Δ’ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΑ(1201-4)
Η Δ' Σταυροφορία είχε στόχο την κατάληψη της Ιερουσαλήμ μέσω μιας εισβολής στην Αίγυπτο, αλλά παρέκκλινε από το στόχο της και οι Σταυροφόροι κατέλαβαν τελικά την Κωνσταντινούπολη, καταλύοντας τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και ιδρύοντας τη Λατινική Αυτοκρατορία. Ως ιστορικό γεγονός, αποτέλεσε ένα εξαιρετικά πολύπλοκο ιστορικό φαινόμενο, αποτέλεσμα διάφορων συμφερόντων και συναισθημάτων: θρησκευτικά αισθήματα, ελπίδες των Σταυροφόρων για ηθική ανταμοιβή και επιθυμία για κέρδη και περιπέτειες και υλικά κέρδη. Όμως, η επικράτηση των υλικών συμφερόντων, αισθητή και στις προηγούμενες Σταυροφορίες, εκδηλώθηκε ξεκάθαρα κατά την Δ’ με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης(1204). ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΡΙΝ ΤΗΝ Δ’ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΑ ΑΓΙΟΙ ΤΟΠΟΙ Την εποχή εκείνη η Παλαιστίνη ανήκε στην αιγυπτιακή δυναστεία των Αγιουβιδών. Μετά τον θάνατο όμως του Σαλαδίνου(Μάρτιος 1193), τα μέλη της δυναστείας ήλθαν σε εμφύλια σύγκρουση. Η εξέλιξη αυτή φαίνονταν ότι ήταν ευνοϊκή για την επιτυχή έκβαση μιας επικείμενης Σταυροφορίας. Την εποχή εκείνη στα χέρια των Σταυροφόρων είχαν μείνει μόνο, 2 αξιόλογες πόλεις: Αντιόχεια(Συρία) και Τρίπολη(Παλαιστίνη)και ένα παραλιακό κάστρο, η Άκρα. Ήταν επομένως επιτακτική η κήρυξη Σταυροφορίας για την επανάκτηση των υπόλοιπων Αγίων Τόπων(κυρίως Ιεροσόλυμα). ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ Το έτος πριν την έναρξη της Δ' Σταυροφορίας στο Βυζάντιο επικρατούσε γενικός αναβρασμός και ατμόσφαιρα εμφυλίου, που οφειλόταν στις ανεπαρκείς ικανότητες τις αυτοκρατορικής δυναστείας των Αγγέλων. Στην Πελοπόννησο, ο τοπικός άρχοντας Λέων Σγουρός είχε αποστατήσει. Με έδρα το Άργος επέκτεινε την κυριαρχία του Β, μέχρι την Κ Εύβοια και τη Λάρισα. Στη Ρόδο αποστάτησε ο τοπικός άρχοντας, Λέων Γαβαλάς. Στην Μικρά Ασία σημαντικό υπήρξε το κίνημα του Θεόδωρου Λάσκαρη στη Βιθυνία. Στον Πόντο(Απρίλιος 1204), η Τραπεζούντα καταλήφθηκε με γεωργιανό στρατό από τον εγγονό του Ανδρόνικου, Αλέξιο Α', ο οποίος ίδρυσε εκεί στη συνέχεια την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας. Η περιοχή της Σμύρνης, είχε αποσπαστεί από το Βυζάντιο(από το 1198). Η περιοχή της Φιλαδέλφειας αποστάτησε(1203) με επικεφαλής τον τοπικό της άρχοντα. Η Αττάλεια είχε και αυτή ανεξάρτητο δικό της κυβερνήτη, κάποιον Ιταλό τυχοδιώκτη. Η άλλοτε ισχυρή κεντρική εξουσία της Αυτοκρατορίας ήταν πια σκιώδης. Η Δ ΜΕΤΑ ΤΗΝ Γ’ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΑ Την εποχή που αυτοκράτορας της(γερμανικής) Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, Ερρίκου Στ’, η επιρροή των Γερμανών ήταν αισθητή στην Ιταλία, ενώ τα σχέδια του απειλούνταν από το Βυζάντιο(τέλη 12ου αι.). Ο νέος Πάπας(εξελέγη το 1198), Ιννοκέντιος Γ', έστρεψε την προσοχή του στην πλήρη αποκατάσταση της παπικής εξουσίας, στην οποία αποτελούσαν εμπόδιο οι εκάστοτε Γερμανοί Αυτοκράτορες και στην τοποθέτησή του ως αρχηγού κατά του Ισλάμ σε επικείμενη Σταυροφορία. Οι πόλεις της Ιταλίας, αντιδρώντας στην γερμανική επιρροή, βρίσκονταν στο πλευρό του Πάπα. Θεωρώντας ως εχθρό του παπισμού και της Ιταλίας την γερμανική αυτοκρατορική δυναστεία των Hohenstaufen, ο Πάπας άρχιζε να υποστηρίζει την αντίπαλη φατριά του Όθωνα του Braunschweig. Ο Βυζαντινός αυτοκράτορας, Αλέξιος Γ’ πιστεύοντας πως θα μπορούσε να αποτελέσει το Βυζάντιο ένα κοσμικό κράτος, απέστειλε επιστολή στον Πάπα λέγοντας ότι μονό αυτός, ως απόγονος της γνήσιας οικουμενικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας θα ήταν δυνατό να επιβληθεί πολιτικά σε όλο τον Δ κόσμο. Στην πραγματικότητα, η πολύπλοκη εσωτερική και εξωτερική κατάσταση του Βυζαντίου δεν άφηνε καμία ελπίδα για την επιτυχία τόσο φιλόδοξων σχεδίων. ΠΑΠΑΣ ΙΝΝΟΚΕΝΤΙΟΣ Γ’ Ο Ιννοκέντιος, σε αντίθεση με τους προκατόχους του, δεν ήθελε να βλέπει το Βυζάντιο ως σχισματικό κράτος και άρχισε συνεννοήσεις για την ένωση των Εκκλησιών. απειλούσε μάλιστα ότι σε περίπτωση που ο Αλέξιος Γ’ φέρει αντιρρήσεις θα υποστηρίξει τον εκθρονισθέντα αυτοκράτορα Ισαάκιο, που η κόρη του είχε παντρευτεί τον Γερμανό Φίλιππο της Σουαβίας. Ο Αλέξιος Γ’ όχι μόνο δεν συμφώνησε με την πιθανή ένωση των εκκλησιών, αλλά σε επιστολή του υποστήριξε ότι η αυτοκρατορική εξουσία είναι ανώτερη από την πνευματική. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ενταθούν οι μεταξύ τους σχέσεις. Ταυτόχρονα με τις διπλωματικές προσεγγίσεις ο Ιννοκέντιος οργάνωνε την επικείμενη Σταυροφορία, κατά την οποία οι Χριστιανοί Α και Δ θα ενώνονταν για την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων από τα χέρια των «απίστων». Απεσταλμένοι του Πάπα εστάλησαν σε όλους τους άρχοντες της Ευρώπης που ταυτόχρονα υπόσχονταν άφεση αμαρτιών σε περίπτωση συμμετοχής. Στο κάλεσμα όμως δεν ανταποκρίθηκε ικανοποιητικός αριθμός: ο βασιλιάς Φίλιππος Αύγουστος Β' της Γαλλίας είχε ήδη αφορισθεί λόγω του διαζυγίου του, ο Ιωάννης ο Ακτήμων της Αγγλίας ήταν απασχολημένος σε συγκρούσεις με τους βαρόνους του και στη Γερμανία, είχε ξεσπάσει αγώνας μεταξύ του Όθωνα του Braunschweig και του Φιλίππου του Σουαβίας. Από τους σημαντικούς βασιλιάδες μόνο αυτός της Ουγγαρίας έλαβε μέρος στην Σταυροφορία. Οι πιο εκλεκτοί ιππότες της Δ, κυρίως από τη Β Γαλλία, ακολούθησαν τους Σταυροφόρους. ΔΟΓΗΣ ΔΑΝΔΟΛΟΣ Σημαντικό ρόλο στην Δ’ Σταυροφορία έπαιξε ο δόγης της Βενετίας Ερρίκος Δάνδολος. Αν και ανέβηκε στον θρόνο σε ηλικία 80 ετών, ήταν αρκετά δυναμικός ως χαρακτήρας και είχε πλήρη επίγνωση των επιδιώξεων της Βενετίας, κυρίως οικονομικών. Υπήρξε, κατά τις πηγές, μεγαλοφυής διπλωμάτης, πολιτικός και πολύπειρος οικονομολόγος. Την εποχή εκείνη οι σχέσεις Βενετίας-Βυζαντίου δεν ήταν φιλικές. Ένας θρύλος αναφέρει ότι ο Δάνδολος, όταν ήταν νεώτερος και έμενε για ένα διάστημα φιλοξενούμενος στην Κωνσταντινούπολη, τυφλώθηκε ύπουλα από κάποιους Βυζαντινούς με ένα κοίλο κάτοπτρο που αντανακλούσε τις ακτίνες του ήλιου και αυτό ήταν η αιτία του μίσους που έτρεφε προς το Βυζάντιο. Η αμοιβαία δυσπιστία και ο ανταγωνισμός μεταξύ των 2 κρατών είχαν βαθύτερα αίτια. Ο Δάνδολος είχε αντιληφθεί καλά ότι η Α(χριστιανική και μωαμεθανική) ήταν πηγή πλούτου και έστρεψε την προσοχή του πρώτα στον πλησιέστερο αντίπαλο, το Βυζάντιο. Ως 1ο βήμα ζήτησε την πλήρη αποκατάσταση όλων των εμπορικών προνομίων που είχε αποκτήσει η Βενετία παλαιότερα στο Βυζάντιο και είχαν περιοριστεί την εποχή των Κομνηνών. Επίσης, όπως και ο Πάπας, έτσι και ο Δάνδολος απειλούσε ότι θα υποστηρίξει τις αξιώσεις επί του βυζαντινού θρόνου της οικογένειας του εκθρονισθέντος Ισαάκιου Αγγέλου. ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Κατά την προετοιμασία της Δ’ Σταυροφορίας 2 χαρακτήρες έπαιξαν σημαντικό ρόλο: ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ’ ως αντιπρόσωπος του πνευματικού και ο δόγης Ερρίκος Δάνδολος, ως εκπρόσωπος του κοσμικού παράγοντα, που έδινε προτεραιότητα στους υλιστικούς εμπορικούς σκοπούς. Ο κόμης Θεοβάλδος Γ' της Καμπανίας εξελέγη αρχηγός του στρατού των Σταυροφόρων, αλλά πέθανε ξαφνικά πριν αρχίσει η Σταυροφορία. Ως νέος ηγέτης εκλέχθηκε ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός. Έτσι η αρχηγία περιήλθε σε Ιταλό πρίγκιπα. ΕΝΑΡΞΗ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΑΣ: ΖΑΡΑ Οι Σταυροφόροι έπρεπε να συγκεντρωθούν αρχικά στη Βενετία, που αντί ορισμένου χρηματικού ποσού ανέλαβε να τους μεταφέρει με τα πλοία της στην Α. Η Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας όμως δεν ήθελε να τους μεταφέρει πριν εισπράξει ολόκληρο το χρηματικό ποσό που της είχε υποσχεθεί. Μην έχοντας όλο το ποσό οι Σταυροφόροι αναγκάστηκαν να δεχτούν την πρόταση του Δάνδολου: να τον βοηθήσουν να καταλάβει τη δαλματική πόλη Ζάρα(σημ. Zadar) που είχε αποσπαστεί από τη Βενετία για να προσαρτηθεί στην Ουγγαρία. Αν και ο βασιλιάς της Ουγγαρίας μετείχε στην Σταυροφορία, οι Σταυροφόροι δέχτηκαν την πρόταση του δόγη και κατευθύνθηκαν εναντίον της Ζάρα, πόλης που επρόκειτο να συμμετάσχει στη Σταυροφορία. Έτσι η Σταυροφορία που προορίζονταν να στραφεί κατά των μουσουλμάνων «απίστων» άρχισε την πολιορκία μιας χριστιανικής πόλης στην οποία ζούσαν Σταυροφόροι. Παρά τις έντονες διαμαρτυρίες του Πάπα και τις απειλές για μαζικούς αφορεσμούς, οι σταυροφόροι κατέλαβαν τη Ζάρα και την κατέστρεψαν. Δεν πτοήθηκαν ούτε όταν οι κάτοικοι της πόλης τοποθέτησαν στα τείχη Εσταυρωμένους. Όταν ο Πάπας πληροφορήθηκε την κατάληψη της Ζάρα και άκουσε τα εναντίον των Σταυροφόρων και των Ενετών παράπονα του Βασιλιά της Ουγγαρίας, προέβη στον αφορισμό τους. Αυτό, όμως, δεν είχε κανένα αποτέλεσμα, αν και ανακάλεσε μετέπειτα τον αφορισμό κατά των Σταυροφόρων άφησε «τιμωρημένους» τους Βενετούς. Πάντως, ο Ιννοκέντιος δεν απαγόρευσε στους Σταυροφόρους να έρχονται σε επαφή με τους αφορεσμένους Βενετούς και έτσι η συνεργασία τους συνεχίστηκε. ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΗ ΠΡΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Ζάρα, αναδείχτηκε μια νέα προσωπικότητα: ο γιος του εκθρονισμένου βυζαντινού αυτοκράτορα Ισαάκιου, Αλέξιος, που είχε καταφύγει στη Δ με σκοπό να ζητήσει βοήθεια για την αποκατάσταση του θρόνου του. Ενώ αρχικά κατέφυγε στην Γερμανία, ο Όθωνας του Braunschweig ήταν ανίκανος να τον υποστηρίξει, λόγω εσωτερικών προβλημάτων στην χώρα του, έστειλε όμως αντιπροσωπεία στη Ζάρα, ζητώντας από τη Βενετία και τους Σταυροφόρους να τον βοηθήσουν. Για τη βοήθεια αυτή ο Αλέξιος υποσχέθηκε, σε ό,τι αφορούσε τον θρησκευτικό τομέα, να υποτάξει το Βυζάντιο στη Ρώμη, αλλά και να πληρώσει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό μετά την αποκατάστασή του και τέλος να συμμετάσχει και ο ίδιος προσωπικά στην μετέπειτα Σταυροφορία. Ο Δάνδολος αντιλήφθηκε αμέσως όλα τα πλεονεκτήματα αυτής της πρότασης και ήθελε να παίξει κύριο ρόλο στην εκστρατεία κατά της Κωνσταντινούπολης. Έβλεπε ότι ανοίγονταν μεγάλες ευκαιρίες από αυτή την τροπή των γεγονότων. Αρχικά, οι Σταυροφόροι δεν ενέκριναν αυτή την αλλαγή στα σχέδια, όμως τελικά συμφώνησαν με τον Δάνδολο. Οι περισσότεροι από τους Σταυροφόρους αποφάσισαν να συμμετάσχουν κατά της Κωνσταντινούπολης, υπό τον όρο μετά να κατευθυνθούν προς την Αίγυπτο. Έτσι, ο ενετικός στόλος με τον Δάνδολο, τον Βονιφάτιο Μομφερατικό και τον πρίγκιπα Αλέξιο, απέπλευσε(Μάιος 1203) από τη Ζάρα και ύστερα από ένα μήνα έκανε την εμφάνισή του στην πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Πολλοί ερευνητές έχουν δώσει μεγάλη σημασία στο ζήτημα της παρέκκλισης της Σταυροφορίας προς Κωνσταντινούπολη. Αυτή η εκδοχή των τυχαίων συμπτώσεων που οδήγησαν τελικά την Σταυροφορία κατά του Βυζαντίου, υποστηρίζεται από τον ιστορικό Γοδεφρείδο Βιλλεαρδουίνο(Geoffrey of Villehardouin), που είχε συμμετάσχει στην Σταυροφορία και ήταν κύρια πρωτογενής πηγή της Δ' Σταυροφορίας. Υπάρχουν όμως και άλλες πηγές που υποστηρίζουν ότι η πορεία κατά της Κωνσταντινούπολη είχε μυστικά αποφασιστεί εξαρχής από τον Πάπα και τον Γερμανό βασιλιά Φίλιππο της Σουαβίας. Από διαφορετικές πηγές έχουν διατυπωθεί τα 2 αυτά διαφορετικά σενάρια, δηλ. των «τυχαίων γεγονότων» και της «προμελέτης». Μια άλλη ιστορική πηγή, ο Γάλλος μελετητής, Mas Latrie, υποστήριξε ότι η Βενετία, είχε μυστική συνθήκη με τον Σουλτάνο της Αιγύπτου και με δεξιοτεχνία ανάγκασε τους Σταυροφόρους να εγκαταλείψουν τον βασικό τους στόχο, την Αίγυπτο και να κατευθυνθούν εναντίον του Βυζαντίου. Πέρα από τις διάφορες θεωρίες, οι πηγές συγκλίνουν σε ένα συμπέρασμα: επικράτησε η ισχυρή θέληση του Δάνδολου, ο οποίος είχε ανησυχήσει από την οικονομική ανάπτυξη των άλλων ιταλικών κρατών, της Γένουας και της Πίζας και προσδοκούσε στον απεριόριστο πλούτο και λαμπρό μέλλον από την κατάκτηση των αγορών της Α. Ο στόλος των Σταυροφόρων έφτασε(τέλη Ιουνίου 1203) στην Κωνσταντινούπολη, η οποία την εποχή εκείνη κατά τον Νικήτα Χωνιάτη, θύμιζε στους Δυτικοευρωπαίους «την Σύβαρι, που ήταν γνωστή για την μαλθακότητά της». Από σύγχρονες Δ πηγές, αναφέρεται ο απεριόριστος θαυμασμός που έτρεφαν οι Σταυροφόροι για το πλούτο που κατείχε η Πόλη. 1η ΑΛΩΣΗ Φαίνονταν πιθανό ότι η οχυρωμένη βυζαντινή πρωτεύουσα θα μπορούσε να αντισταθεί με επιτυχία στους Σταυροφόρους, των οποίων ο αριθμός δεν ήταν τόσο μεγάλος. Οι τελευταίοι, αποβιβάστηκαν στην ευρωπαϊκή ακτή και κατέλαβαν τον Γαλατά, έσπασαν την αλυσίδα που έκλεινε τον Κεράτιο κόλπο και εισχώρησαν σ’ αυτόν πυρπολώντας τα πλοία που βρίσκονταν εκεί. Ταυτόχρονα οι ιππότες επιτέθηκαν κατά της πόλης, που παρά την απεγνωσμένοι αντίσταση, ιδιαίτερα από τους μισθοφόρους Βαράγγους, καταλήφθηκε (Ιούλιος 1203) από τους Σταυροφόρους. Ο Αλέξιος Γ' που δεν είχε ούτε τη θέληση ή δύναμη να αντισταθεί, εγκατέλειψε την πόλη και διέφυγε παίρνοντας μαζί του το δημόσιο θησαυροφυλάκιο. Ο Ισαάκιος Β' απελευθερώθηκε από τη φυλακή και επανήλθε στον θρόνο, ενώ ο γιος του Αλέξιος που είχε φτάσει μαζί με τους Σταυροφόρους ανακηρύχθηκε συν-αυτοκράτορας(Αλέξιος Δ'). Η 1η αυτή πολιορκία και κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους έγινε με σκοπό την αποκατάσταση του Ισαάκιου Β' στον θρόνο. ΑΛΛΑΓΗ ΣΧΕΔΙΩΝ Η συνέχεια της Σταυροφορίας δεν ήταν αυτή που είχε σχεδιαστεί στη Ζάρα. Το αυτοκρατορικό ταμείο πλέον ήταν άδειο. Απελπισμένος ο νέος συν-αυτοκράτορας προσπαθεί να συλλέξει το χρηματικό ποσό που έχει υποσχεθεί στους Σταυροφόρους με διάφορους τρόπους: φόροι, δασμοί, συλλέγεται ακόμη και το ασήμι και το χρυσάφι από το στολισμό της εκκλησιαστικής περιουσίας. Όμως ο λαός της Κωνσταντινούπολης τρέφει εχθρικά αισθήματα για την νέα του εξουσία, που θεωρούσε προδοτική καθώς συναίνεσε στην Άλωση της πόλης. Η επανάσταση δεν αργεί να ξεσπάσει. Ο λαός της Πόλης ανατρέπει την εξουσία του και ανακηρύσσει αυτοκράτορα τον Αλέξιο Ε' Μούρτζουφλο. Ο Μούρτζουφλος, γνωστός ως Αυτοκράτορας Αλέξιος Ε’, υποστηριζόταν από την παράταξη που διατίθεντο εχθρικά προς τους Σταυροφόρους και δεν δέχεται να τηρήσει τους όρους των προκατόχων του με τους Σταυροφόρους και αρνείται οποιονδήποτε συμβιβασμό. Αντίθετα προσπαθεί να οργανώσει την άμυνα της πόλης για ενδεχόμενη επίθεση που δεν αργεί να πραγματοποιηθεί. Οι Σταυροφόροι μετά το θάνατο του Ισαάκιου και του Αλέξιου, ύστερα από διαταγή του Μούρτζουφλου, θεώρησαν εαυτούς απαλλαγμένους από κάθε υποχρέωση έναντι του Βυζαντίου. Η ευθεία σύγκρουση Ελλήνων-Σταυροφόρων ήταν πια αναπόφευκτη και οι δεύτεροι άρχισαν να σχεδιάζουν την, για λογαριασμό τους, κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης. Πραγματοποιήθηκε(Μάρτιος 1204) μεταξύ Βενετίας και Σταυροφόρων συνθήκη, σχετικά με τη διαίρεση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η 1η πρόταση της συνθήκης είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή: «Εν ονόματι του Χριστού, πρέπει να καταλάβουμε, δια των όπλων, την πόλη». Τα κύρια σημεία της συνθήκης: η κυβέρνηση των Λατίνων θα εγκαθίστατο στην πόλη και οι σύμμαχοι τους θα συμμετείχαν στην κατανομή των λαφύρων. Επιτροπή αποτελούμενη από 6 Βενετούς και 6 Γάλλους, θα εξέλεγε εκείνον που, κατά τη γνώμη τους, θα κυβερνούσε καλύτερα τη χώρα «προς δόξαν του Θεού, της Αγίας Ρωμαϊκής Εκκλησίας και της Αυτοκρατορίας». Ο Αυτοκράτορας θα είχε στη διάθεσή του το ¼ της πόλης, την έξω από την πόλη περιοχή και 2 ανάκτορα εντός της πόλης. Τα υπόλοιπα 3/4 θα δίνονταν κατά το ήμισυ στους Βενετούς και το υπόλοιπο στους άλλους Σταυροφόρους. Όλοι οι Σταυροφόροι που θα λάμβαναν μικρές ή μεγάλες κτήσεις, εκτός από τον Ερρίκο Δάνδολο, όφειλαν να ορκιστούν πίστη στον Αυτοκράτορα. ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΑΛΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΗΛΑΣΙΕΣ Αφού οι Σταυροφόροι δέχθηκαν τους όρους αυτούς, άρχισαν την προσπάθειά τους να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη με συνδυασμένες επιθέσεις από ξηρά και θάλασσα. Μια 1η επίθεση των Σταυροφόρων(πρωί 9ης Απριλίου 1204) εναντίον του θαλάσσιου τείχους αποκρούστηκε. Όμως η επίθεση επαναλήφθηκε(12/04) στο τείχος του Κεράτιου. Οι Βενετοί, που είχαν δέσει τις γαλέρες τους ανά 2 και τις είχαν υπερυψώσει με ξύλινες κατασκευές, τις οδήγησαν γεμάτες στρατό κατά των πύργων. Μετά από σκληρή μάχη, το απόγευμα κατόρθωσαν να καταλάβουν 2 πύργους και να δημιουργήσουν πρώτα ένα άνοιγμα στα τείχη και να ανοίξουν 3 πύλες από όπου άρχιζαν να εισχωρούν στην πόλη. Όταν νύχτωσε, οι Σταυροφόροι είχαν καταλάβει ένα μικρό μέρος της περιοχής κοντά στον Κεράτιο κόλπο. Η βυζαντινή ηγεσία απέδειξε πως δεν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει τις περιστάσεις. Ο Αλέξιος Ε' Μουρτζούφλος και πολλοί ευγενείς εγκατέλειψαν την πόλη από τις χερσαίες πύλες προς τη Θράκη. Έτσι την επόμενη μέρα οι επιτιθέμενοι άρχισαν να προελαύνουν χωρίς να συναντήσουν ουσιαστική αντίσταση. Η πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας «έπεσε αφού υπέστη την επίθεση αυτής της εγκληματικής και πειρατικής εκστρατείας που λέγεται Δ' Σταυροφορία». Μετά την κατάληψη της πόλης, επί 3 μέρες, οι Λατίνοι μεταχειρίστηκαν με φοβερή σκληρότητα, λεηλατώντας κάθε τι που είχε συγκεντρωθεί, στην Κωνσταντινούπολη. Τίποτα δεν έμεινε σεβαστό: εκκλησίες, λείψανα, μνημεία τέχνης. Οι ιππότες της Δ, οι στρατιώτες τους και οι Λατίνοι μοναχοί και ηγούμενοι, έλαβαν και αυτοί μέρος στη λεηλασία. Ο Νικήτας Χωνιάτης, αυτόπτης μάρτυρας της κατάληψης της πόλης, δίνει μια τρομακτική εικόνα της λεηλασίας, της βίας και της ερήμωσης που έφεραν οι Σταυροφόροι. Κατά τη διάρκεια των 3 ημερών λεηλασίας, χάθηκαν πολλά πολύτιμα έργα τέχνης, πολλές βιβλιοθήκες λαφυραγωγήθηκαν και πολλά χειρόγραφα καταστράφηκαν. Η Αγία Σοφία λεηλατήθηκε ανελέητα. Ο Βιλλεαρδουίνος παρατηρεί ότι «από την εποχή της δημιουργίας του κόσμου, ποτέ, σε καμία πόλη, δεν κατακτήθηκαν τόσα λάφυρα». Μετά από αυτή την Σταυροφορία, όλη η Δ Ευρώπη κοσμήθηκε με τους θησαυρούς της Κωνσταντινούπολης, ενώ οι περισσότερες εκκλησίες της Δ Ευρώπης απέκτησαν μέρος από τα «ιερά λείψανα» της πόλης. Το μεγαλύτερο μέρος των λειψάνων, που βρίσκονταν σε μοναστήρια της Γαλλίας, καταστράφηκε κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης(1789). Τα 4 ορειχάλκινα άλογα που αποτελούσαν ένα από τα καλύτερα στολίδια του Ιπποδρόμου της Κωνσταντινούπολης, μεταφέρθηκαν από τον Δάνδολο στην Βενετία, όπου και διακοσμούν σήμερα την εξώθυρα του καθεδρικού ναού του Αγίου Μάρκου. ΝΕΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΚΗΝΙΚΟ Εν τω μεταξύ προέκυψε το πρόβλημα της οργάνωσης της κατακτηθείσας περιοχής από τους Σταυροφόρους. Τελικά αποφασίστηκε η ίδρυση μια Αυτοκρατορίας, όμοιας με αυτής που προϋπήρχε και τέθηκε ζήτημα εκλογής Αυτοκράτορα. Ο επικρατέστερος φαίνονταν ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός. Ο Δάνδολος όμως αντιτάχθηκε στην υποψηφιότητα αυτή, θεωρώντας τον πολύ ισχυρό και φοβούμενος το γεγονός ότι οι κτήσεις του βρίσκονταν πολύ κοντά στην Βενετία. Έτσι και παραμερίστηκε και επιλέχτηκε ο Βαλδουίνος, κόμης της Φλάνδρας, που απείχε περισσότερο από τη Βενετία, ενώ συγχρόνως ήταν λιγότερο δυναμικός. Σχετικά με τη διανομή των εδαφών, η Κωνσταντινούπολη, βάσει της συμφωνίας, ο Βαλδουίνος έλαβε τα 5/8 και ο Δάνδολος τα 3/8 μαζί με την Αγία Σοφία. Ο Βαλδουίνος έλαβε και την περιοχή της Ν Θράκης, ένα μικρό τμήμα της ΒΔ Μικράς Ασίας στον Ελλήσποντο και μερικά νησιά του Αιγαίου. Ο Βονιφάτιος πήρε τη Μακεδονία με τη Θεσσαλονίκη και τη Β Θεσσαλία και γινόταν υποτελής του Βαλδουίνου. Η Βενετία κατά τον διαμοιρασμό, εξασφάλισε τη μερίδα του λέοντος. Η Δημοκρατία του Αγίου Μάρκου έλαβε μερικές περιοχές στις ακτές της Αδριατικής(π.χ. Δυρράχιο, νησιά Ιονίου, μεγαλύτερο μέρος νησιών Αιγαίου, περιοχές στην Πελοπόννησο, Κρήτη, μερικούς λιμένες στην Θράκη). Βάσει της συμφωνίας, η Αγία Σοφία περιήλθε στα χέρια του κλήρου της Βενετίας και ο Βενετός Θωμάς Morozini έγινε Πατριάρχης και κεφαλή της Καθολικής Εκκλησίας της Νέας Αυτοκρατορίας. Σ’ αυτή την κατάσταση, δημιουργήθηκαν εστίες ελληνικής αντίστασης. Ήδη είχαν δημιουργηθεί η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας και η Αυτοκρατορία της Νίκαιας. Αμέσως, μετά ο Θεόδωρος Κομνηνός Δούκας ιδρύει το Δεσποτάτο της Ηπείρου, με πρωτεύουσα την Άρτα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου