Σάββατο 5 Μαΐου 2012

Ιουστινιανός Α’(483-565 μ.Χ.)

Ιουστινιανός Α’(483-565 μ.Χ.)
Ο Ιουστινιανός Α'(Flavius Petrus Sabbatius Iustinianus), γνωστός και ως Μέγας Ιουστινιανός, υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους Ρωμαίους αυτοκράτορες της Ανατολής, κυβερνώντας από το 527 έως το 565. ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΙ ΑΝΟΔΟΣ ΣΤΟΝ ΧΡΟΝΟ Ο Πέτρος Σαββάτιος, ιλλυρικής καταγωγής, γεννήθηκε στην περιοχή Tauresium και ήταν ανιψιός του στρατηγού(και αργότερα αυτοκράτορα) Ιουστίνου Α'. Με την άνοδο του θείου του στην εξουσία(518) ονομάστηκε πατρίκιος. Υπήρξε ο σημαντικότερος σύμβουλος και ουσιαστικός αντιβασιλέας του θείου του και, λίγο πριν τον θάνατο του τελευταίου(527), ονομάστηκε συναυτοκράτορας, παίρνοντας το όνομα Ιουστινιανός. Ήταν εξαιρετικά ικανός και αυταρχικός κυβερνήτης, με βαθιά λατινική και κλασσική μόρφωση. Η γυναίκα του Θεοδώρα, την οποία γνώρισε και παντρεύτηκε τον καιρό της εξουσίας του θείου του μέσω των κοινών τους επαφών με τους Βένετους, ήταν ταπεινής καταγωγής, αλλά υπέρμετρα φιλόδοξη, ικανή, οξυδερκής και όμορφη. Παρά την ταπεινή της καταγωγή, ο Ιουστίνος Α' τη δέχτηκε, όχι όμως και η γυναίκα του, η οποία δεν επέτρεψε το γάμο μέχρι το θάνατό της(524). Ακόμα και αν το παρελθόν της Θεοδώρας ήταν όντως σκοτεινό, είναι σίγουρο ότι με το γάμο της με τον Ιουστινιανό μεταμορφώνεται σε ιδανική σύζυγο και Αυτοκράτειρα. Από τις πρώτες ενέργειες του Ιουστινιανού ήταν η βελτίωση των οικονομικών, μέσω είσπραξης των φόρων, εργασία που ανέθεσε στον ικανό αλλά αντιπαθή στο λαό Ιωάννη Καππαδόκη. Αναθέτει τον ίδιο καιρό στον Τριβωνιανό την επανακωδικοποίηση των νόμων του Θεοδοσίου, απαλείφοντας αντικρουόμενες διατάξεις και μειώνοντας δραστικά το μέγεθος και την έκταση των ισχυουσών διατάξεων. Αντιμετώπισε τους Σασσανίδες Πέρσες από το 532, οπότε και υπέγραψε συμφωνία ειρήνης με το βασιλιά Χοσρόη Α', ώστε να μπορέσει να ασχοληθεί απερίσπαστος με το μεγάλο του όνειρο, την ανακατάκτηση της Δ. ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΝΙΚΑ(532) Όμως, ξέσπασαν σοβαρές ταραχές(Ιανουάριος 532) μετά την καταδίκη κάποιων Πράσινων και Βένετων σε θάνατο για επεισόδια στον Ιππόδρομο. Εκφράζοντας την αντιπάθειά τους στο πρόσωπο του απόμακρου αυτοκράτορά, στα μάτια τους ήταν ο εισηγητής της σκληρής φορολογικής πολιτικής που πραγματοποιούσε ο Ιωάννης Καππαδόκης, ο λαός ξεχύθηκε στους δρόμους της Πόλης, προκαλώντας καταστροφές και χρίζοντας αυτοκράτορα τον Υπάτιο, ανιψιό του Αναστασίου Α'. Η κατάσταση ξέφευγε από το έλεγχο του Ιουστινιανού, ο οποίος την παραμονή της εγκατάλειψης του θρόνου προς διαφυγή, μεταπείθεται(κατά μία εκδοχή) από τη Θεοδώρα και παραμένει για μάχη μέχρις εσχάτων. Έτσι, υπό τις εντολές του Βελισάριου, του Μούνδου και του διοικητή της φρουράς στρατηγού Ναρσή, ο ρωμαϊκός στρατός σφαγιάζει στον Ιππόδρομο 30.000 περ. στασιαστές και μη, δίνοντας τέλος στην «Στάση του Νίκα», η οποία έλαβε το όνομά της από το σύνθημα των επαναστατών. Η καταστροφή του ναού της Αγίας Σοφίας κατά τις ταραχές αποτελεί το έναυσμα για την ανάθεση από τον Ιουστινιανό της κατασκευής ενός νέου μεγαλοπρεπούς ναού. Έτσι, την ίδια χρονιά οι αρχιτέκτονες από τις Τράλλεις της Μ. Ασίας Ανθέμιος και Ισίδωρος ξεκινούν τις εργασίες κατασκευής, που ολοκληρώνονται το 537, χρησιμοποιώντας πολύχρωμα μάρμαρα από την Ελλάδα (κυρίως από τις Κυκλάδες) και ψηφιδωτά από διάφορα μέρη της Ιταλίας και της Ελλάδας. Ο Ναός της Αγίας του Θεού Σοφίας, έργο για το οποίο ο αυτοκράτορας δε φείσθηκε χρημάτων ή εργασίας, αποτελεί ορόσημο στην παγκόσμια ιστορία της αρχιτεκτονικής, με μέγεθος και μεγαλοπρέπεια που ως τις μέρες μας συγκινούν και προκαλούν δέος. ΕΠΑΝΑΚΤΗΣΗ Δ Μετά τη Στάση του Νίκα, ο Αυτοκράτορας καταπιάνεται με έναν από τους βασικούς του στόχους: την ανακατάληψη των Δ επαρχιών. Ο Βελισάριος, επικεφαλής του ρωμαϊκού στρατού (magister militum), εκστρατεύει κατά του βασιλείου των Βανδάλων της Β Αφρικής, κατακτά την Καρχηδόνα(533), και προετοιμάζεται για την απόβαση στην Ιταλική χερσόνησο. Με το θάνατο του βασιλιά των Οστρογότθων Θεοδώριχου(ή Θευδέριχου)(526), τη διακυβέρνηση αναλαμβάνει η φιλόδοξη γυναίκα του Αμαλασούνθα, κηδεμόνας του διαδόχου Αθαλάριχου, την οποία όμως εκθρονίζει και θανατώνει ο Θεόδαχαδ. Αυτή είναι η αφορμή που ζητά η Α Αυτοκρατορία για να επιτεθεί. Άμεσα ο Βελισάριος καταλαμβάνει τη Νάπολη και τη Ρώμη. Ο αρχηγός των Γότθων Ουίτιγις υποχωρεί στη Ραβέννα, αλλά σύντομα επιστρέφει για να πολιορκήσει τη Ρώμη. Ο Βελισάριος, ενισχυμένος από την πρωτεύουσα καταλαμβάνει τη γύρω περιοχή και υποχρεώνει τους Γότθους σε τελική υποχώρηση το 538, σε μάχη κοντά στη γέφυρα της Μουλβίας, στην ίδια περίπου θέση όπου ο Μέγας Κωνσταντίνος νίκησε το Μαξέντιο. Κατόπιν σειράς ασυνεννοησιών και αμφισβήτησης της πρωτοστρατηγίας του Βελισάριου από τους απεσταλμένους του αυτοκράτορα, Ναρσή και Ιωάννη, οι Γότθοι ανακαταλαμβάνουν το Μιλάνο, εξοντώνοντας τους 300.000 κατοίκους του. Χρονικά την ίδια στιγμή περίπου, η Αυτοκρατορία δέχεται και την επίθεση του Χοσρόη και των Περσών Α. Ενώ λοιπόν ο Ιουστινιανός είναι έτοιμος να ανακαλέσει το Βελισάριο για ενίσχυση στα ανατολικά, ο ιδιοφυής αυτός στρατηγός με δόλιο τέχνασμα καταλαμβάνει τη Ραβέννα, συλλαμβάνει τον Ουίτιγι και την οικογένειά του, δίνοντας τέλος στην εκστρατεία και ολοκληρώνοντας φαινομενικά για λογαριασμό του Ιουστινιανού την ανακατάληψη της Ιταλίας. Μετά την επιστροφή του στην πρωτεύουσα(539), ο Βελισάριος φεύγει σύντομα για να συναντήσει το Χοσρόη. Μετά από 2 χρόνια μαχών(και υπό το ψυχολογικό βάρος των απιστιών της γυναίκας του Αντωνίνας), ο Βελισάριος με τέχνασμα και πάλι εξουδετερώνει το Χοσρόη. Ξεσπά η επιδημία βουβωνικής πανώλης(542), η οποία πλήττει και τον Αυτοκράτορα. Ο Βελισάριος επιστρέφει στην Ιταλία, η οποία λόγω της ανικανότητας των ορισμένων από τον Ιουστινιανό διοικητών της έχει περιέλθει εκ νέου στους Γότθους. Δυστυχώς, υπό την πίεση της Θεοδώρας ο Ιουστινιανός πείθεται ότι ο Βελισάριος έχει τάσεις σφετερισμού, και έτσι τον εξοπλίζει δυσανάλογα φτωχά σε σχέση με τη φιλόδοξη αποστολή που του αναθέτει. Στην αντιπαράθεσή τους με τον ικανό Γότθο βασιλιά, Τωτίλα, οι Ρωμαίοι δεν μπορούν να κυριαρχήσουν. Ο Γότθος αρχηγός καταλαμβάνει τη Ρώμη το 546. Μετά από 5 χρόνια ατελέσφορων μαχών και διπλωματικών προσπαθειών, ο Βελισάριος ανακαλείται στην Πόλη(549), χωρίς να έχει επιτύχει την επανάκτηση της Ιταλικής χερσονήσου, έχοντας όμως αναχαιτίσει του Γότθους σε βαθμό που δε θα μπορέσουν ποτέ να εδραιώσουν την κυριαρχία τους. Έτσι, θα μπορέσει εύκολα ο Ναρσής- τον αντικαθιστά(551), με πολλαπλάσιο εξοπλισμό και μέσα, να ολοκληρώσει το έργο του Βελισάριου. Η επιστροφή του στρατηγού στην πρωτεύουσα(549) συμπίπτει χρονικά με το θάνατο της Θεοδώρας. Το γεγονός αυτό επιτρέπει τη συμφιλίωση των 2 ανδρών. Εν τω μεταξύ, στην Ιταλία, ο Ναρσής επικρατεί των βαρβάρων, καταφέρνοντας δύο συντριπτικές νίκες στην Μάχη των Βουσταγαλλώρων και στη Μάχη του Βεζουβίου, σκοτώνοντας τον Τωτίλα και τερματίζοντας την οστρογοτθική αντίσταση. Ένα μικρό εκστρατευτικό σώμα, υπό τις διαταγές του 80χρονου συγκλητικού Λιβέριου, στάλθηκε(551-5) στην Ιβηρική χερσόνησο, για να υποστηρίξει τον Αθανάγιλδο, που είχε εξεγερθεί εναντίον του βασιλιά Αγίλα. Το εκστρατευτικό σώμα σημείωσε εκπληκτική επιτυχία, καταλαμβάνοντας εύκολα τις παραλιακές πόλεις και το μεγαλύτερο μέρος της νότιας Ισπανίας, και με τη βοήθειά του, ο Αθανάγιλδος στέφεται βασιλιάς των Βησιγότθων(554). Παρότι ο νέος βασιλιάς απαίτησε την επιστροφή των ρωμαιοκρατούμενων εδαφών, αναγκάστηκε να προβεί σε συμβιβασμό, μέσω του οποίου το νότιο τέταρτο της Ισπανίας έγινε ρωμαϊκή επαρχία, ενώ το βησιγοτθικό βασίλειο αναγνώρισε την επικυριαρχία του Ιουστινιανού. ΠΕΡΣΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ Ο Ιουστινιανός κληρονόμησε από τον προκάτοχό του ανειλημμένες στρατιωτικές υποχρεώσεις στα Α σύνορα. Με αφορμή την επέμβαση των Περσών υπό τον Καβάδη Α' στην Λαζική και στην Ιβηρία, οι 2 αυτοκρατορίες ενεπλάκησαν σε αναμετρήσεις στην ρωμαιοπερσική μεθόριο. Ο στρατηγός Βελισάριος ηττήθηκε(529) κοντά στο συνοριακό οχυρό Δάρας, αλλά μπροστά στο ίδιο οχυρό συνέτριψε διπλάσιες περσικές δυνάμεις κατά την περίφημη μάχη του Δάρας(530). Αμφίβολο αποτέλεσμα είχε η σύγκρουση στο Καλλίνικο της Συρίας(531) με συνέπεια και οι 2 αντίπαλοι να αποσυρθούν, αν και οι Πέρσες ήταν σε πλεονεκτικότερη θέση. Η σύρραξη φάνηκε να κλιμακώνεται, αλλά ο θάνατος του Σασσανίδη μονάρχη(531) απέτρεψε αυτό το ενδεχόμενο. Ο Ιουστινιανός και ο διάδοχος του περσικού θρόνου Χοσρόης Α' συνομολόγησαν την Απέραντο Ειρήνη(532) με βαριές χρηματικές αποζημιώσεις εις βάρος των Ρωμαίων. Η επέμβαση των Ρωμαίων στα εσωτερικά της Αρμενίας(540) έδωσε στον Χοσρόη αφορμή να ξεκινήσει νέο κύκλο επιδρομών κατά της Α Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Παρακινούμενος και από Οστρογότθους πρέσβεις εισέβαλε(540) στην Συρία. Οι Ρωμαίοι, απασχολημένοι στη Ιταλία με τον πόλεμο εναντίον των Οστρογότθων, προέβαλαν ασθενική αντίσταση με συνέπεια το ίδιο έτος οι Πέρσες να εκπορθήσουν και να λεηλατήσουν τις πλούσιες πόλεις Βέροια(Χαλέπι) και Αντιόχεια(Ιούνιος 540). Ιδίως η καταστροφή της τελευταίας, η 3η σημαντικότερη πόλη της αυτοκρατορίας, υπήρξε μεγάλο πλήγμα για τους αμυνομένους. Ακολούθως, ο Χοσρόης βάδισε προς το μικρό, περιφερειακό αλλά στρατηγικά σπουδαίο βασίλειο της Λαζικής απαιτώντας λύτρα από τις πόλεις που συναντούσε καθ’ οδόν. Η κατάσταση είχε γίνει κρίσιμη για την αυτοκρατορία. Ο Βελισάριος ανακλήθηκε από την Ιταλία(541) και εστάλη στην περιοχή για να οργανώσει την αντίδραση των Ρωμαίων. Σε σύντομο διάστημα ανακλήθηκε εκ νέου χωρίς να έχει σημειώσει κάποια μεγάλη επιτυχία. Μια επιδημία πανώλης(542), καταπόνησε και τους 2 αντιπάλους αλλά οι περσικές επιδρομές συνεχίστηκαν, κυρίως στις περιοχές της Έδεσσας και της Θεοδοσιούπολης(σημ. Ερζερούμ Α Τουρκίας). Η καλύτερα οργανωμένη αντεπίθεση των Ρωμαίων τα επόμενα χρόνια και η σθεναρή αντίσταση της Έδεσσας στην επίμονη πολιορκία των Περσών, οδήγησαν σε συμφωνία πενταετούς ανακωχής(545). Καθώς όμως οι όροι της ανακωχής δεν διευθετούσαν την κατάσταση της Λαζικής, ο πόλεμος ουσιαστικά μεταφέρθηκε στη χώρα αυτή. Ωστόσο οι μακροχρόνιες εχθροπραξίες είχαν εξουθενώσει τις 2 αυτοκρατορίες. Επιπλέον, ο Χοσρόης αντιμετώπιζε εσωτερικά προβλήματα στο βασίλειό του. Ανανεώθηκε (551 και 557) η πενταετής ανακωχή του 545 και υπεγράφη(562) 50ετής συνθήκη ειρήνης, που σε γενικές γραμμές τηρήθηκε και από τα 2 μέρη. ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ Ο Ιουστινιανός θεωρούσε τον εαυτό του πρωτίστως ως ορθόδοξο Αυτοκράτορα και έλαβε μέτρα για την ενεργό επιβολή του χαλκηδονιανού Χριστιανισμού(Γ’ Οικουμενική Σύνοδος) σε όλη την επικράτειά του. Έτσι, νωρίς, έλαβε σκληρά μέτρα(529) κατά των εναπομεινάντων ειδωλολατρών, και έκλεισε την περίφημη Ακαδημία Αθηνών. Περιόρισε με νομοθετικά μέτρα τα δικαιώματα των Εβραίων και συνέτριψε με σκληρότητα την εξέγερση των Σαμαριτών. Καταδίωξε τους μανιχαϊστές, οι οποίοι, λόγω της συσχέτισής τους με την εχθρική Σασσανιδική Περσία, υπέφεραν ιδιαίτερα. Η αντιμετώπιση της πιο μεγάλης και επικίνδυνης αίρεσης, του Μονοφυσιτισμού, ποίκιλλε. Η επιρροή της Θεοδώρας-υποστήριζε τον Μονοφυσιτισμό και παρείχε προστασία σε σημαίνοντες εκπροσώπους του- μετρίασε την στάση του το 1ο μισό της βασιλείας του. Μετά τον θάνατό της όμως, σε συνδυασμό με την έντονη πίεση της Δ εκκλησίας και την έντονη ενασχόλησή του με την θρησκεία προς το τέλος της ζωής του, η κρατική καταπίεση εντάθηκε. Η αυταρχική του πολιτική και η τάση του να ελέγχει πλήρως την Εκκλησία, φάνηκαν στην συμπεριφορά του απέναντι στον πάπα Βιγίλιο, τον οποίο διαπόμπευσε δημοσίως και κατά την Ε’ Οικουμενική Σύνοδο που συγκάλεσε στην Κωνσταντινούπολη(553), η οποία λειτούργησε υπό το καθεστώς της κυριαρχίας των απόψεών του, δια της συνηθισμένης οδού της επιλεκτικής αποδοχής των συμμετεχόντων. Η ιεραποστολική του δραστηριότητα ήταν εξίσου έντονη. Απέστειλε ιερείς για να προσηλυτίσουν τους λαούς πέριξ της Αυτοκρατορίας, επιτυγχάνοντας να εκχριστιανίσει την Νουβία, τους Έρουλους και τους Αβασγούς. Η εισβολή των Κουτρίγουρων(559), που έφτασε μέχρι έξω από την πρωτεύουσα, αντιμετωπίζεται από το Βελισάριο με επιτυχία. Ο στρατηγός θα βρεθεί ξανά σε δυσμένεια(562), στερούμενος τη δόξα που του άρμοζε και τη θέση του στην ρωμαϊκή ιεραρχία. Αποκαταστάθηκε σύντομα. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Τις ημέρες του Ιουστινιανού η Αυτοκρατορία επεκτείνει τα σύνορά της από τους Άγιους τόπους και τα βάθη της Ανατολίας και της Αρμενίας, ως τις Ηράκλειες Στήλες (Γιβραλτάρ) και καθίσταται η κυρίαρχη δύναμη στον Μεσογειακό χώρο. Πέρα από το μεγαλόπνοο σχέδιο της(μερικής έστω) επανάκτησης της Δ Αυτοκρατορίας, για το οποίο χρειάστηκαν περίπου 25 χρόνια και τις συνεχείς εκστρατείες κατά των Περσών, η περίοδος βασιλείας του Ιουστινιανού περιλαμβάνει πλήθος σημαντικών εξελίξεων. Η κωδικοποίηση των νόμων, η κατασκευή οχυρωματικών έργων σε όλη την επικράτεια(ορατών ακόμα και σήμερα σ’ όλη τη λεκάνη της Μεσογείου), η ανέγερση δημοσίων οικοδομημάτων με αποκορύφωμα το διαχρονικό μεγαλειώδες μνημείο της Αγίας Σοφίας, η ενίσχυση του εμπορίου και η δόλια εισαγωγή της καλλιέργειας του μεταξιού από την Κίνα, οι θρησκευτικές μεταρρυθμίσεις, η ενίσχυση των δημοσίων οικονομικών είναι ίσως τα σημαντικότερα σημεία της διακυβέρνησής του. Όμως αυτή η έντονη δραστηριότητα και ειδικά η ανάγκη χρηματοδότησης των πολέμων και των συνθηκών με τους Πέρσες, εξάντλησε τα οικονομικά του κράτους, ενώ η ανάγκη υπεράσπισης των νέων συνόρων, σε συνδυασμό με την μείωση του στρατού και τις συνεχείς επιδημίες εξασθένισαν την άμυνά του. Η θρησκευτική πολιτική του Ιουστινιανού, ιδίως μετά τον θάνατο της Θεοδώρας, αποξένωσε πολλούς από τους μονοφυσιτικούς πληθυσμούς της Συρίας και της Αιγύπτου. Έτσι, μετά τον θάνατό του, η Αυτοκρατορία, αποδυναμωμένη, θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει νέες επιθέσεις, με αποκορύφωμα τις αραβικές κατακτήσεις, που θα αναιρέσουν το μεγαλύτερο μέρος των εξωτερικών επιτευγμάτων του Ιουστινιανού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου