Κυριακή 6 Μαΐου 2012

Λουί Αντουάν Λεόν ντε Σαιν Ζυστ(Louis Antoine Leon de Saint Just)(25/08/1767-28/07/1794)

Λουί Αντουάν Λεόν ντε Σαιν Ζυστ(Louis Antoine Leon de Saint Just)(25/08/1767-28/07/1794)
Ποιητής και συγγραφέας, ένας από τους ηγέτες του κόμματος των «Ορεινών» Ιακωβίνων και αχώριστος φίλος του Ροβεσπιέρου, υπήρξε ο 2ος σε μέγεθος επαναστάτης της Γαλλικής Επανάστασης και αυτό παρά το πολύ νεαρό της ηλικίας του, ενσαρκώνοντας ό,τι πιο αγνό είχαν να επιδείξουν οι τότε, πιεστικά συγκρουσιακοί, καιροί. Η σύντομη πολιτική και επαναστατική σταδιοδρομία του χαρακτηρίστηκε κυρίως από την άρνησή του να καταφεύγει σε ελιγμούς και «τακτικές» υποχωρήσεις και την επιμονή του στην διαρκή δράση, αφού για εκείνον οι επαναστατικές θεωρίες αξιολογούνται σωστά μόνον από το αν είναι δυνατόν ή όχι να εφαρμοστούν στην πράξη: «αυτοί που κάνουν επαναστάσεις στον κόσμο, αυτοί που θέλουν να κάνουν το καλό, δεν πρέπει να αναπαύονται παρά μόνο μέσα στον τάφο». Ο Saint Just γεννήθηκε στο Decize του Nivernais από μικροαστική οικογένεια με πατέρα στρατιωτικό. Σε ηλικία 10 ετών έμεινε ορφανός από πατέρα, και μεγάλωσε κοντά στην μητέρα του και τις 2 αδελφές του. Σπούδασε στο κολέγιο του Saint Nicholas της Soissons, από όπου αποφοίτησε το 1875. Την νύκτα της 8ης Σεπτεμβρίου 1786, ο 19χρονος Saint Just έφυγε από το σπίτι του μετά από μία ερωτική απογοήτευση, παίρνοντας μαζί και τα ασημικά της μητέρας του. Η απόδρασή του αυτή προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση της χήρας μητέρας του, που τον έστειλε στο Παρίσι και μετά στην Reims με προορισμό να σπουδάσει νομικά, αφού πρώτα είχε πετύχει με δικαστική απόφαση να τον έχει περιορισμένο «κατ’ οίκον» με δικαίωμα εξόδου μόνο για τις ανάγκες των σπουδών του. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση, ο Saint Just ήταν μόνο 22 ετών και είχε μόλις εκδώσει την τολμηρή ποιητική του συλλογή «Organt»(την οποία κάποιοι θεώρησαν «πορνογραφική» και «αντιχριστιανική»). Παρά το νεαρό της ηλικίας του(χρειάστηκε να πλαστογραφήσει τα πιστοποιητικά γέννησής του για να δείξει κατάλληλη ηλικία ώστε να εκλεγεί στην συνέλευση εκλεκτόρων της περιοχής του και μετά σε θέση αξιωματικού της Εθνοφρουράς του Aisne), ο Saint Just αναδείχθηκε σε έναν αφοσιωμένο, δραστήριο, πιστό στην φιλία, ευφυή και τολμηρό πολιτικό άνδρα, θαυμαστή των αρχαίων Στωικών και ιδίως του τυραννοκτόνου Βρούτου και του Κάτωνος του Νεότερου: «Σύντομα τα φωτισμένα έθνη θα δικάσουν όλους αυτούς που έως τώρα τα κυβερνούσαν. Οι βασιλιάδες θα καταφύγουν στην έρημο, συντροφιά με τα άγρια θηρία που τους μοιάζουν και η Φύση θα ανακτήσει τα δικαιώματά της», διακήρυσσε στις 24/04/1793, στον περίφημο λόγο του, αποσπάσματα του οποίου παραθέτουμε. Επιβλητικός ως παρουσία στον χώρο των επαναστατών(με όμορφο πρόσωπο, δυνατή και μελαγχολική έκφραση, βλέμμα σταθερό και διαπεραστικό και μαύρα μακριά μαλλιά), αυστηρός με τους ανθρώπους(«αν και αγαπούσε τον λαό, δεν κολάκευε τις αδυναμίες του… αλλά ήθελε να του προσφέρει άνεση, κάνοντάς τον αξιοπρεπή και σοβαρό») και αφοσιωμένος στον Ροβεσπιέρο(«εκείνο που τον είχε τραβήξει κοντά στον Ροβεσπιέρο, ήταν η φήμη του για τον αδιάφθορο και ακέραιο χαρακτήρα του, η αυστηρή ζωή του και οι ιδέες του που συμφωνούσαν απολύτως με τις δικές του», γράφει ο Μινιέ), ζητούσε την εγκαθίδρυση μίας αυθεντικής Δημοκρατίας, η οποία να στηρίζεται στην ισόποση διανομή των αγαθών, την πνευματική εξύψωση των πλατιών λαϊκών μαζών αλλά κυρίως στην Αρετή: «εκείνοι που πρόκειται να κυβερνούν την Δημοκρατία, θα πρέπει να είναι υποδείγματα Αρετής και τιμιότητας», τόνιζε. Εξέδωσε(1791) το δημοφιλέστατο «Πνεύμα της Επανάστασης»(«L’ Esprit de la Revolution») και συνδέθηκε(τέλη 1792) με την Λέσχη των Ιακωβίνων, της οποίας πολύ σύντομα έγινε ηγετικό στέλεχος. Πεπεισμένος ότι η Επανάσταση θα επιζούσε μόνο αν η Εθνοσυνέλευση συγκέντρωνε στα χέρια της όλες τις εξουσίες, στην δίκη του βασιλιά Λουδοβίκου υποστήριξε την καταδίκη του σε θάνατο, δίχως προσφυγή στον λαό(«το να δικάσουμε ως πολίτη έναν τύραννο θα κινήσει την απορία των μεταγενέστερων», «καθήκον μας είναι λιγότερο να τον κρίνουμε και περισσότερο να τον καταδικάσουμε» και «οι επαναστάσεις αρχίζουν από εκεί που τελειώνουν οι τύραννοι») και δεν είχε ενδοιασμό στο να προτείνει την χρήση βίας για την εξουδετέρωση των αντιδραστικών, οι οποίοι εξαιτίας αυτού τον απεκάλεσαν «άγγελο του θανάτου». Η εφεύρεση και επικόλληση αυτού του τίτλου ήταν κακόβουλη και δεν έχει την ελάχιστη βαρύτητα πέραν μίας αντανάκλασης του τρόμου που ενέπνεε(και καλά έκανε) στα αντεπαναστατικά και αντιδραστικά στοιχεία. Άλλωστε ο Saint Just υπήρξε αποφασιστικά σκληρός και αμείλικτος μόνο στις περιπτώσεις που αυτά τα στοιχεία απειλούσαν ξεκάθαρα το πολιτικό πρόγραμμα των Ιακωβίνων, ενώ αντίθετα στην περιφέρεια του Κάτω Ρήνου σταμάτησε ο ίδιος προσωπικά τις υπερβολές του τοπικού «δημόσιου κατήγορου του Επαναστατικού Δικαστηρίου» Eulogius Schneider, τον συνέλαβε και τον έστειλε κατηγορούμενο στο Παρίσι, όπου και καρατομήθηκε. Ο Saint Just , που διατηρούσε δεσμό με την νεότερη αδελφή του Φίλιππου Le Bas, Henriette, η οποία μέχρι που πέθανε αρνήθηκε να αποτάξει τους ροβεσπιερικούς, εισηγήθηκε μεταρρυθμίσεις(«σε καιρούς αλλαγών, ό,τι δεν είναι νέο είναι ολέθριο»), που επέτρεπαν τον έλεγχο των νομαρχιακών και δημοτικών συμβουλίων από την Επανάσταση και υπερασπίστηκε (24/05/1793) στην Συμβατική την άνευ πληθυσμιακού ορίου δικαιοδοσία των Δήμων. Ως μέλος της Επιτροπής Κοινής Σωτηρίας(10/07/1793, ο Saint Just πέτυχε την υπακοή όλων των συλλογικών οργάνων στις δικές της εντολές και υπό την πίεση της ακροαριστερής συνθηματολογίας των οπαδών του Hébert, άρχισε να ετοιμάζει την κατάθεση μίας ουτοπίας λιτότητας και αφοσίωσης με πρότυπο την Αρχαία Σπάρτη και εισηγήθηκε τα περίφημα «Διατάγματα Ventose»(«Decrets de Ventose», Φεβρουάριος και Μάρτιος 1974) με τα οποία η Επανάσταση δρομολόγησε την διανομή στους φτωχούς πατριώτες των δημευθέντων αγαθών των εχθρών της: «η ιδιοκτησία εκείνων που αποδείχθηκαν εχθροί της επανάστασης δημεύεται προς όφελος της Δημοκρατίας». Ο Saint Just κατέθεσε(10/10/1783) στην Συμβατική εκ μέρους της Επιτροπής Κοινής Σωτηρίας την περίφημη αναφορά του «Για την Επαναστατική Κυβέρνηση». Παρά το νεαρό της ηλικίας του κατόρθωσε να κατανοήσει σε βάθος τις έννοιες της Αρετής και της Χρηστότητας, ενδεικτικό είναι μάλιστα, ότι όταν ζητούσε την σύλληψη του Danton, είχε τελειώσει την αγόρευσή του με την φράση «πρέπει να μάθουμε να είμαστε μετριόφρονες. Το μεγαλύτερο αγαθό είναι η χρηστότητα που δεν φαίνεται». Σχεδίαζε να αποσύρει από την κυκλοφορία το χαρτονόμισμα, να καταστήσει το κράτος κληρονόμο όσων πέθαιναν χωρίς κοντινούς συγγενείς και, με την λυκούργεια περίοδο της αρχαίας Σπάρτης, να καταργήσει το δικαίωμα γραφής διαθηκών και να υποχρεώσει τους πολίτες να λογοδοτούν ανά έτος για την διαχείριση της περιουσίας τους. Ήθελε επίσης να ενισχύσει τα σχολεία με εισοδήματα από τα εθνικά κτήματα και πίστευε ότι κάθε παιδί ανήκει πρωτίστως στην πατρίδα, συνεπώς εκπόνησε ένας σχέδιο για κοινή και δημόσια εκπαίδευση, με πρότυπο την περίφημη «Αγωγή» των αρχαίων Λακεδαιμονίων. Στις ημιτελείς σημειώσεις του «Για τους Θεσμούς της Δημοκρατίας», που βρέθηκαν μετά τον θάνατό του, ο Saint Just έγραφε: «Τα παιδιά θα ανήκουν στις μητέρες τους μέχρι την ηλικία των 5 ετών, αρκεί όμως αυτές να τα θηλάζουν οι ίδιες. Μετά από αυτήν την ηλικία θα ανήκουν διά βίου στην Δημοκρατία… Το παιδί, όπως και ο πολίτης στον οποίο θα εξελιχθεί, ανήκουν στην πατρίδα, συνεπώς κρίνεται απαραίτητη μία κοινή διαπαιδαγώγησή τους. Τα παιδιά θα πρέπει να μεγαλώνουν μαθαίνοντας να αγαπούν την σιωπή και τον σεβασμό για τους καλούς ομιλητές. Θα πρέπει να εξασκούνται στην λακωνική ομιλία… και να εθίζονται στις απλές αλήθειες... Τα παιδιά θα εκπαιδεύονται με έξοδα της Πολιτείας από την ηλικία των 5 ετών ως την ηλικία των 16. Από 5 ως 10 θα μαθαίνουν να διαβάζουν, να γράφουν και να κολυμπούν. Δεν θα επιτρέπεται σε κανέναν να κτυπήσει παιδί. Τα παιδιά θα διδάσκονται πρώτα τι είναι καλό και μετά θα αφήνονται στην διαμόρφωση της Φύσης. Όσοι κτυπούν παιδιά θα τιμωρούνται. Τα παιδιά θα τρώνε όλα μαζί, ένα πλήρες διαιτολόγιο βασισμένο σε βολβούς, φρούτα, λαχανικά, γάλα, τυρί και ψωμί. Οι δάσκαλοι των παιδιών σε αυτή την ηλικία θα πρέπει να μην είναι νεότεροι των 60 ετών… Η εκπαίδευση των παιδιών ηλικίας από 10 ως 16 θα είναι στρατιωτική και αγροτική» και «ο γαλλικός λαός αναγνωρίζει την ύπαρξη του Υπέρτατου Όντος και την αθανασία των ψυχών. Η 1η ημέρα του κάθε μήνα θα είναι αφιερωμένη στο Αιώνιο. Θυμίαμα θα καίει ημέρα και νύχτα στους Ναούς και θα φροντίζεται εκ περιτροπής σε 24ωρη βάση από άνδρες που έχουν φθάσει στην ηλικία των 60. Οι Ναοί δεν θα κλείνουν ποτέ. Ο Γαλλικός λαός αφιερώνει τα αγαθά του και τα παιδιά του στο Αιώνιο. Οι αθάνατες ψυχές όλων εκείνων που έχουν πεθάνει για την πατρίδα, που έχουν θητεύσει ως αγαθοί πολίτες, που έχουν τιμήσει τους πατέρες και τις μητέρες τους και ποτέ δεν τους έχουν εγκαταλείψει, βρίσκονται στην αγκαλιά του Αιωνίου. Την πρώτη ημέρα του μήνα Germinal (μήνας σποράς, 21/03-19/04) η Δημοκρατία θα τιμά την Θεότητα, την Φύση και τον Λαό. Την 1η ημέρα του μήνα Floréal(μήνας άνθισης, 20/04-19/05) θα τιμά την Θεότητα, τον Έρωτα και τον Συζυγικό Δεσμό… Και κάθε χρονιά, σε αυτή την 1η ημέρα του Floréal, τα μέλη της κάθε κοινότητας θα διαλέγουν μεταξύ τους, μέσα στον Ναό τους, έναν νέο, ευκατάστατο, ενάρετο και αρτιμελή άνδρα, ηλικίας μεταξύ 21 και 30 ετών, ο οποίος με την σειρά του θα διαλέγει ως σύζυγο μία φτωχή κοπέλα, σε αιώνια ανάμνηση της ισονομίας των ανθρώπων»(«Readings in European History» του J. H. Robinson, τόμος 2, σελ. 451-4) Πολεμώντας και ο ίδιος, αναδιοργάνωσε τις στρατιές στο μέτωπο του Β και έθεσε στους στρατηγούς το δίλημμα «νίκη ή δίκη για προδοσία», κατόρθωσε δε τον Ιούνιο του 1794 να καταλάβει το Βέλγιο. Κλήθηκε από τον Ροβεσπιέρο να επιστρέψει στο Παρίσι, καθώς ο τελευταίος έβλεπε να διογκώνεται η αντίδραση κατά της Επιτροπής Κοινής Σωτηρίας και να μεθοδεύεται η ανατροπή της. Ο Saint Just πρότεινε ακόμα αυστηρότερη αντιμετώπιση των αντεπαναστατών, δίχως όμως να μπορέσει να αποτρέψει την συνομωσία τους. Συνελήφθη μαζί με τον Ροβεσπιέρο και τους άλλους ομοϊδεάτες τους στις 27/07/1794(9η Thermidor, έτους 2), καθώς προσπαθούσε να διαβάσει στην Εθνοσυνέλευση αναφορά για τους εντοπισμένους προδότες και την επόμενη ημέρα, φορώντας χειροπέδες βάδισε μόνος του προς την λαιμητόμο δίπλα στον μισοπεθαμένο Ροβεσπιέρο, επιδεικτικά ήρεμος και γαλήνιος, προκαλώντας δέος στους δήμιους και στο συγκεντρωμένο πλήθος, στο οποίο δήλωσε με υπερηφάνεια: «Δεν είναι τίποτε αυτή η σκόνη που αποτελεί το σώμα μου και τώρα σας μιλάει. Αυτήν λοιπόν τη σκόνη μόνο μπορείτε να βλάψετε και να θανατώσετε, σάς έχω αφαιρέσει όμως κάθε δυνατότητα να ληστέψετε την ελεύθερη ζωή που εγώ ο ίδιος χάρισα στον πραγματικό εαυτό μου στους αιώνες και στους ουρανούς»(Palmer, σελ. 367, 380). Ήταν μόλις 26 ετών. Το σώμα του ρίχτηκε στον ίδιο ασβεστόλακκο του νεκροταφείου του Errancis που εξαφάνισε και τα άλλα σώματα των καρατομημένων ροβεσπιερικών. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου