού προξενείου στην ίδια πόλη, ενεργώντας υπό τη σκιά των ειδήσεων περί του Αλή Πασά(1820) την προετοιμασία του Αγώνα. Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός υποβάλει(αρχές Ιανουαρίου 1821) προς τη Φιλική Εταιρεία τους «Στοχασμούς των Πελοποννησίων» ζητώντας σαφείς οδηγίες. Σε απάντηση ο Αλέξανδρος Υψηλάντης που είχε αναλάβει αρχηγός του Αγώνα, μαζί με κάποιες οδηγίες τον διορίζει μέλος της Παμπελοποννησιακής Εταιρείας. Κατόπιν αυτού και της είδησης περί της δολοφονίας του Φιλικού Κ. Καμαρηνού o Γερμανός ξεκίνησε άμεση δράση για προετοιμασία εξέγερσης που την απέδιδε σε προσωπική σπουδή του Α. Υψηλάντη. ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ Στη μυστική συνέλευση της Βοστίτσας(20-30/01/1821), διατύπωσε τις επιφυλάξεις του για τη δυνατότητα έναρξης της Επανάστασης, εκείνη την χρονιά, αμφισβητώντας τα επιχειρήματα του Παπαφλέσσα με συνέπεια σύγκρουση. Από τα απομνημονεύματά του φέρεται ιδιαίτερα διστακτικός, ζητώντας προηγουμένως την επαλήθευση των φημών περί της πραγματικής στάσης της Ρωσίας και άλλων Δυνάμεων της Ευρώπης. Ο παραμερισμός του από τον Παπαφλέσσα εκείνη τη χρονική στιγμή κρίθηκε ορθότατος. Όταν όμως άρχισε να υποψιάζεται ότι οι Τούρκοι έχουν πάρει είδηση περί της προετοιμασίας του Αγώνα και ειδικά όταν ο Καϊμακάμης της Τριπολιτσάς, Μεχμέτ Σαλίχ(μέσα Φεβρουαρίου), καλούσε όλους τους προύχοντες και αρχιερείς της Πελοποννήσου σε μια σύσκεψη δήθεν για επείγοντα ζητήματα(στη πραγματικότητα για να τους συλλάβει και να τους κρατήσει ομήρους), 1ος συνέστησε να μην υπακούσουν διότι πλησίαζε ο χρόνος εκδήλωσης της επανάστασης, επινοώντας μια πλαστή επιστολή. Οι προύχοντες της Αχαΐας κ.ά. μεταξύ των οποίων ο επίσκοπος Κενίκης Προκόπιος και οι πρόκριτοι Ανδρ. Ζαΐμης, Ασημ. Ζαΐμης, Ασημ. Φωτήλας, Σωτ. Χαραλάμπης και Σωτ. Θεοχαρόπουλος, έφθασαν βραδυπορώντας στην Αγία Λαύρα, εκτεθειμένοι όλοι οριστικά στους Τούρκους σε αντίθεση με άλλους που ακολούθησε η σύλληψή τους. Την Κυριακή 13/03/1821 μετά από μια κατανυκτική λειτουργία ο Παλαιών Πατρών Γερμανός απέσπασε το πέτασμα της Ωραίας Πύλης του παλαιού ναΐσκου(αργότερα καταστράφηκε) το οποίο και ύψωσε ως λάβαρο της Εθνεγερσίας. Το απόγευμα αναχώρησαν όλοι με έκδηλη ανησυχία. Ο παλαιός Κλέφτης Νικόλαος Χριστοδούλου ή Σολιώτης παρακινημένος από τον ορμητικό Παπαφλέσσα για να γίνει η αρχή και να τεθεί τέλος στην αναβλητικότητα των κοτζαμπάσηδων της Αχαΐας ρίχνει(14/03) τον 1ο πυροβολισμό σε καρτέρι στη θέση Πόρτες παρά την Κλουκίνα, χωριό Αγρίδι σκοτώνοντας 3 φοροεισπράκτορες(γυφτοχαρατζήδες) που έρχονταν από την Τρίπολη. Ακολούθησαν αλλεπάλληλες συγκρούσεις μεμονωμένων Τούρκων, στη γέφυρα του Αμπίμπαγα και άλλα σημεία γύρω από τα Καλάβρυτα. Η είδηση των γεγονότων αυτών έφτασε στη Τριπολιτσά και στη Πάτρα και ακολούθησε έκδηλος αναβρασμός. Το 2ο δεκαήμερο του Μαρτίου και ενώ ο Γερμανός βρισκόταν στα Νεζερά(Αχαΐα), λαμβάνοντας επιστολή από τον Νικόλαο Λόντο να σπεύσει στη Πάτρα γιατί «κινδύνευε όλη η πόλη» από τους Τούρκους, μετέβη εκεί όπου στις 22 ή 23/03 στη πλατεία του Αγίου Γεωργίου ευλόγησε τους συγκεντρωμένους αγωνιστές και τα όπλα τους. Την ίδια μέρα έγινε η κατάληψη της Καλαμάτας από τους Μανιάτες-είχαν ήδη ξεσηκωθεί(17/03) στην Αρεόπολη-. Στον ξεσηκωμό της Πάτρας(22/03/1821) και σύμφωνα με τις αναφορές του ανθέλληνα πρέσβη της Μεγάλης Βρετανίας στο Μοριά, που είχε έδρα την Πάτρα, Philip Green, που βοηθούμενος με σπείρα κατασκόπων υποδαύλιζε τις ανησυχίες των Τούρκων υπερασπιζόμενος την οθωμανική κυριαρχία, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, είχε αποσυρθεί έξω από την κωμόπολη των Καλαβρύτων, στη Ιερά Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, για να αποφύγει την παράδοσή του στην Τριπολιτσά. Είχαν αρχίσει(24/03) οι εχθροπραξίες στην πόλη της Πάτρας (σελ 13), ενώ ο Αρχιεπίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός αναμενόταν στην πόλη, αφού είχε ονομασθεί αρχηγός της επανάστασης της Αχαΐας. Φθάνοντας εκεί(25 ή 26/03) και συνεχιζόμενης της πολιορκίας του κάστρου της πόλης που είχαν εγκλειστεί οι Τούρκοι, κήρυξε την Επανάσταση και είχε μια συνάντηση με τους ξένους πρόξενους (Pouqueville Γαλλίας και Green Μ. Βρετανίας) όπου ως πρόεδρος της επαναστατικής Αρχής της Αχαΐας, του λεγόμενου Αχαϊκού Διευθυντηρίου επέδωσε επαναστατικό μανιφέστο (23/03/1821). Στο μανιφέστο, αφού τόνιζε ότι «αποφασίσαμεν σταθερώς ή ν΄ αποθάνωμεν όλοι, ή να ελευθερωθόμεν» καλούσε τους προξένους ώστε οι χώρες τους «να παρέχουν την εύνοια και την προστασία τους»(Το πιο πάνω βιβλίο περιέχει μεταφρασμένο αντίγραφο του μανιφέστου). Η μαρτυρία του Βρετανού προξένου έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί επιβεβαιώνει όλα τα γεγονότα που αναφέρει ο Pouqueville στη γνωστή ιστορία του της Ελληνικής Επανάστασης, παρόλο ότι τηρούσε, καθαρά φιλοτουρκική στάση. Και οι Τούρκοι της Πάτρας ζητώντας από τους πρέσβεις, μάταια, να συστήσουν στους Έλληνες την παράδοση των όπλων, προχώρησαν στη πυρπόληση της οικίας του προκρίτου Ιωάννη Παπαδιαμαντοπούλου με συνέπεια η σύρραξη να γενικευθεί και να αρχίσει από το κάστρο ο κανονιοβολισμός της πόλης. Το κάστρο της Πάτρας βρισκόταν υπό πλήρη αποκλεισμό(αρχές Μαΐού 1821), μέχρι που έφθασε με προτροπή του Άγγλου προξένου Philip Green ο Γιουσούφ Σέρεζλης και από τα Ιωάννινα λίγο αργότερα ο Μουσταφάμπεης με ισχυρή δύναμη που καταστρέφοντας την πόλη, έλυσε την πολιορκία του κάστρου και στη συνέχεια πυρπολώντας τη Βοστίτσα(Αίγιο), κατευθύνθηκε προς την Τριπολιτσά. Και σ’ αυτές τις δύσκολες ώρες ο Γερμανός αντιτάσσονταν στην αρχηγία του Θ. Κολοκοτρώνη φοβούμενος τους απείθαρχους στρατιωτικούς. Αυτό είχε ως συνέπεια να μην εισακούγεται πλέον παρότι διατηρούσε μεγάλη επιβολή στην Αχαΐα. ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ Το Καλοκαίρι όταν ο πληρεξούσιος του Γενικού Επιτρόπου Δημήτριος Υψηλάντης αποβιβάστηκε(19/06) στο Άστρος και κατευθύνθηκε στο στρατόπεδο που πολιορκούσε τη Τριπολιτσά γενόμενος μετά ενθουσιασμού δεκτός ως γενικός πληρεξούσιος του συνόλου των αγωνιστών, άρχισαν αμέσως οι αντιδράσεις και έριδες των προεστών της Πελοποννησιακής Γερουσίας. Μάταια προσπαθούσε ο Δ. Υψηλάντης να επιφέρει την ομόνοια ζητώντας την αρχιστρατηγία με σύμπραξη Βουλής εκλεγμένης εμμέσως από τις επαρχίες. Η Γερουσία όμως δεν ήθελε να χάσει τα δικαιώματα να ελέγχει και αυτή τα στρατιωτικά. Αυτό είχε ως συνέπεια την αποχώρηση του Υψηλάντη από το στρατόπεδο. Τότε κλήθηκε ο Παλαιών Πατρών Γερμανός να μεσολαβήσει για την επίλυση της διαφοράς πλην όμως δεν το κατόρθωσε μέχρι που εξαναγκάσθηκε η Γερουσία να δεχθεί τους όρους του Υψηλάντη αλλά με δημιουργία τριανδρίας, γεγονός που επέφερε νέα διένεξη. Συμμετείχε(Δεκέμβριος 1821) στην Α' Εθνοσυνέλευση στην Επίδαυρο. Κλήθηκε(1822) να συνδιαλλάξει τους Δεληγιανναίους προς τον Πλαπούτα από μια μεταξύ τους έριδα στρατιωτικής υφής που δυστυχώς δεν πέτυχε. Στην οικονομική απελπισία του 1822 με απόφασή της Εθνοσυνέλευσης ορίστηκε μαζί με τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη να μεταβεί(Οκτώβριος 1822) στην Ιταλία, για να συναντήσει τον Πάπα για να ζητήσει υλική και ηθική βοήθεια, αλλά τελικά δεν κατάφερε να τον συναντήσει. Περιφερόμενος μια διετία στην Ιταλία και μετά από αποτυχία των κάποιων συνεννοήσεων με Ηγεμόνες στη Βερόνη και σ’ εκείνη με τον Φιλικό μητροπολίτη Ιγνάτιο- εξόριστος στη Πίζα-, προσπάθησε να έλθει σε επαφή με τον Λόρδο Stanhope και τον τραπεζίτη Μπλαγχίαρ(ή Βλακέρου, κατά τους λογίους) για σύναψη εθνικού δανείου. Ούτε σ’ αυτό στάθηκε ευτυχέστερος. Παρά την αποτυχία της κυρίας αποστολής του κατάφερε τουλάχιστον να ενημερώσει και να προτρέψει τους Έλληνες και τους φιλέλληνες της Ευρώπης να βοηθήσουν την Επανάσταση, μεταδίδοντας και διαδίδοντας την επιθυμία των Ελλήνων για αποτίναξη του ζυγού και ελευθερία και αποκομίζοντας κάθε είδους υποστήριξη από αυτούς και από τα ξένα κράτη. Η αποστολή του Γερμανού εξέφρασε εκείνη την περίοδο την επίσημη φωνή της επαναστατημένης Ελλάδας στο εξωτερικό και απέφερε αρκετά οφέλη στην επανάσταση. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ Αποκαρδιωμένος και άπρακτος, επέστρεψε στην Ελλάδα (Ιούνιος 1824) και εγκαταστάθηκε στη Γαστούνη, δεδομένου ότι δεν μπορούσε να επιστρέψει στην έδρα του. Την περίοδο όμως εκείνη είχε ξεσπάσει η 1η ένοπλη εμφύλια διαμάχη. Ο Γερμανός αρχικά προσπάθησε να συμφιλιώσει τις αντίπαλες, όμως έκανε το μοιραίο λάθος να υπερασπιστεί εντονότερα(ίσως για λόγους καταγωγής) τους Αχαιούς προκρίτους με συνέπεια να υποπέσει σε δυσμένεια πολλών οπλαρχηγών και ιδιαίτερα του Γιάννη Γκούρα που ανέλαβε να καθυποτάξει όλους τους ενάντιους στην υπό τους Κουντουριώτες Διοίκηση. Ενώ ο Γερμανός είχε αποσυρθεί στη Μονή της Χρυσοποδαρίτισσας, ο Γ. Γκούρας(χειμώνας 1825) προχώρησε στη σύλληψή του και τη μεταφορά του, πεζοπορώντας, στη Γαστούνη. Εκεί λέγεται ότι υπέστη και κάποια τυραννική συμπεριφορά από τον ιατρό Νικόλαο Σοφιανόπουλο, που καταγόταν από τα Λεχούρια, που είχε αναλάβει την φύλαξή του. Όταν όμως ο τελευταίος προσβλήθηκε από δυσεντερία και πέθανε, ο Γκούρας που πίστευε σε δεισιδαιμονίες, φοβήθηκε και απέλυσε τον Γερμανό ο οποίος εξαντλημένος έφθασε στο Ναύπλιο όπου εγκαταστάθηκε μέχρι να ανακτήσει την υγεία του. εκλέχθηκε(1826) μέλος της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης στην Επίδαυρο και ανέλαβε τη διεύθυνση των εργασιών της, εκλεγείς και μέλος της επί των Εσωτερικών επιτροπής, αποκαθιστάμενου έτσι του παλαιού κύρους του. Λίγο αργότερα προσβλήθηκε από εξανθηματικό τύφο-τότε ενδημικός στο Ναύπλιο- και πέθανε(30/05/1826). Η κηδεία του έγινε στο Ναύπλιο με κάθε μεγαλοπρέπεια και αργότερα τα οστά του μεταφέρθηκαν στη Δημητσάνα. Προς τιμή του ανεγέρθηκε στη Πάτρα σπουδαίος ανδριάντας επί μαρμάρινου βάθρου στη θέση Ψηλά Αλώνια ως σύμβολο της «ευελπίδι παλιγγενεσίας». Το λείψανό του Γερμανού μεταφέρθηκε στη γενέτειρά του Δημητσάνα και τοποθετήθηκε σε ορειχάλκινη λάρνακα. Από τότε φυλάσσεται στη μεγάλη αίθουσα της Δημόσιας Βιβλιοθήκης της Σχολής της Δημητσάνας. Οι Δημητσανίτες έστησαν(1930) προς τιμή του επιβλητικό μνημείο στη γενέτειρά του. Στη θέση Καλλιθέα, στην είσοδο της Δημητσάνας από τη Στεμνίτσα, σε μαρμάρινο βάθρο στήθηκε ο χάλκινος ανδριάντας του, έργο του Ιταλού γλύπτη Caparelo. Στη βάση του τοποθετήθηκαν συμβολικά 2 μαρμάρινα αγάλματα, το ένα με τη μορφή της θλιμμένης Ελλάδας και το άλλο του Έλληνα αγωνιστή. Ένας άλλος ανδριάντας του κοσμεί την πλατεία Ψηλά Αλώνια στην Πάτρα, που έστησαν οι Πατρινοί προς τιμήν του. Στα τελευταία του χρόνια ο Παλαιών Πατρών Γερμανός έγραψε τα απομνημονεύματά του, στα οποία αναφέρονται τα γεγονότα της Επανάστασης μέχρι το τέλος του 1822, πικρόχολα και ημιτελή. Δημοσιεύτηκαν, για ευνόητους λόγους, επί Όθωνα(1837). Σ’ αυτά δεν περιλαμβάνεται η κατά παράδοση δοξολογία στην Αγία Λαύρα(25/03/1821). Αυτά μαζί με την ολοκληρωμένη βιογραφία του, έχουν εκδοθεί σε τόμο από τις εκδόσεις της Δημόσιας Βιβλιοθήκης της Σχολής Δημητσάνας με τίτλο: «Μητροπολίτου Παλαιών Πατρών Γερμανού, Απομνημονεύματα», Φωτοτυπική επανέκδοσις (εκ της β' εκδόσεως), Επιμέλεια- Εισαγωγή - Ευρετήριον Ιωάννας Γιανναροπούλου, Τάσου Αθ. Γριτσοπούλου, Αθήναι 1975. ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΕΡΙ ΤΗΝ 25η ΜΑΡΤΙΟΥ 1821 Η Μονή Αγίας Λαύρας ήταν χώρος συγκέντρωσης προεστών, οπλαρχηγών και κληρικών, υπό την ηγεσία του Γερμανού, πριν και κατά την Επανάσταση. Σύμφωνα με προφορικές και γραπτές μαρτυρίες της εποχής και με δεδομένο ότι τότε η Μονή αποτελούσε σπουδαίο θρησκευτικό κέντρο της Αχαΐας, ο Γερμανός ευλόγησε(25/03/1821) εκεί το λάβαρο-σύμβολο και κήρυξε την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης. Ο Pouqueville αναφέρει αναλυτικά τα επαναστατικά κηρύγματα και τις θρησκευτικές τελετές που έκανε ο Γερμανός, τα οποία γίνονταν καθημερινά. Μια τέτοια τελετή έγινε στην Αγία Λαύρα, χωρίς να αναφέρεται ακριβής ημερομηνία και άλλη το απόγευμα της 25ης Μαρτίου, πριν τη δύση του ηλίου, σε ναό στην Πάτρα. Κατά ορισμένους ιστορικούς θεωρείται ανακριβές ότι η 1η πανηγυρική κήρυξη της Επανάστασης έγινε στην Αγ. Λαύρα. Σε ό,τι αφορά τα πολεμικά γεγονότα, οι περισσότεροι ιστορικοί, βασιζόμενοι στα απομνημονεύματα του Παλαιών Πατρών Γερμανού δέχονται ότι δεν είχε ληφθεί απόφαση για τοπική εξέγερση μέχρι λίγες ημέρες πριν την 25η Μαρτίου. Στα απομνημονεύματα του Γερμανού αναφέρεται ότι «οι δε συγκεντρωθέντες αποφάσισαν να μην δώσουν αιτίαν τινά, αλλά ως φοβισμένοι να παραμερίσωσι εις ασφαλή μέρη». Όμως οι επαναστατικές ενέργειες ξεκίνησαν στην Πάτρα και άλλες περιοχές με πρωτοβουλία τοπικών ενόπλων ομάδων και οι Τούρκοι των Πατρών οχυρώθηκαν στο κάστρο(21/03). Κατόπιν αυτού, και δεδομένου ότι η 25η Μαρτίου είχε πολύ νωρίτερα οριστεί ως επίσημη έναρξη της Επανάστασης, ο Γερμανός προχώρησε στην τελετουργική κήρυξη, όπως έγινε και σε άλλα μέρη της Ελλάδος(βλ. άρθρο Δοξολογία στην Αγία Λαύρα). Την ίδια ή την επόμενη ημέρα, σύμφωνα με διάφορες πηγές, κατέβηκε με ενόπλους στην Πάτρα όπου επίσης κήρυξε την Επανάσταση και ευλόγησε τους ενόπλους στην Πλατεία Αγίου Γεωργίου. Η πανηγυρική κήρυξη της Επανάστασης υποστηρίζεται από ιστορικούς που βασίζονται σε προσωπικά αρχεία οικογενειών αγωνιστών του 1821. Εκείνες τις ημέρες δοξολογία υπό τον Γερμανό έγινε(17/03) στην Αγία Λαύρα όπου όρκισε ορισμένους κοτζαμπάσηδες και επισκόπους του Μοριά, που βρίσκονταν εκεί για τον εορτασμό του Αγίου Αλεξίου, πολιούχου Καλαβρύτων. Οι συγκεντρωμένοι έφυγαν από την Αγία Λαύρα έχοντας γνώση της επικείμενης έναρξης Επανάστασης. Ακόμα και ξένοι ανταποκριτές γνώριζαν ότι την 25η Μαρτίου πρόκειται να κηρυχθεί η Επανάσταση. Σημαντικό και αδιάψευστο τεκμήριο της εποχής είναι δημοσίευση επαναστατικής διακήρυξης που αναφέρεται ότι έκανε ο Παλαιών Πατρών Γερμανός στην Αγία Λαύρα(08/03/1821). Η δημοσίευση έγινε σε γαλλική εφημερίδα που εκδόθηκε 2,5 μήνες περίπου αργότερα(06/06/1821, Γρηγοριανό ημερολόγιο, δηλ. 25/03/1821(Ιουλιανό σε ισχύ στην Ελλάδα)). Η ημερομηνία που αναγράφεται «8(20) Μαρτίου» είναι γραμμένη με βάση το Ιουλιανό ημερολόγιο(08/03), ενώ η 20η είναι η αντίστοιχη στο Γρηγοριανό. ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ Στη εποχή της Επανάστασης η Πάτρα λεγόταν επίσημα «Παλαιαί Πάτραι», σε αντίθεση με την Υπάτη που καλούταν από εποχής Δουκάτου «Νέαι Πάτραι». Και στην Υπάτη υπήρξε μητροπολίτης με το όνομα Γερμανός(Νέων Πατρών).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου