Η Μικρασιατική Καταστροφή του 1922-«Η Σμύρνη μάνα καίγεται»(ευτυχώς που έχουμε μαρτυρίες από ξένους, γιατί προσπαθούν, 90 χρόνια μετά, να μας πείσουν για την «καλοσύνη» των Τούρκων και τον… συνωστισμό στην προκυμαία ή για τους «συμπάσχοντες» συμμάχους)
«Η πτώση της Κωνσταντινούπολης για το έθνος μας, δεν είχε τέτοια σημασία, όπως αυτή η έξοδος του ελληνισμού από ολόκληρη την Ανατολή. Ένα φοβερό πράμα…». Διδώ Σωτηρίου. Η Μικρασιατική Καταστροφή(1922), είναι η μεγαλύτερη εθνική συμφορά στην ιστορία του νεωτέρου Ελληνισμού. Αποτέλεσε την ταφόπλακα της «Μεγάλης Ιδέας» που προσέβλεπε στην επανένωση όλων των εδαφών που κατοικούνταν από αρχαιοτάτων χρόνων από Έλληνες. Κυρίως όμως, επειδή ξεριζώθηκε οριστικά η μακραίωνη ελληνική παρουσία στην περιοχή, με τον πιο δραματικό τρόπο. Την μεγάλη συμφορά συνθέτουν, η κατάρρευση του Μικρασιατικού Μετώπου, η πυρπόληση της Σμύρνης από τους Τούρκους, όπου είχαν συρρεύσει και πολλοί Έλληνες από τις γειτονικές περιοχές και οι σφαγές, λεηλασίες και άλλες φρικαλεότητες εις βάρος των Ελλήνων και των Αρμενίων χριστιανών, στη Σμύρνη και στις πόλεις και τα χωριά που ανακαταλαμβάνονταν από τον τουρκικό στρατό, οι μαρτυρικές πορείες των αιχμαλώτων και των ομήρων προς το εσωτερικό της Α, η εξόντωση χιλιάδων Ελλήνων και Αρμενίων και η εκδίωξη των υπολοίπων από τις πατρογονικές εστίες, χωρίς τις περιουσίες τους, από το μικρασιατικό έδαφος και ν το ξερίζωμα του Ελληνισμού από Μικρά Ασία και Α Θράκη. Η Μικρασιατική Καταστροφή ήταν αποτέλεσμα χρόνιων διεργασιών στις οποίες συμμετείχαν και αλληλεπιδρούσαν αρκετοί παράγοντες. Ήταν αποτέλεσμα αντικειμενικών δυσκολιών, λαθών, αντικρουόμενων συμφερόντων, ενίοτε και μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων και παθών. Πριν, θελήσει κάποιος να διερευνήσει το ιστορικό γεγονός Μικρασιατική Καταστροφή, θα πρέπει να ερευνήσει ό,τι προηγήθηκε μέχρι την τελική πτώση και να αναζητήσει τα πραγματικά αίτια, γιατί μια επιδερμική ανάγνωση και εστίαση μόνο στα δραματικά γεγονότα τις 3-4 τελευταίες μέρες του ελληνισμού στην Μικρά Ασία, ίσως οδηγήσει σε λάθος συμπεράσματα. Παρουσία ελληνισμού στην Μικρά Ασία Η Μικρά Ασία, υπήρξε κοιτίδα πολλών αρχαίων λαών και πολιτισμών. Έντονη ήταν η ελληνική παρουσία από την Μυκηναϊκή εποχή. Στα παράλια προς το Αιγαίο της Μικράς Ασίας, εγκαταστάθηκαν ελληνικά φύλα(Αιολικά, Ιωνικά, Δωρικά), τα οποία ίδρυσαν αποικίες, οι οποίες απέκτησαν μεγάλη ακμή στους ιστορικούς χρόνους και συνέβαλαν στην ολοκλήρωση του Ελληνικού Πολιτισμού. Σπουδαιότερες: Μίλητος, Φώκαια, Έφεσος, Σμύρνη, Μαγνησία, Αλικαρνασσός κ.ά.. Ο μικρασιατικός ελληνισμός ήταν γεωγραφικά διάσπαρτος σε όλο το μήκος και πλάτος της Ανατολίας. Η παρουσία του Ελληνικού στοιχείου ήταν ιδιαίτερα έντονη στην κοσμοπολίτικη Σμύρνη, ένα από τα σπουδαιότερα εμπορικά και πολιτιστικά κέντρα της Μεσογείου(β’ μισό 19ου αι.). Για τον μικρασιατικό ελληνισμό η Σμύρνη αποτελούσε οικονομικό, πολιτιστικό και εθνικό κέντρο, ιδιαίτερα για τους τουρκόφωνους ελληνορθοδόξους της ενδοχώρας. Ο μικρασιατικός ελληνισμός χωρίζεται σε 4 βασικές ομάδες: 1)Ιωνία 2)Προποντίδα 3) Καππαδοκία 4)Πόντος. Οι ελληνικοί πληθυσμοί στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν οργανωμένοι σε κοινότητες(οθωμανικά Millet, θρησκευτικό έθνος). Κεφαλή του ορθόδοξου Millet-Έλληνες και Σλάβοι ορθόδοξοι-ήταν το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Η συνολική αριθμητική δύναμη του ελληνικού στοιχείου της Μικράς Ασίας δεν μπορεί να καθοριστεί με ακρίβεια, διότι δεν υπάρχουν αξιόπιστες στατιστικές. Η επίσημη οθωμανική στατιστική (1910) και η στατιστική του πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως(1912) δεν παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε ο Ελευθέριος Βενιζέλος με το υπόμνημά του στη «Συνδιάσκεψη της Ειρήνης» του Παρισιού, στη Μικρά Ασία ζούσαν 1,694 Έλληνες. Στην Θράκη και την περιοχή της Κωνσταντινούπολης 731.000. Στην περιοχή Τραπεζούντας 350.000 και στα Άδανα 70.000. Σύνολο 2,845 Έλληνες, το 20% του πληθυσμού της περιοχής· κυριαρχούσε οικονομικά και είχε καταφέρει να διατηρήσει την πολιτιστική του κληρονομιά παρ’ ότι μειονότητα σε εχθρικό περιβάλλον. Τα υπάρχοντα στοιχεία συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι ο Α ελληνισμός αποτελούσε σημαντικό τμήμα του πληθυσμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και είχε υψηλή μορφωτική και οικονομική στάθμη. Σε ορισμένες περιοχές της Α Θράκης, στην Κωνσταντινούπολη, στη Δ Μικρά Ασία και τον Πόντο οι Έλληνες κυριαρχούσαν. Οι ελληνικές κοινότητες ελέγχουν(προ 1922), το 50% του κεφαλαίου του επενδυμένου στη βιομηχανία της Αυτοκρατορίας, το 60% των θέσεων εργασίας στους μεταποιητικούς κλάδους. Κυριαρχούν απόλυτα στο εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο. Το 46% από των ιδιοκτητών τραπεζών και τραπεζιτών στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν Έλληνες(1914). Από τις 6.507 βιομηχανίες και βιοτεχνίες το 49% ανήκε σε Έλληνες(1914). Έλληνες ήταν το 52% των γιατρών, το 49% των φαρμακοποιών, το 52% των αρχιτεκτόνων, το 37% των μηχανικών και το 29% των δικηγόρων(1914). Οι Ρωμιοί μαθητές αντιπροσωπεύουν το διπλάσιο των Μουσουλμάνων σε όλη την Αυτοκρατορία. Η ελληνική γλώσσα είχε γίνει η γλώσσα των εμπόρων και της καλής κοινωνίας, σε βαθμό που σημαντικό ποσοστό Ρωμιών αγνοούσε την τουρκική. Νεότουρκοι Οι Νεότουρκοι(Jön Türkler) ήταν οπαδοί μεταρρυθμιστικής κίνησης στην Τουρκία με πολιτικό χαρακτήρα. Η κίνηση αυτή άρχισε με την ίδρυση του κομιτάτου της Νέας Τουρκίας από τον Midhat Pasha(1868). Το παράνομο πολιτικό κίνημα είχε μεγάλη διάδοση σε διανοούμενους, σπουδαστές στρατιωτικών σχολών και νέους αξιωματικούς και συντέλεσε στην εκθρόνιση(1876) των σουλτάνων Abdul Aziz και Murat Ε΄ και στο ανέβασμα στο θρόνο του Abdul Hamid Β’(1876-1909). Αυτός αρχικά δέχτηκε το φιλελεύθερο σύνταγμα της χρονιάς εκείνης, με το οποίο παραχωρήθηκαν στο λαό ελευθερίες. Κατόπιν άρχισε να κυβερνά πάλι απολυταρχικά, με αποτέλεσμα να εκτοπιστεί και δολοφονηθεί(1883). Το κίνημα διασπάστηκε(1902) σε μια μερίδα που πρέσβευε αιτήματα διοικητικής αποκέντρωσης και καλών σχέσεων με τη Δ και στην «Επιτροπή για την Ένωση και την Πρόοδο»(1904) και τασσόταν υπέρ του συγκεντρωτισμού, απέρριπτε τις επεμβάσεις των Δυνάμεων στα εσωτερικά του κράτους και εμπνεόταν όλο και περισσότερο από εθνικιστικά ιδεώδη. Είχε ως αρχηγούς τους Niazi και Emver και σκοπό τη μετατροπή της θεοκρατικής φεουδαρχικής αυτοκρατορίας σε συνταγματικό αστικό κράτος. Υποχρέωσαν το σουλτάνο Abdul Hamid να επαναφέρει το σύνταγμα του 1876. Οι αξιωματικοί του Σώματος Στρατού της Θεσσαλονίκης τάχτηκαν(Ιούλιος 1908) υπό την «Ένωση και Πρόοδος»(Ittihad ve Terraki) και απαίτησαν από τον σουλτάνο να επαναφέρει το Σύνταγμα του 1876. Επειδή αυτός αντέδρασε, σε συνεργασία με τις μεγάλες δυνάμεις οι Νεότουρκοι και με την συνδρομή του στρατού, βάδισαν εναντίον της Κωνσταντινούπολης, τον εκθρόνισαν και ενθρόνισαν ως σουλτάνο το Mehmet(Μωάμεθ) Ε΄(Απρίλιος 1909). Οι Νεότουρκοι εμφανίστηκαν ως δύναμη μετασχηματισμού της απολυταρχικής Αυτοκρατορίας σε σύγχρονη δημοκρατία, που η λειτουργία της θα καθοριζόταν από τις αρχές του ευρωπαϊκού διαφωτισμού. Εμφανίστηκαν σε μια εποχή που η Οθωμανική Αυτοκρατορία, ως ένα προ-νεωτερικό κρατικό μόρφωμα, παραχωρούσε τη θέση στα σύγχρονα έθνη-κράτη που εκείνη την περίοδο εμφανίζονταν. Ιδιομορφία Οθωμανικής Αυτοκρατορίας: μετά τις μεταρρυθμίσεις(μέσα 19ου αι.) που εξασφάλιζαν μια σχετική ελευθερία και ανοχή στους χριστιανικούς πληθυσμούς η νέα οικονομία του εμπορίου και της βιομηχανικής παραγωγής είχε κυριαρχηθεί από Έλληνες, Αρμένιους και Εβραίους. Οι μουσουλμάνοι είχαν αρκεστεί στην αποκλειστική νομή γραφειοκρατίας, στρατού και παραδοσιακής φεουδαρχίας. Το ότι η οθωμανική αστική τάξη αποτελείτο από χριστιανούς, ενέτεινε τους φόβους των στρατιωτικών, ότι σύντομα θα βρεθούν εκτός ιστορίας. Αυτός ήταν ο φόβος που κινητοποίησε τα πολύμορφα και πολυεθνοτικής προέλευσης στρατιωτικά στρώματα να οργανωθούν, εφεύρουν μια συνεκτική ιδεολογία(τουρκισμός) και να καταλάβουν την εξουσία(νεοτουρκικό πραξικόπημα). Ένας από τους λόγους που εκδηλώθηκε τη νεοτουρκική «επανάσταση», ήταν ο έλεγχος των οικονομικών δραστηριοτήτων από το χριστιανικό στοιχείο. Το ενδιαφέρον στην τουρκική περίπτωση, που θα καθορίσει όλη την ιστορία του τουρκικού έθνους-κράτους, είναι ότι το ρόλο των αστικών στρωμάτων είχαν οι στρατιωτικοί. Το κίνημα των Νεότουρκων(1908) αποτέλεσε την αντεπανάσταση εναντίον των δημοκρατικών κινημάτων των υπόδουλων εθνών. Σ΄ όλη την Αυτοκρατορία το ρεύμα της αλλαγής ήταν παρόν. Μόνο η μετάβαση σε μια δημοκρατική κοινωνία φαινόταν ότι θα μπορούσε να σταματήσει την αποσάρθρωση. Την προοπτική αυτή προπαγανδίζουν αρχικά οι Νεότουρκοι ηγέτες. Και θα πετύχουν την συμπαράσταση των χριστιανικών εθνών. Όμως σύντομα στους κόλπους του «Ένωση και Πρόοδος» θα επικρατήσουν ακραίες εθνικιστικές θέσεις. Ο οθωμανισμός θα εγκαταλειφθεί και θα υιοθετηθεί ο παντουρκισμός. Οι Νεότουρκοι θα ριζοσπαστικοποιηθούν συνδεόμενοι με τα εθνικιστικά παντουρκιστικά κινήματα που δρούσαν στο εσωτερικό της Ρωσικής Αυτοκρατορίας(Τάταροι, τουρκόφωνοι μουσουλμάνοι Κ Ασίας). Οι Νεότουρκοι αποφάσισαν(Οκτώβριος 1911) επισήμως(3ο συνέδριο, Θεσσαλονίκη), την εξόντωση των μη τουρκικών εθνοτήτων. Η οθωμανοποίηση (ottomanization) δηλ. ο εκτουρκισμός δια της βίας όλων των κατοίκων, αποφασίζεται. Μέσο: εξοπλισμένοι Μουσουλμάνοι. Στη συγκεκριμένη απόφαση οι Νεότουρκοι χρησιμοποιούν παραπλανητικά τον όρο «οθωμανοποίηση», προσπαθώντας να περιβάλουν την πολιτική εκτουρκισμού με ένα οικείο, για τους περισσότερους μουσουλμάνους, περίβλημα. Ο Celal Bayar, ένας από τους Νεότουρκους πραξικοπηματίες, αναφέρει ότι οι Νεότουρκοι αντιμετώπιζαν τους Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως «εσωτερικά καρκινώματα». Εφάρμοσαν υπερεθνικιστική πολιτική, που αποτέλεσε το βασικό αίτιο του Βαλκανικού πολέμου(1912). Οργάνωσαν(Ιούνιος 1913) τη δολοφονία του μεγάλου βεζίρη Šefket και δημιούργησαν την τριανδρία Emver-Jemal-Talaat, που παρέσυρε την Τουρκία στον Α΄ ΠΠ. Α’ ΠΠ Ο αποικιακός ανταγωνισμός των ευρωπαϊκών χωρών(2 τελευταίες δεκαετίες 19ου αι.) και είχε καταλήξει στην διανομή ολόκληρου του πλανήτη, οξύνθηκε επικίνδυνα(αρχές 20ου). Πήρε την μορφή εδαφικών διεκδικήσεων και πολύμορφης οικονομικής διείσδυσης από τις βιομηχανικές χώρες προς τις οικονομικά ασθενείς και εξαρτημένες. Η οικονομική διείσδυση μιας μεγάλης δύναμης αποτελούσε πολλαπλή απειλή για τα συμφέροντα κάποιας άλλης. Π.χ., η κατασκευή του Υπεριρανικού Σιδηροδρόμου(Νικομήδεια ως Βαγδάτη)-γερμανικές εταιρείες- απειλούσε συμφέροντα πολλών χωρών, καθώς η σύμβαση κατασκευής του σιδηροδρόμου, συνοδεύονταν από την άδεια έρευνας και εκμετάλλευσης του υπεδάφους, σε μια ζώνη πλάτους πολλών χιλιομέτρων στις 2 πλευρές της γραμμής. Στον αποικιακό ανταγωνισμό, μετά τις Αγγλία, Γαλλία, Ισπανία και Ολλανδία, εμφανίστηκαν ως ανταπαιτητές(τέλη 19ου αι.), Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία και ΗΠΑ. Γερμανία, Ιταλία και Ιαπωνία, επιδίωκαν να επιβάλλουν δυναμικά τις απαιτήσεις τους, ενώ οι ΗΠΑ ενδιαφέρονταν κυρίως για το άνοιγμα των αγορών, ελεύθερο ανταγωνισμό, που ευνοεί πάντα τους ισχυρούς. Έτσι κορυφώνονταν ο αποικιακός ανταγωνισμός ανάμεσα στις χώρες που είχαν αποικίες και προνόμια(Αγγλία, Γαλλία, Αυστρία είχαν διομολογήσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία) και τις άλλες που διεκδικούσαν ανάλογα μερίδια, αναγκαία για βιομηχανική ανάπτυξη. Σ’ αυτό το κλίμα οικονομικού ανταγωνισμού, δημιουργήθηκαν συμμαχίες: Κεντρικές Αυτοκρατορίες(Γερμανία και Αυστροουγγαρία) και χώρες της Εγκάρδιας Συνεννόησης(Εntente Cordiale)(Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία). Οι 2 συνασπισμοί επιδόθηκαν σε πυρετώδεις εξοπλισμούς. Οι φιλειρηνικές φωνές δεν εισακούονταν πια και η αφορμή από την οποία θα γεννιόταν ο Α’ ΠΠ, δεν ήταν δύσκολο να βρεθεί: μια δολοφονία. Δολοφονήθηκε(28/06/1914) στο Σεράγεβο της Βοσνίας(επαρχία Αυστροουγγαρίας) ο αρχιδούκας διάδοχος της Αυστρίας Φερδινάνδος και η σύζυγός του, Σοφία, από το νεαρό σπουδαστή Gavrilo Princip, φανατικό οπαδό της πανσλαβικής εθνικιστικής κίνησης, η οποία διευθυνόταν από υψηλά ιστάμενα πρόσωπα της Σερβίας. Αυτό έδωσε την αφορμή στην Αυστροουγγαρία να ταπεινώσει τη Σερβία και να αυξήσει τη δική της επιρροή στα Βαλκάνια. Έστειλε στη Σερβία τελεσίγραφο, με το οποίο την καθιστούσε υπεύθυνη για τη δολοφονία και της έθετε όρους απαράδεκτους. Η Σερβία απάντησε(25/07) ότι αποδεχόταν όλους σχεδόν τους όρους, αλλά η απάντησή της αγνοήθηκε. Έχοντας η Αυστροουγγαρία την υποστήριξη της Γερμανίας διέταξε γενική επιστράτευση, κήρυξε τον πόλεμο(28/07) κατά της Σερβίας και βομβάρδισε το Βελιγράδι. Σε μικρό διάστημα, ο πόλεμος γενικεύτηκε. Στην επιστράτευση της Ρωσίας(30/07) απάντησε η Γερμανία με κήρυξη πολέμου εναντίον της(01/08) και της Γαλλίας(03/08). Θέλοντας να εισβάλλει στη Γαλλία, παραβίασε την ουδετερότητα του Βελγίου. Αυτό έμπλεξε στον πόλεμο την Αγγλία, σύμμαχο του Βελγίου, που κήρυξε τον πόλεμο κατά της Γερμανίας(04/08). Η Αυστροουγγαρία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Ρωσίας(05/08), η Σερβία κατά της Γερμανίας(06/08), το Μαυροβούνιο κατά Αυστροουγγαρίας(07/08) και Γερμανίας(12/08), Γαλλία και Αγγλία κατά της Αυστροουγγαρίας(10/08), η Ιαπωνία κατά της Γερμανίας(28/08), η Αυστροουγγαρία κατά Ιαπωνίας(25/08) και Βελγίου(28/08). Στο βαλκανικό μέτωπο, ο Τούρκος στρατηγός Emver πασάς, θεωρώντας πως το συμφέρον της Τουρκίας βρισκόταν με το μέρος της Γερμανίας, υπέγραψε μυστική συνθήκη με αυτήν(02/08). 2 γερμανικά καταδρομικά(Geben και Breslau), μπήκαν στη Μεσόγειο(10/08) και έγιναν δεκτά στα τουρκικά χωρικά ύδατα. Ακολούθησε εικονική πώλησή τους στην Τουρκία, η οποία βομβάρδισε την Οδησσό κι άλλα ρωσικά λιμάνια(30/10). Οι Τούρκοι κλείνοντας τα Δαρδανέλλια για τις χώρες τις Entente, προκάλεσαν πολλές δυσχέρειες. Η Ρωσία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Τουρκίας(01/11) και ακολούθησαν οι σύμμαχοί της(05/11). Αγγλικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν στον Περσικό κόλπο. Η είσοδος της Τουρκίας στον πόλεμο είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία 3 νέων μετώπων(Καλλίπολης, Καυκάσου, Μεσοποταμίας). Καταλήφθηκε(26/05/1916) το οχυρό Rupel, από τις γερμανοβουλγαρικές δυνάμεις, παρά την μη συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο. Η Ελλάδα ήταν πλέον στα πρόθυρα του πολέμου και του Εθνικού Διχασμού. Εθνικός Διχασμός(1914-7) υπήρξε μια σειρά γεγονότων που επικεντρώνονται στη διένεξη μεταξύ του τότε πρωθυπουργού της Ελλάδας Ελευθέριου Βενιζέλου και του βασιλιά Κωνσταντίνου σχετικά με την είσοδο ή μη της Ελλάδας στον Α’ ΠΠ. Κύρια γεγονότα διένεξης: παραίτηση Βενιζέλου, δημιουργία ξεχωριστού κράτους με πρωτοβουλία του στην Β Ελλάδα με πρωτεύουσα την Θεσσαλονίκη και εκδίωξη Κωνσταντίνου από την Ελλάδα μετά από παρέμβαση της Entente. Η διένεξη αυτή χώρισε την χώρα σε 2 στρατόπεδα και προκάλεσε εξαιρετικά βαθύ χάσμα στην ελληνική κοινωνία, με επιπτώσεις ως το τέλος της δεκαετίας του ’30. Ορισμένοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι και η Μικρασιατική Καταστροφή ήταν απόρροιά του. Κύριο αίτιο: διαμάχη Βενιζέλου-βασιλιά Κωνσταντίνου. Ο Κωνσταντίνος, βάσει του Συντάγματος, είχε δικαιοδοσίες περιορισμένες, όμως η επιρροή του σε πολιτικούς τις εποχής ήταν παραπάνω από έντονη. Ο αποτυχημένος για την Ελλάδα ελληνοτουρκικός πόλεμος(1897) χρεώθηκε στους λανθασμένους χειρισμούς φιλοβασιλικών κύκλων και των εκτεταμένων επεμβάσεων στις ένοπλες δυνάμεις. Εξαιτίας αυτών εκδηλώθηκε έντονη δυσαρέσκεια στον στρατό(1909, κίνημα στο Γουδί). O Βενιζέλος υποστήριζε πως η είσοδος στον πόλεμο στο πλευρό της Entente, θα εξυπηρετούσε τα εθνικά συμφέροντα. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, με στολή Γερμανού Στρατηγού, λόγω των φιλογερμανικών αισθημάτων του υποστήριζε την ουδετερότητα της Ελλάδας. Στο πρόσωπο του Βενιζέλου, το στρατιωτικό κίνημα βρήκε τον κύριο εκφραστή του, τον οποίο και κάλεσε από την Κρήτη να αναλάβει την πολιτική ηγεσία της χώρας. Με το ξέσπασμα των Βαλκανικών Πολέμων, ο Κωνσταντίνος τέθηκε επικεφαλής του στρατεύματος και φαίνονταν κύριος υπεύθυνος των αλλεπάλληλων επιτυχιών. Εκείνο το διάστημα δημιουργήθηκε το 1ο χάσμα στις σχέσεις Κωνσταντίνου-Βενιζέλου. Χαρακτηριστική η διάσταση απόψεων για την άμεση κατάληψη ή μη της Θεσσαλονίκης, την οποία ο Βενιζέλος ήθελε να επιτύχει πάση θυσία, για την στρατηγική της σημασία και προς αποφυγή κατάληψής της από τους Βουλγάρους. Ο Κωνσταντίνος επιθυμούσε προέλαση Β και κατάληψη του Μοναστηρίου). Το γεγονός παρέμεινε γνωστό τότε μόνο σε περιορισμένους πολιτικούς και στρατιωτικούς κύκλους. Ο Βενιζέλος επεδίωκε την έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο με την Entente. Οι Αγγλογάλλοι όμως απέβλεπαν στη συμμαχία ή ουδετερότητα Βουλγαρίας και Τουρκίας και απέρριπταν προς το παρόν τις προτάσεις του. Η προσπάθεια της Entente να συμφιλιώσει Σερβία, Βουλγαρία, Τουρκία και Ελλάδα και να δημιουργήσει ένα συνασπισμό στα Βαλκάνια για το συμφέρον της απέτυχε. Παρά ταύτα οι Αγγλογάλλοι δεν κατάφεραν να αποτρέψουν την είσοδο στον πόλεμο της Τουρκίας αρχικά και της Βουλγαρίας αργότερα, στο πλευρό των Αυστρογερμανών. Στη φιλοαντατική πολιτική του Βενιζέλου θα εναντιωθεί το Παλάτι, όταν ο Έλληνας πρωθυπουργός ζήτησε να συμμετάσχει η Ελλάδα στο πλευρό των Συμμάχων στην επιχείρηση των Δαρδανελίων(Φεβρουάριος 1915). Η διαφωνία βασιλιά
-πρωθυπουργού οδήγησε στην παραίτηση Βενιζέλου(21/02/1915). Στις εκλογές(Μάιος 1915) η λαϊκή ετυμηγορία επανεκλέγει τον Βενιζέλο, ο οποίος με τη νέα εκλογή του επαναλαμβάνει τη δέσμευση της Ελλάδα ως σύμμαχος της Σερβίας, αν δεχθεί εκείνη επίθεση της Βουλγαρίας. Τα Ανάκτορα εμμένουν στις θέσεις τους, πράγμα που οδηγεί τον Έλληνα Πρωθυπουργό σε νέα παραίτηση και αποχή του κόμματός του από τις εκλογές(06/12/1915). Οι φιλοβασιλικές κυβερνήσεις που διορίζονται, δημιουργούν κλίμα πόλωσης διαιρώντας την Ελλάδα σε 2 παρατάξεις-φιλοβασιλικοί και φιλοβενιζελικοί- θα συντελέσει στη γένεση και άνδρωση του Εθνικού Διχασμού. Γίνεται(16/08/1916) το κίνημα της Εθνικής Αμύνης στη Θεσσαλονίκη που υποστηρίζει ο συμμαχικός στρατός που έχει στο μεταξύ αποβιβαστεί στη Θεσσαλονίκη. Ο Βενιζέλος αργεί αλλά τάσσεται με το κίνημα και μεταβαίνει(26/09) στα Χανιά, όπου και σχηματίζει προσωρινή κυβέρνηση με αρχικά μέλη την τριανδρία, αποτελούμενη από τον ίδιο, το ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη και το στρατηγό Παναγιώτη Δαγκλή. Από εκεί μεταβαίνει στη Θεσσαλονίκη. Στην απόφαση Βενιζέλου συνετέλεσε και η εισβολή των Γερμανοβουλγάρων στην Α Μακεδονία και η αιχμαλωσία και μεταφορά στη Γερμανία του Δ΄ Σώματος Στρατού με την ανοχή της φιλοβασιλικής κυβέρνησης. Η 1η προκήρυξη της Επαναστατικής Κυβέρνησης δημοσιεύεται στο υπ’ αριθμό 1 φύλλο της Εφημερίδας της Προσωρινής Κυβερνήσεως(Χανιά, 15/09/1916): «Το ποτήριον των πικριών, των εξευτελισμών και των ταπεινώσεων υπερεπληρώθη. Μια πολιτική της οποίας δεν θέλομε να εξετάσωμεν τα ελατήρια, απειργάσθη ενός και ημίσεως έτους τοιαύτας εθνικής συμφοράς, ώστε ο συγκρίνων την Ελλάδα της σήμερον προς την προ ενός και ημίσεως έτους Ελλάδα να αμφιβάλλη αν πρόκειται περί ενός και του αυτού κράτους. Το Στέμμα εισακούσαν εισηγήσεις κακών συμβούλων επεδίωξε την εφαρμογήν προσωπικής πολιτικής δια της οποίας η Ελλάς απομακρυνθείσα των κατά παράδοσιν φίλων της, επεζήτησε να προσεγγίση της κληρονομικούς εχθρούς της». Η ολοκληρωμένη Προσωρινή Κυβέρνηση κήρυξε τον πόλεμο στις Κεντρικές Δυνάμεις(24/11/1916). Η Ελλάδα(1916) είχε κοπεί στα 2: το κράτος της Θεσσαλονίκης(Μακεδονία, Κρήτη και νησιά Α Αιγαίου), απεφάσιζε να διενεργηθεί στρατολογία και οργάνωνε την μεραρχία Αρχιπελάγους και τις μεραρχίες Κρήτης και Σερρών. Η κυβέρνηση των Αθηνών αντιπαρατασσόταν στους οπαδούς του Βενιζέλου με τους απολυθέντες στρατευσίμους(«επιστράτους») που είχε οργανώσει ο Ιωάννης Μεταξάς σε παρακρατικές ομάδες. Στην προσπάθεια των Συμμάχων να θέσουν υπό τον έλεγχο τους τη Ν Ελλάδα, τα Γαλλικά θωρηκτά έμπαιναν στον Πειραιά και αποβίβαζαν 3.000 άνδρες, ενώ βομβάρδιζαν περιοχές της Αθήνας γύρω από το Στάδιο και κοντά στα Ανάκτορα. Η επέμβαση των γαλλικών δυνάμεων εξαγρίωσε τους αντιβενιζελικούς που κατηγορούσαν τους αντιπάλους των ως προδότες. Ο Εθνικός Διχασμός έφθασε στο απόγειό του. «Ο φονεύων βενιζελικόν δεν φονεύει άνθρωπον», διακήρυτταν. Επίσημη είσοδος Ελλάδας στον Α’ ΠΠ Μετά από τελεσίγραφο των συμμάχων ο βασιλιάς αποσύρεται από το θρόνο, χωρίς να παραιτηθεί(15/06/1917) και φεύγει στην Ελβετία αφήνοντας στη θέση του το δευτερότοκο γιο του Αλέξανδρο. Ο Βενιζέλος έρχεται στην Αθήνα και σχηματίζει κυβέρνηση(13/06). Κηρύσσει(15/28-06) τον πόλεμο στις Κεντρικές Δυνάμεις επισημοποιώντας την ανάλογη πράξη της προσωρινής κυβέρνησης της Θεσσαλονίκης. Η εμπόλεμη κατάσταση δεν επιτρέπει τη διενέργεια εκλογών και ο Βενιζέλος ανακαλεί το διάταγμα της διάλυσης της Βουλής του 1915. Η ανασυσταθείσα Βουλή ονομάζεται «Βουλή των Λαζάρων». Η ενεργός συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο, με 300.000 στρατιώτες στο πλευρό των Αγγλογάλλων συμμάχων έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα τη θριαμβευτική νίκη κατά των Γερμανοβουλγάρων στα υψώματα του Σκρά(30/05/1918) και τη συμμετοχή των ελληνικών δυνάμεων στη τελική επίθεση και διάσπαση του μετώπου(Σεπτέμβριος). Η Βουλγαρία συνθηκολογεί(Σεπτέμβριος 1918) ενώ η Τουρκία θα συνάψει(Οκτώβριος 1918) ανακωχή στον Μούδρο. Ο Francais d’ Esperais, αρχιστράτηγος του Βαλκανικού Μετώπου, με αφορμή το νικηφόρο αγώνα των Ελλήνων θα σημειώσει: «Ιδιαιτέρως δια τον ελληνικόν στρατόν τονίζω τον ζήλον, την ανδρείαν και την παροιμιώδην ορμήν, τα οποία επέδειξε κατά τον υπ’ αυτού διαδραματισθέντα ένδοξον ρόλον επί των οχθών του Στρυμώνος και του Αξιού». Ο αγγλογαλλικός στρατός καταλαμβάνει την Κωνσταντινούπολη και μαζί του εγκαθίσταται σ’ αυτήν άγημα ελληνικού στρατού με αρχηγό τον Λεωνίδα Παρασκευόπουλο. Ο ελληνικός στόλος, με ναυαρχίδα το θωρηκτό Αβέρωφ αγκυροβολούσε στον Βόσπορο. Η συνθηκολόγηση της Γερμανίας(11/11/1918) βάζει θέτει τέλος στο Μεγάλο Πόλεμο που διήρκησε 4 έτη και αιματοκύλησε την Ευρώπη. Η στάση Αγγλίας και Γαλλίας απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε αλλάξει ριζικά: δεν υποστήριζαν πια την «ακεραιότητά» της, αλλά επιδίωκαν την διανομή των εδαφών της, επειδή έβλεπαν απειλητική την οικονομική διείσδυση της Γερμανίας ως τον Περσικό. Στην περίπτωση της διανομής, έπρεπε να λάβουν υπ’ όψιν και τις διεκδικήσεις της Ρωσίας και του μετέπειτα εταίρου της Entente, Ιταλίας. Κατά την διάρκεια του πολέμου, με την ρωσική επανάσταση(1917) αποσύρεται ο ένας διεκδικητής από οποιεσδήποτε εδαφικές αξιώσεις στην περιοχή Βοσπόρου-Δαρδανελλίων. Οι μπολσεβίκοι ηγέτες είχαν λόγους να τερματίσουν τον πόλεμο και υπόγραψαν με τους Γερμανούς την συνθήκη του Brest-Litovsk(03/03/1918). Έτσι διευκολύνονται οι κινήσεις και αποφάσεις των άλλων. Σ’ αυτά τα πλαίσια, θα διαμορφωθεί η εξωτερική πολιτική Βενιζέλου, καθώς προσδοκούσε ευνοϊκή μεταχείριση την ώρα της ειρήνης. Διεκδικήσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία Παράλληλα με τον φονικό πόλεμο, διεξάγονταν κι ένας αδυσώπητος διπλωματικός αγώνας για την εξασφάλιση των μεγαλύτερων δυνατών κερδών(εδαφικών και οικονομικών), όταν θα τελείωναν οι εχθροπραξίες. Οι χώρες της Entente κατά την διάρκεια του πολέμου(ανάγκη να πείσουν την Ιταλία να συμπράξει μαζί τους), έκαναν μια σειρά μυστικές συμφωνίες(1915-7), που απέβλεπαν σε άλλες διευθετήσεις και στην «δίκαιη» διανομή των εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Όταν προσήλθε η Ελλάδα στο πλευρό της Entente(1917), είχε ιστορικά ακαταμάχητες εθνικές διεκδικήσεις στην Δ Μικρά Ασία, όπου ζούσαν συμπαγείς ελληνικοί πληθυσμοί χιλιετίες. Επειδή όμως την περιοχή την είχαν προδιανείμει σε σφαίρες επιρροής οι Σύμμαχοι(Άγγλοι, Γάλλοι, Ρώσοι, Ιταλοί), η Ελλάδα ήταν αναγκασμένη να αρκεστεί σε γενικές υποσχέσεις, να υπολογίζει στην καλή θέληση και να προσφέρει καλές υπηρεσίες. Η Ελλάδα θα διατύπωνε τις διεκδικήσεις της μετά τον πόλεμο, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και τις απαιτήσεις των μεγάλων δυνάμεων. Αυτή ήταν η πιο κρίσιμη φάση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής που επηρεάζονταν από την Μεγάλη Ιδέα.
Ανακωχές, πρώτες συνθήκης ειρήνης, ασυμβίβαστα αποικιακά συμφέροντα και ανταγωνισμοί γύρω από την κληρονομιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας Όταν νικήθηκαν οι Κεντρικές Αυτοκρατορίες και οι σύμμαχοί τους(Βούλγαροι και Τούρκοι στην περιοχή μας) και πριν ακόμα υπογραφούν ανακωχές, άρχισε αδυσώπητος αγώνας, διπλωματικός και οικονομικός, για τα κέρδη των νικητών. Οι συνθήκες που υπογράφηκαν(1919) ήταν εξοντωτικές για τους ηττημένους-και η συνθήκη του Βrest-Litovsk που είχαν υπαγορέψει οι Γερμανοί στους Μπολσεβίκους(1918)-. Δυσβάσταχτες οικονομικές αποζημιώσεις, διανομή των αποικιών των ηττημένων, αφαίρεση εδαφών, ήταν μερικές νέες ρυθμίσεις(1919). Με τέτοιες μεθόδους, οι νικητές κατέστρεφαν την δυνατότητα οικονομικής ανόρθωσης ολόκληρης της Ευρώπης και δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις για νέο πόλεμο. Μέσα στον πυρετό της διπλωματίας για την ειρήνευση του κόσμου, οι νικητές δυσκολεύτηκαν ιδιαίτερα για την διατύπωση και εφαρμογή μιας συνθήκης για τις χώρες που υπάγονταν ως τότε, στην νικημένη(1918) και μισοδιαλυμένη Οθωμανική Αυτοκρατορία. Λόγοι της δυσκολίας:
· πλούσιο υπέδαφος περιοχής(κοιτάσματα πετρελαίου Μοσούλης)
· γεωγραφική θέση: στον δρόμο προς τον Ινδικό Ωκεανό, Ν της Ρωσίας και στις 2 πλευρές των Στενών
· συγκρουόμενα συμφέροντα νικητών
· σκιά του νέου καθεστώτος, που έτεινε να εγκαθιδρυθεί στην τσαρική Ρωσία και ήταν για πολλούς λόγους πρόθυμο να υποστηρίζει τους Τούρκους εθνικιστές ενάντια σε όλους τους παλαιούς και νέους αποικιοκράτες
Για τους παραπάνω λόγους, άρχισε ξεχωριστός πόλεμος, διπλωματικός, από την ανακωχή του Μούδρου(17/30-10-1918) που υπέγραψε η σουλτανική κυβέρνηση, ως την συνθήκη της Λωζάννης(24/07/1923), που αποδέχτηκε η εθνικιστική κεμαλική κυβέρνηση της νέας Τουρκίας. Στα πλαίσια αυτού του πολέμου για την διανομή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, εντάσσεται η προσπάθεια των Ελλήνων να καταλάβουν την Δ πλευρά της Μικράς Ασίας για να ελευθερώσουν εκατοντάδες χιλιάδες αλύτρωτους αδερφούς και να ενοποιήσουν οικονομικά τις 2 πλευρές του Αιγαίου. Η μικρασιατική εκστρατεία(Μάιος 1919-Σεπτέμβριος 1922), δεν μπορεί να κατανοηθεί αποκομμένη από τον ευρύτερο ανταγωνισμό. Ανακωχή Μούδρου Η ανακωχή που τερμάτιζε τον πόλεμο Entente-Τουρκίας υπογράφτηκε από τους Τούρκους εκπροσώπους του σουλτάνου(17/30-10-1918), πάνω στο βρετανικό πολεμικό σκάφος «Αγαμέμνων», αγκυροβολημένο στο λιμάνι του Μούδρου Λήμνου. Εκεί αποδέχτηκε η Τουρκία του Σουλτάνου τους όρους που υπαγόρευσε, για λογαριασμό των δυνάμεων της Entente, ο Βρετανός αντιναύαρχος Arthur Calthorp. Οι όροι ήταν εξοντωτικοί, σαφής έκφραση των διαθέσεων της Entente για διανομή των εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και άμεση ή έμμεση οικονομική διείσδυση. Με την συνθήκη αυτή συμφωνήθηκε η κατάπαυση των εχθροπραξιών μεταξύ των Συμμαχικών Δυνάμεων(μετά των οποίων και η Ελλάδα, ενώ απουσίαζε η Σοβιετική Ένωση) και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Συνοπτικά οι όροι:
1. υποχρέωση του ανοίγματος των Στενών των Δαρδανελλίων καθώς και του Βοσπόρου προς την Μαύρη Θάλασσα
2. απόδοση των συμμάχων αιχμαλώτων
3. παράδοση του τουρκικού στρατού(οπλισμού) και των πολεμικών πλοίων(γραμμής), στους Συμμάχους
4. παροχή δυνατότητας άσκησης εποπτείας εκ μέρους των Συμμάχων επί του σιδηροδρομικού δικτύου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
5. διακοπή οποιασδήποτε σχέσης(οικονομικής, εμπορικής κ.λπ.) με τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες
6. παροχή δυνατότητας των Συμμάχων της κατάληψης, για λόγους ασφάλειας, οποιωνδήποτε στρατηγικών σημείων, έκριναν εκείνες, επί του εδάφους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με την Οθωμανική κυβέρνηση.
7. η Οθωμανική Αυτοκρατορία έχανε(άρθρα 16 και 24) Μεσοποταμία, Συρία, Αραβία, Κιλικία, Αρμενία, που σύμφωνα με την αρχή της αυτοδιάθεσης, αποκτούσαν την ανεξαρτησία τους, με ένα μεταβατικό στάδιο προστασίας ή «κηδεμονίας» αγγλικής, γαλλικής ή άλλης
Ύστερα από την υπογραφή της ανακωχής, ο συμμαχικός στόλος-και ελληνική μοίρα-, ανέπλευσε τα Στενά και αγκυροβόλησε στον Κεράτιο Κόλπο. Έτσι ο σουλτάνος και η κυβέρνησή του, που είχε υπογράψει την ανακωχή, ήταν υπό την «προστασία» των νικητών, με την υποχρέωση να πραγματοποιήσουν τους όρους της ανακωχής. Αποτελέσματα Συνθήκης:
1. θρίαμβος της αγγλικής πολιτικής. Η υπογραφή της συνθήκης από τον Άγγλο ναύαρχο επέφερε δυσφορία των Γάλλων και των Ιταλών εκλαμβάνοντας την ενέργεια αυτή ως κυρίαρχη πλέον θέση της Αγγλίας στην Α(Ανατολικό ζήτημα)
2. παραμερισμός των 2 συνεταίρων της Entente, Γάλλων και Ιταλών(επί των συμφερόντων τους στον χώρο που μένουν πλέον ακάλυπτα)
3. η Αγγλία γίνεται η διάδοχος δύναμη της Γερμανίας στον χώρο
4. εκδήλωση χάους(πολιτικού, διπλωματικού και στρατιωτικού) στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, που περιήλθε στη διάθεση των νικητών
5. ο ελληνικός πληθυσμός, 1η φορά, μετά από τα σκληρά καταπιεστικά μέτρα που δοκίμασε στη διάρκεια του πολέμου ξεσπαθώνει σε κύματα ενθουσιωδών εκδηλώσεων. Χαρακτηριστικοί είναι οι στίχοι της επωδού πολύ γνωστού παραδοσιακού ελληνικού τραγουδιού της Κωνσταντινούπολης: Έχε γεια, πάντα γεια*, τα μιλήσαμε, όνειρο ήτανε τα λησμονήσαμε. (*)Αντί «πάντα γεια» σε νεότερες εκτελέσεις έχει αποδοθεί λανθασμένα «Παναγιά», παρασυρόμενο προφανώς από προηγούμενο στίχο που αναφέρεται στο «βασίλισσα των κοριτσιών είναι η Μαυροφόρα»(= Παναγία).
Σύμφωνα με τους όρους της ανακωχής, οι Άγγλοι κατέλαβαν διάφορες θέσεις: Τραπεζούντα, Σαμψούντα, Μαγνησία και Kasaba(Α Σμύρνης). Οι Ιταλοί κατέλαβαν την Αττάλεια και κινούνταν στην ενδοχώρα, ΒΔ, ως το Βιλαέτι του Αϊδινίου(περιοχή Σμύρνης), όπου θα ανακόψει την παρουσία τους η παρουσία των Ελλήνων. Οι Γάλλοι, κατέλαβαν την Κιλικία(ΝΑ τμήμα Μικράς Ασίας). Όμως, οι όροι αποστράτευσης και του αφοπλισμού στο εσωτερικό της Ανατολίας έμεναν ανεκτέλεστοι, ενώ ενισχύονταν το κίνημα αντίστασης των Τούρκων εθνικιστών εναντίον όλων των ξένων και ιδιαίτερα εναντίων των Ελλήνων, που οι Τούρκοι εθνικιστές είδαν ως όργανα του ξένου επεκτατισμού, μολονότι οι Έλληνες ήταν οι μόνοι που είχαν λόγο για την τύχη των αλύτρωτων αδερφών τους. Ανεξάρτητα από τις δυσχέρειες εφαρμογής των όρων της ανακωχής, οι Σύμμαχοι επιδόθηκαν στην διατύπωση των διεκδικήσεών τους, για να τις κατοχυρώσουν με μια τελική συνθήκη ειρήνης, που ίσως τότε δεν φαινόταν πολύ μακριά. Οι διεκδικήσεις όλων είχαν χαρακτήρα οικονομικό και αποικιακό: έλεγχο των Στενών, ζώνες οικονομικής επιρροής, εκμετάλλευση υπεδάφους κ.ά. Μόνο η Ελλάδα είχε δικαιώματα, βασισμένα στην μακραίωνη παρουσία ελληνικού πληθυσμού, στις Δ και Β ακτές της Μικράς Ασίας. Ο πρωθυπουργός της χώρας, Ελευθέριος Βενιζέλος, έσπευσε να υποβάλλει σχετικό υπόμνημα στο Συμβούλιο των 4 Μεγάλων(Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, Αμερική)(17/30-12-1918). Εκείνοι επρόκειτο ν’ αποφασίσουν για τις τύχες του κόσμου. Ελληνικές διεκδικήσεις και απόβαση του ελληνικού στρατού στην Σμύρνη Το υπόμνημα με τις ελληνικές διεκδικήσεις, ήταν θεμελιωμένο σε ένα βασικό αξίωμα: την παρουσία ελληνικών πληθυσμών στις διεκδικούμενες περιοχές, αρκετά πυκνών ώστε να διεκδικούν τοπική πλειοψηφία. Δεν απέκλειε αμοιβαίες μετακινήσεις πληθυσμών, ώστε τα 2 γειτονικά κράτη, Ελλάδα-Τουρκία, να εξασφαλίσουν εθνική ομοιογένεια στα εδάφη που θα κρατούσαν με τελική συμφωνία. Ο Βενιζέλος δήλωνε: «Η Ελλάς δεν πηγαίνει εκεί όπου της λείπει η εθνολογική βάσις». Το αξίωμα-κριτήριο για την σύνταξη του υπομνήματος-, ήταν σύμφωνο με την αρχή της αυτοδιάθεσης, που είχε διακηρύξει ο Αμερικανός πρόεδρος Wilson στα «14 σημεία»(σημεία 9, 10, 12, 13) και που επρόκειτο να γίνει κριτήριο αποφάσεων για την ΚΤΕ. Η ΚΤΕ, δημιούργημα της συνθήκης των Βερσαλλιών, έγινε καταφύγιο των αδυνάτων και πεδίο ανταγωνισμού των ισχυρών. Ένας από τους 4 μεγάλους που αποφάσιζαν τότε για την τύχη των λαών, ο Γάλλος πρωθυπουργός Clemenceau, είχε ειρωνευτεί αυτά τα 14 σημεία της διακήρυξης, λέγοντας «Τουλάχιστον ο καλός Θεός είχε περιοριστεί σε 10 μόνο εντολές». Το υπόμνημα Βενιζέλου περιλάμβανε όλες τις ελληνικές αξιώσεις στην Βαλκανική, την Μικρά Ασία και τα νησιά. Έκανε λόγο για Β Ήπειρο, Δ Θράκη(Βουλγαρία), Δωδεκάνησα(Ιταλία), Καστελόριζο(από το 1915 είχε καταλάβει η Γαλλία), Ίμβρο και Τένεδο, Α Θράκη και μια ζώνη στην Δ Μικρά Ασία, εκτεινόμενη από την Μάκρη(περιοχή απέναντι από την Ρόδο) ως την Προποντίδα(περιοχή Πανόρμου). Για την Κωνσταντινούπολη δεχόταν την δημιουργία ενός διεθνούς κράτους υπό την προστασία της ΚΤΕ. Για την ικανοποίηση των ελληνικών αιτημάτων(όσων σχετίζονταν με εδάφη ως τότε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία) έπρεπε να λαμβάνονται υπ’ όψιν ορισμένοι αντικειμενικοί παράγοντες και να υπερνικηθούν δυσχέρειες. Η Α Θράκη και ιδιαίτερα η περιοχή των Στενών, παλαιότερα διεκδικούνταν από την Ρωσία, που είχε αποσυρθεί(1918-20). Αρκούσε η συγκατάθεση των Συμμάχων για παραχώρηση εδαφών στην Ελλάδα, αν η τελευταία διέθετε στρατό, για να απαλλάξει τους Σύμμαχους από την ανάγκη κατοχής της Α Θράκης. Δωδεκάνησα, Κύπρος, Καστελόριζο κατέχονταν από τους Σύμμαχους. Κατά συνέπεια χρειαζόταν από τους ίδιους μια γενναία χειρονομία, που τελικά δεν έκαναν. Η μικρασιατική ζώνη, που διεκδικούσε ο Βενιζέλος και η πολύ πιο περιορισμένη που υπόσχονταν οι Σύμμαχοι, θα αφαιρούσε από το μελλοντικό τουρκικό κράτος την επικοινωνία με το Αιγαίο ή με ένα κεντρικό τμήμα του κι έπρεπε να αναμένουν οι Έλληνες ότι για την περιοχή αυτή θα εκδηλωνόταν εντονότερη τουρκική αντίσταση, για τον πρόσθετο λόγο ότι τους Έλληνες, οι Τούρκοι δεν τους έβλεπαν ως εφήμερους επιδρομείς, αλλά ως μόνιμους σύνοικους και διεκδικητές της μικρασιατικής γης. Την ίδια περιοχή, διεκδικούσαν ως σφαίρα επιρροής οι Ιταλοί, την οποία τους την είχαν υποσχεθεί από καιρό του πολέμου, οι άλλοι εταίροι(Άγγλοι και Γάλλοι). Αποβιβάστηκαν ιταλικές δυνάμεις στην Αττάλεια(Ν πλευρά Μικράς Ασίας) και όδευαν ΒΔ, προς το Αϊδίνιο και την Σμύρνη. Οι Ιταλοί αντιδρούσαν, αντιμετωπίζοντας ανταγωνιστικά μια ενισχυμένη ελληνική παρουσία στο χώρο της Α Μεσογείου και επικαλούμενοι τη συνθήκη της Maurienne(1917), σύμφωνα με την οποία τους παραχωρούνταν Σμύρνη και Ικόνιο, για να παραιτηθούν από την πρόθεση να υπογράψουν χωριστή συνθήκη ειρήνης με την Αυστρία. Οι Αμερικανοί αμφισβητούσαν την αξιοπιστία της βούλησης των Ελλήνων της Ιωνίας να ενωθούν με την Ελλάδα και εκτιμούσαν ότι η παράλια Μικρά Ασία ήταν οργανικά συνδεμένη, γεωγραφικά και οικονομικά, με το εσωτερικό της Ανατολίας, ώστε να μπορέσει να αυτονομηθεί. Η δυσφορία των Αγγλογάλλων απέναντι στις εκβιαστικές απαιτήσεις της Ρώμης και στην εντεινόμενη πίεση της τουρκικής εθνικιστικής κίνησης τους ώθησε σε μια συνεδρίαση του Συμβουλίου των 4 Μεγάλων(06/05/1919), σε συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου της Συνδιάσκεψης, όπου παρευρίσκονταν οι 3(Αγγλία, Γαλλία, Αμερική) και απουσίαζε η Ιταλία, να αποφασίσουν να δώσουν την άδεια στην Ελλάδα να καταλάβει στρατιωτικά την περιοχή της Σμύρνης(Σμύρνη ως Αϊβαλί, με κάποια ενδοχώρα, συνολικής έκτασης 17.000 περ. km2) για την τήρηση της τάξης και την προστασία των μειονοτικών πληθυσμών, ώσπου να υπογραφεί η τελική συνθήκη ειρήνης με την Τουρκία. Με την παρουσία του ελληνικού στρατού, θα πίεζαν τους Τούρκους και θα αναχαίτιζαν τους Ιταλούς. Σ’ αυτές τις περιστάσεις, τμήμα ελληνικού στρατού αποβιβάζονταν στην Σμύρνη(02/15-05-1919), με την άδεια να καταλάβει την περιοχή που προαναφέρθηκε όπου ζούσαν συμπαγείς ελληνικοί πληθυσμοί. Στην Σμύρνη, ο ελληνικός πληθυσμός αποτελούσε την πλειοψηφία(απογραφή Πατριαρχείου). Η Ημερήσια Διαταγή του πρωθυπουργού και υπουργού Εσωτερικών προς τους αξιωματικούς και οπλίτες που αποβιβάζονταν στην Σμύρνη(02/15-05-1919): «Απεφασίσθη υπό των Μεγάλων Δυνάμεων η δια του ελληνικού στρατού κατάληψις της Σμύρνης και η εξασφάλισις της τάξεως εκεί. Αποστολή τιμητικοτέρα της οποίας σπανίως ανετέθη εις τμήμα του εθνικού στρατού καθ’ όλην την μακράν του ιστορίαν. Η Συνδιάσκεψις δεν απεφάσισεν οριστικώς επί των εθνικών μας διεκδικήσεων, αλλ’ η τιμή την οποία μας κάμνει να μας εμπιστευθή την εξασφάλισιν της ασχολούμενοι ησύχως εις τα έργα των, ανεξαρτήτως φυλής και θρησκεύματος, αναμένωσι μετ’ εμπιστοσύνης τας αποφάσεις της Συνδιασκέψεως περί της τύχης της ωραίας Πατρίδας των. Εν Σμύρνη τη 2α Μαΐου 1919 Ο Διοικητής του Στρατού Κατοχής Ν. ΖΑΦΕΙΡΙΟΥ Συνταγματάρχης Πυροβολικού». Οι σχέσεις των Ελλήνων με τους Τούρκους, διαταράσσονταν σε περιόδους ελληνοτουρκικής έντασης. Είχαν ενταθεί(1912) οι προστριβές και διώξεις του ελληνικού στοιχείου. Οι Έλληνες της Σμύρνης δέχτηκαν την αποβίβαση του ελληνικού στρατού, ως αρχή της απελευθέρωσης. Οι Τούρκοι είδαν την ελληνική παρουσία, ως την πιο επικίνδυνη απ’ όλες τις ξένες επεμβάσεις στη χώρα τους, γιατί όλοι οι άλλοι ήταν μόνο αποικιοκράτες. Οι Έλληνες, είχαν ρίζες προαιώνιες και ήρθαν για να τις ενισχύσουν. Δεν ήταν αβάσιμη η προσδοκία Βενιζέλου ότι πολλοί Έλληνες από τα ενδότερα της Μικράς Ασίας θα συνέρρεαν στην περιοχή Σμύρνης κι έτσι το ελληνικό στοιχείο θα ενισχύονταν τόσο, ώστε σε ένα μελλοντικό δημοψήφισμα, να έχει βέβαιη την πλειοψηφία στην περιοχή. Λογικό κι επόμενο η τουρκική αντίσταση-οργανώνεται στα ενδότερα της Ανατολίας-, να στραφεί ενάντια στην ελληνική παρουσία, στρατιωτικά και διπλωματικά. Από την 1η στιγμή της απόβασης, σημειώθηκαν αιματηρά επεισόδια, που ενισχύονταν ή ενθαρρύνονταν από τους Ιταλούς, Ν «γείτονες» στην ίδια περιοχή. Άρχισε για τον ελληνισμό μια δοκιμασία πολυμέτωπη, σε στρατιωτικό και διπλωματικό επίπεδο, όπου η διάκριση εχθρών και φίλων, ήταν δυσχερής. Έργο ελληνικής διοίκησης στην Σμύρνη Σύμφωνα και με τον Αμερικανό πρόξενο στην Σμύρνη(βιβλίο «Η μάστιγα της Ασίας»), παρά τις πολλές δυσκολίες, οι Ελληνικές πολιτικές Αρχές κατά το μέτρο πού εκτεινόταν η επιρροή τους πέτυχαν να δώσουν στη Σμύρνη και μεγάλο τμήμα του κατεχομένου εδάφους, την πιο ήσυχη, πολιτισμένη και προοδευτική διοίκηση σε όλη τη διάρκεια των ιστορικών χρόνων. Ο κ. Στεργιάδης-εξακολουθούσε μέχρι τέλους να εφαρμόζει την πολιτική του να τιμωρεί αυστηρά όλους τους παρανομούντας Ελληνικής καταγωγής-, έχασε την δημοτικότητα του στη Μικρά Ασία. Όταν έφυγε απ’ τη Σμύρνη μετά την ήττα των Ελληνικών στρατευμάτων γιουχαΐστηκε απ’ τον λαό της πόλης που δεν είχε προσφερθεί νομοταγώς να τον βοηθήσει. Όπως εξιστορεί ο Horton, μερικές απ’ τις πολιτιστικές μεταρρυθμίσεις πού η Ελληνική Διοίκηση είχε εισαγάγει στην περιοχή της Σμύρνης: Διαρκούντος του πολέμου, κάτω απ’ την τουρκική κυριαρχία, η ηθική στάθμη των χριστιανών κατοίκων όλων των εθνοτήτων είχε χειροτερέψει σε μεγάλο βαθμό. Ο Τούρκος δεν είχε κανένα σεβασμό ή υπόληψη απέναντι των μη μουσουλμάνων γυναικών, τις οποίες θεωρούσε σαν νόμιμη λεία του. Στη διάρκεια της εποχής εκείνης όλοι οι Αμερικανοί πού έμεναν στη Σμύρνη θα ενθυμούνται τα όργια, στα οποία εντρυφούσε ένας ανώτατος Τούρκος αξιωματούχος και οι φίλοι του και το παράδειγμα πού έδινε στην ευρωπαϊκή παροικία μια επιφανής Αγγλολεβαντίνα κυρία πού είχε γίνει πασίγνωστη ερωμένη του και μπροστά στην κοινωνία. Η κυρία αυτή περηφανευόταν για τη θέση της και αργότερα δικαιολόγησε τη συμπεριφορά της λέγοντας πώς είχε δεχτεί τη θέση εκείνη για να μπορεί ν’ ασκεί την επιρροή της για την πρόληψη διωγμών και πώς θα ‘πρεπε να στηθεί ένα μνημείο προς τιμήν της. Με μια απ’ τις πρώτες συνομιλίες πού είχα(σ.σ. ο Horton) με τον Στεργιάδη μετά την άφιξη του, ο γενικός διοικητής μου είπε ότι οι Χριστιανοί είχαν διαφθαρεί απ’ τους Τούρκους και είχαν χάσει τον αυτοσεβασμό και την ηθικότητα τους και ότι είχαν ανάγκη από μια αφύπνιση της εθνικής τους περηφάνιας και των θρησκευτικών τους ενστίκτων. Μια απ’ τις πρώτες ενέργειες του Στεργιάδη ήταν να καταργήσει τους «οίκους ανοχής»-σε κεντρικές περιοχές της πόλης- και στο ζήτημα αυτό αντιμετώπισε την αποφασιστική αντίδραση ξένων προξένων, των οποίων υπήκοοι διηύθυναν τα «σπίτια» αυτά-ιδιοκτησία των-. Επειδή δεν μπορούσε να επιβάλλει την εφαρμογή μιας διαταγής του έναντι ενός Ευρωπαίου υπηκόου, έβαλε να σταθμεύουν χωροφύλακες απέναντι των καταστημάτων και να σημειώνουν τα ονόματα και τις διευθύνσεις όλων των ατόμων πού σύχναζαν σ’ αυτά και έτσι περιορίστηκε τόσο πολύ η πελατεία τους, ώστε αναγκάστηκαν να κλείσουν. Ο μπακαράς και άλλα είδη χαρτοπαιγνίου είχαν καταντήσει μια πολύ μεγάλη συμφορά στη Σμύρνη, γιατί είχε σαν αποτέλεσμα την καταστροφή πολλών ανθρώπων, ακόμα και αυτοκτονιών. Ο κ. Στεργιάδης απαγόρευσε το χαρτοπαίγνιο στις λέσχες και στα ιδιωτικά σπίτια μόλις λάμβανε γνώση ότι γινόταν εκεί αυτό το πράγμα. Η Ελληνική Διοίκηση υποστήριζε και βοηθούσε εκπαιδευτικά ιδρύματα. Η υποστήριξη και η ενθάρρυνση των Αμερικανικών εκπαιδευτικών και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων θα τονισθεί. Όμως ιδιαίτερα να επαινεθεί για τα μέτρα πού είχε πάρει με δαπάνη του Ελληνικού Δημοσίου για τη συντήρηση και τη βελτίωση των Τουρκικών σχολείων. Εξακολούθησε τη λειτουργία των Μουσουλμανικών Γυμνασίων με έξοδα της, γιατί οι φόροι προορισμένοι για τη συντήρηση τους εισπράττονταν απ’ το Οθωμανικό Δημόσιο Χρέος σαν εγγύηση ενός δανείου πού είχε συνάψει η Οθωμανική Κυβέρνηση. Η Ελληνική Διοίκηση υποστήριζε με κεφάλαια εκ του Ταμείου της 2 Μουσουλμανικά Γυμνάσια στη Σμύρνη, 2 στη Μαγνησία και στο Οδεμίσι και 2 σεμινάρια στις επαρχίες πληρώνοντας γι’ αυτά 70.000 τούρκικες λίρες. Διατήρησε σε ισχύ το τούρκικο σύστημα στοιχειώδους εκπαίδευσης, διορίζουσα προκρίτους Μουσουλμάνους στα χωριά για να εποπτεύουν στην εφαρμογή του. Διατήρησε ένα Πολυτεχνείο στη Σμύρνη στο οποίο εκπαιδεύονταν και συντηρούνταν 210 άπορα παιδιά Μουσουλμάνων και πλήρωνε γι’ αυτό 36.000 χιλιάδες τουρκικές λίρες/χρόνο. Η Ελληνική Διοίκηση βοηθούσε τα Αμερικανικά ιδρύματα και σχολεία πού λειτουργούσαν στην Τουρκική συνοικία και για παιδιά Τούρκων. Η Ελληνική Διοίκηση κατέβαλε σοβαρή και επιτυχή προσπάθεια για την οργάνωση υγειονομικής υπηρεσίας, κατάρτιση στατιστικών, βελτίωση των υγειονομικών συνθηκών και την καταπολέμηση επιδημιών και μεταδοτικών ασθενειών(π.χ. ελονοσίας, σύφιλης κλπ.). Ιδρύθηκε μικροβιολογικό εργαστήριο για τη διάγνωση μεταδοτικών νόσων πού εξοπλίστηκε και με υγειονομικά αυτοκίνητα, τα οποία μετέφεραν τους ασθενείς από μεγάλες αποστάσεις και με μικρά αμάξια για τη μεταφορά μολυσμένων ειδών και φορητών συσκευών για την επιτόπια απολύμανση. Μόνο για την περιγραφή του έργου αυτής της υπηρεσίας-σε μεγάλη κλίμακα και άφθονα μέσα, σε χρήματα και σε υλικό, θα χρειαζόταν ένα φυλλάδιο αρκετά μεγάλο-. Αποτέλεσμα των μέτρων: τέθηκαν υπό έλεγχο στην κατεχόμενη ζώνη η πανούκλα, ο εξανθηματικός τύφος και η ευλογιά και εξαλείφθηκαν σαν επιδημικές ασθένειες. Συστηματικός πόλεμος είχε διεξαχθεί εναντίον της ψείρας και των αρουραίων. Ένα Ινστιτούτο Παστέρ είχε ιδρυθεί στη Σμύρνη απ’ τους Έλληνες(18/08/1919) κάτω απ’ τη διεύθυνση ενός ειδικού, πού εργαζόταν με την συνεργασία ενός επιτελείου εμπειρογνωμόνων. Στο Ινστιτούτο αυτό βρήκαν περίθαλψη στη διάρκεια των 2 πρώτων μηνών της λειτουργίας του +2.500 παθόντες πού τους είχαν δαγκάσει σκύλοι, τσακάλια ή λύκοι και απ’ αυτούς πέθαναν μόνο 4. Η περίθαλψη σ’ αυτό το ίδρυμα γινόταν δωρεάν. Προηγουμένως οι παθόντες ήταν αναγκασμένοι να ταξιδέψουν στην Κωνσταντινούπολη ή την Αθήνα και κείνοι πού δεν μπορούσαν να βρουν τα λεφτά πού χρειάζονταν για το ταξίδι πέθαιναν. Εγώ ο ίδιος είχα βοηθήσει φτωχούς Τούρκους πού ήταν τρελοί απ’ τον φόβο να κάνουν το ταξίδι για την Κωνσταντινούπολη για να υποβληθούν σε θεραπεία. Ένα τμήμα του Πανεπιστημίου Σμύρνης πού είχε ιδρυθεί απ’ την Ελληνική Διοίκηση ήταν το Ίδρυμα Υγιεινής πού αποτελείτο από 2 τμήματα, το ένα Υγιεινής και το άλλο Βακτηριολογίας. Το ίδρυμα ήταν έτοιμο να λειτουργήσει όταν οι Τούρκοι έκαψαν τη Σμύρνη και είχε στη διάθεση του εγκαταστάσεις παρόμοιες προς εκείνες των μεγάλων Πανεπιστημίων της Ευρώπης και μια καλή βιβλιοθήκη και πλήρη εξοπλισμό σε εργαλεία. Ουδέποτε θα του έλειπαν χρήματα ή βοήθεια και θα ήταν στην υπηρεσία όλων των τάξεων, ανεξάρτητα από το δόγμα ή τη φυλή. Παρακάτω εκτίθεται το πρόγραμμα πού είχε ετοιμαστεί για να τεθεί σε εφαρμογή:
1. δωρεάν εξετάσεις βακτηριολογικές, υγιεινολογικές και βιομηχανικές για όλες τις τάξεις
2. παρασκευή και δωρεάν διανομή όλων των θεραπευτικών και διαγνωστικών εμβολίων, ορρών, αντιτοξινών, αντιγονοκόκκου κλπ.
3. εξυγίανση της πόλης σ’ εκτεταμένη κλίμακα(αποχετευτικό δίκτυο, υδραγωγεία, δρόμοι κλπ.)
4. υγειονομικά έργα για την καταπολέμηση της ελονοσίας, την αποξήρανση ελών κλπ.
5. καταπολέμηση του τραχώματος
6. καταπολέμηση της φθίσης(φαρμακεία, άσυλα, αναρρωτήρια, ειδικά νοσοκομεία, απολύμανση σπιτιών κλπ.)
7. για τα βρέφη: φαρμακεία απόρων, gouttes de lait, creches, άσυλα για τα έκθετα κλπ.
8. για παιδιά: φιλανθρωπικά ιδρύματα
9. για μητέρες: παρακολούθηση των εγκύων
10. εκπαίδευση και εξάσκηση ιατρών για την ίδρυση υπηρεσίας δημοσίας Υγιεινής
11. εκπαίδευση μαιών και νοσοκόμων
12. οργάνωση ειδικής ιατρικής στατιστικής υπηρεσίας
13. Οικονομική βοήθεια παρεχόταν(π.χ. διανομή αλεύρου, ιματισμού κλπ.) σε πρόσφυγες πού είχαν δημιουργηθεί απ’ τις επιδρομές των Κεμαλικών στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας κι απ’ την καταστροφή(1919) των πόλεων Αϊδινίου και Ναζλί. Ανάμεσα σ’ αυτούς υπήρχαν χιλιάδες Τούρκων.
Όλοι οι Αμερικανοί ιεραπόστολοι και όσοι εργάζονται σε εκπαιδευτικά και φιλανθρωπικά ιδρύματα στη Σμύρνη και στο εσωτερικό στη διάρκεια της Ελληνικής κατοχής, θα επιβεβαιώσουν την εξακρίβωση ότι η Ελληνική Διοίκηση φάνηκε πολύ χρήσιμη και ενισχυτική, βοηθώντας τα ιδρύματα αυτά στη δράση τους ανάμεσα στους Τούρκους καθώς και ανάμεσα στους Χριστιανούς. Παρατίθεται εδώ κατάλογος μερικών φιλανθρωπικών πράξεων απέναντι των ιδρυμάτων αυτών: Ο Ανώτατος Αρμοστής δώρισε στην Y.M.C.A (Χριστιανική Αδελφότητα των Νέων) ένα μεγάλο οίκημα στην προκυμαία, ένα απ’ τα μεγαλύτερα και ωραιότερα της Σμύρνης, για να χρησιμοποιηθεί σαν «Σπίτι του Στρατιώτη». Την βοήθησε στη διοργάνωση της αποσπώντας Έλληνες στρατιώτες για τις υπηρεσίες της.
Ένα κατάλληλο οίκημα δωρίθηκε για να χρησιμοποιηθεί ως «Σπίτι του Στρατιώτη» στη Μαγνησία, οπού παρασχέθηκαν πολλές διευκολύνσεις. Το τμήμα της Y.M.C.A. για πολίτες είχε ανάγκη ενός καταλλήλου οικήματος για την εγκατάσταση του. Οι Ελληνικές Αρχές έκαμαν επίταξη ενός καφενείου πού ανήκε σε Έλληνα. Το τμήμα αυτό λειτουργούσε ακόμα όταν κάηκε. η πόλη. Η Y.M.C.A. οργάνωσε σ’ ένα μεγάλο κτήμα κοντά στη Σμύρνη μια εγκατάσταση για γεωργικές σπουδές για νέους. Η Ελληνική Διοίκηση βοήθησε την οργάνωση εφοδιάζοντας την με σκηνές, κουβέρτες και αλλά είδη για το τμήμα διαχείρισης και με ένα αυτοκίνητο για τις μεταφορές. Η Y.M.C.Α. είχε οργανώσει στη Φώκαια κοντά στη Σμύρνη μια θερινή κατασκήνωση για αγόρια. Η Ελληνική Διοίκηση βοήθησε και σ’ αυτό με το να χορηγήσει ξυλεία, μια βάρκα και άλλα υλικά και επέτρεψε την ατελή εισαγωγή ενός αυτοκινήτου. Η Y.W.C.A.(Χριστιανική Αδελφότης Νεανίδων) πού διευθυνόταν από την Δίδα Nancy Me Farland, ενισχύθηκε από την Ελληνική Διοίκηση(σημαντικά χρηματικά ποσά, έπιπλα και αλλά εφόδια). Ένας κλάδος της Σχολής Νεανίδων γνωστός με το όνομα Intercollegiate Institute, είχε αρχίσει να λειτουργεί στο Göztepe κάτω απ’ τη διεύθυνση της Miss Minnie Mills για τις Μουσουλμάνες νεανίδες. Ο Ανώτατος Αρμοστής χορήγησε και γι αυτόν ένα μέρος του εξοπλισμού του. ο Ανώτατος Αρμοστής χορήγησε πεντακόσιες Τουρκικές λίρες στην οργάνωση Νέων East Relief για την ενίσχυση απόρων Μουσουλμάνων γυναικών. Το Αμερικανικό Κολλέγιο βρισκόταν κοντά στη Σμύρνη σε μια θέση συνεχόμενη με ένα έλος πού ήταν πλημμυρισμένο από στάσιμα νερά πού προκαλούσαν ελονοσία. Η Ελληνική Διοίκηση αποξήρανε το έλος και επισκεύασε το δρόμο πού περνούσε δίπλα απ’ το κολλέγιο. Όλα τα γεωργικά εργαλεία πού εισάγονταν για τις ανάγκες των Ελλήνων προσφύγων πού παλιννοστούσαν ή για να ξαναπωληθούν σε τιμή κόστους ή επί πιστώσει για την αποκατάσταση των κατεστραμμένων περιοχών, αγοράζονταν απ’ την Αρμοστεία αποκλειστικά από αμερικανικά εργοστάσια υστέρα από αίτηση μου. Έτσι είχαν εισαχθεί χιλιάδες άροτρα για να διανεμηθούν σε Τούρκους και Χριστιανούς. Ένα αγρόκτημα 12.000 στρεμμάτων στο Tepeköy αγοράστηκε απ’ την Ελληνική Διοίκηση για σπουδές μηχανικής καλλιέργειας και χρησιμοποιούσε αποκλειστικά αμερικανικά μηχανικά άροτρα. Αποτέλεσμα: οι σπουδαστές πού τελείωναν τις σπουδές τους να συνιστούν στους αγροκτηματίες τη χρήση αμερικανικών μηχανικών αρότρων. Εθνική αντίσταση των Τούρκων και Mustafa Kemal Atatürk Ανεξάρτητα από την παρουσία εκατομμυρίων Ελλήνων, Αρμενίων, Κούρδων, Εβραίων σε περιφερειακά τμήματα της Ανατολίας, ο κύριος όγκος του πληθυσμού, στο εσωτερικό της χώρας, ήταν τουρκικός. Οι Τούρκοι αποτελούσαν το κυρίαρχο στοιχείο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ένιωσαν το πλήγμα της διάλυσης της Αυτοκρατορίας και της εισβολής ξένων. Αντιτάξανε το σύνθημα «Η Τουρκία στους Τούρκους», παραβλέποντας την παρουσία Ελλήνων, Αρμενίων, Κούρδων, που κατά τις εκτιμήσεις των Τούρκων ήταν τοπικές μειονότητες. Οι μειονότητες(ειδικά οι Έλληνες) είχαν αντιμετωπιστεί εχθρικά και στην διάρκεια του Α’ ΠΠ, πολύ περισσότερο όμως όταν άρχισαν να διεκδικούν αυτονομία για να βγουν από την θέση του ραγιά. Οι Τούρκοι επιδίωκαν: απομάκρυνση των ξένων(Άγγλων, Γάλλων, Ιταλών, ελληνικού εκστρατευτικού σώματος) και «αναγνώριση» των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, στον βαθμό που δε θα απειλούσαν την εθνική ενότητα του ενιαίου τουρκικού κράτους, στα νέα του όρια(από Αρμενία και Μοσούλη ως της ακτές της Ιωνίας και την Α Θράκη) και απαλλαγή της χώρας από τις επαχθείς διομολογήσεις που είχε συνάψει ο σουλτάνος. Εκφραστής της νέας ιδεολογίας αναδείχτηκε ο γεννηθείς στην Θεσσαλονίκη, Mustafa Kemal Atatürk, αξιωματικός του στρατού, ηγετικό στέλεχος στην Επανάσταση των Νεότουρκων(1908), είχε διακριθεί στην υπεράσπιση των Δαρδανελλίων(1915) και στον πόλεμο κατά των Βρετανών στην Συρία. Βασικές αρχές και θέσεις Νεότουρκων: «Η Τουρκία πρέπει να γίνει μωαμεθανική χώρα, όπου η μωαμεθανική θρησκεία και οι μωαμεθανικές αντιλήψεις θα κυριαρχούν και κάθε άλλη θρησκευτική προπαγάνδα θα καταπνίγεται… Αργά ή γρήγορα θα πρέπει να πραγματοποιηθεί η πλήρης οθωμανοποίηση όλων των υπηκόων της Τουρκίας. Και είναι ολοκάθαρο ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει με την πειθώ. Άρα πρέπει να χρησιμοποιηθεί ένοπλη βία… Το δικαίωμα των άλλων εθνοτήτων να έχουν δικές τους οργανώσεις θα πρέπει να αποκλειστεί. Κάθε μορφή αποκέντρωσης και αυτοδιοίκησης θα θεωρείται προδοσία προς την τουρκική αυτοκρατορία»(Απόφαση Συνεδρίου των Νεότουρκων και κόμματος εξουσίας Ένωση και Πρόοδος-Νοέμβριος 1911). Η ταπεινωτική ανακωχή του Μούδρου(17/30-10-1918) και η ταυτόχρονη εισβολή ξένων επιτάχυναν την εθνική αφύπνιση των Τούρκων. Η λαϊκή δυσφορία ήταν διάχυτη. Χρειάζονταν μόνο οργανωτική πνοή για ένα κίνημα εθνικής αντίστασης. Στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας, κυκλοφορούσαν χιλιάδες ένοπλοι λιποτάκτες του σουλτανικού στρατού(τελευταίοι μήνες 1918), που οι σουλτανικές αρχές αναζητούσαν για να τους δικάσουν. Το εσωτερικό της Μικράς Ασίας δεν μπορούσε να ελεγχθεί ούτε από τους Συμμάχους ύστερα από την ανακωχή του Μούδρου, κατά συνέπεια κι ο αφοπλισμός των λιποτακτών κι άλλων ενόπλων ήταν αδύνατος. Η 1η αντίδραση του Kemal στην ανακωχή του Μούδρου: άρνηση να συμβάλλει στην εφαρμογή των όρων της, που είχε αποδεχθεί η σουλτανική κυβέρνηση. Ο Kemal γύρισε στην Κωνσταντινούπολη, όπου ανέπτυξε πολιτική δραστηριότητα προσπαθώντας να εμποδίσει τον σχηματισμό κυβέρνησης που θα συνεργάζονταν με την Entente. Οι σουλτανικές αρχές τον έστειλαν επιθεωρητή 2 σωμάτων στρατού στις Α επαρχίες, όπου θα έβρισκε μεγαλύτερα περιθώρια δραστηριότητας. Αποβιβάστηκε στην Σαμψούντα(19/05/1919). Στο σημείο αυτό αρχίζει η 2η και τελειωτική φάση της εξόντωσης των Ποντίων(είχε ξεκινήσει το 1914) και των Αρμενίων. Από εκεί, κινήθηκε προς το εσωτερικό. Άρχισε(τέλη Μαΐου 1919) να διαμορφώνει σχέδιο δράσης ενάντια σ’ όλους τους ξένους, που ενδιαφέρονταν να μετατρέψουν τους όρους της ανακωχής σε συνθήκη μόνιμης ειρήνης. Βασικά σημεία σχεδίου:
1. διαμόρφωση ιδεολογίας εθνικής συνοχής, που βρίσκει απήχηση στον λαό και απέναντι στην σουλτανική εξουσία να δείξει ανοχή και διαλλακτικότητα, θεωρώντας τον σουλτάνο αιχμάλωτο των συμμάχων στην Πόλη
2. πόλεμος φθοράς των αντιπάλων σε όλα τα μέτωπα, οργανώνοντας παρενοχλητικές επιχειρήσεις, εφόσον δεν είχε ακόμα οργανωμένο τακτικό στρατό. Απέναντι στους Έλληνες ακολούθησε τακτική υποχώρησης ώσπου ο εχθρός να εξαντληθεί, οπότε μια αντεπίθεση εύκολα θα τον ανατρέψει
3. αναζήτηση συμμαχιών, με βάση τα αμοιβαία συμφέροντα και με υπομονετική εκμετάλλευση των αντιθέσεων των άλλων μεταξύ τους. Είχε ήδη προσεγγίσει την «νεαρή» Σοβιετική Ένωση και είχε συνάψει σύμφωνο φιλίας και συνεργασίας, πήρε μερίδιο από την Αρμενία, ενώ αργότερα, πρόθυμα θα προωθούσε συμβιβασμό με Γάλλους και Ιταλούς, προσφέροντάς τους οικονομικά προνόμια για να εξασφαλίσει απ’ αυτούς πολεμοφόδια
1ο κείμενο-διακήρυξη της αντίστασης του τουρκικού λαού στις συμμαχικές αποφάσεις μπορεί να θεωρηθεί το πρωτόκολλο της σύσκεψης της στρατιωτικής ηγεσίας στην Αμάσεια (Ιούνιος 1919). Εκεί αποφασίζεται η σύγκληση Εθνικού Συνεδρίου στη Σεβάστεια, ενώ παίρνονται στρατιωτικές αποφάσεις για τη μεθόδευση αντιστασιακού αγώνα. Το κίνημα του Kemal «Εθνική Άμυνα» ήταν πλέον γεγονός και ο ίδιος καλούσε να ενταχθούν σε αυτό προσωπικότητες της πρωτεύουσας. Ο Kemal περιοδεύοντας στην Ανατολία καλεί τους Τούρκους σε αγώνα κατά των ξένων. Παρουσιάζει εαυτόν πιστό στο σουλτάνο, τον οποίο θεωρεί αιχμάλωτο των ξένων στην Κωνσταντινούπολη και αδύναμο να αντιδράσει χωρίς τη δραστηριοποίηση του λαού. Το κήρυγμα αντίστασης ενάντια στους ξένους είχε βρει πλατιά απήχηση. Οι Βρετανοί απαίτησαν την αποπομπή του από το στρατό λόγω της επαναστατικής του δραστηριότητας. Ο Kemal υπέβαλε την παραίτησή του και πήγε στο Erzurum, όπου το Συνέδριο που οργάνωσε η «Εταιρεία για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων της Ανατολίας»(τέλη Ιουλίου 1919). Οι εθνικιστές οπαδοί του Kemal υπό την προεδρία του, διατύπωσαν(23/07-07/08/1919) τις αρχές του κινήματός τους διαφύλαξη της εθνικής ενότητας και ανεξαρτησίας και με βίαιο παραμερισμό της κυβέρνησης του σουλτάνου, που ελέγχονταν από τους ξένους στην Κωνσταντινούπολη. Ακολούθησε 2ο συνέδριο(α’ 10ημερο Σεπτεμβρίου 1919) των εθνικιστών στην Σεβάστεια(Sivas), πιο αντιπροσωπευτικό, «για την προάσπιση των δικαιωμάτων της Ανατολίας και της Ρούμελης» (Μικρά Ασία και ευρωπαϊκές επαρχίες). Εκεί επιβεβαίωσαν οι εθνικιστές την απόφασή τους να αγωνιστούν ενάντια στην προσάρτηση Α ή Δ επαρχιών σε Αρμενία ή Ελλάδα. Διακηρύχτηκε ότι δε θα γινόταν δεκτή η δημιουργία ελληνικού κράτους στην περιοχή Αϊδινίου, Μαγνησίας και Balıkesir. Έγινε δεκτή η πρόταση Kemal να παρουσιαστούν στο «Συνέδριο της Ειρήνης» του Λονδίνου, ως έθνος και όχι ως αυτοκρατορία και να στηρίξουν τις διεκδικήσεις τους στο διακηρυγμένο δικαίωμα για αυτοδιάθεση. Επεξεργάστηκαν στην Σεβάστεια, θεμελιώδεις ή βασικές αρχές, ενός εθνικού συμφώνου, που θα πρότειναν ως βάση συνεννόησης στην αντίπαλη παράταξη, σουλτανική ή φιλοανταντική. Υπήρχαν ουσιαστικά 2 εξουσίες στην Τουρκία: μία στην Κωνσταντινούπολη, νόμιμη για τους Συμμάχους και μία στην Ανατολία, δεκτή απ’ τον λαό. Η σουλτανική κυβέρνηση-είχε διαλύσει το Κοινοβούλιο(Εθνική Συνέλευση), ύστερα από την ανακωχή του Μούδρου( φθινόπωρο 1918)- αντέδρασε στις διακηρύξεις Kemal στέλνοντας εναντίον του κουρδικά στρατεύματα που αποκρούστηκαν. Υπό την πίεση της νέας πραγματικότητας, υποχρεώθηκε να προκηρύξει εκλογές για νέο Κοινοβούλιο(07/11/1919) και διόρισε φιλοκεμαλικό μεγάλο βεζίρη. Αυτό άρχισε τις εργασίες του στην Κωνσταντινούπολη(μέσα Ιανουαρίου 1920) και ψήφισε(28/01) ένα εθνικό σύμφωνο με 6 άρθρα που βασίζονταν στις αρχές των 2 προηγούμενων(αντάρτικων) Erzurum και Σεβάστειας. Οι εθνικιστές θριάμβευαν. Ο Kemal είχε εκλεγεί βουλευτής, αλλά δεν εμφανίστηκε στην Κωνσταντινούπολη. Εγκαταστάθηκε στην Άγκυρα, νέα πρωτεύουσα του κράτους και επιδόθηκε στην οργάνωση εθνικού λαϊκού στρατού. Οι Άγγλοι, ανήσυχοι από τις εξελίξεις σε Κωνσταντινούπολη και Άγκυρα, πήραν πρωτοβουλία για δυναμικές λύσεις: αγγλικός στρατός κατέλαβε(03/16-03-1920) την Πόλη και διέλυσε το Κοινοβούλιο κηρύσσοντας στρατιωτικό νόμο. Οι κινήσεις αυτές των Άγγλων κατέστησαν τους ισχυρισμούς Kemal περί αιχμαλωσίας του σουλτάνου απολύτως πιστευτούς και έλκυσαν περισσότερους οπαδούς στο κεμαλικό κίνημα. Οι εθνικιστές συγκάλεσαν στην Άγκυρα, την Α’ Μεγάλη Εθνοσυνέλευση(10/23-04-1920) και προχώρησαν στον σχηματισμό προσωρινής κυβέρνησης με πρόεδρο τον Kemal. Δημιουργήθηκε επαναστατική εξουσία, χωρίς να καταργηθεί τυπικά ο σουλτάνος, που θεωρήθηκε αιχμάλωτος. Δεν υπήρχε υπουργικό συμβούλιο ούτε υπουργοί, αλλά επίτροποι, που εκλέχτηκαν(1η φορά, 03/05/1920) από την Εθνοσυνέλευση και ήταν υπόλογοι σ’ αυτήν. Με το σχηματισμό της κυβέρνησης στην Άγκυρα η Τουρκία διχάζεται σε 2 στρατόπεδα. Η κατάσταση εξελίχτηκε σε εμφύλιο, καθώς εκδηλώθηκαν φιλοσουλτανικά κινήματα με την υποκίνηση των συμμάχων ή χωρίς αυτήν προκαλώντας την αντίδραση των εθνικιστών. Συνθήκη των Σεβρών Ύστερα από μακρές διαπραγματεύσεις(υποβολή υπομνημάτων των ενδιαφερομένων προς το Συμβούλιο των 4 Μεγάλων) υπογράφτηκε(28/07-10/08/1920), στο δημαρχείο των Σεβρών(Sèvres), προάστιο του Παρισιού, η Συνθήκη των Σεβρών, που θα τερμάτιζε συμβατικά τον Α’ ΠΠ, φέρνοντας την «ειρήνη» ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τις Συμμαχικές Δυνάμεις. Η συνθήκη άφηνε πολλές εκκρεμότητες(π.χ. ακριβή όρια Αρμενίας και Κουρδιστάν) για να λυθούν με νέες διαπραγματεύσεις ή την δύναμη των όπλων. Αμέσως μετά την υπογραφή της, πολλοί που την υπέγραψαν, επιδίωκαν την αναθεώρησή της. Γιατί η συνθήκη δημιούργησε περισσότερα προβλήματα, από εκείνα που έλυσε. Για την Ελλάδα αποτελούσε διπλωματικό θρίαμβο(έναν χρόνο πριν είχε πραγματοποιηθεί και διμερής «μυστική» συμφωνία Ελλάδος-Ιταλίας, Συμφωνία ΒενιζέλουTittoni). Εκ μέρους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έγινε αποδεκτή από τον σουλτάνο Mehmet ΣΤ’ ο οποίος προσπαθούσε να σώσει τον θρόνο του, αλλά απορρίφθηκε από το κίνημα των Νεότουρκων. Το κίνημα υπό την ηγεσία του Kemal χρησιμοποίησε αυτή τη διένεξη για να αυτοανακηρυχθεί κυβέρνηση και να καταργήσει την μοναρχία. Βασικοί όροι συνθήκης:
1. η Οθωμανική Αυτοκρατορία παρέδιδε την κυριαρχία Μεσοποταμίας(Ιράκ), Παλαιστίνης και Υπεριορδανίας στην Βρετανία ως προτεκτοράτα της ΚΤΕ, Συρία και Λίβανο στην Γαλλία επίσης ως προτεκτοράτα. Hejaz(σημ. Σαουδική Αραβία), Κουρδιστάν και Αρμενία θα γίνονταν ανεξάρτητα κράτη
2. η Β Ήπειρος ενσωματωνόταν στο ιδρυόμενο αλβανικό κράτος, προτεκτοράτο της Ιταλίας. Τα Δωδεκάνησα παραδόθηκαν στην Ιταλία η οποία συμφώνησε να τα δώσει εκτός από Ρόδο και Καστελλόριζο στην Ελλάδα(προηγήθηκε ελληνοϊταλική συμφωνία), και αν η Βρετανία έδινε την Κύπρο στην Ελλάδα(οι Τούρκοι αναγνώρισαν την προσάρτησή της στην Αγγλία), τότε(μετά από δημοψήφισμα) θα έδιναν κι αυτά(η συμφωνία ακυρώθηκε από την Ιταλία το 1922)
3. στην Ελλάδα παραχωρούνταν Ίμβρος και Τένεδος και η Θράκη από την οποία η Βουλγαρία παραιτούνταν οριστικά από κάθε δικαίωμα. Η περιοχή Σμύρνης έμενε υπό την ονομαστική επικυριαρχία του Σουλτάνου αλλά θα διοικούνταν από Έλληνα Αρμοστή ως εντολοδόχο των Συμμάχων, και θα μπορούσε να προσαρτηθεί στην Ελλάδα μετά από 5 χρόνια με δημοψήφισμα
4. τα στενά των Δαρδανελίων και η θάλασσα του Μαρμαρά αποστρατικοποιήθηκαν και έγιναν διεθνής περιοχή
5. οι Σύμμαχοι απέκτησαν τον οικονομικό έλεγχο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και
6. καθορίζονταν η ισότητα και τα δικαιώματα των μειονοτήτων. Ο στρατός της Τουρκίας θα περιοριζόταν σε 50.000 άντρες
Η Σοβιετική Ένωση δεν συμμετείχε και έκανε ξεχωριστή συνθήκη με τους Οθωμανούς. Ο Βενιζέλος, περιχαρής για την τεράστια διπλωματική επιτυχία(πρόσκαιρα είχε συντελέσει στην δημιουργία της Μεγάλης Ελλάδας των 2 ηπείρων και των 5 θαλασσών), μετά την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών, την ανακοίνωσε από το Παρίσι με το ακόλουθο τηλεγράφημα: «Προς τον Ελληνικόν λαόν. Είμαι ευτυχής αγγέλων προς υμάς ότι σήμερον εβδόμην επέτειον της υπογραφής του Βουκουρεστίου υπεγράφη η συνθήκη ειρήνης μετά της Τουρκίας, η συνθήκη δι’ ης αι κυριότεραι σύμμαχοι δυνάμεις μεταβιβάζουσιν εις την Ελλάδα την κυριαρχίαν επί της Δυτικής Θράκης, ήτις είχε παραχωρηθή προας αυτάς υπό της Βουλγαρίας δια της συνθήκης του Νεϊγύ, και η συνθήκη μετά Ιταλίας, δι’ ης αύτη μεταβιβάζει εις ημάς τα Δωδεκάνησα. Καθ’ ην στιγμήν το έργον, όπερ διεξάγομεν εν μέσω τοσούτων δυσχερειών, στεφανούται δια τοιαύτης επιτυχίας, αισθάνομαι το καθήκον να εκφράσω προς τας συμπολίτας μου την βαθείαν ευγνωμοσύνην μου δια την σταθεράν εμπιστοσύνην με την οποίαν με περιέβαλον επί τόσα έτη, κατεστήσαντες ούτω δυνατούς τους εθνικούς θριάμβους, τους οποίους πανηγυρίζομεν σήμερον. Η αυταπάρνησις, η εθελοθυσία, η ανδρεία, η καρτερία δ’ επί πάσι του λαού όπως αντιμετωπίση πάντα κίνδυνον μάλλον ή να αθετήση τον δοθέντα λόγον του και απιστήση προς τας εθνικάς παραδόσεις, προσθέσουσιν εις την μακράν μας εθνικήν ιστορίαν λαμπροτάτας σελίδας, δια τας οποίας η σημερινή γενεά δικαιούται να είναι υπερήφανος. Η δική μου υπερηφάνεια είναι ότι είχον την τιμήν να ηγηθώ τοιούτου λαού εγκλείοντος ζώπηρα αισθήματα, ως και ικανού να διαπράξη έργα τοσούτον μεγαλοφυά, εάν μόνον καλώς οδηγήται». Η συνθήκη αυτή, που περιόριζε σημαντικά το κράτος της Τουρκίας, είχε την υπογραφή μόνο της σουλτανικής κυβέρνησης και οι Σύμμαχοι της Entente δεν είχαν χερσαίες δυνάμεις για να επιβάλλουν τους όρους της στους κεμαλικούς, παρά μόνο από Δ το ελληνικό στρατό, όσο θα ήταν σε θέση να απομακρύνεται από τα παράλια προς τα αφιλόξενα ενδότερα της Ανατολίας. Αμέσως μετά την υπογραφή της συνθήκης:
· οι Τούρκοι του Kemal αρνήθηκαν να την εφαρμόσουν και πολέμησαν επίμονα για να την ανατρέψουν.
· μερικοί από τους δημιουργούς της συνθήκης, μιλούσαν για αναθεώρηση, ανάλογα με τα συμφέροντά τους.
· οι Έλληνες αγωνίζονταν να επιβάλλουν τους όρους που τους αφορούσαν, αλλά στην πράξη εξυπηρετούσαν του Συμμάχους, απασχολώντας, με δικές τους θυσίες τους Τούρκους εθνικιστές. Η ήττα Βενιζέλου στις εκλογές, 3 μήνες αργότερα και η αλλαγή της διαχείρισης της εξωτερικής πολιτικής, είχε βαρύτατες επιπτώσεις
Η συνθήκη των Σεβρών υπήρξε η πιο βραχύβια από όσες σφράγισαν τον Α’ ΠΠ και αποδείχτηκε «πιο εύθραυστη από τις πορσελάνες των Σεβρών», σύμφωνα με μια φράση Γάλλου πολιτικού που βοήθησε στον θρυμματισμό της. Η επόμενη μέρα στην Ελλάδα Απόπειρα δολοφονίας Ελευθέριου Βενιζέλου, δολοφονία Ίωνα Δραγούμη, οδυνηρές πολιτικές εσωστρέφειες και εκλογές 3 ημέρες μετά την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών(30/07/1920), κατά την επιστροφή του στην Αθήνα, στο σταθμό της Lyon του Παρισιού, λίγο πριν επιβιβασθεί στο Orient Express, ο Ελευθέριος Βενιζέλος δέχθηκε δολοφονική απόπειρα εναντίον του, με 10 πυροβολισμούς, από 2 απότακτους βασιλόφρονες αξιωματικούς, τους Απόστολο Τσερέπη(υποπλοίαρχος) και Γεώργιο Κυριακή (υπολοχαγός). Κορύφωση του φανατισμού την κορυφαία στιγμή του θριάμβου. Τα πάθη του Εθνικού Διχασμού διατηρούνταν έντονα από την εποχή της σύγκρουσης βασιλιά και πρωθυπουργού(1915-7) κι απ’ τις 2 πλευρές, από ανώτατα ή κατώτατα όργανα των 2 παρατάξεων. Η δολοφονική απόπειρα κατά του Βενιζέλου(τραυματίστηκε ελαφρά στο δεξί του χέρι), έδωσε αφορμή για νέα έξαρση του πολιτικού φανατισμού στην Αθήνα. Οι φήμες ότι είναι νεκρός κυκλοφορούν στην Αθήνα. Παρακρατικές ομάδες επιτέθηκαν και κατέστρεψαν γραφεία αντιπολιτευόμενων εφημερίδων(Καθημερινή και Ριζοσπάστης). Στόχος έγιναν και σπίτια στελεχών της αντιπολίτευσης. Οι βενιζελικοί δεν περιορίστηκαν στις καταστροφές. Το απόγευμα της επομένης της δολοφονικής απόπειρας κατά του Βενιζέλου, ο βουλευτής και μακεδονολάτρης Ίων Δραγούμης, μια από τις πιο σεβαστές μορφές του αντιβενιζελισμού(εκφραστής και υπέρμαχος μιας άλλης ιδεολογίας ως προς την εσωτερική και εξωτερική πολιτική, εξίσου σεβαστής όσο κι εκείνης των βενιζελικών), την ώρα που πήγαινε από το σπίτι της Μαρίκας Κοτοπούλη(ερωμένη) στην Κηφισιά στα γραφεία του περιοδικού του «Πολιτική Επιθεώρηση», συλλαμβάνεται από τα βενιζελικά τάγματα χωροφυλακής του Γρυπάρη και εκτελείται στην συμβολή των οδών Βασιλίσσης Σοφίας και Παπαδιαμαντοπούλου. Ο Δραγούμης πίστευε στο ιδανικό της απελευθέρωσης των σκλαβωμένων τμημάτων του Ελληνισμού και θεωρείται ως ένας εκ των κυριότερων εκπροσώπων του ελληνικού εθνικισμού. Έλεγε: «Οι Ελλαδίτες πολιτικοί κατάντησαν να συναντήσουν με το νου τους κράτος και έθνος ή καλλίτερα μη μπορώντας να φτάσουν στην γενικότητα του «έθνους» έκαμαν την ανικανότητά τους θεωρία. Το κράτος δεν ήταν πιο πρόσκαιρο, δεν είχε δημιουργηθεί για να περιμαζέψει το έθνος γύρω του δεν ήταν σταθμός παρά τέλος. Συνέβηκε τούτο το παράδοξο, τούτοι, οι εξωμερίτες, περίμεναν την Ελλάδα να τους γλιτώσει και η Ελλάδα περίμενε μήπως τύχη και σηκωθούν μοναχοί τους να γλιτώσουν τον εαυτό τους». Οργανώνοντας τον αγώνα στην Μακεδονία, έγραφε: «Ο καθένας πρέπει να φαντάζεται πως αυτός πρέπει να σώσει το έθνος του. Πρέπει να φαντάζομαι πως από μένα μόνον εξαρτάται η σωτηρία του έθνους. Να μην κοιτάζω τι κάνουν οι άλλοι και να φαντάζομαι πως εγώ έχω το μεγάλο χρέος της σωτηρίας». Και προσθέτει: «Δουλεύω για τον ελληνισμό. Δουλεύοντας για τον Ελληνισμό δουλεύω για τον εαυτό μου. Γιατί μήπως είμαι εγώ διαφορετικός από τον ελληνισμό μου;». Και εκφράζοντας την απέχθεια για τις γραικυλικές κυβερνήσεις: «Δεν δουλεύω την κυβέρνηση, δουλεύω για τον Ελληνισμό. Σιχαίνομαι την κυβέρνηση, δεν σιχαίνομαι τον Ελληνισμό. Άμα συλλογίζομαι την κυβέρνηση πέφτω, σηκώνομαι όταν νοιώθω τον Ελληνισμό. Οι ενεργητικοί άνθρωποι δεν μπορεί παρά να είναι εθνικισταί». Ο Δραγούμης από την θέση του ως πρέσβης της Ελλάδος στην Πετρούπολη Ρωσίας, υποστήριξε την έξοδο της Ελλάδας από την ουδετερότητα στο πλευρό της Entente, αλλά με συμφωνίες και συμβάσεις που θα καθόριζαν σαφέστατα τα ανταλλάγματα που θα έπαιρνε η Ελλάδα και θα παρείχαν σαφείς και γερές εγγυήσεις ότι θα τα κρατούσε. Είχε κατηγορηθεί ως «φιλογερμανός»(όταν κατελήφθη από Γερμανοβουλγάρους το Rupel(Μάιος 1916), στην συζήτηση στην Βουλή, ο Δραγούμης υπήρξε καταπέλτης κατά των Γερμανών σε μια αξέχαστη αγόρευση), καθώς ήταν αντίθετος στην εξορία του βασιλιά Κωνσταντίνου, έπειτα από επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων(της Γαλλίας), ενώ υποστήριζε ότι το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα, δεν μπορεί να βρίσκεται επ’ άπειρον στην Μικρά Ασία κι θα ήταν ευάλωτο σε ένα τελικό συγκεντρωτικό κεμαλικό χτύπημα(όπως συνέβη). Λόγω αυτών του των θέσεων, ο Δραγούμης είχε εξοριστεί από τον Βενιζέλο, αρχικά στην Κορσική και στην συνέχεια στην Σκόπελο. Η δολοφονία Δραγούμη κηλίδωσε την πολιτική ζωή της χώρας, όσο και η δολοφονική απόπειρα κατά του Βενιζέλου. Έμειναν στην ιστορία ως «Ιουλιανά». Και τα 2 περιστατικά, έδωσαν αφορμή να ακουστούν δυσμενή σχόλια για την χώρα μας από εχθρούς και φίλους. Ύστερα από ολιγοήμερη θεραπεία στο Παρίσι, ο Βενιζέλος γύρισε θριαμβευτής στην Αθήνα(25/08-07/09) και εμφανίστηκε στη Βουλή για να παρουσιάσει τα αποτελέσματα της πολιτικής του. κατέθεσε στη Βουλή νομοσχέδιο για την κύρωση της συνθήκης των Σεβρών και των συνοδευτικών επιμέρους συμφωνιών. Έκανε όμως δήλωση ότι την κύρωση του νομοσχεδίου έπρεπε να κάνει η επόμενη βουλή(από νέες εκλογές), γιατί ο χρόνος θητείας είχε λήξει για την τότε παρούσα βουλή(«Βουλή των Λαζάρων»). Η Βουλή εκείνη, που είχε την πιο περιπετειώδη και ένδοξη ιστορία στον κοινοβουλευτικό βίο της χώρας, τίμησε τον Βενιζέλο για τις υπηρεσίες του στην πατρίδα και τερμάτισε την θητεία της σε ατμόσφαιρα πανηγυρική. Προκηρύχτηκαν εκλογές(25/10/1920) και η χώρα μπήκε σε προεκλογική περίοδο, κάτω απ’ το φως θριάμβων και την σκιά δολοφονικών ενεργειών. Ένα τυχαίο περιστατικό, ο θάνατος του βασιλιά Αλέξανδρου(είχε διαδεχτεί τον πατέρα του Κωνσταντίνο, όταν υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την χώρα, 1917), έκανε αναγκαία μια μικρή αναβολή των εκλογών για την 1η /14η Νοεμβρίου 1920. Προσκλήθηκε στον θρόνο άλλος γόνος της εξόριστης βασιλικής οικογένειας, αλλά δεν αποδέχτηκε κανείς. Έτσι, ορκίστηκε αντιβασιλιάς ο ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης. Οι εκλογές πήραν πολιτειακό χαρακτήρα. Κατέβηκαν στον προεκλογικό στίβο 2 παρατάξεις: οι βενιζελικοί με το Κόμμα των Φιλελευθέρων(για την περίσταση αυτή θεωρήθηκαν από τους αντιπάλους αντιβασιλικοί) και η Ηνωμένη Αντιπολίτευσις(ταυτίστηκε με τους βασιλόφρονες), ένας συνασπισμός αντιβενιζελικών κομμάτων με κυριότερο το Λαϊκό Κόμμα του Δημητρίου Γούναρη. Οι βενιζελικοί αισιοδοξούσαν ότι θα κέρδιζαν τις εκλογές, λόγω των πολεμικών και διπλωματικών θριάμβων. Είχαν δημιουργήσει την Μεγάλη Ελλάδα των 2 ηπείρων(Ευρώπη, Ασία) και των 5 θαλασσών(Ιόνιο, Αιγαίο, Προποντίδα, Εύξεινος, Κρητικό πέλαγος). Δεν υποπτεύονταν το γεγονός ότι για τους πολεμικούς εκείνους θριάμβους, η χώρα ήταν σε συναγερμός για 9ο χρόνο κι ότι ο μικρασιατικός στρατός συνέχιζε τον αγώνα(κυνηγώντας άτακτους αντάρτες) χωρίς ευδιάκριτη στον ορίζοντα απαγκίστρωση. Την 4ετία 1917-20(στην μισή χώρα, όπου είχε επικρατήσει τι Κίνημα της Θεσσαλονίκης, 1916) είχαν γίνει αυθαιρεσίες από κατώτερα στελέχη της βενιζελικής παράταξης σε βάρος αντιφρονούντων. Η Ηνωμένη Αντιπολίτευση εύρισκε πρόσφορο έδαφος κριτικής για το παρελθόν και υπόσχεσης για το μέλλον. Η 1η σοβαρή πολιτική σύγκρουση Βενιζέλου-Γούναρη είχε πραγματοποιηθεί(Φεβρουάριος 1913) με κύριο θέμα τους χειρισμούς της κυβέρνησης Βενιζέλου στην εξωτερική πολιτική στον Α΄ Βαλκανικό πόλεμο. Αφορμή η δήλωση Βενιζέλου, κατόπιν συναντήσεως με την επιτροπή κατοίκων Α Μακεδονίας, οι οποίοι διαμαρτύρονταν για βάναυση συμπεριφορά Βουλγάρων στρατιωτών εναντίον τους, ότι «Εάν οι Έλληνες εκ των υποδούλων περιέλθουν υπό την κυριαρχίαν τινός των συμμάχων κρατών όπως κατ’ ανάγκην θα περιέλθωσιν, η κυβέρνησις θα πράξει ό,τι είναι δυνατόν να περιέλθωσιν λιγότερον». Ο Γούναρης κατηγόρησε τον Βενιζέλο ότι είχε αφήσει ανενημέρωτη την εθνική αντιπροσωπεία σχετικά με την πορεία των εξωτερικών πραγμάτων και δεν είχε εξασφαλίσει τα δικαιώματα της Ελλάδας, συγκεκριμένα των Ελλήνων κατοίκων της υπόδουλης Μακεδονίας, απέναντι στις επεκτατικές βλέψεις της τότε συμμάχου Βουλγαρίας. Άφηνε να κυκλοφορεί η ελπίδα ότι θα τερμάτιζε τον πόλεμο και θα γύριζαν οι στρατευμένοι από το μικρασιατικό μέτωπο, υιοθετώντας το σύνθημα «της μικράς πλην εντίμου Ελλάδος». Η προσδοκία αυτή είχε απήχηση στην εκλογική απόφαση γονέων, αδερφών και προσφιλών προσώπων των στρατιωτών. Έτσι, παρ’ όλες τις ευοίωνες προβλέψεις των επιτελών του Κόμματος των Φιλελευθέρων, ο θριαμβευτής των Σεβρών, έχασε τις εκλογές. Η αντιβενιζελική παράταξη, ευνοήθηκε κι απ’ το εκλογικό σύστημα-πλειοψηφικό με ευρεία περιφέρεια-. Πήρε λιγότερους ψήφους από τους βενιζελικούς, αλλά διπλάσια κοινοβουλευτική δύναμη(Φιλελεύθεροι: 375.803 ψήφους και 118 έδρες. Ενωμένη Αντιπολίτευση: 368.678 ψήφους και 251 έδρες). Μετά την άνοδό τους στην εξουσία οι ηγέτες της Ηνωμένης Αντιπολίτευσης με προεξάρχοντα τον Δημήτριο Γούναρη(είχε εξοριστεί στο παρελθόν από τον Βενιζέλο στην Κορσική) του Λαϊκού Κόμματος(75 έδρες), ο οποίος προτίμησε να κινηθεί σε παρασκηνιακό επίπεδο, δεχόμενος την πρωθυπουργία να την αναλάβει ο Δημήτριος Ράλλης κι ο ίδιος να αναλάβει το υπουργείο στρατιωτικών, δήλωσαν ότι θα συνέχιζαν την ίδια εξωτερική πολιτική, δηλ. και την μικρασιατική εκστρατεία. Μια από τις πρώτες κινήσεις της νέας φιλοβασιλικής κυβέρνησης ήταν η διενέργεια δημοψηφίσματος για την επαναφορά του Βασιλιά Κωνσταντίνου Α΄, παρά τις έντονες αντιδράσεις του αρχηγού των Φιλελευθέρων, Παναγιώτη Δαγκλή, που αντικατάστησε τον Βενιζέλο με τη σύμφωνη γνώμη του δεύτερου και των ξένων δυνάμεων. Απέκρυψαν από τον λαό την διακοίνωση των συμμάχων, στην οποία προειδοποιούσαν την ελληνική κυβέρνηση για οικονομικό αποκλεισμό στην περίπτωση επαναφοράς του Κωνσταντίνου στο θρόνο. Η κυβέρνηση επανέφερε τον Κωνσταντίνο με ένα πρωτοφανές δημοψήφισμα(Ναι: 999.960 Όχι: 10.383), ο οικονομικός αποκλεισμός πραγματοποιήθηκε και οι σύμμαχοι με το πρόσχημα αυτό, φοβούμενοι τον φιλογερμανό Κωνσταντίνο, άρχισαν να κρατούν αποστάσεις. Παρατηρήθηκε τότε μεταστροφή πολιτικής των συμμάχων υπέρ των Τούρκων, τους οποίους ενίσχυσαν με πολεμικό υλικό. Η αρνητική εξέλιξη μετά τις εκλογές συνοδεύεται και από άρνηση να αναγνωρίσουν στην Ελλάδα τα δικαιώματα του εμπολέμου και το δικαίωμα νηοψίας στα εμπορικά πλοία(αγγλικά, γαλλικά, αμερικανικά κλπ.), που εφοδίαζαν τον Kemal με πολεμικό υλικό. Η Γαλλία πρωταγωνιστεί, εκμεταλλευόμενη τη χλιαρή στάση του Λονδίνου, οι σύμμαχοί μας να αρνηθούν στην Ελλάδα και τη χρήση της Κωνσταντινούπολης ως ναυτικής βάσης. Τη στάση της Γαλλίας ακολουθεί η Ιταλία. Η κυβέρνηση Ράλλη φρόντισε να επαναφέρει 3.000 απόστρατους φιλοβασιλικούς αξιωματικούς και να αντικαταστήσει τους βενιζελικούς αξιωματικούς με αυτούς, παρ’ όλη την κρίσιμη χρονική στιγμή, με αποτέλεσμα άπειροι στα θέματα της Μικρασιατικής εκστρατείας και ανέτοιμοι αξιωματικοί να αναλάβουν υψηλές και καίριες, για την εξέλιξη της εκστρατείας, θέσεις. Ο διάσημος Αμερικανός συγγραφέας Ernest Miller Hemingway-εκείνη την εποχή κάλυπτε δημοσιογραφικά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο με σημαντικές ανταποκρίσεις για την καταστροφή της Σμύρνης, έγραψε-: «Οι Έλληνες ήταν πρώτης τάξεως πολεμιστές και σίγουρα, κάμποσα σκαλοπάτια παραπάνω από τον στρατό του Kemal. Αυτή είναι η άποψη του Witthal. Πιστεύει ότι οι τσολιάδες θα είχαν καταλάβει την Άγκυρα και θα είχαν τελειώσει τον πόλεμο αν δεν είχαν προδοθεί. Όταν ο Κωνσταντίνος ήρθε στην εξουσία όλοι οι Έλληνες αξιωματικοί που ήταν σε επιτελικές θέσεις υποβαθμίστηκαν αμέσως σε χαμηλότερες θέσεις. Πολλοί απ’ αυτούς είχαν πάρει τα γαλόνια τους με ανδραγαθήματα στο πεδίο της μάχης. Ήταν έξοχοι πολεμιστές και σπουδαίοι ηγέτες. Αυτό δεν εμπόδισε το κόμμα του Κωνσταντίνου να τους διώξει και να τους αντικαταστήσει με αξιωματικούς που δεν είχαν ακούσει ποτέ τους να πέφτει ούτε μια τουφεκιά. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να σπάσει το μέτωπο». Η καταδίωξη των οπαδών του Βενιζέλου συνεχίζεται με κορύφωση τη δολοφονία εκδότη της προσκείμενης στο Κόμμα των Φιλελευθέρων εφημερίδας «Ελεύθερος Τύπος», Ανδρέα Καβαφάκη. Οι απεγνωσμένες προσπάθειες της νέας κυβέρνησης να επιτύχει πιο ευνοϊκό κλίμα, διπλωματικό και οικονομικό, από την πλευρά της Entente, έμειναν άκαρπες. Οι «Σύμμαχοί» μας δεν συγκινούνταν, γιατί έβλεπαν αλλιώς τα συμφέροντά τους και η διπλωματία και η γεωγραφία δεν έχουν συναισθήματα. Καλούσαν(Φεβρουάριος 1921) τον Kemal(χωριστά απ’ τον σουλτάνο) να στείλει αντιπρόσωπο στην συνδιάσκεψη στο Λονδίνο για επίλυση του μικρασιατικού προβλήματος. Αναγνώριζαν το εθνικοπολιτικό κίνημα του Kemal. Τους ήταν χρήσιμο η Ελλάδα να συνεχίσει τον πόλεμο, με δικές της δυνάμεις, για να απασχολεί τον τουρκικό εθνικισμό. Φθορά βέβαιη και για τους 2 σύνοικους λαούς, κέρδος για τους ξένους διαιτητές. Αργότερα οι Σύμμαχοι θα προσφέρουν και μεσολάβηση για την ειρήνευση στο μικρασιατικό μέτωπο, πάντα σε βάρος των ελληνικών διεκδικήσεων και προσδοκιών. Ο Δημήτριος Ράλλης, κατόπιν διαφωνίας με τον Γούναρη, υπέβαλε την παραίτηση του(22/01/1921) και αντικαταστάθηκε από τον Νικόλαο Καλογερόπουλο. Και σε αυτή την κυβέρνηση ο Γούναρης ανέλαβε το υπουργείο των στρατιωτικών. Έφτασε στο Λονδίνο(24/02/1921) μαζί με τον πρωθυπουργό Καλογερόπουλο και κυβερνητικούς συμβούλους για να συναντηθεί με τον Άγγλο πρωθυπουργό George στα πλαίσια της Διασυμμαχικής Συνδιάσκεψης που συγκλήθηκε εκεί. Η συνάντηση δεν ήταν ιδιαίτερα ωφέλιμη, με τον Δημήτριο Μάξιμο, τότε διοικητή της εθνικής τράπεζας, να επιμένει να εγκαταλειφθεί η Μικρά Ασία από τα ελληνικά στρατεύματα, άποψη που δεν την συμμεριζόταν ούτε ο Καλογερόπουλος ούτε ο Γούναρης. Με την επιστροφή του στην Αθήνα, ο Καλογερόπουλος παραιτήθηκε. Οι κύκλοι του Λονδίνου εναντιώνονταν όλο και πιο ανοιχτά στην κατά τη γνώμη τους φιλελληνική πολιτική του Lloyd George. Η Γαλλία επανεξέταζε την Α πολιτική της. Η Ιταλία εκδήλωνε απροκάλυπτα την αντίθεσή της στην ελληνική επέκταση, ενώ οι ΗΠΑ αποσύρθηκαν επιστρέφοντας στην πολιτική του απομονωτισμού. Σ’ αυτήν την Διασυμμαχική Συνδιάσκεψη, η Ελλάδα διαπίστωσε την υπαναχώρηση των Συμμάχων της στο μικρασιατικό ζήτημα. Η προσπάθειά της για υποβολή κοινού συμμαχικού σχεδίου που περιφρουρούσε την ελληνική κυριαρχία στις επιδικασμένες περιοχές προσέκρουε στην αδιάλλακτη αντίθεση των τούρκων εθνικιστών, που απαιτούσαν την αποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων από Μικρά Ασία και Α Θράκη και την άρση των οικονομικών όρων της συνθήκης των Σεβρών, για να συγκατατεθούν στην έναρξη διαπραγματεύσεων. Η Συνδιάσκεψη όμως θα αποκαλύψει τη διάσταση ανάμεσα στις σύμμαχες δυνάμεις. Η Αγγλία ενέμενε στη διατήρηση του πλαισίου της συνθήκης των Σεβρών, ενώ Γαλλία και Ιταλία προσανατολίζονταν στην επίτευξη συμφωνιών με τον Kemal και στην ενίσχυσή του, για να αντισταθεί στα διαβήματα των Συμμάχων. Ύστερα από την παραίτηση Καλογερόπουλου σχηματίστηκε κυβέρνηση από τον Γούναρη, ο οποίος διατήρησε το υπουργείο δικαιοσύνης. Το κλίμα δυσφορίας στο λαό, λόγω της μη τήρησης των υποσχέσεων περί απόσυρσης των ελληνικών στρατευμάτων, είχε αρχίσει να μεταδίδεται και στους στρατιώτες. Προς τόνωση του ηθικού, ο Γούναρης μαζί με τον βασιλιά επισκέφθηκαν τα στρατεύματα στη Σμύρνη ενώ ενίσχυσε το στρατό με καινούρια αυτοκίνητα, όπλα κ.λπ. Η οικονομική κατάσταση της χώρας ήταν δραματική. Το μέσο ημερήσιο κόστος της εκστρατείας είχε φτάσει τα 8 εκ δρχ.. Ο υπουργός οικονομικών Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης αναγκάστηκε να διχοτομήσει το χαρτονόμισμα, δηλ. να προβεί σε μια πράξη δανεισμού κόβοντας στη κυριολεξία σε 2 μέρη το χαρτονόμισμα. Το ένα κομμάτι διατήρησε την μισή αξία του χαρτονομίσματος και το άλλο μετατράπηκε σε έντοκο δάνειο, 20ετούς διάρκειας. Ο Γούναρης, προσπαθώντας να λάβει οικονομική και διπλωματική ενίσχυση, αναχώρησε για τη Βιέννη, όπου συναντήθηκε στο περιθώριο της διάσκεψης για τα μέτρα της οικονομικής ανόρθωσης της Ευρώπης με ξένους ομολόγους του χωρίς να καταφέρει κάτι. Το σκηνικό στη Μικρά Ασία ήταν δραματικό. Ο στρατός ανοργάνωτος και με χαμηλό ηθικό, η Ελλάδα παρατημένη από τους συμμάχους ενώ οι Τούρκοι με την υποστήριξη των Μεγάλων Δυνάμεων οργάνωνε αντεπίθεση. Εξελίξεις στην Τουρκία-διπλωματικές επαφές του Kemal με τους «Σύμμαχους» Η υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών από την σουλτανική κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης απογύμνωσε ηθικά την σουλτανική παράταξη στα μάτια του τουρκικού λαού και ενίσχυε τον Kemal που συνέχιζε την οργάνωση λαϊκού τακτικού στρατού και μεθόδευε τις δικές του επιχειρήσεις. Η προσπάθεια των Άγγλων να προκαλέσουν εμφύλιο(άνοιξη 1920), ανάμεσα στην σουλτανική και την κεμαλική παράταξη, δεν πέτυχε. Ο λαός της Ανατολίας ακολουθούσε τους εθνικιστές της Άγκυρας και όχι την αιχμάλωτη σουλτανική κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης. Οι κεμαλικοί είχαν κερδίσει(τέλος 1920) τον πόλεμο στην Αρμενία και αφού ρύθμισαν τις συνοριακές διαφορές τους, προχώρησαν(αρχή 1921) σε σύμφωνο φιλίας με την Σοβιετική Ένωση, που η συμπαράστασή της, ήταν πολύτιμη για διπλωματικούς λόγους και την προμήθεια στρατιωτικού υλικού. Γάλλοι και Ιταλοί προτίμησαν(οικονομικά ανταλλάγματα δόθηκαν σε γαλλικές και ιταλικές επιχειρήσεις) να υπογράψουν(Μάρτιος 1921) συμφωνίες αποχώρησης από ΝΑ και ΝΔ Μικρά Ασία. Οι σχετικές συμφωνίες, υπογράφτηκαν στις 09 και 13/03, δηλ. λίγες μέρες μετά από το σύμφωνο φιλίας με τους Σοβιετικούς. Η Σοβιετική Ένωση προέκρινε την κεμαλική Τουρκία ως μέσο ανάσχεσης της βρετανικής επιρροής και προχώρησε σε συμφωνίες με τον Kemal, γεγονός που θορύβησε τους Δ κάνοντάς τους όλο και πιο διαλλακτικούς απέναντι στη νέα τουρκική ηγεσία. Ο Kemal δεν έβλεπε λόγο να μην έχει φιλία και προς τις 2 πλευρές, αφού αυτό εξυπηρετούσε τη χώρα του. Αυτό είναι το πρακτικό νόημα της ενεργητικής ουδετεροφιλίας, που αντιδιαστέλλεται προς την παθητική ουδετερότητα. Αποσύρθηκαν τα γαλλικά και ιταλικά στρατεύματα από την Μικρά Ασία(καλοκαίρι 1921), αφήνοντας στους Τούρκους όλο το στρατιωτικό υλικό τους και ανοιχτά τα λιμάνια του Ν για ανεφοδιασμό. Η Γαλλία υπόγραψε(Οκτώβριος 1921) νεότερο, ειδικό σύμφωνο οικονομικής συνεργασίας με τον Kemal(Franklin-Buillon, από το όνομα του Γάλλου διαπραγματευτή). Υπογράφτηκε στην Άγκυρα(07/20-10-1921). Μ’ αυτό φαινομενικά ρυθμίζονταν οι τελευταίες λεπτομέρειες απαγκίστρωσης των Γάλλων από την Κιλικία. Όμως με το να μην μνημονεύει πουθενά την σουλτανική κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης, αναγνώριζε de facto ως μόνη κυβέρνηση της Τουρκίας, εκείνη που έδρευε στην Άγκυρα, δηλ. του Kemal. Ο Τούρκος υπουργός εξωτερικών(Yusuf Kemal Bey) στην επίσημη επιστολή που συνόδευε το κείμενο του συμφώνου, διατύπωνε την ευχή, οι Γάλλοι να δείξουν και στο μέλλον την ίδια κατανόηση για όλα τα θέματα που αφορούσαν την τουρκική ανεξαρτησία. Καλούσε Γάλλους καθηγητές να εργαστούν στην τουρκική εκπαίδευση και κεφαλαιούχους να αναπτύξουν οικονομικές σχέσεις με την κεμαλική Τουρκία. Αυτό το σύμφωνο αποτέλεσε βαρύ διπλωματικό πλήγμα για τους Έλληνες και θορύβησε ακόμα και τους Άγγλους(για οικονομικούς λόγους). Η βρετανική διπλωματία υποπτεύθηκε ότι το σύμφωνο που ανακοινώθηκε, ήταν μέρος μόνο (το αθωότερο) μιας ευρύτερης γαλλοκεμαλικής συμφωνίας, που προέβλεπε εφοδιασμό του κεμαλικού στρατού με πολεμικό υλικό και πρόσφερε ως αντάλλαγμα προνομιακή μεταχείριση Γάλλων επιχειρηματιών στην κεμαλική Τουρκία. Υπογράφτηκε(13/10/1921) σύμφωνο συνεργασίας ανάμεσα στην κεμαλική Τουρκία και τις 3 σοβιετικές δημοκρατίες του Καυκάσου(Γεωργία, Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν). Ο Kemal καθάριζε τα δευτερεύοντα μέτωπα, άνοιγε δρόμους άνετου ανεφοδιασμού και προλείαινε διπλωματικά το έδαφος, για να συγκεντρώσει τις προσπάθειές του προς τον πιο επικίνδυνο αντίπαλο, τους Έλληνες, που ως τότε προχωρούσαν όλο και πιο βαθιά στο μικρασιατικό έδαφος, κάνοντας ταυτόχρονα πιο δύσκολο τον δικό τους ανεφοδιασμό και πιο ευαίσθητα τα πλευρά του πολεμικού μετώπου τους και άρα πιο πιθανή μια τελική κατάρρευση. Αυτές οι διπλωματικές εξελίξεις θορύβησαν και την ελληνική πολιτική ηγεσία, όμως σταθερά προσανατολισμένη προς την διασπασμένη Entente και εξαρτημένη απ’ την Αγγλία μόνο. Κατάσταση στο μικρασιατικό μέτωπο-Συμπλοκές και έκτροπα Από την 1η μέρα που αποβιβάστηκε ο ελληνικός στρατός στη Σμύρνη(15/05/1919) άρχισαν να αποκαλύπτονται και οι δυσμενείς πτυχές της επιχείρησης: εντάθηκαν οι πιέσεις των Τούρκων εθνικιστών σε βάρος των ελληνικών πληθυσμών στην Ανατολία, εκδηλώθηκαν προστριβές(συμπλοκές, κακοποιήσεις, ανταρτοπόλεμος) ανάμεσα σε Έλληνες και Τούρκους στην κατεχόμενη περιοχή της Σμύρνης, παρ’ όλο που ο Έλληνας στρατιωτικός διοικητής είχε υποδείξει στους στρατιώτες του και άλλους Έλληνες της περιοχής να αποφεύγουν κάθε προκλητική ενέργεια και είχε διαβεβαιώσει όλον τον «σύνοικο» πληθυσμό, ότι σκοπός του ελληνικού στρατού ήταν να τηρηθεί η τάξη και να περιφρουρηθεί η ασφάλεια για όλους, ανεξάρτητα από φυλή ή θρήσκευμα. Τα έκτροπα τις πρώτες μέρες και οι συμπλοκές(π.χ. Αϊδίνιο και Πέργαμοw) ίσως ήταν σκόπιμα σκηνοθετημένα για να προκαλέσουν έξαψη των πνευμάτων, ένταση στις σχέσεις Ελλήνων Τούρκων και δυσμενή σχόλια σε βάρος της Ελλάδος στο εξωτερικό. Σε ορισμένες περιπτώσεις(N παρυφές ελληνικής ζώνης κατοχής, που γειτνίαζε με την ιταλική) επισημάνθηκε συνέργεια ή ανοχή των ιταλικών δυνάμεων, που είχαν ενοχληθεί από την ελληνική παρουσία στην Σμύρνη. Το γεγονός της απόβασης του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη εξερέθισε τον τουρκικό φανατισμό. Την ημέρα της απόβασης σημειώθηκαν συμπλοκές Ελλήνων και Τούρκων με νεκρούς και τραυματίες. Ο Βενιζέλος μαθαίνοντας τα επεισόδια παρενέβη με αυστηρότητα κι έστειλε επειγόντως στη Σμύρνη τον Εμμανουήλ Ρέπουλη να επιληφθεί της κατάστασης. Την ίδια μέρα άρχισαν ανακρίσεις και την επομένη λειτούργησε στρατοδικείο που καταδίκασε σε θάνατο 2 Έλληνες που κρίθηκαν ένοχοι. Αυτά στοίχισαν σημαντικά στη θέση της Ελλάδας στις διαπραγματεύσεις της ειρήνης, ειδικά μετά την έκδοση του πορίσματος της Διασυμμαχικής Ανακριτικής Επιτροπής(Οκτώβριος) που έριξε μεγάλο μέρος των ευθυνών στην Ελλάδα. Το Ανώτατο Συμβούλιο συνιστούσε(Νοέμβριος) στην Ελλάδα προσοχή, θυμίζοντάς της πως η κατοχή ήταν προσωρινή. Ελληνικοί πληθυσμοί που είχαν υποφέρει αιώνες απ’ τους Τούρκους και τα τελευταία χρόνια απ’ τους Νεότουρκους, ήταν πιθανό να παρασυρθούν, όταν ένιωσαν ισχυροί από την παρουσία του ελληνικού στρατού κατοχής(Μάιος 1919). Η ελληνική αντίδραση εκφράστηκε με επιστολή του Βενιζέλου στον Clemenceau, εισηγητή της απόφασης, και του Χρυσοστόμου Σμύρνης εκ μέρους του μικρασιατικού Ελληνισμού. Το ερώτημα για τον ελληνικό στρατό: οι Έλληνες δεν προέβαιναν σε παρόμοιες ή ανάλογες ανήκουστες πράξεις όπως αυτές των Νεότουρκων του Kemal(καταστροφές, δολοφονίες, εμπρησμοί, βιασμοί κ.ά.); Απάντηση: Ναι. Δεν υπήρχε όμως σχέδιο γενικής συστηματικής εξολόθρευσης ούτε τέτοια «γραμμή» από την ελληνική ηγεσία ή ανάλογες εντολές από την στρατιωτική ηγεσία. Έκτροπα γίνονταν μόνο κατ’ εξαίρεση. Ήταν μεμονωμένα και πρωτοβουλία κατώτερων οργάνων, στρατιωτών, υπαξιωματικών και σπανιότερα αξιωματικών. Υπήρχαν μονάδες του στρατού που σε όλη την διάρκεια της κατοχής της Μικράς Ασίας δεν παρουσίασαν κανένα κρούσμα βαρβαρότητας, έστω και σαν αντεκδίκηση ωμοτήτων που διέπρατταν οι Τσέτες σε βάρος Ελλήνων στρατιωτών ή ελληνικών πληθυσμών. Στις συναντήσεις των Γούναρη, Πρωτοπαπαδάκη και του συνταγματάρχη Αθανάσιου Εξαδάκτυλου με τον Μεταξά, διαμείφθηκε ο ακόλουθος διάλογος, όταν ο Μεταξάς πρότεινε την δημιουργία αυτόνομου καθεστώτος στην Σμύρνη και φιλική σύμπραξη με την Τουρκία:
Εξαδάκτυλος: Αυτοί μας σφάζουν.
Μεταξάς: Μας σφάζουν, εφ’ όσον εθέσαμεν ως πρόγραμμά μας την κατάκτησίν των εν Μικρά Ασία. Αφ’ ότου ηξεύρουν, ότι την φιλίαν μας δεν θα την έχουν ποτέ, ότι την έχθραν μας δεν την μεταβάλλει τίποτε, και συνεπώς τίποτε δεν έχουν να κερδίσουν από ημάς. Βέβαια αυτά δεν δικαιολογούν τας σφαγάς. Αλλά δεν σφάζομεν και ημείς;
Εξαδάκτυλος: Σφάζομεν. Βέβαια, θέλομεν και πρέπει να τους εξοντώσωμεν. Ο Τούρκος δεν εννοεί αλλιώς.
Αν και ο Εξαδάκτυλος ήταν συνήγορος των ωμοτήτων και του «οφθαλμόν αντί οφθαλμού», δεν σημαίνει ότι την άποψή του την συμμερίζονταν όλοι οι Έλληνες πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγέτες. Ο Βενιζέλος, στο διάγγελμά του προς τους Έλληνες της Ιωνίας συνιστούσε την εκδήλωση αδερφικών αισθημάτων προς τους «σύνοικους πληθυσμούς» και διακήρυσσε ότο «η ελληνική ελευθερία θα φέρη προς όλους, ανεξαρτήτως φυλής και θρησκείας, την ισότητα και την δικαιοσύνην». Συνιστούσε, ψυχραιμία στις ελληνικές αρχές και αυστηρότατα άκρα στον καταλογισμό ευθυνών. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, καταλληλότερος θεωρήθηκε ο Αριστείδης Στεργιάδης, αμφιλεγόμενη και λαομίσητη(από τους Μικρασιάτες) προσωπικότητα, που διορίστηκε στην Σμύρνη ως Ύπατος Αρμοστής (υπουργός Ιωνίας). Συχνά παραφέρονταν σε βάρος των Ελλήνων και δημιουργούσε προστριβές αρμοδιότητας με την στρατιωτική ηγεσία. Η μεροληπτική του στάση έφτανε ως την επέμβαση στα δικαστήρια, από τα οποία αξίωνε να αθωώνονται ή να κρίνονται με επιείκεια οι Τούρκοι, ενώ οι Έλληνες να κρίνονται όσο το δυνατόν αυστηρά. Χαρακτηρίστηκε φυσιογνωμία αινιγματική ακόμη και από ανθρώπους του περιβάλλοντός του. Στην κοινή γνώμη το όνομα του Στεργιάδη έγινε συνώνυμο της προδοσίας, αν και δεν είχε ουδεμία σχέση με τα του ελληνικού στρατού και την κατάρρευση του μετώπου. Ελληνικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στο μέτωπο-Πορεία προς το αδιέξοδο Ο ελληνικός στρατός, άλλοτε με πρόσκληση των κατοίκων, άλλοτε από τις προκλήσεις των Τούρκων Τσετών, που έκαναν παρενοχλητικό κλεφτοπόλεμο, κινήθηκε για την κατάληψη της ζώνης που είχε ορίσει η συμμαχική απόφαση(Μάιος 1919) και κατέλαβε Αϊδίνιο, Νύμφαιο, Μαινεμένη, Κυδωνίες(Αϊβαλί), Πέργαμο, την περιοχή από ΝΑ της Σμύρνης ως ΒΑ των Κυδωνιών. Όταν αντιμετώπιζε παρενοχλήσεις από τούρκικες αντάρτικες ομάδες επιχειρούσε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις σε βάθος 3 km, αργότερα και σε μεγαλύτερο βάθος, πάντα με την άδεια του συμμαχικού στρατηγείου. Σοβαρότερες επιχειρήσεις έγιναν το 1920. Ο ελληνικός στρατός, με συμμαχική έγκριση(οι Άγγλοι κατέλαβαν στρατιωτικά την Κωνσταντινούπολη), κατέλαβε(Μάιος) στρατιωτικά την Α Θράκη, ύστερα από αυτονομιστική κίνηση που είχαν οργανώσει οι Τούρκοι(υπό τον Jafar Tayar) στην Αδριανούπολη. Άρχισαν(Ιούνιος) επιχειρήσεις στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Η ημερήσια διαταγή του αρχιστράτηγου Λεωνίδα Παρασκευόπουλου προς τους στρατιώτες: «Εις τον ελληνικόν στρατόν έλαχεν ο ωραίος κλήρος να επιβάλλει τας θελήσεις της δικαιοσύνης και του πολιτισμού». Συναφής προκήρυξη προς τον πληθυσμό στην ζώνη των επιχειρήσεων βεβαίωνε ότι: «Η ζωή, η τιμή και η περιουσία παντός κατοίκου, εις οιανδήποτε φυλήν και αν ανήκειν ούτος και οιανδήποτε θρήσκευμα και αν πρεσβεύει, θα είναι δι’ ημάς ιερά». Οι Έλληνες πραγματοποίησαν(Ιούνιος 1920) απόβαση σε Αρτάκη και Πάνορμο(Ν ακτή Προποντίδας) και κατέλαβαν(25/06) την Προύσα. Όταν υπογράφτηκε η συνθήκη των Σεβρών(28/07-10/08/1920) ο ελληνικός στρατός είχε προωθηθεί σε γραμμή πολύ Α από εκείνη που όριζε η συνθήκη, την οποία όμως δεν αναγνώριζε ο Kemal. Είχε δημιουργηθεί για την ελληνική στρατιωτική και πολιτική ηγεσία το δίλλημα: άμυνα στην γραμμή της συνθήκης ή προέλαση στο εσωτερικό, για να υποχρεωθεί ο αντίπαλος να αποδεχτεί την συνθήκη; Δίλλημα πολιτικό: η ελληνική ηγεσία επιθυμούσε να αποδείξει στους Συμμάχους ότι ήταν σε θέση να επιβάλλει τους όρους της συνθήκης. Αυτή η προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης εξυπηρετούσε τους Συμμάχους, ειδικά τους Άγγλους, γιατί έτσι κρατούσαν μπλεγμένη την Ελλάδα και απασχολημένο και ταπεινωμένο τον Kemal. Ο ελληνικός στρατός, προωθημένος ως Φιλαδέλφεια και Προύσα, κάλυπταν τους Βρετανούς που κατείχαν το Çanakkale(αρχαία Τρωάδα). Έτσι οι Άγγλοι μπορούσαν να ελέγχουν τα Στενά. Δίλλημα στρατιωτικό: η άμυνα αφήνει την πρωτοβουλία στον αντίπαλο, φέρνει τελμάτωση και πτώση του ηθικού, ενώ η επίθεση θεωρείται η καλύτερη άμυνα. Επίθεση όμως, στην συγκεκριμένη περίπτωση, σημαίνει διαρκώς δυσμενέστερες συνθήκες για τον επιτιθέμενο, γιατί διαρκώς απομακρύνεται από τις βάσεις ανεφοδιασμού και διαρκώς διευρύνει το μέτωπό του και γίνεται πιο ευπαθής σε αιφνιδιαστική αντεπίθεση του εχθρού. Μετά την αλλαγή της ελληνικής ηγεσίας και την αποτυχία για την Ελλάδα της Συνδιάσκεψης του Λονδίνου(Φεβρουάριος 1921), το δίλλημα τίθεται εκ νέου: προέλαση στο εσωτερικό ως την Άγκυρα, για να πληγεί ο Kemal στην εστία του ή άμυνα στη γραμμή της συνθήκης; Προκρίθηκε η επιθετική πολεμική τακτική για λόγους πολιτικούς. Μετέβη (Μάιος 1921) στη Σμύρνη ο βασιλιάς Κωνσταντίνος με το επιτελείο του. έγινε σύσκεψη(Ιούνιος) στο Κορδελιό που ρύθμισε τις τελευταίες λεπτομέρειες της επίθεσης, την ίδια εποχή που οι Σύμμαχοι πρότειναν αναστολή των επιχειρήσεων, πρόταση που απορρίφθηκε από την ελληνική πλευρά. Οι Σύμμαχοι θορυβημένοι από τις τουρκοσοβιετικές επαφές που είχαν προηγηθεί και το σύμφωνο φιλίας(03/16-03-1921), ίσως και άλλους λόγους, σύστησαν στην ελληνική κυβέρνηση(08/06/1921) αναστολή των επιχειρήσεων, αλλά η σύστασή τους δεν έγινε δεκτή(12/06/1921). Έτσι άρχισε(καλοκαίρι 1921) η ελληνική επίθεση από 4 σημεία με απώτερο στόχο την κατάληψη της Άγκυρας. Ο ελληνικός στρατός θα προχωρήσει ως την Κιουτάχεια, με την ελπίδα να περικυκλώσει τον τουρκικό στρατό που αποσύρθηκε στα ενδότερα. Η σύσκεψη στην Κιουτάχεια(16/07/1921) υπό την προεδρία του Κωνσταντίνου και με συμμετοχή της πολιτικής ηγεσίας, αφού ακούστηκαν σοβαροί ενδοιασμοί για την σκοπιμότητα και δυνατότητα της παραπέρα προέλασης και τις δυσχέρειες ανεφοδιασμού, θα αποφασίσει περαιτέρω προέλαση παρά τις αντίθετες υποδείξεις και συστάσεις. Ο ελληνικός στρατός θα προχωρήσει και θα φτάσει ως το Σαγγάριο. Η πολύνεκρη μάχη του Σαγγάριου ανέκοψε οριστικά την επιθετική πορεία του ελληνικού στρατού, ο οποίος τελικά συμπτύχθηκε στη γραμμή Eskişehir-Κιουτάχεια- Afyonkarahisar, όπου και θα καθηλωθεί ένα χρόνο, κατέχοντας μια ζώνη 100.000 περ. km2 (δήλωνε στη Βουλή ο Γούναρης, Οκτώβριος 1921). Ο Kemal είχε καταφέρει να παρασύρει τους Έλληνες μακριά από τις πηγές ανεφοδιασμού τους κάνοντας όλο και πιο εύθραυστο το μέτωπό τους σε περίπτωση επίθεσης, ενώ το ηθικό του στρατού, καθηλωμένου, θα αποδυναμωνόταν. Οι Τούρκοι γιόρτασαν το γεγονός ως μεγάλη νίκη. Αν δεν ήταν νίκη, ήταν απαρχή αντιστροφής των πολεμικών επιχειρήσεων. Είχε αρχίσει να αποδίδει υπέρ των Τούρκων ο παράγοντας γεωγραφία, τοπογραφία, απόσταση, δυσχέρεια επιμελητείας των Ελλήνων. Αντίστροφη μέτρηση-Ο Kemal κυρίαρχος του παιχνιδιού Ο Δημήτριος Γούναρης ξεκινά(Οκτώβριος 1921) περιοδεία στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για να εξασφαλίσει τη σύναψη δανείου και να συμβάλει στη σύγκληση συνδιάσκεψης, για να εξευρεθεί ειρηνικός διακανονισμός. Η Γαλλία είναι όλο και περισσότερο αντίθετη με κάθε ελληνική προσπάθεια, η Αγγλία πιο συναινετική. Ο Kemal, σε θέση ισχύος πια, προτείνει τη σύναψη ειρήνης μόνο με τους όρους να αποδοθεί η Σμύρνη στην Τουρκία, να αποκτήσει η Θράκη τοπική αυτονομία και να καταβληθεί πολεμική αποζημίωση. Η ελληνική κυβέρνηση απορρίπτει τους όρους και ο πόλεμος συνεχίζεται. Παρ’ ότι ο κίνδυνος της κατάρρευσης είναι ορατός, στην Ελλάδα κανείς δεν τολμούσε να υποδείξει την υποχώρηση από την Μικρά Ασία, ούτε να μιλήσει για αποπροσανατολισμό της εξωτερικής πολιτικής. Μόνο οι κομμουνιστές, ολιγάριθμοι εκείνη την εποχή, είχαν δηλώσει ιδεολογική αντίθεση για την μικρασιατική εκστρατεία, θεωρώντας την ως έναν πόλεμο κατακτητικό. Είχαν δυσαρεστηθεί από την συμμετοχή ελληνικής στρατιωτικής δύναμης στην ουκρανική εκστρατεία που οργάνωσαν οι Αγγλογάλλοι ενάντια στην επικράτηση των Μπολσεβίκων(1919). Τις έντονες ανησυχίες τους εξέφρασαν ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου(βουλευτής Φιλελευθέρων) και 6 συνεργάτες του, δημοσιεύοντας(12/02/1922) το «Δημοκρατικό Μανιφέστο», δηλώνοντας άμεσα ή έμμεσα ότι τα πράγματα της χώρας εξελίσσονταν δυσάρεστα αφ’ ότου οι πολιτικές κυβερνήσεις(εκλογές 1920) συναγωνίζονταν για την βασιλική εύνοια και χαρίζονταν στον βασιλιά και κυβερνιούνταν από την βασιλική «αυλή». Ο Παπαναστασίου και οι συνεργάτες του παραπέμφθηκαν σε δίκη, δικάστηκαν στην Λαμία και φυλακίστηκαν ως την απομάκρυνση του βασιλιά(Σεπτέμβριος 1922). Συγκλήθηκε(Μάρτιος 1922) νέα Διασυμμαχική Συνδιάσκεψη στο Παρίσι, όπου συμπληρώθηκε το ήδη σαφές στρατιωτικό αδιέξοδο του Μικρασιατικού Ζητήματος και διπλωματικά. Οι αντιπρόσωποι των Συμμάχων πρότειναν στις 2 πλευρές όρους, για να οδηγηθεί το ζήτημα σε οριστική διευθέτηση και σύγκληση συνδιάσκεψης για τους όρους της ειρήνης. Οι προτάσεις των Συμμάχων αφαιρούσαν από την Ελλάδα όλα τα κέρδη της συνθήκης των Σεβρών, ενώ η τύχη των ελληνικών πληθυσμών της Μικρασίας έμοιαζε επισφαλής. Η άρνηση του Kemal ακόμα και για τη διαδικασία της μεσολάβησης έλυσε το όποιο δίλημμα αποδοχής των συμμαχικών προτάσεων για την ελληνική κυβέρνηση. Η ελληνική πλευρά θα προσανατολιστεί σε 2 απεγνωσμένες πρωτοβουλίες(καλοκαίρι 1922):
1. δημιουργία υπό την υψηλή τουρκική επικυριαρχία αυτόνομου μικρασιατικού κράτους με κέντρο τη Σμύρνη, εδραιωμένου στη βάση της ισότιμης συνεργασίας χριστιανών και μουσουλμάνων. Ήταν όμως αργά
2. πρόταση κατάληψης της Κωνσταντινούπολης ως μέσου πίεσης στην Άγκυρα. Πρόταση που συνάντησε την κατηγορηματική άρνηση των Συμμάχων. Η γαλλική κυβέρνηση αρνήθηκε και επισήμανε ότι δόθηκαν εντολές στα συμμαχικά στρατεύματα κατοχής σε Κωνσταντινούπολη και Μ. Ασία να εμποδίσουν κάθε ελληνική κίνηση για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης.
Ο Kemal, ήταν πια κυρίαρχος του παιχνιδιού και προσανατολιζόταν σε επίθεση που θα κατατρόπωνε τον ελληνικό στρατό. Αντεπίθεση Τούρκων-κατάρρευση ελληνικού μετώπου Η γραμμή του ελληνικού στρατού παρέμεινε στα όρια σύμπτυξης του 1921: Eskişehir-Κιουτάχεια- Afyonkarahisar. Δεν ήταν πια μέτωπο επίθεσης, αλλά άμυνας. Το ηθικό του στρατού, η αυτοπεποίθηση και η προσδοκία της νίκης, είχαν αλλάξει στρατόπεδο. O ελληνικός στρατός είχε μειωθεί με την μεταφορά μονάδων στην Θράκη, για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, που δεν έγινε. Ο αρχιστράτηγος Αναστάσιος Παπούλας είχε αντικατασταθεί(τέλη Μαΐου), από τον Γεώργιο Χατζηανέστη, που δεν είχε πολεμική πείρα από τον καιρό των Βαλκανικών Πολέμων(1912-3) και διέπραξε ένα μοιραίο λάθος, υπάγοντας απ’ ευθείας στη στρατιά τα 3 σώματα στρατού. Η πρωτοβουλία είχε περιέλθει πια στον Kemal, που ετοιμαζόταν για την τελική αναμέτρηση. Οι Τούρκοι άρχισαν να αντιμετωπίζουν την περίπτωση επίθεσης στο μέτωπο του ελληνικού στρατού από το Μάιο του 1922, γνωρίζοντας την κατάσταση του ηθικού του ελληνικού στρατού. Σε αντίθεση με τους Έλληνες αξιωματικούς-σε μια μεγάλη πλάνη-, ο Kemal γνώριζε πολύ καλά τις δυνάμεις του στρατού και τις ικανότητες του αντιπάλου. O τουρκικός στρατός, στις επιχειρήσεις του 1921 στο Σαγγάριο και μπροστά στην Άγκυρα, αφού απέφυγε την ήττα και την καταστροφή, μπόρεσε και κατήγαγε μια καθαρή αμυντική νίκη, υποχρεώνοντας τις ελληνικές δυνάμεις να υποχωρήσουν. Το ηθικό του τουρκικού στρατού είναι υψηλό και οι προσπάθειες ενίσχυσης του, με άνδρες και υλικά είναι συνεχείς. H Στρατιά της Μ. Ασίας, υπολογίζει(21/07/1922) τη δύναμή του σε 127.015 αξιωματικούς και στρατιώτες, 17.180 ιππείς με 686-692 πολυβόλα και 210-224 πυροβόλα. ‘Όλες οι ανωτέρω δυνάμεις βρίσκονται μπροστά από το ελληνικό μέτωπο. Στα άλλα μέτωπα(Καύκασος, Μεσοποταμία και Εύξεινος Πόντος) βρίσκονται άλλες 21.000 περίπου άνδρες. Η Στρατιά έχει δύναμη 210.000 περίπου ανδρών. Λιγότεροι από τους μισούς(περίπου 100.000 άνδρες, 1.819 ιππείς και 400 περίπου πυροβόλα) επανδρώνουν τη γραμμή αμύνης. Οι υπόλοιποι βρίσκονται σε υπηρεσίες και φρουρές των μετόπισθεν και καταδιωκτικά αποσπάσματα των ανταρτών και των ληστών. Σε αντίθεση με τους Έλληνες αξιωματικούς, οι οποίοι είχαν κερδίσει αξιώματα χωρίς να έχουν πολεμήσει σε πεδία μαχών, οι Τούρκοι αξιωματικοί είχαν λάβει μέρος σε πολλές δύσκολες μάχες και είχαν κερδίσει επάξια τον βαθμό τους. Σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε και το ιππικό του Kemal του οποίου σκοπός ήταν να ανακόψει τον εφοδιασμό των Ελλήνων και να ξεσηκώσει τους πληθυσμούς των υπό κατοχή περιοχών σε εξέγερση. Ο ελληνικός στρατός, ταλαιπωρημένος από τις μάχες, ήταν δυσκίνητος και ανοργάνωτος. Ο πολεμικός εξοπλισμός ήταν αρχαϊκός ενώ η τροφοδοσία δυσλειτουργούσε. Σοβαρότερο λάθος: η εγκληματική άγνοια της ποιότητας των αντιπάλων. Οι πληροφορίες για μεταφορά στρατευμάτων στη Θράκη και οι φήμες για ενδεχόμενη σύμπτυξη του ελληνικού στρατού στη ζώνη της συνθήκης των Σεβρών, προσανατόλισαν(Ιούλιος) τον Kemal στην επίσπευση της επίθεσης(καθορίστηκε για τις 13/08). Ύστερα από μια σειρά παραπλανητικών επιθετικών ενεργειών(06 και 11/08) κι ενώ η ελληνική Διοίκηση, υποτιμώντας τις πληροφορίες που είχε για τη σχεδιαζόμενη επίθεση, δεν έλαβε τα κατάλληλα μέτρα, άρχισε(13/08/1922) η τουρκική επίθεση. Ο Kemal μεταβαίνει(04:00, 13/08) στο παρατηρητήριό του, στο Coja Tepe. Από εκεί μπορεί, χωρίς κιάλια, να παρατηρεί τις ελληνικές θέσεις και τις κινήσεις των τμημάτων ενισχύσεως. Στις 04:30 το τουρκικό πυροβολικό αρχίζει να βάλλει. H βολή είναι κυρίως βολή καταστροφής των συρματοπλεγμάτων και άλλων οργανώσεων εδάφους των αμυνομένων. Πλήττονται και θέσεις, εκ των προτέρων αναγνωρισμένες, των ελληνικών εφεδρειών και πεδινού πυροβολικού. Το τουρκικό πυροβολικό μεταφέρει(06:00) τη βολή του στο εσωτερικό της τοποθεσίας και το τουρκικό πεζικό εξορμά. Η επίθεση των Τούρκων, την οποία διεύθυνε ο ίδιος ο Kemal, ήταν αναμενόμενη αλλά αιφνιδίασε την ηγεσία του Ελληνικού στρατού που περίμενε να αντιμετωπίσει άτακτα σώματα στρατού. Το πυροβολικό σε συνεργασία με το ιππικό συνέτριψαν σε ελάχιστο χρόνο την 1η και 4η μεραρχία στρατού. Οι ενισχύσεις δεν κατάφεραν να φτάσουν σύντομα, λόγω της ανασφάλειας στο στράτευμα αφού η κατάλυση του Ν μετώπου είχε ήδη διαδοθεί. Σημαντική αιτία αποδιοργάνωσης: στρατολόγηση γεωργών και αμάχων χριστιανών οι οποίοι, εξαιτίας της απειρίας και του φόβου τους, αποσυντόνισαν τα τακτικά σώματα στρατού. Η διακοπή κάθε μορφής επικοινωνίας, δηλ. τηλεφώνου και τηλεγράφου, παγίδευσε τον ελληνικό στρατό σε μια εχθρική περιοχή. Από την ελληνική πλευρά δεν είχε καν εκπονηθεί ένα σχέδιο σύμπτυξης, μολονότι υπήρχαν πολλές ενδείξεις ότι τα γεγονότα οδηγούσαν προς αυτή την έκβαση και σχετικές υποδείξεις γίνονταν προς την ελληνική ηγεσία. Η γραμμή του μετώπου διασπάστηκε και άρχισε υποχώρηση που μεταβλήθηκε σε φυγή προς 2 κύριες κατευθύνσεις: Προποντίδα και Δ ακτές. Τον στρατό ακολουθούσαν οι ελληνικοί πληθυσμοί και οι Αρμένιοι από τις περιοχές που εγκαταλείπονταν. Το κύριο μέρος του στρατού, συνταγμένο ή αποδιοργανωμένο, κινήθηκε προς τα λιμάνια Αιγαίου και Προποντίδας. Μερικές μεγάλες μονάδες κυκλώθηκαν από τον εχθρό και αιχμαλωτίστηκαν. Ο Kemal διέταξε την καταδίωξη των Ελλήνων κατά οπισθοχώρησή τους, τα στρατεύματά του όμως αντιμετώπισαν δυσχέρειες, καθώς οι Έλληνες χρησιμοποίησαν την τακτικής της «καμένης γης», για να δυσκολεύσουν την καταδίωξή τους από τους Τούρκους. 2 μέρες αργότερα ο ελληνικός στρατός είχε αυτοκαταστραφεί. Ν είχαν σχηματιστεί 2 σώματα στρατού, του Αθανασίου Φράγκου και του Νικόλαου Τρικούπη. Ο στρατός του Νικολάου Τρικούπη περικυκλώθηκε(17/08) από τους Τούρκους και σταδιακά διασπάστηκε με αποτέλεσμα ο Τρικούπης και η φάλαγγα του-περιλάμβανε 2 στρατηγούς διοικητές Σωμάτων, ένα μέραρχο, 190 αξιωματικούς και 4.500 οπλίτες-, να παραδοθούν(20/08). Την ίδια μέρα, ο Ύπατος Αρμοστής της Σμύρνης στέλνει επείγον τηλεγράφημα στην Αθήνα: «Αποστείλατε τάχιστα πλοία προς παραλαβήν στρατού μετά υλικού πολέμου και του πληθυσμού». Η απάντηση του Δημητρίου Γούναρη φτάνει την επόμενη μέρα: «Αποφύγετε δημιουργία προσφυγικού ζητήματος». Η στρατιωτική ηγεσία συγκεντρώθηκε(24/08) στη Σμύρνη και εξέδωσε διαταγές. Όμως οι διαταγές δεν είχαν αποδέκτη αφού οι επικοινωνίες είχαν διακοπεί και οι στρατιώτες δεν υπάκουαν. Η αμυντική τακτική ήταν αδύνατη αφού πολλά σώματα στρατού είχαν αποκοπεί και κατευθύνονταν στα παράλια της Μικράς Ασίας. Οι μεραρχίες του Α’ και Β’ Σώματος Στρατού έφτασαν άλλες ασύντακτες και άλλες συνταγμένες στον Çeşme, από όπου επιβιβάστηκαν προς τα νησιά(03/09). Ως οπισθοφυλακή όλων ορίστηκε το απόσπασμα του Νικόλαου Πλαστήρα, ενισχυμένο από το 3ο Σύνταγμα Ιππικού, εντεταλμένο να επιβραδύνει την προέλαση του εχθρού. Στο Β, το Γ’ σώμα στρατού δεν είχε ιδιαίτερες απώλειες επειδή το κύριο βάρος της τουρκικής επίθεσης το είχαν δεχτεί οι μεραρχίες του N. Έφτασε(24/08) με όλα τους τα πολεμοφόδια στην Προύσα και συνέχισε την πορεία του προς τα παράλια και κατάφερε να φτάσει στα λιμάνια Πανόρμου και Κυζίκου και να επιβιβαστεί με τάξη. Πολλοί ήταν οι νεκροί της Εκστρατείας, ενώ τραγική τύχη περίμενε τους στρατιώτες που έπεσαν αιχμάλωτοι στα χέρια των Τούρκων. Υπήρξαν περιστατικά διάλυσης(αποκοπή και αιχμαλώτιση 11ης μεραρχίας). Χαρακτηριστικό παράδειγμα πειθαρχίας η Ανεξάρτητη Μεραρχία υπό τον Δημήτριο Θεοτόκη. Πραγματοποίησε έναν εξαιρετικό άθλο, διανύοντας σε 15 μέρες 600 km σε χώρα εχθρική κι ενώ βαλλόταν συνεχώς από το τουρκικό ιππικό και τους κατοίκους. Έφτασε στο Δικελί σώζοντας τους Έλληνες και τους Αρμένιους της περιοχής και είχε περάσει(31/08) στη Μυτιλήνη. Κύριος λόγος της επιτυχίας της μεραρχίας: ειλικρίνεια που έδειξαν οι αξιωματικοί της απέναντι στους στρατιώτες για τις δυσκολίες της κατάστασης, γεγονός που επέδρασε σημαντικά στην ψυχολογία των στρατιωτών και τους συσπείρωσε. Η ελληνική ηγεσία βρισκόταν σε πλήρη άγνοια της κατάστασης αφού ο αρχιστράτηγος Χατζανέστης βρισκόταν στην Αθήνα και κατέστρωνε σχέδιο κατάληψης της Κωνσταντινούπολης. Οι Άγγλοι που διατηρούσαν στρατό και στόλο στην περιοχή των Στενών και ήταν επίσημα σύμμαχοι με τους Έλληνες, δεν κινήθηκαν να βοηθήσουν την υποχώρηση ή αποχώρηση του ελληνικού στρατού. Τα τελευταία τμήματα του Γ’ Σώματος Στρατού εγκατέλειψαν(05/09) την Μικρά Ασία από το λιμάνι της Αρτάκης. 4 μέρες αργότερα η κυβέρνηση Πρωτοπαπαδάκη παραιτείται και ύστερα από προσπάθειες της Αυλής σχηματίζεται κυβέρνηση υπό τον Ν. Τριανταφυλλάκο. Ο απολογισμός σε απώλειες έμψυχου στρατιωτικού υλικού ήταν περίπου 50.000 νεκροί και 75.000 τραυματίες στρατιώτες. Πυρπόληση και καταστροφή της Σμύρνης-Η μεγάλη σφαγή Μετά την κατάρρευση του μετώπου, την ευθύνη του οποίου έφερε ο τότε Διοικητής του Α’ Σώματος Στρατού Νικόλαος Τρικούπης και την άτακτη υποχώρηση και αναδίπλωση του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος από το Afyonkarahisar(μέσα Αυγούστου 1922), άρχισε ο ξεριζωμός ενός μεγάλου μέρους του χριστιανικού πληθυσμού(Ελλήνων και Αρμενίων) προς τη Μικρασιατική ακτή που κατά τους υπολογισμούς του Οικουμενικού Πατριαρχείου έφτανε τις 250.000. στη Σμύρνη είχαν βρει καταφύγιο 15.000 Αρμένιοι που συνωστίζονταν στα ιδρύματα και σπίτια της Αρμενικής Κοινότητας. Η αδιάκοπη άφιξη των τρένων που μετέφεραν στρατιωτικά υπολείμματα και δεκάδες πρόσφυγες στη Σμύρνη και οι έντονες φήμες της γενικής κατάρρευσης του μετώπου μεγάλωναν την ένταση και ανησυχία του πληθυσμού, ενώ η προετοιμασία της ελληνικής διοίκησης για αναχώρηση δεν άφηναν πλέον αμφιβολίες για τη μετέπειτα εξέλιξη. Σε μία συζήτηση με τους Δ προξένους, τους παρεκάλεσε ο Χατζηανέστης(21/08-03/09/1922), να επιδιώξουν σε συνομιλία με το Kemal συγκατάθεση μίας ελεύθερης αποχώρησης για τον ελληνικό στρατό. Οι συμμαχικές Δυνάμεις το απορρίπτουν, έστειλαν όμως πολεμικά πλοία στο λιμάνι της Σμύρνης για να προφυλάξουν τους δικούς τους υπηκόους: 11 αγγλικά, 5 γαλλικά και 3 αμερικάνικα. Στα λιμάνια της Χίου και της Μυτιλήνης, 50 ελληνικά εμπορικά πλοία ήταν καθηλωμένα, καθώς η ελληνική κυβέρνηση δεν επέτρεπε να πάνε να βοηθήσουν τη Σμύρνη. Αναχωρεί(24/08-06/09) και το τελευταίο ελληνικό στρατιωτικό τμήμα. Την επομένη οι χιλιάδες πρόσφυγες Έλληνες και Αρμένιοι που κατέκλυζαν όλο το μήκος της προκυμαίας Ke της Σμύρνης μάταια περίμεναν τα επιταγμένα ελληνικά πλοία για τη μεταφορά τους στα γειτονικά ελληνικά νησιά. Μετά από έντονη παρέμβαση του Αμερικανού Προξένου G. Horton, στάλθηκαν 2 αμερικανικά αντιτορπιλικά για την εξυπηρέτηση των προσφύγων. Αναχωρούν (26/08-08/09/1922) οι ελληνικές Αρχές Σμύρνης. O μέχρι τότε Έλληνας Ύπατος Αρμοστής της Σμύρνης Αρ. Στεργιάδης επιβιβάστηκε σε αγγλικό πολεμικό πλοίο που του διατέθηκε με προορισμό την Κωνσταντινούπολη. Η αντίστροφη μέτρηση για την πόλη της Σμύρνης είχε φθάσει. Ήταν πρωί του Σαββάτου 27/08-09/09, περίπου 10:30, όταν οι 1οι έφιπποι Τσέτες (άτακτοι Τούρκοι πολεμιστές) μπήκαν στη Σμύρνη(οι Τούρκοι την έλεγαν «Gavur Izmir», δηλ. πόλη των απίστων εξαιτίας του μεγάλου πλειοψηφικού χριστιανικού κυρίως ελληνικού πληθυσμού). Ο λαός της Σμύρνης έβλεπε τις ελληνικές δυνάμεις(τη μόνη άμυνα τους έναντι των Τούρκων) να προσπερνούν την πόλη και να επιβιβάζονται στον Çeşme, για την επιστροφή τους στην Ελλάδα. Την διοίκηση της πόλης ανέλαβε ο «χασάπης της Σμύρνης» Nuredin πασάς και εγκαταστάθηκε στο σπίτι του Στεργιάδη. Η 1η επίσημη διαταγή του Nuredin: «Α. Όλοι οι Έλληνες και οι Αρμένιοι από του 18ου έτους μέχρι του 45ου, οι ευρισκόμενοι εις τα απελευθερωθέντα εδάφη από τον στρατόν μας, καθώς και οι Έλληνες και οι Αρμένιοι οι μεταφερθέντες από τον ελληνικόν στρατόν εις τα παράλια προς επιβίβασιν και εγκαταλειφθέντες κατόπιν της ακατασχέτου καταδιώξεως του στρατού μας πρέπει να παραδοθούν πάραυτα. Θα κρατηθούν ως αιχμάλωτοι μέχρι πέρατος των εχθροπραξιών. Το μέτρον τούτο λαμβάνεται εναντίον των διότι έλαβον επισήμως τα όπλα εναντίον της πατρίδος, διότι κατετάγησαν εις των εχθρικόν στρατόν, διότι τελευταίως ακόμη επυρπόλησαν πόλεις και χωριά και διέπραξαν ανηκούστους ωμότητας εναντίον του ειρηνικού πληθυσμού και δια να μην προσέλθουν, εάν αφεθούν ελεύθεροι, να ενισχύσουν τον εχθρικόν στρατόν. Β. Όλοι εκείνοι τους οποίους δεν αφορά το πρώτον άρθρον και γενικώς όλαι αι σμυρναίικαι οικογένειαι ή Έλληνες ή Αρμένιοι πρόσφυγες, δύνανται να μεταναστεύσουν μέχρι της 30ης Σεπτεμβρίου 1338(σ.σ. τουρκική ημερομηνία). Όσοι, παρελθούσης της προθεσμίας ταύτης, δεν έχουν εγκαταλείψει την χώραν και θα κριθούν ύποπτοι απειλής κατά της ασφαλείας του στρατού και της δημοσίας τάξεως, θα οδηγηθούν εκτός της πολεμικής ζώνης. Γ. Επειδή η Μεγάλη Εθνοσυνέλευσις έλαβε μέτρα δια την εκκαθάρισιν από τα λείψανα του ελληνικού στρατού και εκμηδένισιν των καταστρεπτικών οργανώσεων του εχθρού, όλοι οι κάτοικοι, άνευ διακρίσεως φυλής και θρησκεύματος, οφείλουν να επιστρέψουν εις τας εστίαν των και επαναλάβουν τας ειρηνικάς εργασίας των.
Ο διοικητής του στρατού NUREDIN». Από το ίδιο βράδυ άρχισαν λεηλασίες και φόνοι. Ο Έλληνας μητροπολίτης της Σμύρνης, Χρυσόστομος, δολοφονήθηκε και κατακρεουργήθηκε μπροστά στα μάτια του στρατηγού Nuredin, ο οποίος τον παρέδωσε στον τουρκικό όχλο. Την επομένη ημέρα και ενώ άρχισαν να καταφθάνουν στην πόλη τουρκικές τακτικές δυνάμεις οι σφαγές και οι λεηλασίες άρχισαν να συστηματοποιούνται στις ελληνικές και στην αρμενική συνοικία. Οι Τούρκοι ξεχώριζαν τους Αρμενίους από τους πρόσφυγες και τους δολοφονούσαν. Ακόμα και τώρα αρνούνταν οι αρχηγοί των συμμαχικών πλοίων να επέμβουν για χάρη των χριστιανών. Τα πλοία κοντά στην προκυμαία δεν εδέχοντο πρόσφυγες. Οι Σμυρνιοί, άλλοι μένουν κλεισμένοι στα σπίτια τους και άλλοι σπεύδουν να βρουν προστασία σε νεκροταφεία και εκκλησίες. Παρουσιάστηκε(29/08-11/09/1922) ο Kemal στη Σμύρνη, ώστε να αφήσει να γιορταστεί ως νικητής. Αν και είχε διαβεβαιώσει στους συμμάχους, ότι οι μειονότητες δεν θα πάθουν τίποτε, άρχισαν τα έκτροπα. Το αρμενικό τετράγωνο είχε κλαπεί, οι άνδρες δολοφονήθηκαν και οι γυναίκες και τα κορίτσια βιάστηκαν. Άρχισε ο στρατός, να βάζει συστηματικά φωτιά στο αρμενικό τετράγωνο. Το απόγευμα επενέβησαν οι Αμερικανοί και αξίωσαν από τον Nuredin, να αφήσουν να επιστρέψουν στα χωριά τους οι πρόσφυγες, αλλιώς απειλείται να ξεσπάσουν επιδημίες. Ο Nuredin το απέρριψε και απαίτησε να μεταφερθούν οι πρόσφυγες στα πλοία και να αποπλεύσουν. Την ίδια ημέρα είχε εκδηλωθεί κίνημα σε Χίο και Μυτιλήνη. Τούτο είχε ως συνέπεια όλος σχεδόν ο ελληνικός στόλος με το σύνολο των επίτακτων πλοίων να τεθεί υπό τους κινηματίες για τη μεταγωγή του ελληνικού στρατού προς το Λαύριο για να επικρατήσει η επανάσταση στην Αθήνα. Το ελληνικό θωρηκτό «Κιλκίς» που ναυλοχούσε και είχε ως βάση τη Σμύρνη, με την έκρηξη του κινήματος και υπό τον κυβερνήτη πλοίαρχο Δεμέστιχα μετέβη στη Σάμο όπου και παρέμεινε εκεί για να επιβάλει την επανάσταση, παρότι οι καπνοί της καταστροφής και το φέγγος της πυρκαγιάς, ήταν ορατοί από την Χίο και την Σάμο. Πολλοί Χριστιανοί έφυγαν(30/08-12/09, ξημέρωμα Τετάρτης) προς το Κορδελιό εξαιτίας φημών για πλοία που θα τους έσωζαν. Στο δρόμο προς το Κορδελιό συνάντησαν τούρκικο ιππικό και Τσέτες ιππείς. Βιαιοπραγούσαν στους άντρες, έκλεβαν τα κοσμήματα των γυναικών και βίαζαν τις κοπέλες. Όσοι κατάφεραν να προχωρήσουν στα μισά του δρόμου συνάντησαν τους χριστιανούς του Κορδελιού, που τους είχαν διώξει ήδη οι Τούρκοι για να μη σωθούν με τα πλοία. Μια ομάδα νεαρών γυναικών που τις κυνηγούσαν οι Τσέτες, προτίμησαν να πέσουν στα βράχια σαν άλλες γυναίκες του Ζαλόγγου, για να μην τις βιάσουν. Το βράδυ της Τετάρτης η αρμενική συνοικία είχε πλήρως ισοπεδωθεί και ο τούρκικος στρατός έστρεψε την πλήρη προσοχή του στους Έλληνες. Όπως είχαν κάνει στους Αρμένιους, πάλι έσπαγαν τις πόρτες σπιτιών. Τους άντρες τους σκότωναν. Οι νεαρές κοπέλες ήταν ο στόχος των Τούρκων, τις άρπαζαν, τις βίαζαν, τις ατίμαζαν. Οι κοπέλες έφτασαν στο σημείο και μεταμφιέζονταν σε γριές για να σώσουν την τιμή τους. Οι Τούρκοι στρατιώτες του Nuredin, βάση σχεδίου που τους παρέδωσαν οι τουρκικές αρχές, άρχισαν να ανάβουν φωτιές στην πόλη(31/08-13/09). Με πετρέλαιο άναψαν φωτιά πρώτα στην αρμενική συνοικία. Από τη 1η εκδήλωση άρχισαν να καίγονται το αρμενικό νοσοκομείο, η αρμενική μητρόπολη και η αρμενική εκκλησία του Αγίου Στεφάνου μαζί με τους πρόσφυγες που εκεί. Στη συνέχεια άρχισαν νέες πυρκαγιές στις ελληνικές συνοικίες. Χαρακτηριστικό το γεγονός ότι από τα πρώτα κτίρια που καταστράφηκαν ήταν και το κτίριο του πυροσβεστικού σταθμού Σμύρνης, ενώ είχαν επιμελώς απομονωθεί οι υδραγωγοί Halka Vunar που υδροδοτούσαν τη πόλη και χρησίμευαν στην πυροπροστασία της. Το αεράκι που διευκόλυνε την φωτιά να απλωθεί από σπίτι σε σπίτι που επεκτάθηκε σε έκταση 3,5 km. Ορισμένα κτήρια του παραλιακού δρόμου τους έδωσαν εντολή να μην τα πειράξουν. Οι Τούρκοι στρατιώτες ανατίναξαν όλα τα υπόλοιπα με δυναμίτη. Η φωτιά εμαίνετο όλη την νύχτα και σάρωσε όλη σχεδόν την πόλη. Τούρκοι στρατιώτες ήταν παρατεταγμένοι σε στρατηγικά σημεία της πόλης και σκότωναν όσους χριστιανούς προσπαθούσαν να γλιτώσουν από τις φλόγες. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας ολοκληρώνεται η εκκένωση της πόλης από ξένους υπηκόους που επιβιβάστηκαν υπό την προστασία αγημάτων των πολεμικών πλοίων των χωρών τους που είχαν διατεθεί ειδικά και ναυλοχούσαν στο κόλπο της Σμύρνης Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι ο εμπρησμός ήταν προμελετημένος και καλώς οργανωμένος, καθ’ όσον Τούρκοι στρατιώτες μετέφεραν δοχεία με πετρέλαιο ή έριχναν εμπρηστικές βόμβες, κάτι το οποίο επιβεβαίωσαν και Αμερικανοί αυτόπτες μάρτυρες. Όλες οι αξιόπιστες μαρτυρίες των ξένων παρατηρητών συμπίπτουν στο ότι το πυρ τέθηκε υπό των Τούρκων εκ προμελέτης και κατά προδιαγεγραμμένο σχέδιο. Στην προκυμαία της Σμύρνης εξελίσσονται οι τελευταίες σκηνές της μικρασιατικής τραγωδίας. Όταν έφθασε η είδηση της βάρβαρης ενέργειας του τουρκικού στρατού εναντίον των Αρμενίων, όλοι όσοι εγκατέλειψαν τα καιόμενα σπίτια και χιλιάδες πρόσφυγες από τις εσωτερικές περιοχές που ακολουθούσαν τον αποχωρούντα ελληνικό στρατό και είχαν καταλήξει στην Σμύρνη, κατέφυγαν στην προκυμαία αναζητώντας κάποιο πλεούμενο ή κολυμπώντας προσπαθούσαν να πλησιάσουν και να ανέβουν στα ξένα πλοία(Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία) που περίμεναν στο λιμάνι. + 300.000 άνθρωποι στο στενό χώρο της προκυμαίας, ανάμεσα στις φλόγες και στο λιμάνι της σωτηρίας που ελπίζουν. Η φοβερή καταστροφή έφτασε και στα σπίτια της παραλίας και αποτέφρωσε όλες τις συνοικίες της Σμύρνης(αρμενική, ελληνική, εμπορική και ευρωπαϊκή, πλην της τουρκικής και της εβραϊκής(κάποιοι Εβραίοι είχαν βρει μια προσοδοφόρα «εργασία»: πουλούσαν σημαιάκια της Τουρκίας στους Έλληνες τάχα για να τους «σώσουν»). Ήτανε μία των μεγαλυτέρων πυρκαγιών της ιστορίας και θύμιζε την Πομπηία. Στις ενδιάμεσες νύχτες, όταν κάτοικοι έντρομοι από τις σημειούμενες εκρήξεις εξέρχονταν στους δρόμους αντιμετώπιζαν τις περιπόλους που τους καλούσαν να επιστρέψουν σπίτια τους και στη συνέχεια τους πυροβολούσαν για παράβαση του περιοριστικού μέτρου. Οι πανικόβλητοι Μικρασιάτες που συγκεντρώθηκαν στην προκυμαία, προσπαθούσαν απεγνωσμένα να επιβιβαστούν στα πλοία που ήταν συγκεντρωμένα στο λιμάνι της Σμύρνης και που εκείνες τις τραγικές στιγμές ήταν η μοναδική σανίδα σωτηρίας. Αλλά οι ξένοι ναύτες τους εμπόδιζαν με κάθε τρόπο και τους έσπρωχναν στη θάλασσα, με αποτέλεσμα να πνιγούν. Οι ναύαρχοι των πλοίων απωθούσαν ακόμα και τον άμαχο πληθυσμό που έφθανε με τις βάρκες στα πλοία για να σωθεί, γιατί δεν ήθελαν τη δυσαρέσκεια με τον Kemal. Οι λίγοι δημοσιογράφοι εκεί, σιωπούσαν στις ανταποκρίσεις τους, εξαιτίας της απαίτησης συγκράτησης, που αξίωναν οι διπλωματικοί τους αντιπρόσωποι. Οι Τούρκοι στρατιώτες επέπεσαν πάνω στο πανικόβλητο πλήθος για να το απομακρύνουν από την παραλία, να το απωθήσουν πίσω και αποσπούσαν τις νταντάδες και τις γυναίκες για να τις βιάσουν και σκοτώσουν. «Οι Σύμμαχοι, και ιδιαιτέρως οι Άγγλοι, επέδειξαν, κατά τας τραγικάς εκείνας στιγμάς, ανήκουστον αναισθησίαν. Τα πληρώματα των εν Σμύρνη ναυλαχούντων πολεμικών των, απέκοπτον τας χείρας και εύθραυον τας κεφαλάς των δυστυχών εκείνων Ελλήνων, που ενόμισαν ότι ημπορούσαν, αποφεύγοντες την τουρκικήν μάχαιραν, να εύρουν άσυλον και προσωρινήν φιλοξενίαν εις τα πολεμικά σκάφη. Έστρεψαν, μάλιστα, και τους προβολείς των πλοίων των επί της προκυμαίας της Σμύρνης, δια να απολαύσουν το μακάβριον και ανατριχιαστικόν θέαμα της ομαδικής σφαγής των Ελλήνων. Και όμως θα ήρκουν τότε ελάχιστοι κανονιοβολισμοί των αγγλικών πλοίων δια να σωθή τουλάχιστον η πόλις και δια να προληφθούν αι σφαγαί και τα μαρτύρια τους πληθυσμού της, ως και του εις αυτής καταφυγόντως ελληνικού μικρασιατικού πληθυσμού. Αφ’ ετέρου οι Γάλλοι, εις τα Μουδιανιά, έρριψαν ζεματιστό νερό εις όσους απεπειράθησαν να ανέβουν επί των πλοίων των! Τέλος, ο Αμερικανός πρόξενος εν Σμύρνη, όταν πήγε τότε εις γεύμα όπου ήτο προσκεκλημένος και ο Γάλλος πρόξενος, τον ήκουσε να δικαιολογεί με απερίγραπτον κυνισμόν της επινράδυνσιν της αφίξεώς του: η λέμβος που τον έφερεν από το γαλλικόν πλοίον, προσέκρουσεν εις πτώματα Ελληνίδων γυναικών που έπλεον εις την παραλίαν!». Όπως περιγράφεται σε άλλη μαρτυρία, «τόσα πολλά ήταν τα πτώματα που επέπλεαν στην παραλία, ώστε μπορούσες να περπατήσεις πάνω τους». Την εικόνα αυτής της μακάβριας εικόνας συμπλήρωσε και ο Γάλλος συγγραφέας Eduard Drion: «Χιλιάδες δυστυχείς υπάρξεις συσωρευμένες κατά μήκος της προκυμαίας ρίχτηκαν στην θάλασσα. Σε μεγάλο μήκος του λιμανιού εκατοντάδες πτωμάτων είχαν γεμίσει την θάλασσα ώστε να μπορεί κανείς να βαδίσει πάνω σε αυτά.
Τους επιπλέοντες τους αποτελείωναν οι Τούρκοι με σπαθιά και ξύλα. Αναρίθμητες οι υπάρξεις, προπαντός γυναίκες, παιδιά και γέροντες, εσφάγησαν μέσα σε αίσχιστες θηριωδίες…». Η Διδώ Σωτηρίου, μέσα από τα «Ματωμένα χώματα», είναι το ίδιο γλαφυρή για την απάνθρωπη συμπεριφορά των «Συμμάχων»: «Η θάλασσα δεν είναι πια εμπόδιο. Χιλιάδες άνθρωποι πέφτουνε και πνίγονται. Τα κορμιά σκεπάζουνε τα νερά σαν νά ‘ναι μόλος. Οι δρόμοι γεμίζουνε κι αδειάζουνε και ξαναγεμίζουνε. Νέοι, γέροι, γυναίκες, παιδιά ποδοπατιούνται, στριμώχνονται, λιποθυμούνε, ξεψυχούνε. Τούς τρελαίνουν οι χαντζάρες, οι ξιφολόγχες, οι σφαίρες των Τσέτηδων! –Vur kerataral!(Χτυπάτε τους τούς κερατάδες!). Το βράδυ το μονοφώνι κορυφώνεται. Η σφαγή δε σταματά. Μόνο όταν τα πλοία ρίχνουνε προβολείς γίνεται μια πρόσκαιρη ησυχία. Μερικοί που καταφέρανε να φτάσουνε ζωντανοί ίσαμε τη μαούνα, μας ιστορούνε το τι γίνεται όξω, στις γειτονιές. Οι Τσέτες του Behlivan και οι στρατιώτες τού Nuredin τρώνε ανθρώπινο κρέας. Σπάζουνε, πλιατσικολογούνε σπίτια και μαγαζιά. Όπου βρούνε ζωντανούς, τούς τραβούνε όξω και τούς βασανίζουνε. Σταυρώνουνε παπάδες στις εκκλησιές, ξαπλώνουνε μισοπεθαμένα κορίτσια κι αγόρια πάνω στις Άγιες Τράπεζες και τ’ ατιμάζουνε. Απ’ τον Άι Κωνσταντίνο και το Taragac ίσαμε το Μπαλτσόβα το τούρκικο μαχαίρι θερίζει». «Όποια γλώσσα κι αν μιλάς, λόγια δε θα βρεις να τόνε περιγράψεις τι κάνουν, λοιπόν, οι προστάτες μας; Τι κάνουν οι ναυάρχοι με τα χρυσά σιρίτια, οι διπλωμάτες κι οι πρόξενοι της Entente; Στήσανε κινηματογραφικές μηχανές στα καράβια τους και τραβούσανε ταινίες τη σφαγή και τον ξολοθρεμό μας! Μέσα στα πολεμικά οι μπάντες τους παίζανε εμβατήρια και τραγούδια της χαράς για να μη φτάνουν ίσαμε τ’ αφτιά των πληρωμάτων οι κραυγές της οδύνης και οι επικλήσεις του κόσμου. Και να ξέρει κανείς πώς μια, μόνο μια κανονιά, μια διαταγή, έφτανε για να διαλύσει όλα κείνα τα μαινόμενα στίφη. Κι η κανονιά δε ρίχτηκε κι η εντολή δε δόθηκε!». Κανένα από τα αγκυροβολημένα πλοία των Συμμάχων δεν βοήθησε τους Έλληνες. Ο διεθνής και ο τούρκικος τύπος υποβάθμισαν το γεγονός της καταστροφής και τις φρικαλεότητες των Τούρκων. Οι ξένοι έδειξαν μια κατ’ ουσίαν εχθρική στάση σε σημείο που να λένε ότι… «Οι Έλληνες πυρπόλησαν την Σμύρνη», ένα επιχείρημα το οποίο υποστηρίζουν μέχρι και σήμερα οι Τούρκοι(δίπλα στους Έλληνες «εμπρηστές» βάζουν και τους Αρμένιους). Ένα τηλεγράφημα του αρχηγού του στρατού Fevzy(Cakmak) πασά που δημοσίευσε η «Hakimiyet-i Milliye»(18/09) μιλάει για «άγρια συνωμοσία που διαπράχθηκε αναμφίβολα από κάποιους αχρείους συνεργαζόμενους με τον ελληνικό στρατό για να αμαυρώσουν τη νίκη μας και να προκαλέσουν ξένη επέμβαση». Ο Τύπος υιοθετεί αυτόν τον υπαινιγμό και μπαίνει(19/09) στον όλο και ενισχυόμενο χορό τού «οι Έλληνες έβαλαν φωτιά στη Σμύρνη πριν από την αναχώρησή τους», παρ’ ότι ο ελληνικός είχε ήδη αποχωρήσει την Σμύρνη όταν αυτή πυρπολήθηκε(οι Τούρκοι αντί του όρου «Πυρπόληση της Σμύρνης», χρησιμοποιούν τον σχετικά πιο ουδέτερο όρο «Πυρκαγιά της Σμύρνης»(Izmir yangini)). Ιστορική αλήθεια: οι Ιταλοί που σε όλο του προηγούμενο διάστημα υπονόμευαν τους Έλληνες, δέχθηκαν στα πλοία τους όποιον κατέφευγε εκεί για να σωθεί. Την ίδια ημέρα, το θωρηκτό «Κιλκίς» απέπλευσε και ενώθηκε με το θωρηκτό «Αβέρωφ», μεταξύ Χίου και Σάμου, που κατέρχονταν ολοταχώς το Αιγαίο προς Πειραιά, προερχόμενο από Κωνσταντινούπολη, αφού είχε σημειωθεί ανταρσία και είχε αποχωρήσει από τη Διασυμμαχική Ανταντική ναυτική δύναμη, που ναυλοχούσε στο Βόσπορο(είχε ενταχθεί μετά την υπογραφή της ανακωχής του Μούδρου), υπό τον κινηματία κυβερνήτη Αντιπλοίαρχο Γ. Χατζηκυριάκο. Όλοι οι δρόμοι της Σμύρνης γεμάτοι πτώματα Ελλήνων και Αρμένιων. Γεμάτη άψυχα κουφάρια κι η θάλασσα της Σμύρνης από την πόλη και τα τριγύρω χωριά. Στις 17/30-09 ήταν η τελευταία μέρα που μπορούσαν να φύγουν οι Έλληνες σύμφωνα με το τελεσίγραφο του Nuredin. Οι Τούρκοι έκαναν ελέγχους στους επιβιβαζόμενους σε πλοία και συλλαμβάνανε πολλούς. Σχημάτιζαν φάλαγγες για να τους εκτοπίσουν μα εκτελούσαν εν ψυχρώ τους περισσότερους. Πολλοί πέθαναν από επιδημίες τύφου και εντερίτιδας. Όσοι είχαν συλληφθεί και δεν τους είχαν σκοτώσει, οδηγήθηκαν στην ενδοχώρα. Ξένοι πολίτες έκαναν διπλωματικές κινήσεις υπό τον Αμερικανό Jennings και επιτράπηκε σε ελληνικά πλοία να παραλάβουν τους πρόσφυγες. 15.000 πρόσφυγες στα πλοία(11/24-09), 43.000 (13/26). Είχαν μεταφερθεί από την Σμύρνη στην Μυτιλήνη 180.000 πρόσφυγες(ως 18/30-09). Για να εισέλθουν στα πλοία περνούσαν από 3 πύλες με αυστηρούς ελέγχους, αφού τους είχαν κάθε φορά κατακλέψει. Oι άνδρες κάτω από 45 ετών συλλαμβάνονταν και προωθούνταν στην ενδοχώρα… Αφού οι Τούρκοι παρέτειναν την εκκένωση, μπόρεσαν συνολικά να σωθούν + 250.000 πρόσφυγες. Από την πυρκαγιά και τις επιθέσεις των Τούρκων στους δρόμους τις Σμύρνης για 3-4 ημέρες περίπου γύρω στους 12.000 ανθρώπους, από τους οποίους οι 10.000 Έλληνες έχασαν την ζωή τους. Από τους 18.000 Αρμένιους της Σμύρνης μόλις 2.000 σώθηκαν ως πρόσφυγες. Κάηκαν 55.000 σπίτια από τα οποία τα 43.000 ήταν ελληνικά, τα 10.000 αρμενικά και 2.000 ξένων. Αποτεφρώθηκαν 117 σχολεία κοινοτικά και ιδιωτικά, ελληνικά και αρμενικά, όλα τα νοσοκομεία, 2 μουσεία και πολλά ιδρύματα. Από τις εκκλησίες οι 43 από τις 46. Οι σκηνές πανικού, στοίχησαν τη ζωή σε εκατοντάδες που πνίγηκαν μόλις 50 m από τη στεριά, κάτω από τα αδιάφορα μάτια των πληρωμάτων των συμμαχικών πλοίων. Όσοι Έλληνες συνελήφθησαν στην προκυμαία της Σμύρνης, εστάλησαν από τους Τούρκους στα ενδότερα και ελάχιστοι επιβίωσαν. Το τελευταίο πλοίο που εγκατέλειψε τη Σμύρνη ήταν το «Έλλη», ενώ το πλήθος απελπισμένο στην προκυμαία έβλεπε να εγκαταλείπεται και να επαφίεται στην καλή διάθεση των Μεγάλων Δυνάμεων. Παρ’ ότι είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια ο αριθμός των νεκρών από τη γενοκτονία των Ελλήνων Μικρασιατών(300.000- 1 εκ), σύμφωνα με τις εκτιμήσεις Ελλήνων και ξένων συγγραφέων, τουλάχιστον 500.000(εκτός των Ποντίων) Μικρασιάτες έχασαν τη ζωή κάτω από βασανιστικές και απάνθρωπες συνθήκες. Οι σχεδιασμένοι και ανελέητοι διωγμοί είχαν 2 επιδιώξεις.
Τους επιπλέοντες τους αποτελείωναν οι Τούρκοι με σπαθιά και ξύλα. Αναρίθμητες οι υπάρξεις, προπαντός γυναίκες, παιδιά και γέροντες, εσφάγησαν μέσα σε αίσχιστες θηριωδίες…». Η Διδώ Σωτηρίου, μέσα από τα «Ματωμένα χώματα», είναι το ίδιο γλαφυρή για την απάνθρωπη συμπεριφορά των «Συμμάχων»: «Η θάλασσα δεν είναι πια εμπόδιο. Χιλιάδες άνθρωποι πέφτουνε και πνίγονται. Τα κορμιά σκεπάζουνε τα νερά σαν νά ‘ναι μόλος. Οι δρόμοι γεμίζουνε κι αδειάζουνε και ξαναγεμίζουνε. Νέοι, γέροι, γυναίκες, παιδιά ποδοπατιούνται, στριμώχνονται, λιποθυμούνε, ξεψυχούνε. Τούς τρελαίνουν οι χαντζάρες, οι ξιφολόγχες, οι σφαίρες των Τσέτηδων! –Vur kerataral!(Χτυπάτε τους τούς κερατάδες!). Το βράδυ το μονοφώνι κορυφώνεται. Η σφαγή δε σταματά. Μόνο όταν τα πλοία ρίχνουνε προβολείς γίνεται μια πρόσκαιρη ησυχία. Μερικοί που καταφέρανε να φτάσουνε ζωντανοί ίσαμε τη μαούνα, μας ιστορούνε το τι γίνεται όξω, στις γειτονιές. Οι Τσέτες του Behlivan και οι στρατιώτες τού Nuredin τρώνε ανθρώπινο κρέας. Σπάζουνε, πλιατσικολογούνε σπίτια και μαγαζιά. Όπου βρούνε ζωντανούς, τούς τραβούνε όξω και τούς βασανίζουνε. Σταυρώνουνε παπάδες στις εκκλησιές, ξαπλώνουνε μισοπεθαμένα κορίτσια κι αγόρια πάνω στις Άγιες Τράπεζες και τ’ ατιμάζουνε. Απ’ τον Άι Κωνσταντίνο και το Taragac ίσαμε το Μπαλτσόβα το τούρκικο μαχαίρι θερίζει». «Όποια γλώσσα κι αν μιλάς, λόγια δε θα βρεις να τόνε περιγράψεις τι κάνουν, λοιπόν, οι προστάτες μας; Τι κάνουν οι ναυάρχοι με τα χρυσά σιρίτια, οι διπλωμάτες κι οι πρόξενοι της Entente; Στήσανε κινηματογραφικές μηχανές στα καράβια τους και τραβούσανε ταινίες τη σφαγή και τον ξολοθρεμό μας! Μέσα στα πολεμικά οι μπάντες τους παίζανε εμβατήρια και τραγούδια της χαράς για να μη φτάνουν ίσαμε τ’ αφτιά των πληρωμάτων οι κραυγές της οδύνης και οι επικλήσεις του κόσμου. Και να ξέρει κανείς πώς μια, μόνο μια κανονιά, μια διαταγή, έφτανε για να διαλύσει όλα κείνα τα μαινόμενα στίφη. Κι η κανονιά δε ρίχτηκε κι η εντολή δε δόθηκε!». Κανένα από τα αγκυροβολημένα πλοία των Συμμάχων δεν βοήθησε τους Έλληνες. Ο διεθνής και ο τούρκικος τύπος υποβάθμισαν το γεγονός της καταστροφής και τις φρικαλεότητες των Τούρκων. Οι ξένοι έδειξαν μια κατ’ ουσίαν εχθρική στάση σε σημείο που να λένε ότι… «Οι Έλληνες πυρπόλησαν την Σμύρνη», ένα επιχείρημα το οποίο υποστηρίζουν μέχρι και σήμερα οι Τούρκοι(δίπλα στους Έλληνες «εμπρηστές» βάζουν και τους Αρμένιους). Ένα τηλεγράφημα του αρχηγού του στρατού Fevzy(Cakmak) πασά που δημοσίευσε η «Hakimiyet-i Milliye»(18/09) μιλάει για «άγρια συνωμοσία που διαπράχθηκε αναμφίβολα από κάποιους αχρείους συνεργαζόμενους με τον ελληνικό στρατό για να αμαυρώσουν τη νίκη μας και να προκαλέσουν ξένη επέμβαση». Ο Τύπος υιοθετεί αυτόν τον υπαινιγμό και μπαίνει(19/09) στον όλο και ενισχυόμενο χορό τού «οι Έλληνες έβαλαν φωτιά στη Σμύρνη πριν από την αναχώρησή τους», παρ’ ότι ο ελληνικός είχε ήδη αποχωρήσει την Σμύρνη όταν αυτή πυρπολήθηκε(οι Τούρκοι αντί του όρου «Πυρπόληση της Σμύρνης», χρησιμοποιούν τον σχετικά πιο ουδέτερο όρο «Πυρκαγιά της Σμύρνης»(Izmir yangini)). Ιστορική αλήθεια: οι Ιταλοί που σε όλο του προηγούμενο διάστημα υπονόμευαν τους Έλληνες, δέχθηκαν στα πλοία τους όποιον κατέφευγε εκεί για να σωθεί. Την ίδια ημέρα, το θωρηκτό «Κιλκίς» απέπλευσε και ενώθηκε με το θωρηκτό «Αβέρωφ», μεταξύ Χίου και Σάμου, που κατέρχονταν ολοταχώς το Αιγαίο προς Πειραιά, προερχόμενο από Κωνσταντινούπολη, αφού είχε σημειωθεί ανταρσία και είχε αποχωρήσει από τη Διασυμμαχική Ανταντική ναυτική δύναμη, που ναυλοχούσε στο Βόσπορο(είχε ενταχθεί μετά την υπογραφή της ανακωχής του Μούδρου), υπό τον κινηματία κυβερνήτη Αντιπλοίαρχο Γ. Χατζηκυριάκο. Όλοι οι δρόμοι της Σμύρνης γεμάτοι πτώματα Ελλήνων και Αρμένιων. Γεμάτη άψυχα κουφάρια κι η θάλασσα της Σμύρνης από την πόλη και τα τριγύρω χωριά. Στις 17/30-09 ήταν η τελευταία μέρα που μπορούσαν να φύγουν οι Έλληνες σύμφωνα με το τελεσίγραφο του Nuredin. Οι Τούρκοι έκαναν ελέγχους στους επιβιβαζόμενους σε πλοία και συλλαμβάνανε πολλούς. Σχημάτιζαν φάλαγγες για να τους εκτοπίσουν μα εκτελούσαν εν ψυχρώ τους περισσότερους. Πολλοί πέθαναν από επιδημίες τύφου και εντερίτιδας. Όσοι είχαν συλληφθεί και δεν τους είχαν σκοτώσει, οδηγήθηκαν στην ενδοχώρα. Ξένοι πολίτες έκαναν διπλωματικές κινήσεις υπό τον Αμερικανό Jennings και επιτράπηκε σε ελληνικά πλοία να παραλάβουν τους πρόσφυγες. 15.000 πρόσφυγες στα πλοία(11/24-09), 43.000 (13/26). Είχαν μεταφερθεί από την Σμύρνη στην Μυτιλήνη 180.000 πρόσφυγες(ως 18/30-09). Για να εισέλθουν στα πλοία περνούσαν από 3 πύλες με αυστηρούς ελέγχους, αφού τους είχαν κάθε φορά κατακλέψει. Oι άνδρες κάτω από 45 ετών συλλαμβάνονταν και προωθούνταν στην ενδοχώρα… Αφού οι Τούρκοι παρέτειναν την εκκένωση, μπόρεσαν συνολικά να σωθούν + 250.000 πρόσφυγες. Από την πυρκαγιά και τις επιθέσεις των Τούρκων στους δρόμους τις Σμύρνης για 3-4 ημέρες περίπου γύρω στους 12.000 ανθρώπους, από τους οποίους οι 10.000 Έλληνες έχασαν την ζωή τους. Από τους 18.000 Αρμένιους της Σμύρνης μόλις 2.000 σώθηκαν ως πρόσφυγες. Κάηκαν 55.000 σπίτια από τα οποία τα 43.000 ήταν ελληνικά, τα 10.000 αρμενικά και 2.000 ξένων. Αποτεφρώθηκαν 117 σχολεία κοινοτικά και ιδιωτικά, ελληνικά και αρμενικά, όλα τα νοσοκομεία, 2 μουσεία και πολλά ιδρύματα. Από τις εκκλησίες οι 43 από τις 46. Οι σκηνές πανικού, στοίχησαν τη ζωή σε εκατοντάδες που πνίγηκαν μόλις 50 m από τη στεριά, κάτω από τα αδιάφορα μάτια των πληρωμάτων των συμμαχικών πλοίων. Όσοι Έλληνες συνελήφθησαν στην προκυμαία της Σμύρνης, εστάλησαν από τους Τούρκους στα ενδότερα και ελάχιστοι επιβίωσαν. Το τελευταίο πλοίο που εγκατέλειψε τη Σμύρνη ήταν το «Έλλη», ενώ το πλήθος απελπισμένο στην προκυμαία έβλεπε να εγκαταλείπεται και να επαφίεται στην καλή διάθεση των Μεγάλων Δυνάμεων. Παρ’ ότι είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια ο αριθμός των νεκρών από τη γενοκτονία των Ελλήνων Μικρασιατών(300.000- 1 εκ), σύμφωνα με τις εκτιμήσεις Ελλήνων και ξένων συγγραφέων, τουλάχιστον 500.000(εκτός των Ποντίων) Μικρασιάτες έχασαν τη ζωή κάτω από βασανιστικές και απάνθρωπες συνθήκες. Οι σχεδιασμένοι και ανελέητοι διωγμοί είχαν 2 επιδιώξεις.
1. η εξόντωση των εθνικών μειονοτήτων στην Τουρκία για να επιτευχθεί ο πλήρης εκτουρκισμός, εξισλαμισμός της χώρας, η εθνοκάθαρση στην οποία επέβλεπε η εθνική ιδεολογία των Νεότουρκων-Κεμαλιστών
2. η οικονομική και κοινωνική αποδυνάμωση, εξουδετέρωση των Ελλήνων, στα χέρια των οποίων είχαν περιέλθει εμπόριο, τραπεζικό σύστημα, βιομηχανία και επιστημονικό δυναμικό της Τουρκίας. Για αυτό οι Έλληνες στις μεγάλες πόλεις αποτελούσαν το ανώτερο κοινωνικό στρώμα, ήταν η αστική τάξη
Ανακωχή Μουδανιών και ξεριζωμός ελληνισμού Α Θράκης Το τέλος της μικρασιατικής εκστρατείας δημιούργησε έκρυθμη κατάσταση στην Ελλάδα. Μέσα στη γενική σύγχυση ήλθε να προστεθεί ότι το χειρότερο, διοικητές των στρατιωτικών τμημάτων Χίου και Μυτιλήνης επαναστατούν κατά της νομίμου κυβέρνησης στρέφοντας τα όπλα κατά της Αθήνας. Την ηγεσία αναλαμβάνουν οι συνταγματάρχες Νικόλαος Πλαστήρας και Στυλιανός Γονατάς και ο αντιπλοίαρχος Δημήτρης Φωκάς. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος Α΄ αναγκάζεται προ της διάλυσης του κράτους σε παραίτηση υπέρ του διαδόχου Γεωργίου και καταφεύγει στην Ιταλία, όπου πεθαίνει από καρδιακό επεισόδιο. Στην Αθήνα, με σύντομες διαδικασίες οι θεωρούμενοι ως πρωταίτιοι της Μικρασιατικής Καταστροφής θα οδηγηθούν ενώπιον Στρατοδικείου. Από τους 8 κατηγορούμενους οι 6(Δ. Γούναρης, Ν. Στράτος, Π. Πρωτοπαπαδάκης, Ν. Θεοτόκης, Γ. Μπαλτατζής και ο αρχιστράτηγος Γ. Χατζηανέστης) θα καταδικασθούν σε θάνατο με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Η εκτέλεσή των θα πραγματοποιηθεί στις 15/11/1922. Η δίκη-πράξη ικανοποίησης της λαϊκής οργής και αποκατάστασης του γοήτρου του στρατού- πέρασε στην ιστορία ως «Δίκη των έξι». Ένα άμεσο πρόβλημα μετά την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου και της καταστροφής, ήταν η κατάπαυση των εχθροπραξιών. Την πρωτοβουλία για την σύναψη ανακωχής είχαν οι Άγγλοι, που ένιωθαν τώρα άμεσα στο Çanakkale την πίεση του κεμαλικού στρατού, καθώς έλειπε πια η προστατευτική για τους Άγγλους ελληνική παρουσία στα ενδότερα. Η ανακωχή υπογράφτηκε στα Μουδανιά(28/09/1922), χωρίς την σύμπραξη της ελληνικής αντιπροσωπείας. Οι Σύμμαχοι εξασφάλισαν τον έλεγχο των Στενών και αποδέχτηκαν την αποχώρηση των Ελλήνων από την μικρασιατική ζώνη(πραγματικότητα) κι από την Α Θράκη, όπου υπήρχαν ισχυρές ελληνικές δυνάμεις και συμπαγείς ελληνικοί πληθυσμοί. Καθώς για τους Σύμμαχους προείχε να ρυθμίσουν ευνοϊκά τα ζητήματα που τους αφορούσαν, επέστρεψαν στους Τούρκους την Α Θράκη προβλέποντας και την άμεση αποχώρηση του ελληνικού στρατού. Η ελληνική επαναστατική κυβέρνηση δυσκολεύτηκε να αποδεχτεί τη ρήτρα αποχώρησης από την Α Θράκη, αλλά τελικά αναγκάστηκε να υποκύψει και να αποδεχτεί την ανακωχή των Μουδανιών(30/09-13/10/1922). Την επόμενη μέρα, άρχισε η υποχώρηση του ελληνικού στρατού, που ακολούθησαν 250.000 άμαχοι Έλληνες. Έτσι ξεριζώθηκε ο ελληνισμός της Α Θράκης και πύκνωσε το ρεύμα της προσφυγιάς. Με πλοία μεταφέρθηκαν οι περισσότεροι Έλληνες και της Α Θράκης, ενώ άλλοι χρησιμοποίησαν το οδικό δίκτυο των διαβάσεων του Έβρου, μεταφέροντας με υποζύγια και βοϊδάμαξες ό,τι μπορούσαν από την κινητή περιουσία τους. Λίγες μέρες αργότερα ακολούθησαν και οι Έλληνες της χερσονήσου Καλλίπολης. Οι Έλληνες παρέδωσαν(12/25-11-1922) στους Σύμμαχους(μεσολαβητές) την διοίκηση της Α Θράκης κι εκείνοι την μεταβίβασαν αυθημερόν στους Τούρκους. Κάτω από τις παραπάνω καταστάσεις στο εσωτερικό και εξωτερικό μέτωπο η Ελλάδα «οδηγείται» σε μια νέα διάσκεψη ειρήνης με στόχο να περισωθεί ό,τι απέμεινε. Συνθήκη της Λωζάννης-Ταφόπλακα Μεγάλης Ελλάδας Λίγο πριν τη σύναψη της νέας συνθήκης, το 1ο θέμα που απασχόλησε ήταν το ποιες χώρες θα προσκαλούνταν στις διαπραγματεύσεις, που είχαν προγραμματισθεί για την Λωζάννη. Το δύσκολο έργο της εκπροσώπησης της Ελλάδας, η ελληνική επαναστατική κυβέρνηση το αναθέτει στον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος βλέπει την κρισιμότητα των περιστάσεων και δέχεται να τεθεί επικεφαλής της ελληνικής διπλωματικής αποστολής στη Λωζάννη για να συναφθεί «έντιμος ειρήνη». Ρόλος τραγικός για τον οραματιστή της Μεγάλης Ιδέας, τον θριαμβευτή της συνθήκης των Σεβρών και δημιουργό της Μεγάλης Ελλάδας, να διαπραγματεύεται τον ακρωτηριασμό της. Έχει εγκατασταθεί στην Ιταλία(28/10/1922) το φασιστικό καθεστώς του Benito Mussolini, που με δήλωσή του προς στον Έλληνα υπουργό Αλεξανδρή, που βρισκόταν στη Ρώμη, εκθέτει τις ιταλικές προθέσεις για προσάρτηση της Δωδεκανήσου. Η Τουρκία, αν και ηττημένη του ευρωπαϊκού πολέμου, μετά τη μικρασιατική καταστροφή υπαγορεύει τους όρους της στη διάσκεψη ειρήνης και διαπραγματεύεται από θέση ισχύος, ερήμην των πρώτων νικητών, που έχουν εγκαταλειφθεί από τους συμμάχους. Η Ελλάδα είναι μόνη. Οι ΗΠΑ διαβίβασαν στις κυβερνήσεις Αγγλίας, Γαλλίας και Ιταλίας ότι όφειλαν στις νέες ρυθμίσεις να λάβουν υπόψη τους και τα αμερικανικά συμφέροντα, που ταυτιζόταν με την συνέχιση της πολιτικής των «ανοιχτών θυρών», για περαιτέρω οικονομική διείσδυση στη νέα Τουρκία, θέματα που τέθηκαν και τους Αμερικανούς, σε απευθείας επαφές με την νέα κεμαλική ηγεσία. Οι ΗΠΑ πήραν μέρος στη Διάσκεψη Ειρήνης στη Λωζάννη, ως παρατηρητές, με αντιπροσώπους τον αμερικανό πρεσβευτή τον ναύαρχο Bristol ύπατο αρμοστή στην Κωνσταντινούπολη, τον ειδικό για Α θέματα Grew που αργότερα θα δηλώσει ότι «οι Έλληνες υπήρξαν αρκετά ενοχλητικοί στη Λωζάννη», ένα στέλεχος της Standard Oil και τον Lewis Heck που ασχολούταν τη αγορά πετρελαίων στην Κωνσταντινούπολη. Οι δυνάμεις της Entente στην προετοιμασία της διάσκεψης ειρήνης, δεν επιθυμούσαν την παρουσία αντιπροσώπων της Σοβιετικής Ένωσης, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων που ενδεχόμενα θα υποστήριζαν, από αντιιμπεριαλιστικό ζήλο και δικούς τους λόγους τα τουρκικά συμφέροντα και συμφώνησαν να προσκαλέσουν τη σοβιετική αντιπροσωπεία, μόνο όταν θα συζητούσαν το πρόβλημα των Στενών, καθώς είχαν συμφέροντα εκεί. Αρχίζει(08/20-11-1922) η διάσκεψη της Λωζάννης-εκείνη την εποχή ζούσαν ακόμη στη Μικρά Ασία 400.000 Έλληνες, την Κωνσταντινούπολη 300.000 και στον Πόντο 100.000 εκτός τους κρυπτοχριστιανούς- και θα φτάσει(01/12) στη Λωζάννη ο Σοβιετικός υπουργός εξωτερικών, Chicherin για να παραβρεθεί στη συνεδρίαση, για το ζήτημα των Στενών. Η διάσκεψη διακόπηκε(04/02/1923) μετά από έντονες διαμάχες(κυρίως λόγω τουρκικών ενστάσεων) για να ξαναρχίσει(23/04). Το τελικό κείμενο υπογράφηκε στις 24/07 μετά από 8 μήνες διαβουλεύσεων. Αντιπρόσωποι της Ελλάδας στη διάσκεψη της Λωζάννης ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Δημήτριος Κακλαμάνος, πληρεξούσιος υπουργός στο Λονδίνο. Αντιπρόσωποι από κεμαλικής πλευράς ήταν ο Ismet πασάς, υπουργός των Εξωτερικών και βουλευτής Αδριανουπόλεως, ο πρώην βουλευτής Τραπεζούντας Hasan Bey και ο Riza Nur Bey, υπουργός της Υγιεινής και Κοινωνικής Περιθάλψεως και βουλευτής Σινώπης, για τον οποίο μαρτυρίες ανέφεραν ότι πήρε μέρος στους διωγμούς εναντίον των χριστιανικών πληθυσμών Ιωνίας και Πόντου. Οι κεμαλικοί-πλέον η μοναδική και αδιαμφισβήτητη δύναμη εξουσίας στην πρώην οθωμανική επικράτεια και ο de facto συνομιλητής στη Λωζάννη- αντιτάξανε το σύνθημα «η Τουρκία στους Τούρκους», συνεχίζοντας την εθνικιστική δυναμική με το Κίνημα των Νεότουρκων(1908). Η τουρκική αντιπροσωπεία δεν ερχόταν στη Λωζάννη για να υπογράψει μια συμφωνία που θα την υπαγόρευαν οι Μεγάλες Δυνάμεις, αλλά να διαπραγματευτεί μια συνθήκη ειρήνης πάνω στην αρχή του νέου εθνικού κεμαλικού τουρκικού κράτους και την εδραίωση του τουρκισμού εις βάρος των μειονοτήτων της πρώην οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η νέα εθνικιστική Τουρκία είχε βγει ενισχυμένη από τον πόλεμο και αποφασισμένη να διεκδικήσει την εκπλήρωση των εθνικών της στόχων. Από αγγλικής πλευράς επικεφαλής ήταν ο υπουργός Εξωτερικών λόρδος Corson και πρόεδρος της διάσκεψης, «λόρδος των πετρελαίων της Μοσούλης» όπως ονομάστηκε και συνέχισε να είναι αντιπρόσωπος της Βρετανίας ακόμη και μετά την πτώση της κυβέρνησης συνασπισμού του Lloyd George, της ιταλικής ο Benito Mussolini, ο οποίος πλησίασε τους Έλληνες αντιπροσώπους στηρίζοντας για δικούς τους λόγους το εγχείρημα προέλασης του ελληνικού στρατού στην Α Θράκη και μετά τη διακοπή των εργασιών της διάσκεψης, παραχώρησε τη θέση του στο μαρκήσιο Garoni και της γαλλικής ο πρωθυπουργός Poincare, στον οποίο ο Βενιζέλος είπε κατά τη διάρκεια των συζητήσεων ότι «η Γαλλία πρόδωσε την Ελλάδα». Οι αξιώσεις των Τούρκων απέναντι στην Ελλάδα στη διάσκεψη, όπου o Ελβετός πρόεδρος Hab ευχήθηκε «όπως ο ελληνοτουρκικός πόλεμος είναι ο τελευταίος εν τη ιστορία της ανθρωπότητος» ήταν: πολεμικές αποζημιώσεις, παραχώρηση της Δυτικής Θράκης, κατάργηση του ελληνικού στόλου, απομάκρυνση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, πλήρη έξωση των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης και των υπολοίπων, που ζούσαν στη Μικρά Ασία. Όταν άρχισε η συζήτηση του Θρακικού ζητήματος στις εργασίες της Συνθήκης της Λωζάννης ο Ismet πασάς ζήτησε να επιστραφούν στην Τουρκία όλες εκείνες οι περιοχές της Δ Θράκης, που σύμφωνα με τη συνθήκη της Κωνσταντινούπολης ανήκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο Ismet, μετέπειτα İnönü, τόνισε ότι οι συμφωνίες της Σόφιας και του Βερολίνου που πρόβλεπαν την παραχώρηση τους στην Βουλγαρία δεν είχαν επικυρωθεί ποτέ από τη σουλτανική κυβέρνηση. Για το θέμα παραχώρησης της περιοχής του Κaragats, επικαλέστηκε ως λόγους παραχώρησής τους, στην Τουρκία το σιδηροδρομικό σταθμό της Αδριανούπολης και την αμυντική ασφάλειά της πόλης, με το σκεπτικό ότι δεν ήταν λογικό να έχει η Ελλάδα τη δυνατότητα του εμπορικού και στρατιωτικού αποκλεισμού, της πρωτεύουσας της Α Θράκης. Το αίτημα αυτό αντικρούστηκε από τον Βρετανό αντιπρόσωπο λόρδο Corson και ο Βενιζέλος δείχνοντας με τις στατιστικές ότι η πόλη του Κaragats ήταν αποκλειστικά ελληνική, πρότεινε να δοθεί στην Τουρκία, μικρή περιοχή της δεξιάς όχθης του Έβρου για την κατασκευή σιδηροδρομικού σταθμού. Η εδαφική και στρατιωτική Επιτροπή του Συνεδρίου της Λωζάννης ξεκίνησε(22/11/1922), τη συζήτηση για τα σύνορα της Θράκης και η επιλογή του Corson να ξεκινήσει μ’ αυτό ήθελε να φέρει σε δύσκολη θέση την Τουρκία και να καταδείξει την σύμπνοια των Συμμάχων. Στη συζήτηση αυτή ο Βενιζέλος επισήμαινε ότι στην Ελλάδα έχει γίνει επανάσταση και ο στρατός αναδιοργανώθηκε για να σώσει την Α Θράκη, που είχε ζητήσει να θυσιαστεί για να τεθεί επικεφαλής της Ελληνικής αντιπροσωπείας, πιστεύοντας ότι αν γινόταν αυτή η παραχώρηση δε θα υπήρχαν άλλα αιτήματα. Η Τουρκία όμως επανήλθε ζητώντας τμήμα της δεξιάς πλευράς του Έβρου και δημοψήφισμα για τη Δ Θράκη, χωρίς όμως να προσδιορίζει με σαφήνεια τα όρια της περιοχής στην οποία αναφερόταν. Ο Ismet πασάς, τόνισε ότι δε ζητούσε επιστροφή της Δ Θράκης αλλά ήθελε να προστατεύσει τους τουρκικούς πληθυσμούς εκεί. Η διάσκεψη ασχολήθηκε(10/01/1923) με το αίτημα της Τουρκίας να απομακρυνθεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης. Όλες οι αντιπροσωπείες αρνήθηκαν, οι ΗΠΑ, σκεπτόντουσαν να το χρησιμοποιήσουν για τις επεμβάσεις τους σε Σοβιετική Ρωσία και Εγγύς Ανατολή, ο Βενιζέλος είπε ότι κάτι τέτοιο θα επέφερε πολιτική, οικονομική και κοινωνική καταστροφή, πανικό στους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης και η Ελλάδα δεν άντεχε νέο κύμα προσφύγων. Ο Λόρδος Corson επισήμανε κάτι τέτοιο θα ήταν προσβολή του θρησκευτικού συναισθήματος όλου του χριστιανικού κόσμου, «αλλά θα επέφερε και σημαντικότατη οικονομική ζημία στην Κωνσταντινούπολη». Ο Ιταλός αντιπρόσωπος Montagna και πρόεδρος της υποεπιτροπής ανταλλαγής πληθυσμών υποστήριξε το δικαίωμα της Τουρκίας να απομακρύνει μονομερώς το Πατριαρχείο, κάτι που εξυπηρετούσε την ιταλική πολιτική και το Βατικανό, που δεν θα είχε κάποιο συγκεκριμένο πρόβλημα με αυτήν την ιδέα. Οι Τούρκοι αντιπρόσωποι αρκέστηκαν τελικά με προφορική διαβεβαίωση του Ismet πασά, να συμβιβαστούν στην πρόταση του λόρδου Corson να παραμείνει το Πατριαρχείο ως καθαρό θρησκευτικό ίδρυμα χωρίς πολιτικές, διοικητικές και μη εκκλησιαστικές εξουσίες και αρμοδιότητες. Κάτι που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Το τελικό σχέδιο που είχε καταρτισθεί από την πλευρά των Μεγάλων Δυνάμεων καθόριζε(18/01/1923) ως ελληνοτουρκική μεθόριο, τη βουλγαροτουρκική του 1916(επί του Έβρου), με το Κaragats, αρχικά να παραμένει στην Ελλάδα. Η νέα συνθήκη υπογράφτηκε στη Λωζάννη(24/07/1923) από Ελλάδα, Τουρκία και τις άλλες χώρες που πολέμησαν στον Α’ ΠΠ και την Μικρασιατική εκστρατεία(1919-22) και συμμετείχαν στην Συνθήκη των Σεβρών συμπεριλαμβανομένης και της ΕΣΣΔ(δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνθήκη). Η συνθήκη της Λωζάννης κατήργησε την Συνθήκη των Σεβρών που δεν είχε γίνει αποδεκτή από την νέα κυβέρνηση της Τουρκίας που διαδέχθηκε τον Σουλτάνο. Μετά την εκδίωξη από την Μικρά Ασία του Ελληνικού στρατού από τον Τουρκικό υπό την ηγεσία του Kemal, εμφανίστηκε η ανάγκη για αναπροσαρμογή της συνθήκης των Σεβρών. Η Τουρκία ανέκτησε Α Θράκη, κάποια νησιά του Αιγαίου, λωρίδα γης κατά μήκος των συνόρων με την Συρία, την περιοχή Σμύρνης και της Διεθνοποιημένης Ζώνης των Στενών η οποία όμως θα έμενε αποστρατικοποιημένη και αντικείμενο νέας διεθνούς διάσκεψης. Παραχώρησε τα Δωδεκάνησα στην Ιταλία, όπως προέβλεπε η συνθήκη των Σεβρών, αλλά χωρίς πρόβλεψη για δυνατότητα αυτοδιάθεσης. Ανέκτησε πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα σε όλη την επικράτεια και απέκτησε δικαιώματα στρατιωτικών εγκαταστάσεων σε όλη την επικράτειά της εκτός της ζώνης των στενών. Η Τουρκία αναγνώρισε ρητά την ελληνική κυριότητα σε Λήμνο, Σαμοθράκη, Μυτιλήνη, Χίο, Σάμο και Ικαρία. Σύμφωνα με το άρθρο 15 «Η Τουρκία παραιτείται υπέρ της Ιταλίας παντός δικαιώματος και τίτλου επί των κάτωθι απαριθμούμενων νήσων, τουτέστιν, της Αστυπαλαίας, Ρόδου, Χάλκης, Καρπάθου, Κάσου, Τήλου, Νισύρου, Καλύμνου, Λέρου, Πάτμου, Λειψών, Σύμης και Κω, των κατεχομένων νυν υπό της Ιταλίας και των νησίδων των εξ αυτών εξαρτωμένων, ως και της νήσου Καστελλόριζου». Η Ελλάδα υποχρεώθηκε να πληρώσει σε είδος(ελλείψει χρημάτων) πολεμικές επανορθώσεις. Η αποπληρωμή έγινε με επέκταση των τουρκικών εδαφών της Α Θράκης πέρα από τα όρια της συμφωνίας. Ίμβρος και Τένεδος παραχωρήθηκαν στην Τουρκία με τον όρο ότι θα διοικούνταν με ευνοϊκούς όρους για τους Έλληνες. Με την ίδια συνθήκη ορίζεται ο ποταμός Έβρος ως χερσαίο σύνορο Ελλάδας Τουρκίας. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης έχασε την ιδιότητα του Εθνάρχη και το Πατριαρχείο τέθηκε υπό ειδικό διεθνές νομικό καθεστώς. Η Τουρκία παραιτήθηκε από όλες τις διεκδικήσεις για της παλιές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκτός των συνόρων της και εγγυήθηκε τα δικαιώματα των μειονοτήτων στην Τουρκία. Με ξεχωριστή συμφωνία Ελλάδας-Τουρκίας αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή μειονοτήτων από τις 2 χώρες και η αποστρατικοποίηση κάποιων νησιών του Αιγαίου. Ο Βρετανός πολιτικός και πρωθυπουργός Lloyd George κατήγγειλε τη συνθήκη: «ως κορύφωση της αδικίας και μέγιστο κακό για ολόκληρη την ανθρωπότητα», και πως «…ουδείς υποστηρίζει ότι η συνθήκη αυτή αποτελεί έντιμον ειρήνην. Δεν είναι απλώς ειρήνη. Η πυρπόλησις της Σμύρνης και η ψύχραιμος σφαγή δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων εν τω εσωτερικώ της Μικράς Aσίας και στον Πόντο αποδεικνύει ότι ο Tούρκος παραμένει πάντοτε ο ίδιος». O πρόξενος των ΗΠΑ στη Σμύρνη George Horton, θα τονίσει ότι «…την εποχή των συνδιασκέψεων στη Λωζάννη αλλά και μετά την ολοκλήρωσή της σε συμφωνία, υποστήριξα δημοσίως ότι οι αμερικανικές αποστολές στο εξωτερικό έπρεπε να αντιδράσουν σ’ σ’ αυτήν την άθλια συνθήκη… όσοι συμμετείχαν στη συνδιάσκεψη της Λωζάννης είχαν αποφασίσει να ενεργήσουν με γνώμονα την προστασία των πετρελαϊκών συμφερόντων τα οποία και πρωταγωνιστούσαν παρασκηνιακά. Πρόθυμα δηλώνω και υποστηρίζω ότι οι εξελίξεις που κατέστησαν δυνατή την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάννης καθορίστηκαν από τα πετρελαϊκά συμφέροντα. Στον αγώνα δρόμου που έγινε για το ποιος θα εξασφάλιζε πρώτος την εύνοια της Τουρκίας, το νήμα κόπηκε από Αμερικανούς. Αντικείμενο όλων των διαπραγματεύσεων ήταν η Μοσούλη και το δικαίωμα για μια θέση στα πετρέλαια». Ο Mussolini θα πει στον Έλληνα υπουργό εξωτερικών Αλεξανδρή όταν ο τελευταίος τον επισκέφτηκε στη Ρώμη ότι, «…αι αποφάσεις της Λωζάννης είναι άδικοι δια την Ελλάδαν». Ανταλλαγή πληθυσμών και προσφυγικό ζήτημα Υπεγράφη(30/01/1923) η ελληνοτουρκική σύμβαση και το πρωτόκολλο «περί ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών». Σύμφωνα με το 1ο άρθρο του πρωτοκόλλου από 1ης Μαΐου 1923, θα έπρεπε να γίνει υποχρεωτική ανταλλαγή των χριστιανών Τούρκων υπηκόων με τους μουσουλμάνους ελληνικής υπηκοότητας. Οι Έλληνες και οι Τούρκοι υπήκοοι δεν θα έχουν το δικαίωμα επιστροφής στους τόπους, που ζούσαν χωρίς την άδεια της τουρκικής και ελληνικής κυβέρνησης. Πριν και μετά την συνθήκη της Λωζάννης, μετακινήθηκαν ή ανταλλάχθηκαν περίπου 1,5 χριστιανοί Τούρκοι υπήκοοι, με 460.000 μουσουλμάνους Έλληνες υπηκόους. Η ανταλλαγή έγινε στη βάση του θρησκεύματος και γι’ αυτό και δεν ανταλλάχθηκαν πολλοί Έλληνες του Πόντου που είχαν εξισλαμιστεί βίαια και παραμένουν μέχρι σήμερα στην περιοχή. Εξαιρέθηκαν οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης-χαρακτηρίστηκαν μη ανταλλάξιμοι- που με βάση τα στοιχεία που προσκόμισε στη διάσκεψη ο πρόεδρος της λόρδος Corzonήταν 390.000 επί συνολικού πληθυσμού της Κωνσταντινούπολης 1 εκ, όλοι εγκατεστημένοι εκεί πριν την 30/10/1918, οι Έλληνες Ίμβρου και Τενέδου(12.000) και οι μουσουλμάνοι της Δ Θράκης(περίπου 100.000). Ο χαρακτηρισμός της μειονότητας της Θράκης ως θρησκευτικής-μουσουλμανικής οφείλεται στην επιμονή του μέλους της τουρκικής αντιπροσωπείας Riza Nur Bey, ο οποίος τόνισε: «υπάρχουν μόνο θρησκευτικές μειονότητες, όχι φυλετικές. Γι’ αυτό και η τουρκική αντιπροσωπεία δεν παραδέχεται τις αρχές περί προστασίας φυλετικών η γλωσσικών μειονοτήτων». H τουρκική αντιπροσωπεία ήταν υπέρ της αποχώρησης των Ελλήνων, από την Κωνσταντινούπολη, κάτι που προκάλεσε τις αντιδράσεις του Βενιζέλου, ο οποίος υποστήριξε ότι κάτι αυτό θα σήμαινε καταστροφή για την Ελλάδα, που είχε ήδη δεχθεί πρόσφυγες που ξεπερνούσαν πολύ το 1,3 εκ. Ένα από τα πιο βασικά αποτελέσματα της συνθήκης της Λωζάννης υπήρξε η αναγκαστική ανταλλαγή πληθυσμών. O λόρδος Corzon τη θεωρούσε «πολύ κακή και ανήθικη» και πως «οι τουρκικές προτάσεις περί ανταλλαγής πληθυσμών, μία κακήν και ελλατωματικήν λύσιν, δια την οποίαν ο κόσμος θα έχη να πληρώση εί αιώνα. Είναι τελείως καθαρόν, ότι οι Τούρκοι θέλουν ν’ απαλλαγώσιν των Ελλήνων ή να καταστήσωσιν την διαμονήν των σκληράν και αδύνατον». Και οι ΗΠΑ έπαιρναν στάση υπέρ της αναγκαστικής ανταλλαγής των πληθυσμών. Οι εμπειρογνώμονες της ανταλλαγής, επειδή τους ήταν αδύνατο να καθορίσουν ποιος ήταν Έλληνας και ποιος Τούρκος από εθνική άποψη, ακολούθησαν το οθωμανικό κριτήριο που είχε εφαρμοσθεί αιώνες και ήταν αποκλειστικά θρησκευτικό: «Έλληνας» ήταν αυτός που ανήκε στο χριστιανορθόδοξο Millet, «Τούρκος» αυτός που ανήκε στο μουσουλμανοσουννιτικό Millet, άσχετα από την μητρική του γλώσσα». Βασική παράμετρος της υποχρεωτικής ανταλλαγής πληθυσμών: η παραμονή των Ελλήνων Κωνσταντινούπολης, Ίμβρου και Τενέδου με καθεστώς αυτοδιοίκησης(άρθρο 14) και των μουσουλμανικών μειονοτήτων της Θράκης, που χαρακτηρίστηκαν μη ανταλλάξιμοι. Οι Τούρκοι είχαν προτείνει τον όρο θρησκευτική μειονότητα και όχι φυλετική, που είχε διαγραφεί κατά τουρκική απαίτηση, όταν διατυπώθηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Είχε προταθεί και ο όρος τουρκική μουσουλμανική μειονότητα, όχι από τους Τούρκους που δεν έγινε δεκτός γιατί υπήρχε ο φόβος ότι υπάρχουν και Αλβανοί μουσουλμάνοι στην Ελλάδα και δεν έπρεπε να χαρακτηρισθούν έτσι. Ο Βενιζέλος πρότεινε για μείζονα προστασία οι μειονότητες να μη στρατεύονται, να μη έχουν πολιτικά δικαιώματα, να μη εκλέγουν και να μην εκλέγονται. Δεν έχει ξεκαθαρισθεί ποιος πρότεινε την ανταλλαγή των πληθυσμών. Ο Ismet πασάς διατύπωσε την θέση ότι προήλθε από την ελληνική πλευρά, υποστηρίζεται ότι η ανταλλαγή των πληθυσμών δεν ήταν εντελώς νέα λύση στην ελληνοτουρκική διένεξη καθώς «ο Βενιζέλος είχε προτείνει ο ίδιος ένα παρόμοιο μέτρο αν και σε περιορισμένη κλίμακα τις παραμονές του Α’ ΠΠ». Η ανταλλαγή σχετίστηκε με τη θέληση του Βενιζέλου, «να ξεφορτωθεί όσο το δυνατόν γρηγορότερα τους 350.000 περίπου μωαμεθανούς για να ανοίξει χώρο στους Έλληνες πρόσφυγες», γνωρίζοντας ταυτόχρονα, ότι για την Τουρκία, ελάχιστη σημασία είχαν οι συνθήκες και πως οι Έλληνες τελικά θα έφευγαν από εκεί. Στη Λωζάννη ο Βενιζέλος υποστήριξε ότι η πρόταση ανήκει στον Νορβηγό ύπατο αρμοστή της Κοινωνίας των Εθνών Fr. Nansen κι o Nansen μίλησε για πιέσεις από τις Μεγάλες Δυνάμεις που τον παρότρυναν προς αυτήν την κατεύθυνση. Άλλοι θεωρούν ότι με την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών(193.356 Έλληνες άφησαν την Τουρκία για την Ελλάδα αντί 354.647 Τούρκων, που άφησαν την Ελλάδα για την Τουρκία), η Σύμβαση της Λωζάννης, ήταν πιο συμφέρουσα για την Ελλάδα παρά για την Τουρκία. Αποκορύφωμα της σύμβασης: ξερίζωμα του ελληνικού στοιχείου υποχρεωτικά από τις πατρογονικές του εστίες. «Η συνθήκη της Λωζάννης επιβάλλει θυσίας και εις τα δύο κράτη», είχε πει ο Βενιζέλος. Ο Γάλλος ιστορικός Drio ανεβάζει σε χιλιάδες τους δολοφονημένους Έλληνες από τις τουρκικές διώξεις που επακολούθησαν και θεωρεί την εξαφάνιση των Ελλήνων από την Τουρκία μεγαλύτερη και χειρότερη από τη πτώση της Κωνσταντινούπολης: «Αποφασίστηκε να γίνει ανταλλαγή των πληθυσμών. Ενάμισι εκατομμύριο πρόσφυγες καταφύγανε στην ευρωπαϊκή Ελλάδα. Ήταν η μεγαλύτερη καταστροφή του σύγχρονου ελληνισμού. Αυτό το δράμα συγκλόνισε βαθιά την ελληνική ψυχή… Το σπουδαιότερο όμως άρθρο της συνθήκης ήταν αυτό που επέβαλε την υποχρεωτικά ανταλλαγή των πληθυσμών, πάνω από ενάμισι εκατομμύριο Έλληνες ήρθαν στην Ελλάδα από την Ασία. Ο εθνολογικός και πολιτικός χάρτης της Εγγύς Ανατολής τροποποιήθηκε. Όταν οι μωαμεθανοί εγκατέλειψαν τη Μακεδονία, οι κυβερνήσεις των Φιλελευθέρων εγκατέστησαν στα εγκαταλελειμμένα εδάφη Έλληνες χωρικούς από την Α με αποτέλεσμα την πλήρη επικράτηση του ελληνικού στοιχείου σε μια περιοχή όπου η εθνολογική ετερογένεια είχε δημιουργήσει επανειλημμένα διεθνείς επιπλοκές. Χιλιάδες πρόσφυγες σχημάτισαν ζώνες αθλιότητας στην περιφέρεια μεγάλων πόλεων όπου η ανεργία, η φτώχεια και η έλλειψη στέγης δημιουργούσαν μόνιμη εστία κοινωνικής και πολιτικής αναταραχής. «Ύστερα ήλθε η Ελληνοτουρκική Σύμβαση που είχε ως αποτέλεσμα να αλλάξει πέρα για πέρα την εθνολογική σύνθεση όλων των χωρών που βρίσκονται τριγύρω από το Αιγαίο και τον Εύξεινο Πόντο». Η συνθήκη της Λωζάννης εγκαινίασε νέα εποχή στο διεθνές δίκαιο, την υποχρεωτική μετανάστευση και ανταλλαγή των πληθυσμών. Χρησίμευσαν σαν σκεύη χιλιάδες άνθρωποι το πιο ζωντανό κομμάτι του ελληνισμού που με την εκδίωξη και προσφυγοποίησή τους άνοιξαν το δρόμο στην τουρκοποίηση της Α Θράκης, ενώ άλλοι 900.000 μικρασιάτες πρόσφυγες επέτρεψαν με τον ξεριζωμό τους την τουρκοποίηση της Δ Μικρασίας και την αξιοποίηση της Μοσούλης από τις μεγάλες δυνάμεις και την ΤURKIS PETROLEUM». Η υποχρέωση υποδοχής, περίθαλψης και ένταξης των προσφύγων αναγκάζει την ελληνική κυβέρνηση να ζητήσει βοήθεια από την Κοινωνία των Εθνών με δάνειο 10 εκ £ και να προσφύγει σε διαρκείς εξωτερικούς δανεισμούς με καταθλιπτικούς για την οικονομία όρους και σκανδαλώδεις ρήτρες, υπεύθυνες για την εσωτερική κρίση του 1929-αποτέλεσμα της διεθνούς κρίσης- και την πτώχευση του 1932. Ιδρύθηκε(1923) αυτόνομος οργανισμός με την επωνυμία «Επιτροπή αποκατάστασης Προσφύγων»(ΕΑΠ), με έδρα την Αθήνα υπό την εποπτεία της ΚΤΕ και υπό την προεδρία του Αμερικανού διπλωμάτη Henry Morgenthau με τετραμελές συμβούλιο, και με σκοπό την οριστική στέγαση και την απασχόληση των προσφύγων. Για την περίθαλψή τους διατέθηκαν πόροι του Ελληνικού κράτους, συνεισέφεραν ιδιωτικές οργανώσεις και βοήθησαν οργανισμοί(π.χ. Βρετανικός Ερυθρός Σταυρός, Σουηδικός Ερυθρός Σταυρός, Αμερικανικός Ερυθρός Σταυρός, YMCA κ.ά.) Με βάση το άρθρο 11 της Σύμβασης περί Ανταλλαγής Πληθυσμών της Λωζάννης αρχίζει(05/10/1923) στη Κωνσταντινούπολη η λειτουργία της «Μικτής Επιτροπής Ανταλλαγής Πληθυσμών», η οποία ασχολείται και με την εκκαθάριση των περιουσιακών στοιχείων των προσφύγων. Τα πρώτα χρόνια της άφιξής τους οι Μικρασιάτες πρόσφυγες παρουσίασαν μεγάλη κινητικότητα στις μετακινήσεις τους, περιφερόμενοι σε αναζήτηση μόνιμης εγκατάστασης από τις αστικές προς τις αγροτικές περιοχές και τανάπαλιν, παρά τις επιδιώξεις των κυβερνήσεων για αύξηση της αγροτικής παραγωγής. Η ΕΑΠ φρόντισε ώστε οι αστοί τους πρόσφυγες που προέρχονταν από τον ίδιο οικισμό ή ευρύτερη περιοχή να εγκαθίστανται μαζί στο ελληνικό έδαφος ως μικροϊδιοκτήτες και αρνητές του κομμουνιστικού κινδύνου, όπως τον έβλεπε ο παρεμβατισμός της ΚΤΕ στο έργο της ΕΑΠ και της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος. Η προσπάθεια μαζικής μετακίνησης προσφυγικών πληθυσμών στη μακεδονική γη πέραν της αναπτυξιακής αγροτικής πολιτικής εξυπηρέτησε και τον πολιτικό στόχο της αντικατάστασης των σλαβοφώνων, που μετανάστευαν αναγκαστικά προς Βουλγαρία και Σερβία ή προς τις χώρες του Νέου Κόσμου. Η προσωρινή στέγαση Μικρασιατών προσφύγων έγινε σε γήπεδα, θέατρα, αυλές εκκλησιών, δημόσια κτήρια, παράγκες, σκηνές, χαμόσπιτα και καλύβες σε εγκαταλελειμμένα χωριά, οικισμούς αμιγώς προσφυγικούς. Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν άθλιες. Δεν υπήρχαν έργα υποδοχής, δίκτυα ύδρευσης, ηλεκτροφωτισμού και αποχέτευσης. Έλειπαν οι χώροι αναψυχής, ενώ μεταδίδονταν εύκολα επιδημικές ασθένειες (π.χ. εξανθηματικός τύφος, γρίπη, ελονοσία, φυματίωση και ευλογιά, παρούσες ήδη στην Ελλάδα και πριν την άφιξη των προσφύγων). Δόθηκε προτεραιότητα στην αντιμετώπιση στοιχειωδών και πιεστικών αναγκών, όπως η διατροφή που αντιμετωπίστηκε με την οργάνωση συσσιτίων και παροχή τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Δεδομένης της προσμονής εκμετάλλευσης των γαιών από τους ντόπιους πληθυσμούς, της υπερπροσφοράς εργασίας και των προσπαθειών του κεφαλαίου να την εκμεταλλευτεί και των συχνών επιτάξεων κατοικιών, οι πρόσφυγες αντιμετωπίστηκαν εχθρικά στις αστικές και στις αγροτικές περιοχές. Στον αντίποδα βρίσκεται η βοήθεια μερίδας ντόπιων κατοίκων και πολλοί ιδιωτών, οι οποίοι πρόσφεραν ατομικά ή οργανωμένα με τη διενέργεια εράνων, την οργάνωση πρόχειρων συσσιτίων, τη διανομή ψωμιού, την παροχή ρουχισμού, φαρμάκων κ.ά. Η άφιξη των προσφύγων στη Ελλάδα προκάλεσε γενική κρίση. Ο αρχικός εκνευρισμός που ένοιωσαν οι ντόπιοι για τους πρόσφυγες πήρε σύντομα τη μορφή εχθρότητας. Οι πρόσφυγες αντιμετώπισαν πραγματικό μίσος από τους ντόπιους. Ο Μάρκος Βαμβακάρης, Σκυριανός στην καταγωγή, περιέγραψε θαυμάσια την κατάσταση αυτή: «Έμενε ο κόσμος στα βαγόνια των σιδηροδρόμων. Έμενε εκεί που είχε καμιά αποθήκη εγκαταλειμμένη. Τσαντίρια κάνανε. Καταστροφή, μεγάλη καταστροφή. Να μην ξαναδούν τα μάτια μας τέτοια πράγματα. Το τι τραβήξανε αυτοί οι άνθρωποι δεν λέγεται. Ατιμαστήκανε. Γίνανε χάλια, χάλια, χάλια. Άσε που ήταν ατιμασμένοι από κει με τους Τούρκους που τους καταδιώκανε. Και κατόπιν εδώ που ήρθανε τα ίδια. Προσπαθήσανε, κάνανε χίλια δυο να βρίσκουνε το ψωμί τους, μέχρι να βρουν ένα σπίτι να κάτσουνε. Αν ένας πατέρας είχε πέντε-έξη παιδιά και κορίτσια, άλλα άρπαγε ο ένας από δω, άλλα ο άλλος από κει. Καταστροφή μάνα μου… Και οι ντόπιοι δεν τους έβλεπαν με καλό μάτι. Αλλά τους βρίζανε. Χίλια δυο. Φύγετε από δω ρε! Πηγαίνετε παρά πέρα. Δεν τους κοιτάζανε. Δεν είχαν την αγάπη να πουν για στάσου, συγγενείς μας είναι, Έλληνες πραγματικοί. Να τους αγκαλιάσουμε. Δεν έγινε αυτό το πράμα, εγώ δηλαδή τι είδα. Μπορεί αλλού. Ήθελαν να τους κλέψουνε οι κλεφταράδες που ήταν εδώ πέρα. Ν’ αρπάξουν ό,τι είχαν. Να τους κλέψουνε, να τους γελάσουνε. Απατεώνες…». Η σύγκρουση ντόπιων και προσφύγων, θέτει τη σφραγίδα της σ’ όλη την επόμενη περίοδο. Οι γηγενείς αμφισβητούν την ελληνικότητα των προσφύγων. Ο τότε εισαγγελέας Βαζούρας έγραψε: «Η βρισιά τουρκόσπορος μαζί με σωρό ανάλογες βρισιές, όπως σκατοουγλούδες, παληοαούτηδες κ.λπ. ήταν στην ημερήσια διάταξη, από ανώτερα και κατώτερα κυβερνητικά όργανα… Το χάσμα ενισχύθηκε και συντηρήθηκε από τον άγριο οικονομικό ανταγωνισμό. τόσο στην ιδιοποίηση της γης, όσο και στις εμπορικές δραστηριότητες». Επιβίωση και εξέλιξη αυτής της αρχικής στάσης αποτελούν σήμερα τα λεγόμενα ποντιακά ανέκδοτα, για τα οποία ο Ηλίας Πετρόπουλος έγραψε: «Οι Ελλαδικοί νεοέλληνες δεν συμπαθούν τους πρόσφυγες. Και ακριβώς τα αντιποντιακά ανέκδοτα, που σήμερα κυκλοφορούν, εκφράζουν (σε τελική ανάλυση) την αντιπάθεια των γηγενών κατά της πολυπληθέστερης προσφυγικής ομάδας που εγκαταστάθηκε στη χώρα μας». Με βάση τα στοιχεία της ΚΤΕ, σε πολλές περιοχές της νέας τους εγκατάστασης τα πρώτα χρόνια πέθανε από τις κακουχίες το 20% των προσφύγων, ενώ αντιστοιχούσε 1 γέννηση σε 3 θανάτους. Επίλογος Η Μικρασιατική Καταστροφή, όπως γράφει ο Ακαδημαϊκός Διονύσιος Ζακυθινός, «υπήρξεν η τελευταία φάσις του υπερποντίου Ελληνισμού. Υπό τα ερείπιά της ετάφησαν αι Ιωνικαί και Ποντιακαί αποικίαι, αι κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το μέγα εκπολιτιστικόν έργο του Βυζαντίου, η θαυμασία αντίστασις και το αφανές κατόρθωμα των Ελλήνων της Τουρκοκρατίας. Τα κύματα του Αιγαίου έρριξαν επί των ακτών και των νήσων της Ελλάδος τα ελεεινά λείψανα του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας. Και αντήχησαν οι αιγιαλοί και τα βουνά από τον γόον των σπαρασσομένων ανθρώπων. Ποίος κάλαμος θα περιγράψη την άφατον τραγωδίαν;». Η Γενοκτονία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το Τουρκικό Κράτος, με τον Ν. 2645 της 9/13-10-1998(ΦΕΚ Α~ 234), που ψήφισε η Βουλή των Ελλήνων, καθιερώθηκε να εορτάζεται την 14η Σεπτεμβρίου εκάστου έτους, ως Ημέρα Εθνικής Μνήμης αυτών, ως μία από τις τραγικότερες συμφορές της ιστορίας του ελληνικού έθνους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου