ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ
Χαρακτηρισμένη ως η «μεγαλύτερη μετακίνηση πληθυσμών στην ιστορία», η αθρόα εισροή προσφύγων στην ελληνική επικράτεια, απότοκη της Μικρασιατικής Καταστροφής (1922), προκάλεσε μια σειρά ανακατατάξεων σε δημογραφικό και οικονομικό επίπεδο, τα οποία κλήθηκε να αντιμετωπίσει η Ελλάδα εν τω μέσω των ήδη διαμορφωμένων αρνητικών κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών. Τα προβλήματα αυτά: στέγαση, υποδομές υποδοχής και εγκατάστασης, δημόσια υγεία και επαγγελματική αποκατάσταση. Το προσφυγικό ζήτημα της συγκεκριμένης περιόδου είναι το τελευταίο μιας μακράς σειράς πληθυσμιακών ανακατατάξεων στον ελλαδικό χώρο από τον 17ο αι.. Γι’ αυτό χρειάζεται πιθανώς να καθοριστεί το ιστορικό πλαίσιο των γεγονότων που οδήγησαν στην ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και του νεοσύστατου τότε τουρκικού κράτους. ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ Το τέλος της Μικρασιατικής Εκστρατείας(1919-22) δημιούργησε μια έκρυθμη κατάσταση στην Ελλάδα. Μέσα στη γενική σύγχυση ήλθε να προστεθεί ότι το χειρότερο, διοικητές των στρατιωτικών τμημάτων Χίου και Μυτιλήνης επαναστατούν κατά της νομίμου κυβέρνησης στρέφοντας τα όπλα κατά της Αθήνας. Την ηγεσία αναλαμβάνουν οι συνταγματάρχες Νικόλαος Πλαστήρας και Στυλιανός Γονατάς και ο αντιπλοίαρχος Δημήτριος Φωκάς. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος Α΄ αναγκάζεται προ της τελείας διάλυσης του κράτους σε παραίτηση υπέρ του διαδόχου Γεωργίου και καταφεύγει στην Ιταλία, όπου και πεθαίνει από καρδιακό επεισόδιο. Σχηματίζεται η κυβέρνηση Κροκίδα και συστήνεται έκτακτο στρατοδικείο, αν και έχουν λήξει οι στρατιωτικές επιχειρήσεις όχι για να προσαχθούν και να δικαστούν οι λιποτάκτες(εν καιρώ πολέμου) ή οι αίτιοι της κατάρρευσης του μετώπου, αλλά για να δικάσει πολιτικούς, όπου στη Δίκη των Εξ (Νοέμβριος 1922) καταδικάζει τελικά σε θάνατο τους θεωρούμενους ως «πρωταίτιους της τραγωδίας» Δημήτριο Γούναρη, Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη, Γεώργιο Μπαλτατζή, Νικόλαο Θεοτόκη και Γεώργιο Χατζανέστη, η θανάτωση των οποίων και εκτελέσθηκε αμέσως. Μετά την αποχή των φιλομοναρχικών, σχηματίζεται κυβέρνηση Φιλελευθέρων(εκλογές Δεκέμβριος 1923), ο βασιλιάς φεύγει και ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου ανακηρύσσει τη δημοκρατία. Η συνθήκη της Λωζάννης(11/07/1923) κλείνει οριστικά την τραγωδία και επικυρώνει την οδύσσεια της άφιξης των προσφύγων εξαιτίας της Ανταλλαγής Πληθυσμών, που είχε αρχίσει με το Σύμφωνο για την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας(30/01/1923) και τις δυσκολίες της εγκατάστασης και κοινωνικής ένταξης στο σώμα της Ελλάδας, αφού οι «ανταλλάξιμοι» εκατέρωθεν δεν είχαν το δικαίωμα επιστροφής στις πατρογονικές εστίες. Το ελληνικό κράτος εξαιτίας της Μικρασιατικής εκστρατείας είναι εξαντλημένο οικονομικά και υποχρεωμένο να θρέψει, στεγάσει, περιθάλψει, τονώσει ηθικά και εντάξει κοινωνικά 1,5 εκ Μικρασιάτες πρόσφυγες. ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ
· 03/11/1922: με Νομοθετικό Διάταγμα ιδρύεται το «Ταμείο Περίθαλψης Προσφύγων» ως ΝΠΔΔ. Καταργήθηκε και διαλύθηκε το 1925.
· 11/11/1922: Εκκενώνεται η χερσόνησος της Καλλίπολης από 25.000 Έλληνες
· 30/01/1923: Υπογράφεται η Σύμβαση περί ανταλλαγής ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών στη Λωζάννη
· 03/05/1923: Με Ν.Δ/γμα συστήνεται «Γενική Διεύθυνση Ανταλλαγής Πληθυσμών»(ΓΔΑΠ) στο (ελληνικό)Υπουργείο Γεωργίας, για να συντονίσει και βοηθήσει το έργο της ελληνικής αντιπροσωπείας στην προβλεπόμενη Μικτή Επιτροπή Ανταλλαγής πληθυσμών. Εξ αυτής ιδρύονται(1924) Γραφεία Ανταλλαγής Πληθυσμών. Η ΓΔΑΠ κατάρτισε(1926) το «Γενικό Μητρώο Ανταλλαξίμων» που συντάχθηκε με βάση τη διοικητική διαίρεση της Θράκης και της Μικράς Ασίας, συμπεριλαμβανομένου του Πόντου.
· 24/07/1923: Υπογράφεται η Συνθήκη της Λωζάννης, σύμφωνα με την οποία ορίζεται ο π. Έβρος ως σύνορο Ελλάδας Τουρκίας. Παραχωρούνται τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος στη Τουρκία.
· 29/09/1923: Ιδρύεται η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων, που επικυρώνεται με το Ν.Δ/γμα(13/10/1923) ως αυτόνομος οργανισμός με έδρα την Αθήνα υπό την εποπτεία της ΚτΕ και υπό την προεδρία του Αμερικανού διπλωμάτη Henry Morgenthau με τετραμελές συμβούλιο. Η λειτουργία της άρχισε τον Δεκέμβριο του 1923.
· 05/10/1923: Με βάση το άρθρο 11 της Σύμβασης περί Ανταλλαγής Πληθυσμών της Λωζάνης αρχίζει στη Κωνσταντινούπολη η λειτουργία της «Μικτής Επιτροπής Ανταλλαγής Πληθυσμών».
· 13/06/1924: Εκ της ΓΔΑΠ του Υπουργείου Γεωργίας ιδρύονται Γραφεία Ανταλλαγής Πληθυσμών στις οικονομικές εφορίες των «Νέων Χωρών»: Θράκη, Μακεδονία, Ήπειρος, Κρήτη και ΒΑ. Αιγαίο.
· 05/05/1925: Κατ' εφαρμογή του σχετικού ψηφίσματος της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης(07/04), το Ελληνικό Δημόσιο υπογράφει σύμβαση με την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος για την πληρωμή προκαταβολής στους δικαιούχους πρόσφυγες ως έναντι και μέχρι της αποπληρωμής της όλης περιουσίας τους, που αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν στη Τουρκία. Για τον σκοπό αυτό το Ελληνικό Δημόσιο εκχώρησε στην Εθνική Τράπεζα τα μουσουλμανικά ακίνητα που δεν είχαν παραχωρηθεί στην Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων. 2 ακόμη ανάλογες συμβάσεις υπογράφτηκαν τον Απρίλιο και τον Νοέμβριο του 1928. Μετά τα παραπάνω, καταργήθηκε και το αρχικό «Ταμείο Περίθαλψης Προσφύγων»(Νοέμβριος 1922).
· 21/06/1925: Υπογράφεται στην Άγκυρα η «Σύμβαση Άγκυρας 1925», γνωστότερη ως Συμφωνία Εξηντάρη - Ρουσδή κατά την οποία η Ελλάδα παραιτείται του δικαιώματος επιστροφής των «φυγάδων» της Κωνσταντινούπολης. Ταυτόχρονα ρυθμίζεται το ζήτημα των «εγκατεστημένων»(établis) στη Κωνσταντινούπολη. Παράλληλα διευθετούνται το ζήτημα των μουσουλμανικών κτημάτων που δεν είναι ανταλλάξιμα στην Ελλάδα και το ζήτημα της Δ Θράκης.
· 01/12/1926: Υπογράφεται στην Αθήνα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας η Σύμβαση Αθηνών (1926), η οποία προβλέπει την εξαγορά των μη ανταλλάξιμων κτημάτων και ακινήτων και από τις 2 χώρες.
· 10/06/1930: Υπογράφεται στην Άγκυρα μεταξύ Ελλάδας Τουρκίας η Σύμβαση Άγκυρας(1930) που προβλέπει την απάλειψη και οριστική εκκαθάριση των οικονομικών υποχρεώσεων μεταξύ των 2 χωρών. Οι ελληνικές περιουσίες στη Τουρκία και οι μουσουλμανικές στην Ελλάδα περιέρχονται στη κυριότητα του τουρκικού και ελληνικού Δημοσίου αντίστοιχα. Παράλληλα μ’ αυτά ρυθμίζονται τα ζητήματα «φυγάδων» και «εγκατεστημένων»(établis) της Κωνσταντινούπολης καθώς και των μουσουλμάνων της Δ. Θράκης.
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Η υποχρέωση υποδοχής, περίθαλψης και ένταξης των προσφύγων αναγκάζει την ελληνική κυβέρνηση να ζητήσει βοήθεια από την ΚτΕ με δάνειο 10 εκ £ και να προσφύγει σε διαρκείς εξωτερικούς δανεισμούς με καταθλιπτικούς για την οικονομία όρους και σκανδαλώδεις ρήτρες, υπεύθυνες για την εσωτερική κρίση του 1929-αποτέλεσμα της διεθνούς κρίσης- και για την πτώχευση του 1932. Ιδρύθηκε(1923) αυτόνομος οργανισμός με την επωνυμία «Επιτροπή αποκατάστασης Προσφύγων (ΕΑΠ)», με έδρα την Αθήνα υπό την εποπτεία της ΚτΕ και υπό την προεδρία του Αμερικανού διπλωμάτη Henry Morgenthau με τετραμελές συμβούλιο με σκοπό την οριστική στέγαση και την απασχόληση των προσφύγων. Για την περίθαλψή τους διατέθηκαν πόροι του Ελληνικού κράτους, συνεισέφεραν ιδιωτικές οργανώσεις και βοήθησαν οργανισμοί(π.χ. Βρετανικός, Σουηδικός και Αμερικανικός Ερυθρός Σταυρός, YMCA κ.ά.. Τα πρώτα χρόνια της άφιξής τους οι Μικρασιάτες πρόσφυγες παρουσίασαν μεγάλη κινητικότητα στις μετακινήσεις τους, περιφερόμενοι σε αναζήτηση μόνιμης εγκατάστασης από τις αστικές προς τις αγροτικές περιοχές και τανάπαλιν, παρά τις επιδιώξεις των διαδοχικών κυβερνήσεων για αύξηση της αγροτικής παραγωγής. Η ΕΑΠ φρόντισε ώστε οι αστοί στην πλειοψηφία τους πρόσφυγες που προέρχονταν από τον ίδιο οικισμό ή ευρύτερη περιοχή να εγκαθίστανται μαζί στο ελληνικό έδαφος ως μικροϊδιοκτήτες και συνεπώς αρνητές του κομμουνιστικού κινδύνου, έτσι όπως τον έβλεπε ο παρεμβατισμός της ΚτΕ στο έργο της ΕΑΠ και της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος. Η προσπάθεια μαζικής μετακίνησης προσφυγικών πληθυσμών στη μακεδονική γη πέραν της αναπτυξιακής αγροτικής πολιτικής εξυπηρέτησε και τον πολιτικό στόχο της αντικατάστασης των σλαβόφωνων, που μετανάστευαν αναγκαστικά προς τη Βουλγαρία και τη Σερβία, είτε προς τις χώρες του Νέου Κόσμου. Η προσωρινή στέγαση Μικρασιατών προσφύγων έγινε καταρχήν σε γήπεδα, θέατρα, αυλές εκκλησιών, δημόσια κτήρια, παράγκες, σκηνές, χαμόσπιτα, καλύβες σε εγκαταλελειμμένα χωριά και οικισμούς αμιγώς προσφυγικούς. Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν άθλιες. Δεν υπήρχαν έργα υποδοχής, ούτε δίκτυα ύδρευσης, ηλεκτροφωτισμού και αποχέτευσης. Έλειπαν παντελώς οι χώροι αναψυχής, ενώ μεταδίδονταν εύκολα επιδημικές ασθένειες(π.χ. εξανθηματικός τύφος, γρίπη, ελονοσία, φυματίωση και ευλογιά, παρούσες ήδη στην Ελλάδα και πριν την άφιξη των προσφύγων). Το γεγονός ότι δόθηκε προτεραιότητα στην αντιμετώπιση στοιχειωδών και πιεστικών αναγκών, όπως η διατροφή που αντιμετωπίστηκε με την οργάνωση συσσιτίων και παροχή τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης και η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Δεδομένης της προσμονής εκμετάλλευσης των γαιών από τους ντόπιους πληθυσμούς, της υπερπροσφοράς εργασίας και των προσπαθειών του κεφαλαίου να την εκμεταλλευτεί και των συχνών επιτάξεων κατοικιών, οι πρόσφυγες αντιμετωπίστηκαν εχθρικά στις αστικές και στις αγροτικές περιοχές. Στον αντίποδα πιθανώς βρίσκεται η βοήθεια μερίδας ντόπιων κατοίκων και πολλοί ιδιωτών, οι οποίοι πρόσφεραν ατομικά ή οργανωμένα με τη διενέργεια εράνων, την οργάνωση πρόχειρων συσσιτίων, τη διανομή ψωμιού, την παροχή ρουχισμού, φαρμάκων κ.ά.. ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Οι επιδράσεις του προσφυγικού εποικισμού στη Μακεδονία είναι χαρακτηριστικό δείγμα της αξιοποίησης του επαγγελματικού δυναμικού των προσφύγων. Οι πρόσφυγες προβαίνουν στην εκτέλεση μεγάλων έργων, ανοίγουν δρόμους, κατασκευάζουν γέφυρες, εκτελούν μεγάλα λιμενικά έργα, εγγειοβελτιωτικά και αρδευτικά έργα, κυρίως σε 3 περιοχές: πεδιάδες Σερρών, Δράμας και Θεσσαλονίκης. Διευθετούν τις κοίτες χειμάρρων και των μεγάλων ποταμών(π.χ. Αξιός, Στρυμόνας), αποξηραίνουν λίμνες(π.χ. Αχινός, Γιαννιτσά, Αρτζάν, Αμάτοβο) και παραδίδουν τις γαίες σε ακτήμονες πρόσφυγες και γηγενείς. Ένα μεγάλο τμήμα του προσφυγικού πληθυσμού εμφανίστηκε ως αξιόλογη και ειδικευμένη φθηνή εργατική δύναμη, παρέχοντας επιπλέον κίνητρα για τη δημιουργία νέων παραγωγικών μονάδων. Η παρουσία των προσφύγων στην Ελλάδα επέφερε επίσης μια αξιόλογη διεύρυνση της εσωτερικής αγοράς. Η τεράστια προσπάθεια για την εγκατάστασή τους στους αστικούς και αγροτικούς χώρους λειτούργησε και ως ευκαιρία για την αξιοποίηση κεφαλαίων και την απόληψη κερδών. Σε αυτό το στενό εννοιολογικό πλαίσιο θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι η διεύρυνση της πιστωτικής πολιτικής των τραπεζών επέφερε διαρκή τόνωση της αγοράς. Η άφιξη των προσφύγων στην Ελλάδα έγινε η αιτία για να επιταχυνθεί και επεκταθεί η διαδικασία διανομής των μεγάλων αγροκτημάτων(τσιφλικιών) στους καλλιεργητές. Δεδομένης της υποχρέωσης της ελληνικής κυβέρνησης(Πρωτόκολλο 29/09/1923) να μεταβιβάσει περίπου 5 εκ στρ. γης στην ΕΑΠ και της προσωρινής αδυναμίας της να εκποιήσει τα μουσουλμανικά τσιφλίκια, η αναδιανομή γαιών έγινε σταδιακά και με συνεχείς διαβουλεύσεις. Τα μουσουλμανικά εδάφη που αποδόθηκαν, περ. 3,5 εκ στρ., στην ΕΑΠ για την αποκατάσταση ακτημόνων προσφύγων θεωρείται πως συνέβαλαν αποφασιστικά στην ομογενοποίηση της εθνικής ταυτότητας του προσφυγικού αγροτικού πληθυσμού, τον οποίο μετέτρεψε σε κοινωνό της εθνικής κοινότητας. Γενική συνέπεια από την εγκατάσταση των προσφύγων και τη διανομή των μεγάλων αγροκτημάτων στους άμεσους καλλιεργητές ήταν η κινητοποίηση των εγχώριων πόρων για την εκβιομηχάνιση, με βάση την εσωτερική αγορά και την περαιτέρω επιδείνωση των συνθηκών της αγοράς εργασίας. Η προσπάθεια θεωρήθηκε τόσο σημαντική ώστε προκάλεσε την εισροή και ξένων κεφαλαίων, αγγλικών και αμερικανικών, που επενδύθηκαν στην Ελλάδα με σκοπό την αξιοποίηση αυτής της οικονομικής συγκυρίας, κυρίως σε εισαγωγές που ελέγχονταν από την ΕΑΠ και συνήθως δεν απευθύνονταν σε Έλληνες παραγωγούς. ΚΛΑΔΟΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Ο κλάδος που απεικονίζει την επίδραση των προσφύγων στον μεταποιητικό τομέα ήταν η ταπητουργία, κλάδος άγνωστος στην Ελλάδα πριν τον ερχομό των προσφύγων. Πέραν της ταπητουργίας σημαντικές εξελίξεις παρατηρήθηκαν και στους τομείς της εκβιομηχάνισης μετά το 1927 και της κλωστοϋφαντουργίας, στην οποία απασχολήθηκε σημαντικός αριθμός προσφύγων όσο η ελάχιστη διάρκεια εργασίας ξεπερνούσε το δεκάωρο. Ιδρύθηκε εργοστάσιο κοπής και ραφής, απαραίτητο μετά τη σύμβαση της εταιρείας με το Δημόσιο. Οι αλυσιδωτές επενδύσεις οδήγησαν στην ίδρυση εργοστασίου ξυλουργείου, μηχανουργείου και σιδηρουργείου για τις ανάγκες των επιχειρήσεων. ΩΦΕΛΕΙΕΣ Η άφιξη των προσφύγων στην Ελλάδα ωφέλησε την ελληνική οικονομία, όχι όμως τους πρόσφυγες-εκτός εκείνων που κατείχαν τις δυνατότητες να συνεχίσουν τις οικονομικές τους δραστηριότητες στην Ελλάδα. Πέραν της κινητής περιουσίας που μετέφεραν στην Ελλάδα, λειτούργησαν και ως νέος παράγοντας ζήτησης για τη βιομηχανία ειδών διατροφής. Υπήρξε μεγάλη αύξηση της προσφοράς ειδικευμένης και φθηνής εργατικής δύναμης, προς όφελος του κεφαλαίου, εγχώριου και διεθνούς. Η στέγαση των προσφύγων, τα αποξηραντικά έργα, η οδοποιία, οι επικοινωνίες, η παραγωγή υφαντουργικών ειδών πρώτης ανάγκης εμφανίστηκαν ως στόχοι κοινωνικής πολιτικής και λειτούργησαν μακροπρόθεσμα ως προσοδοφόροι τομείς για ελληνικές και ξένες επιχειρήσεις. Η αγροτική μεταρρύθμιση προχώρησε βαθύτερα, χάρη στους πρόσφυγες. Ορισμένοι κλάδοι της οικονομίας(π.χ. υφαντουργία, ταπητουργία και οικοδομές) αναπτύχθηκαν με ρυθμούς ταχύτερους απ' ό,τι άλλοι. ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Προερχόμενοι από τόπους με μακραίωνη πολιτισμική παράδοση, οι πρόσφυγες μετέφεραν στην νέα τους πατρίδα τον πολιτισμό τους. Η μουσική τους επηρέασε τα λαϊκά στρώματα, παρέχοντας νέους τρόπους έκφρασης. Ο μικρασιατικός αστικός πληθυσμός, προστιθέμενος στον ελληνικό αστικό πληθυσμό, καθόρισε τη σύζευξη του σμυρναίικου με το ρεμπέτικο. Η μουσική ορχήστρα εμπλουτίστηκε με τον μπαγλαμά, τα σάζια, τους ταμπουράδες, το βιολί, το ούτι, το κανονάκι. Προερχόμενοι οι Μικρασιάτες από περιοχές στις οποίες λειτουργούσαν σημαντικά εκπαιδευτικά ιδρύματα και εκτεταμένο σχολικό δίκτυο, με τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα τους, αναζωογόνησαν το ελλαδικό πολιτισμικό τοπίο με νέες αντιλήψεις και πολιτισμικές αξίες. Το 1922 θεωρείται σημαντικός σταθμός για τη λογοτεχνία. Πέραν της μουσικής και της λογοτεχνίας ο χορός, η διατροφή, η ενδυμασία και τα κοινωνικά έθιμα εμπλούτισαν την ελληνική παράδοση, παράγοντας νέα ρεύματα για την επιστήμη της λαογραφίας. Ιδιαίτερα οι πόλεις, λειτούργησαν ως ανοικτά «συστήματα» για τη διάχυση και αφομοίωση κάθε είδους πολιτισμικής δραστηριότητας. ΣΥΝΟΨΗ Παρά την κοινωνική, οικονομική και πολιτισμική αναταραχή, παράγονται οι συνθήκες για τη θεμελίωση ενός σύγχρονου ομογενοποιημένου κράτους. Με αφετηρία την επομένη της αναγκαστικής μετανάστευσης, οι πρόσφυγες διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του σύγχρονου ελληνισμού. Όσον αφορά στην ελληνική οικονομία, το όφελος υπήρξε σημαντικό. Εκτός της αύξησης της προσφοράς ειδικευμένης και φθηνής εργατικής δύναμης και της διεύρυνσης της εσωτερικής αγοράς, η στέγαση των προσφύγων, τα αποξηραντικά έργα, η οδοποιία, οι επικοινωνίες, η παραγωγή υφαντουργικών ειδών πρώτης ανάγκης έγιναν στόχοι της κοινωνικής πολιτικής και λειτούργησαν ως προσοδοφόροι τομείς για τις ελληνικές και ξένες επιχειρήσεις, αυξάνοντας δραστικά τη δύναμη του κεφαλαίου. Οι πρόσφυγες, χωρίς να εκμεταλλευθούν προς ίδιον όφελος το εργατικό δυναμικό τους-εκτός εξαιρέσεων- έβγαλαν την ελληνική οικονομία από τον λήθαργο και την ώθησαν σε αναδιαρθρώσεις. Στα παραπάνω είναι αναγκαίο να συνδυαστεί και η πολιτισμική τους προσφορά, ως τόνωση της πνευματικής ζωής και διαμόρφωση μιας νέας ελληνικής πολιτισμικής ταυτότητας. Σε τούτη την ψυχρή ιστορική αποτίμηση θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι σε κοινωνικό επίπεδο οι μαζικοί θάνατοι από την εξαθλίωση, τις κακουχίες και τις ασθένειες, η ψυχολογική αναταραχή, οι άθλιες συνθήκες εργασίας και οι προσωπικές απώλειες δεν μπορούν να εξισορροπήσουν ως ανταλλάγματα τις όποιες οικονομικές ή πολιτισμικές ωφέλειες στη βραχυπρόθεσμη οπτική γωνία της βραχύβιας ανθρώπινης ζωής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου