Τρίτη 24 Απριλίου 2012

Γεώργιος Καραϊσκάκης ΤΟ ΛΙΟΝΤΑΡΙ ΤΗΣ ΡΟΥΜΕΛΗΣ(1792-1827) ΜΕΡΟΣ 4ο

Γεώργιος Καραϊσκάκης ΤΟ ΛΙΟΝΤΑΡΙ ΤΗΣ ΡΟΥΜΕΛΗΣ(1792-1827) ΜΕΡΟΣ 4ο
ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ Με την πτώση του Μεσολογγίου(Απρίλιος 1826) οι Οθωμανοί έλεγχαν το μεγαλύτερο τμήμα της Στερεάς Ελλάδας. Το μοναδικό οχυρό που κατείχαν οι Έλληνες ήταν το κάστρο των Αθηνών. Εκεί στράφηκε ο Κιουταχής. Έφτασε στην Αθήνα(Αύγουστος 1826) και ξεκίνησε την πολιορκία της Ακρόπολης. Mε την παράδοση της φρουράς της Ακρόπολης(24/05/1827) μειώθηκαν ακόμη περισσότερο οι ελπίδες για επικράτηση της Επανάστασης στο πεδίο των μαχών. H Στερεά και το μεγαλύτερο τμήμα της Πελοποννήσου ήταν υπό την κατοχή των δυνάμεων Kιουταχή και Iμπραήμ. Ύστερα από 6 χρόνια πολέμου η θετική έκβαση της ελληνικής υπόθεσης θα κρινόταν πλέον στο πεδίο της διπλωματίας. Οι ελπίδες της ελληνικής πλευράς στράφηκαν στον Ιωάννη Kαποδίστρια, τον οποίο είχε προσκαλέσει(αρχές Απριλίου 1827) η Γ' Εθνοσυνέλευση να δεχτεί τη θέση του Κυβερνήτη της Ελλάδας. Στη δεκάμηνη πολιορκία της Ακρόπολης οι πολεμικές τακτικές που των 2 αντίμαχων δε διέφεραν, από εκείνες που ακολουθήθηκαν στην πολιορκία του Μεσολογγίου. Από την πλευρά των Οθωμανών επιδιώχθηκε ο στενός αποκλεισμός των πολιορκημένων που θα τους υποχρέωνε σε παράδοση. Επιχειρούσαν συχνές νυχτερινές εξόδους στις κοντινές στην Ακρόπολη θέσεις των Οθωμανών, επιχειρήσεις στις οποίες διακρίθηκε μεταξύ άλλων ο Μακρυγιάννης(1797-1864). Η κατασκευή υπόγειων στοών (λαγούμια) κάτω από τις εχθρικές θέσεις και η ανατίναξή τους υπήρξε τακτική που στέφθηκε συχνά με επιτυχία, χάρις στη δεξιότητα του Kώστα Xορμόβα, Λαγουμιτζή), με  παρόμοια δράση και στο Μεσολόγγι. Το κύριο σώμα των ελληνικών δυνάμεων είχε τοποθετηθεί στα περίχωρα των Αθηνών πίσω από τις γραμμές των Οθωμανών. Στη διάρκεια της 10μηνης πολιορκίας στρατόπεδα δημιουργήθηκαν σε Χαϊδάρι, Ελευσίνα, Kερατσίνι και Φάληρο. Βασικός στόχος: η κατάληψη θέσεων που θα επέτρεπαν σε μικρές ομάδες να διασπάσουν την πολιορκία και να ενισχύσουν τους πολιορκημένους. Αυτό το πέτυχε(τέλη Νοεμβρίου 1826) ο φιλέλληνας αξιωματικός Φαβιέρος. Αρκετές επιχειρήσεις διεξήχθησαν από την πλευρά των επαναστατών αρκετά μακριά από την Αθήνα. Ήταν συχνά κινήσεις αντιπερισπασμού, όπως στην Αράχοβα(τέλη Νοεμβρίου 1826). Άλλες φορές πάλι (π.χ. Τουρκοχώρι(Τιθορέα))(αρχές Δεκεμβρίου) οι επιθέσεις στρέφονταν στις εφοδιοπομπές των Οθωμανών. Σ’ αυτές διακρίθηκε ο Καραϊσκάκης. Μετά την πτώση του Μεσολογγίου η Διοίκηση είχε αναθέσει στο Αρχιστράτηγο να ανασυντάξει το ελληνικό στρατόπεδο στη Ρούμελη. Παρά τις αμφισβητήσεις που δέχτηκε, κατάφερε γρήγορα να πετύχει την αναγνώριση των άλλων οπλαρχηγών και να επιφέρει, για 1η φορά ίσως, συντονισμό ανάμεσά τους. Η συμμετοχή του στις μάχες και οι επιτυχίες του(τελευταίοι μήνες 1826) ενίσχυσαν τη θέση του, αύξησαν τη φήμη του και δημιούργησαν προσδοκίες για θετική έκβαση στην πολιορκία της Ακρόπολης. Όμως ξ ανάθεση από τη Διοίκηση της αρχηγίας του στρατού και του στόλου στους φιλέλληνες αξιωματικούς Church και Cohran προκάλεσε δυσαρέσκεια στους χώρους των ενόπλων. Αυτή έθετε σε δοκιμασία την επιχειρησιακή ικανότητα του ελληνικού στρατοπέδου. H απόφαση του Church να σταματήσουν οι επιχειρήσεις στα μετόπισθεν των Οθωμανών και να πραγματοποιηθεί κατά μέτωπο επίθεση, ο θάνατος του Καραϊσκάκη την παραμονή της ελληνικής επίθεσης σε μια μικροσυμπλοκή στα Ταμπούρια(Kερατσίνι) και η επιμονή των αρχηγών να διεξαχθεί η μάχη την καθορισμένη ημέρα λειτούργησαν αρνητικά στην τελική έκβαση της επιχείρησης. H ήττα στη μάχη του Ανάλατου(24/04/ 1827) και η διάλυση του στρατοπέδου οδήγησαν(Μάιος 1827) στην παράδοση της φρουράς της Ακρόπολης. ΘΑΝΑΤΟΣ Όταν ο Αρχιστράτηγος Καραϊσκάκης επέστρεψε μετά την 4μηνη νικηφόρα περιοδεία του, έχοντας 1.000 περ. άνδρες, στην Ελευσίνα, μετέφερε το στρατόπεδό του στο Κερατσίνι στα υψώματα του οποίου έχτισε «ταμπούρια»(μικρές οχυρώσεις) όπου επανειλημμένα δέχθηκε επιθέσεις των Τούρκων(04/03/1827). 2.000 Πελοποννήσιοι υπό τον στρατηγό Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, τους Πετμεζάδες, Σισίνη κ.ά. οπλαρχηγούς φθάνουν σε επικουρία του Αρχιστρατήγου(1827). Προσήλθαν(αρχές Απριλίου 1827) και οι διορισμένοι από την Συνέλευση της Τροιζήνας(Κυβέρνηση), «στόλαρχος πασών των ναυτικών δυνάμεων», Thomas Cohran(1775-1860) μαζί με τον Sir Richard Church(1784- 1873), «διευθυντή χερσαίων δυνάμεων» για να συνδράμουν τον Αγώνα. Με τους 2 ξένους ο Καραϊσκάκης περιήλθε σε έριδες, για την τακτική του πολέμου και κατά την οργάνωση για την κατά μέτωπο επίθεση. Οι διορισμοί των ξένων υπήρξαν το μοιραίο σφάλμα που ανέτρεψε την έκβαση του Αγώνα. Γιατί προσπαθούσαν να εφαρμόσουν τακτικές οργανωμένου στρατού αγνοώντας τις τακτικές των Ελλήνων, την ψυχολογία τους και τις μορφολογικές δυνατότητες της περιοχής, επιζητώντας την έξοδο με κατά μέτωπο επίθεση σε πεδιάδα, επειδή δεν γνώριζαν το είδος αυτό του πολέμου που επιχειρούσαν μέχρι τότε οι Έλληνες. Έτσι η ανάμιξή των στις πολεμικές ενέργειες με ταυτόχρονες διαταγές τους παρέλυσαν τις διαταγές του Καραϊσκάκη. Αυτό οδήγησε τον Αρχιστράτηγο να επεμβαίνει προσωπικά μέχρι αυτοθυσίας σε όλες τις συμπλοκές, ακόμη και τις μικρότερες, ένα ακόμη μοιραίο σφάλμα. Αυτό το αντελήφθη ο Κολοκοτρώνης ο οποίος διαμήνυσε στον Καραϊσκάκη να αποφεύγει τις άσκοπες αψιμαχίες και ακροβολισμούς για να μη φονεύονται και οπλαρχηγοί τους οποίους «κυνηγά το βόλι». Ο Κολοκοτρώνης του τόνιζε ότι είναι ανάγκη «να σώσει τον εαυτόν του για να σωθεί και η πατρίδα». Ο Καραϊσκάκης όμως έχοντας ατίθασο χαρακτήρα, παρά τις συστάσεις και την κατάσταση της υγείας του (πυρετός) αποφάσισε να ανακόψει τους ακροβολισμούς των Τούρκων. Η επιχείρηση ορίσθηκε να πραγματοποιηθεί για την νύχτα της 22ας προς 23η Απριλίου 1827, έχοντας συμφωνήσει κανείς να μην ξεκινήσει άκαιρα τους πυροβολισμούς πριν δοθεί το σύνθημα για γενική επίθεση. Ακούστηκαν(απόγευμα 22ας Απριλίου) πυροβολισμοί από ένα κρητικό οχύρωμα. Οι Κρητικοί προκαλούσαν τους Τούρκους και καθώς εκείνοι απαντούσαν οι εχθροπραξίες γενικεύτηκαν. Ο Καραϊσκάκης, παρότι άρρωστος βαριά, έφτασε στον τόπο της συμπλοκής. Εκεί μια σφαίρα τον τραυμάτισε θανάσιμα στο υπογάστριο. Οι γιατροί που ανέλαβαν την περίθαλψή του, γρήγορα κατάλαβαν ότι θα κατέληγε. Ο ήρωας μεταφέρθηκε στο στρατόπεδό του στο Κερατσίνι και αφού μετάλαβε των Αχράντων Μυστηρίων, υπαγόρευσε τη διαθήκη του που ιδιόχειρα υπέγραψε. Η τελευταία κουβέντα που είπε στους συμπολεμιστές του, κατά τον Στρατηγό Μακρυγιάννη που τον επισκέφθηκε, ήταν «Εγώ πεθαίνω. Όμως εσείς να είστε μονιασμένοι και να βαστήξετε την πατρίδα». Ο Αρχιστράτηγος Γεώργιος Καραϊσκάκης υπέκυψε(23/04/1827) στο θανατηφόρο τραύμα του μέσα στο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου στο Κερατσίνι, ανήμερα της γιορτής του. Η σορός του μεταφέρθηκε στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου στη Σαλαμίνα όπου ετάφη και θρηνήθηκε από το πανελλήνιο. Αναφέρεται πως όταν ο Κολοκοτρώνης έμαθε τον θάνατο του Καραϊσκάκη «κάθισε σταυροπόδι» και μοιρολογούσε σαν γυναίκα. Μετά το θάνατο του Καραϊσκάκη ανέλαβαν οι Cohran και Church την διοίκηση της διεξαγωγής της μάχης στη πεδιάδα του Φαλήρου όπου ακολούθησε η ολοκληρωτική καταστροφή του Ανάλατου(σημ. Φλοίσβος, Φάληρο), όπου είχαν οι Τούρκοι παρασύρει τους Έλληνες μέχρι που τους περικύκλωσαν. Ακολούθησε η διάλυση του ελληνικού στρατοπέδου της Ακρόπολης και η ανακατάληψή της και η διάλυση και του στρατοπέδου του Κερατσινίου.
– Φρικτόν με λέγει εχάθημεν.
– Πως πως τον απαντώ.
– Είδες το όπλον όπου έπεσεν πλησίον του Καραΐσκου; Εκείνος όπου έφευγεν τον εβάρεσεν!
– Τον είδα του είπον και στρέφω τους οφθαλμούς μου.
Είδα τον Καραΐσκον κρατώντα τον 2 εκ δεξιών και 2 εξ’ αριστερών και τον μετέφερον εις το στρατοπεδαρχείον. Ο Καραΐσκος άμα κτυπηθείς είπεν: «Κλάστε μου τώρα τον μπούτζον». Τούτο το ήκουσαν πολλοί, εκ τούτων ίσως ουδείς υπάρχει. Εν ακαρεί δε διεδόθη ότι ο Καραΐσκος εδολοφονήθη συνεργία του Κίτζιου Τζαβέλα και Λάμπρου Βεΐκου, αλλά το διέψευσαν αμέσως δια να μην διχασθεί ο στρατός και δημοσίευσαν, ότι ο Γαρδικιώτης τον εσυνόδευσεν και πολύ επροσπάθησεν να μάθει περί της δολοφονίας και ότι ο Καραΐσκος ομολόγησεν ότι Τούρκος τις, τον οποίον δεν επρόσεξεν τον εκτύπησεν. Περί του υπαρκτού της δολοφονίας του Καραΐσκου τον ερώτησαν να τους ειπεί εμπιστευτικώς πόθεν εβαρέθη, ο Καραΐσκος τους απήντησεν ότι αν ζήσει γνωρίζει ποίος τον εκτύπησεν, ειδεμή ας του κλάσουν τον μπούτζον…». Ο Σταυριανός δεν ανήκε σε καμία πολιτική ή άλλη παράταξη και δεν επεδίωκε κάποιους συγκεκριμένους σκοπούς. Σε μία παρόμοια αναφορά με τα γραφόμενα του Σταυριανού αναφέρεται και ο Σπύρος Αντωνιάδης. Ο Κασομούλης ομιλεί για έναν παπά, που του εξομολογήθηκε ότι ένας στρατιώτης του σώματος του Κίτσου Τζαβέλα ο Κώστας Στράτης ενώ έστρεφε να πυροβολήσει τους Τούρκους πλήγωσε κατά λάθος τον Καραϊσκάκη. Η συντριπτική πλειονότητα των πρωτογενών πηγών, μεταξύ των οποίων επίσης αυτόπτες, δέχεται ότι ο Καραϊσκάκης πυροβολήθηκε από Τούρκους. Από τους νεώτερους συγγραφείς ο Γιάννης Βλαχογιάννης υποστήριξε ότι ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος οργάνωσε την δολοφονία του Καραϊσκάκη. Την γνώμη του υιοθέτησαν οι Δημήτρης Φωτιάδης και Δημήτρης Σταμέλος. Ο Γιάννης Κορδάτος διερωτάται αν «Οι Τούρκοι τον πυροβόλησαν ή κάποιος Έλληνας όργανο του Κιουταχή ή του Cohran. Οι Αναστάσιος Ορλάνδος, Mendelssohn-Bartholdy, Κωνσταντίνος Ράδος, Απόστολος Βακαλόπουλος, Κυριάκος Σιμόπουλος και Χρήστος Λούκος πιστεύουν ότι πυροβολήθηκε από Τούρκους. Οι Τρικούπης(εκφώνησε τον επικήδειο), Παπαρρηγόπουλος, Κόκκινος κ.ά. δεν ασχολούνται με το θέμα. Παραθέτουμε την τραγική προειδοποίηση του Κολοκοτρώνη: «Μανθάνω, ότι εμβαίνεις εις τους ακροβολισμούς… αυτό δεν είναι έργο ιδικόν σου».
ΦΗΜΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ Οι πηγές που αναφέρονται στον θάνατο του Καραϊσκάκη χαρακτηρίζονται από ασυμφωνία. Ο Ανιάν, γραμματέας του Καραϊσκάκη-έγραψε την βιογραφία του(1833)-, αναφέρει τον τραυματισμό του και ότι ο Καραϊσκάκης πριν πεθάνει εμπιστεύτηκε στους Χατζηπέτρο και Γρίβα πως «...Λέγουν ότι εν παρόδω τρόπον τινά ανέφερε εις αυτούς ότι επληγώθη από το μέρος των Ελλήνων, ότι εγνώριζεν τον αίτιον και ότι, αν ήθελε ζήση, ήθελε τον κάμει γνωστόν και εις το στρατόπεδον». Δ. Αινιάν, Ο Καραϊσκάκης, σ.185. Στο έργο «Γεώργιος Καραϊσκάκης» του Ιωάννη Ζαμπέλιου, ο αρχιστράτηγος φαίνεται να λέει προς τους Χατζηπέτρο και Γρίβα : «Αύριον αν είμαι ζωντανός ακόμη, ελάτε να σας πω έναν μυστικόν», αλλά σε υποσημείωση του βιβλίου του αναφέρει ότι το «μυστικό» αυτό παρεξηγήθηκε και ερμηνεύθηκε εσφαλμένως ως «δολοφονία από κάποιον Έλληνα». Μόνο ένας συγγραφέας, αυτόπτης απομνημονευματογράφος, υποστήριξε την εκδοχή της δολοφονίας. Η «Εταιρεία Στερεοελλαδικών Μελετών» έχει εκδώσει τ’ απομνημονεύματα του Κύπριου αγωνιστή, που πολέμησε δίπλα στον Καραϊσκάκη, Ιωάννη Σταυριανού, «Πραγματεία των περιπετειών του βίου μου και συλλογή διαφόρων αντικειμένων αγνώστων εν τη Ελληνική Ιστορία». Περιγράφει την προσωπική του δράση την περίοδο της Επανάστασης του 1821 δίδοντας πλήθος στοιχείων για τα γεγονότα της εποχής. Όμως η σημαντικότερη μαρτυρία του αφορά τον τρόπο με τον οποίο σκοτώθηκε ο Καραϊσκάκης. Διαβεβαιώνει, ότι ο αρχιστράτηγος δολοφονήθηκε από Έλληνα και ότι ο ίδιος υπήρξε αυτόπτης μάρτυς. Ο Σταυριανός είναι ο μόνος και ο 1ος, που αναφέρει την δολοφονία από Έλληνα του Καραϊσκάκη σαν πραγματικό γεγονός και όχι σαν αόριστη φημολογία: «Ο Καραΐσκος άμα διέταξε τον υπασπιστήν του να καταδιώξει τους δύο ιππείς, έστρεψεν οπίσω απομακρυνθείς της μάνδρας ικανόν διάστημα. Τότες είδομεν στρατόν και ευθύς ο πυροβολητής ανεμείχθη εις τον στρατόν. Αυτός ήτο ο επικατάρατος δολοφόνος του Καραΐσκου. Οι οφθαλμοί του συντρόφου μου εν ριπή διέτρεξαν τον δολοφόνον και τον αρχηγόν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου