ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΧΟΥΝΤΑ(ΑΠΟΣΤΑΣΙΑ 1965 ή ΙΟΥΛΙΑΝΑ) MEΡΟΣ 1ο
Με τον όρο Αποστασία ή Ιουλιανά αναφέρεται στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας η περίοδος πολιτικής ανωμαλίας που ακολούθησε την αποπομπή της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου(15/07/1965) ως την επιβολή της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Μετά την παραίτηση Παπανδρέου σχηματίστηκαν κυβερνήσεις από μέλη της Ενώσεως Κέντρου παρά τη σφοδρή αντίθεση του αρχηγού της Παπανδρέου και της πλειοψηφίας των βουλευτών της. Οι πρωθυπουργοί και υπουργοί αυτών των κυβερνήσεων και οι βουλευτές της Ε.Κ. που τελικά στήριξαν αυτές τις κυβερνήσεις χαρακτηρίστηκαν αποστάτες, καθώς υπήρχε η εντύπωση σε πολιτικούς, δημοσιογράφους και ιστορικούς ότι η στήριξη που παρείχαν δεν πήγαζε από πολιτική ή ιδεολογική συμφωνία, αλλά ήταν προϊόν χρηματισμού και υποσχέσεων για ανάληψη κυβερνητικών αξιωμάτων. Αυτή ήταν περίοδος πολιτικής αστάθειας και εντάσεων με έντονη την ανάμιξη του νεαρού τότε βασιλιά Κωνσταντίνου στα πολιτικά πράγματα της χώρας κατά παράβαση του Συντάγματος του 1952. Οδήγησε σε απαξίωση των πολιτικών και άνοιξε τον δρόμο στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967. ΧΡΟΝΙΚΟ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ Η Ένωσις Κέντρου είχε νικήσει στις εκλογές(Φεβρουάριος 1964) με ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην ιστορία των ελληνικών εκλογών (52,72%) και ο Γ. Παπανδρέου είχε σχηματίσει για 1η φορά αυτοδύναμη κυβέρνηση με 171 βουλευτές. Αφορμή για την παραίτησή του(Ιούλιος 1965): η διαμάχη του με τον τότε βασιλιά Κωνσταντίνο για το πρόσωπο του υπουργού Εθνικής Άμυνας και την αλλαγή του αρχηγού ΓΕΣ. Ο Παπανδρέου επιθυμούσε να αντικαταστήσει τον ως τότε υπουργό Πέτρο Γαρουφαλιά και τον αρχηγό ΓΕΣ στρατηγό Γεννηματά, οι οποίοι κατά την άποψή του ελέγχονταν από το Παλάτι, με ανθρώπους της εμπιστοσύνης του. Είχε επιλέξει ως νέο υπουργό Άμυνας το γιό του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος την ίδια περίοδο εφέρετο αναμεμιγμένος στην υπόθεση «ΑΣΠΙΔΑ». Ο βασιλιάς αρνούνταν να υπογράψει τα σχετικά διατάγματα, αν δεν ενέκρινε πρώτα τους αντικαταστάτες τους. Ο Γαρουφαλιάς παρά την αποπομπή του αρνούνταν να εγκαταλείψει το υπουργείο, βέβαιος για τη βασιλική υποστήριξη, ακόμα κι αφού ο Γ. Παπανδρέου τον διέγραψε από την Ένωση Κέντρου. Τελικά ο Γ. Παπανδρέου πρότεινε να αναλάβει ο ίδιος το υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Ο Κωνσταντίνος αρνήθηκε, επιθυμώντας να τοποθετηθεί πρόσωπο της δικής του εμπιστοσύνης, και τότε ο Παπανδρέου θεώρησε ότι είναι απαράδεκτο ο πρωθυπουργός να μην μπορεί να αναλάβει όποιο υπουργείο επιθυμεί(«πρωθυπουργός υπό απαγόρευσιν») και παραιτήθηκε. Είχε προηγηθεί ανταλλαγή(08-14/07) 5 οξύτατων επιστολών μεταξύ του Κωνσταντίνου και του Παπανδρέου, σχετικά με την υπογραφή του διατάγματος για την αντικατάσταση του Γαρουφαλιά και μία μεταξύ τους συνάντηση στην Κέρκυρα. Ο βασιλιάς βρισκόταν στο διάστημα αυτό, στο ανάκτορο Μον Ρεπό, όπου επρόκειτο να γεννήσει η βασίλισσα Άννα Μαρία το 1ο τους παιδί, την Αλεξία. Οι επιστολές του βασιλιά συνιστούσαν αντισυνταγματική επέμβαση στη διακυβέρνηση της χώρας. Στις 19:00(15/07) πραγματοποιήθηκε στα ανάκτορα(σημ. Προεδρικό Μέγαρο, στην οδό Ηρώδου Αττικού) η τελευταία συνάντηση του Κωνσταντίνου με τον Παπανδρέου. Διήρκεσε μόνο 10 λεπτά και επιβεβαίωσε την προδιαγεγραμμένη ρήξη. Όταν ο βασιλιάς αρνήθηκε πάλι να υπογράψει το διάταγμα, ο Παπανδρέου δήλωσε ότι επρόκειτο να υποβάλλει εγγράφως την παραίτηση της κυβέρνησης την επομένη. ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗ ΝΟΒΑ 50 λεπτά μετά την προφορική δήλωση Παπανδρέου και χωρίς έγγραφη παραίτηση της κυβέρνησης, ορκίστηκε ο 1ος «αποστάτης» Πρωθυπουργός, ο τότε πρόεδρος της Βουλής, Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, μέλος της Ενώσεως Κέντρου, ο οποίος είχε ήδη ειδοποιηθεί. Επειδή η ορκωμοσία του ήταν προαποφασισμένη και προσυνεννοημένη με τον βασιλιά, ονομάστηκε «κατεψυγμένος πρωθυπουργός». Η 1η κυβέρνηση αποστατών ήταν 3μελής και περιλάμβανε τον βουλευτή και απόστρατο ναύαρχο Ιωάννη Τούμπα, Υπουργό Δημοσίας Τάξεως, και τον Σταύρο Κωστόπουλο, Υπουργό Εθνικής Άμυνας. Τις επόμενες μέρες συμπληρώθηκαν τα υπόλοιπα χαρτοφυλάκια, όλα από βουλευτές από την Ένωση Κέντρου. Ο Γ. Παπανδρέου είχε κηρύξει νέο «ανένδοτο αγώνα» κατά της συνταγματικής εκτροπής. Στους δρόμους γίνονταν μεγάλες διαδηλώσεις από την Ένωση Κέντρου και την αριστερή ΕΔΑ και συγκρούσεις με την αστυνομία. Σε μια τέτοια σύγκρουση σκοτώθηκε ο 25χρονος φοιτητής και στέλεχος της Αριστεράς Σωτήρης Πέτρουλας. Στις πορείες ακούγονταν έντονα αντιβασιλικά συνθήματα με κυρίαρχο το «Δε σε θέλει ο λαός, παρ' τη μάνα σου και μπρος», ενώ χιουμοριστικό σύνθημα με αναφορά στη νεογέννητη κόρη του βασιλιά ήταν το «Αλεξία, πάρε θέση». Η κυβέρνηση Νόβα ζήτησε ψήφο εμπιστοσύνης(04/08). Κατά τη συζήτηση που προηγήθηκε στη Βουλή οι πιστοί στον Γ. Παπανδρέου βουλευτές φώναζαν και προπηλάκιζαν τους «αποστάτες», με αποτέλεσμα να επικρατήσει πανδαιμόνιο. Υπέρ ψήφισαν οι 98 βουλευτές της ΕΡΕ, οι 8 του κόμματος του Σπύρου Μαρκεζίνη και 25 αποσχισθέντες από την Ένωση Κέντρου. Αφού δεν κατάφερε να συγκεντρώσει τις απαιτούμενες 151 ψήφους, η κυβέρνηση Γεωργίου Αθανασιάδη-Νόβα κατέρρευσε. ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΣΙΡΙΜΩΚΟΥ Μετά την παραίτηση Νόβα ο βασιλιάς έδωσε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Στέφανο Στεφανόπουλο. Αυτός σε συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας της Ενώσεως Κέντρου δήλωσε(09/08/1965) ότι δεν επιθυμεί να σχηματίσει κυβέρνηση χωρίς την έγκριση του κόμματος. Σε ψηφοφορία που ακολούθησε από τους 139 παρόντες βουλευτές οι 113 ψήφισαν ότι μόνο κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου θα στήριζαν. Έτσι ο Στεφανόπουλος την άλλη μέρα κατέθεσε την εντολή στον βασιλιά χωρίς να σχηματίσει κυβέρνηση. Εντολή σχηματισμού κυβέρνησης παίρνει(18/08) ο Ηλίας Τσιριμώκος. Μαζί με τους Στεφανόπουλο, Νόβα και Κ. Μητσοτάκη προσπαθεί με πιέσεις και υποσχέσεις να βρει πολιτικούς της Ε.Κ. να αναλάβουν υπουργοί. Τελικά η κυβέρνησή του ορκίζεται 2 ημέρες αργότερα. Στο μεταξύ οι ταραχές στους δρόμους συνεχίζονται. Γίνεται(28/08) ψηφοφορία για την εμπιστοσύνη της Βουλής. Η κυβέρνηση Τσιριμώκου καταψηφίζεται με ψήφους 159 κατά - 135 υπέρ. Υπέρ ψήφισαν 98 βουλευτές της ΕΡΕ και 37 βουλευτές της Ε.Κ. Η ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Τσιριμώκο και η στήριξή του από την ΕΡΕ ήταν γεγονός απροσδόκητο για 1 λόγους. 1)η ΕΡΕ είχε μεν στηρίξει και την κυβέρνηση Νόβα, στην περίπτωση Τσιριμώκου όμως στήριξε έναν αριστερό πολιτικό, παλαιό μέλος της ΕΔΑ, τον οποίο ως τότε θεωρούσε μέρος του «κομμουνιστικού κινδύνου». Λίγους μήνες πριν, όταν ο Γ. Παπανδρέου τον είχε κάνει υπουργό(Ιανουάριος 1965), η ΕΡΕ και κάποιοι βουλευτές του κόμματος των Προοδευτικών είχαν επιτεθεί με σφοδρότητα εναντίον του πρωθυπουργού που είχε περιλάβει στην κυβέρνησή του ένα πρ. μέλος της «κυβέρνησης του Βουνού»(ΠΕΕΑ), ενώ οι δεξιές εφημερίδες έκαναν λόγο για «νομιμοποίηση του ΚΚΕ» και «υποδούλωση στην ΕΔΑ». 9 μήνες αργότερα του έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης ως πρωθυπουργού. 2)η αντιφατική συμπεριφορά Τσιριμώκου. Μετά την παραίτηση Γ. Παπανδρέου είχε πάει ως αντιπρόσωπός του στη Θεσσαλονίκη και σε μεγάλη συγκέντρωση(28/07) είχε καταγγείλει τη συμπεριφορά του βασιλιά και τον σχηματισμό κυβέρνησης από τον Νόβα ως «καταρράκωση του δημοσίου βίου» και απόπειρα επαναφοράς της ΕΡΕ στην κυβέρνηση παρά το γεγονός ότι ο λαός την είχε καταψηφίσει. 3 εβδομάδες αργότερα όμως δέχθηκε ο ίδιος να σχηματίσει κυβέρνηση παρά την αντίθεση του Γ. Παπανδρέου και με τη στήριξη της ΕΡΕ. ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΥ Μετά από πολλές διαβουλεύσεις του βασιλιά με τους πολιτικούς αρχηγούς και ενώ ο Γ. Παπανδρέου επέμενε ότι η μόνη λύση ήταν ο διορισμός υπηρεσιακής κυβέρνησης και η διεξαγωγή εκλογών, τελικά ορκίστηκε πρωθυπουργός(17/09/1965) ο Στέφανος Στεφανόπουλος, έχοντας ήδη εξασφαλίσει τη στήριξη της ΕΡΕ, του Κόμματος των Προοδευτικών του Σπυρίδωνος Μαρκεζίνη και ορισμένων βουλευτών της Ε.Κ. Ορισμένοι υπουργοί αποφάσισαν τελευταία στιγμή να ενδώσουν στις πιέσεις για συμμετοχή στην κυβέρνηση και από φόβο μήπως αλλάξουν γνώμη τους όρκισαν βιαστικά, άλλους αξύριστους και άλλους με τα καθημερινά τους ρούχα. Στην κυβέρνηση μετέχουν οι Τσιριμώκος και Νόβας ως αντιπρόεδροι και ο Μητσοτάκης ως υπουργός Συντονισμού και Οικονομικών. Όταν η νέα κυβέρνηση παρουσιάστηκε στη Βουλή(22/09), στην κοινοβουλευτική ομάδα της Ε.Κ. είχαν απομείνει από τους αρχικούς 171 μόνο 126 βουλευτές. Τελικά η κυβέρνηση Στεφανόπουλου έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης(24/09) με 152 ψήφους υπέρ και 148 κατά. Οι περισσότεροι «αποστάτες» βουλευτές θα ιδρύσουν(Δεκέμβριος 1965) δικό τους κόμμα, το «Φιλελεύθερον Δημοκρατικόν Κέντρον» (ΦΙΔΗΚ) με αρχηγό τον Στεφανόπουλο. Η κυβέρνηση Στεφανόπουλου ανατραπεί(21/12/1966) ύστερα από συμφωνία του βασιλιά, του αρχηγού της ΕΡΕ Π. Κανελλόπουλου και του αρχηγού της Ε.Κ. Γ. Παπανδρέου για διορισμό υπηρεσιακής κυβέρνησης και διεξαγωγή εκλογών. ΑΙΤΙΑ ΚΡΙΣΗΣ Είναι αρκετά και δεν έχουν ξεκαθαριστεί ακόμα πλήρως. Αφορμή για την άρνηση του βασιλιά να επιτρέψει στον Γ. Παπανδρέου να αναλάβει το υπουργείο Εθνικής Αμύνης ήταν η υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ, στην οποία φερόταν να εμπλέκεται ο γιος του, Ανδρέας Παπανδρέου. Επρόκειτο για μια μυστική οργάνωση αξιωματικών, οι οποίοι κατηγορούνταν ότι ήθελαν να ανατρέψουν τους «εθνικόφρονες» συναδέλφους τους και να αλληλοπροωθηθούν σε καίριες θέσεις του στρατεύματος. Ούτε από τις ανακρίσεις ούτε από αλλού προέκυψαν ιδιαίτερα επιβαρυντικά στοιχεία ούτε για την επικινδυνότητα της ομάδας ούτε για την ανάμιξη του Ανδρέα Παπανδρέου, αρκετοί όμως(κυρίως η αντιπολίτευση της ΕΡΕ) θεώρησαν ότι για όσο διαρκούν οι ανακρίσεις θα έπρεπε να τοποθετηθεί υπουργός Άμυνας πρόσωπο αμερόληπτο και ευρύτερης αποδοχής.
Κύρια αιτία: η επιθυμία του βασιλιά Κωνσταντίνου και της μητέρας του Φρειδερίκης να ελέγχουν πλήρως το στράτευμα. Για τον ίδιο λόγο είχαν συγκρουστεί τα Ανάκτορα στο παρελθόν και με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ο Π. Γαρουφαλιάς ήταν πρόσωπο εμπιστοσύνης του Γεωργίου Παπανδρέου, τον οποίο εμπιστευόταν και το Παλάτι. Ο Γ. Παπανδρέου είχε αποδεχθεί στο παρελθόν την επιλογή ΑΓΕΣ προσκείμενου στο Παλάτι μη θέλοντας να συγκρουστεί μετωπικά με τα ανάκτορα και ως τότε είχε φανεί υποχωρητικός στις απαιτήσεις τους. Τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή είδε ότι υπονομευόταν από τον Γαρουφαλιά και θεώρησε ότι, αν δικαιούται να είναι πρωθυπουργός, τότε δικαιούται να είναι και υπουργός Αμύνης. Από την αντίδραση του βασιλιά και τις οξύτατες επιστολές του φάνηκε ότι τα ανάκτορα δεν ήταν διατεθειμένα να χάσουν τον έλεγχο του στρατού, δε δίστασαν μάλιστα να δημιουργήσουν και μείζονα κρίση με βαρύτατες συνέπειες. Επιπλέον αιτία: τα ανάκτορα επιδίωκαν τη διάσπαση της Ενώσεως Κέντρου. Παραστρατιωτικά κέντρα στον στρατό και στην ΚΥΠ παρουσίαζαν(για δικούς τους σκοπούς) ψευδείς εκθέσεις για έξαρση του κομμουνισμού στην ύπαιθρο και οι σύμβουλοι των ανακτόρων δυσπιστούσαν προς την Ε.Κ., η οποία ακολουθούσε μια λιγότερο αντικομμουνιστική πολιτική από την ΕΡΕ. Η διάσπαση αυτή πέτυχε με την ανάθεση της πρωθυπουργίας σε σημαίνοντα στελέχη της Ε.Κ. μετά τον παραγκωνισμό του Γ. Παπανδρέου και με την εξώθηση πολλών βουλευτών να στηρίξουν και να συμμετάσχουν στις κυβερνήσεις των «αποστατών». Μια ακόμη αιτία: η άνοδος της δημοτικότητας του Ανδρέα Παπανδρέου. Είχε αναλάβει 1η φορά υπουργός(1964) και εξέφραζε θέσεις που τον έκαναν δημοφιλή. Κύρια θέση του: η ανεξαρτητοποίηση της εξωτερικής πολιτικής από την πολιτική των ΗΠΑ και των Δ συμμάχων και ο περιορισμός της επιρροής τους στην Ελλάδα. Είναι πιθανό βλέποντας τη δημοτικότητά του να ανεβαίνει στελέχη του εσωτερικού(επίδοξοι διάδοχοι του Γ. Παπανδρέου που ένιωθαν να απειλούνται τα σχέδιά τους, όπως ο Κ. Μητσοτάκης) και του εξωτερικού(Αμερικανοί αξιωματούχοι) να επιθυμούσαν με την κρίση αυτή να ανακόψουν την πορεία του. Ο Α. Παπανδρέου είχε διαφοροποιηθεί από τις μετριοπαθείς θέσεις του πατέρα του απέναντι στους Αμερικανούς και στο παλάτι, γεγονός που είχε ανησυχήσει τους πρώτους. Πίστευαν ότι παρέσυρε τον πατέρα του σε συγκρούσεις με τον στρατό και το παλάτι για να προωθήσει προσωπικές του φιλοδοξίες. Κατά τη διάρκεια των ταραχών που ακολούθησαν την αποπομπή του Γ. Παπανδρέου από την πρωθυπουργία οι Αμερικανοί διπλωμάτες εκτιμούσαν ότι ο Α. Παπανδρέου είχε έλθει σε συνεννόηση με την αριστερή ΕΔΑ, κάτι που ανησυχούσε ιδιαίτερα το αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών. Ο Κ. Μητσοτάκης είχε ενεργό ρόλο στις παρασκηνιακές διαβουλεύσεις για τον σχηματισμό και τη στήριξη των κυβερνήσεων των «αποστατών», στον οποίο ενισχυόταν και από τον φίλο του εκδότη της «Ελευθερίας», της μεγαλύτερης κεντρώας εφημερίδας της εποχής, Πάνο Κόκκα. Σε συζητήσεις με αμερικανούς διπλωμάτες λίγο πριν τα γεγονότα του Ιουλίου ο Κ. Μητσοτάκης είχε εκφράσει την άποψη ότι ο Α. Παπανδρέου ήταν η κύρια πηγή των προβλημάτων της Ε.Κ. και ότι θα έπρεπε να απομακρυνθεί από την κυβέρνηση και από την Ελλάδα. Τα ηγετικά στελέχη των κυβερνήσεων της «αποστασίας» υποστήριξαν ότι κίνητρό τους ήταν η διατήρηση της πολιτειακής ομαλότητας και η αποτροπή κινδύνου πραξικοπήματος. Αποχωρώντας από την Ε.Κ. ο Τσιριμώκος είχε κατηγορήσει τον Γ. Παπανδρέου ότι είχε ταυτίσει τη δημοκρατία με τον εαυτό του, ενώ πριν ακόμη λάβει διαστάσεις η κρίση αυτός και ο Κ. Μητσοτάκης είχαν προσπαθήσει μάταια να πείσουν τον Γ. Παπανδρέου να υποχωρήσει στις αξιώσεις των ανακτόρων και να μην παραιτηθεί. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΚΡΙΣΗΣ 1η: πολιτική αστάθεια. Το μεγαλύτερο κόμμα, η Ένωσις Κέντρου, διασπάστηκε και βασικά στελέχη της αποχώρησαν. Έτσι το κόμμα που στις εκλογές του 1964 είχε λάβει 52% των ψήφων βρέθηκε στην αντιπολίτευση, ενώ η κυβέρνηση ήταν πλέον όργανο του βασιλιά. Με τον τρόπο αυτόν παραβιάστηκε η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. Η πιο σημαντική συνέπεια: η απαξίωση της πολιτικής και των πολιτικών και η εξουδετέρωση της άμυνας του συστήματος απέναντι σε πολιτειακές εκτροπές. Αυτά εξέθρεψαν και επέτρεψαν το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967. Για να πειστούν οι βουλευτές της Ε.Κ. να αποχωρήσουν χρησιμοποιήθηκαν ταπεινά δολώματα. Προσφέρθηκαν υπουργικοί θώκοι σε πολιτικούς ήσσονος σημασίας για να στηρίξουν τις κυβερνήσεις, έτσι ώστε δημιουργήθηκε η εντύπωση πως όποιος βουλευτής αποχωρούσε από την Ε.Κ. λάμβανε αυτόματα και υπουργείο. Υπήρξαν και καταγγελίες για χρηματισμό και εξαγορά ψήφων. O Παν. Κανελλόπουλος, αρχηγός της ΕΡΕ-είχε στηρίξει την Αποστασία και τις βασιλικές επιλογές- σε υπόμνημά του προς τον Κωνσταντίνο(Ιανουάριος 1966), σχολιάζοντας την στάση των αποστατών της ΕΚ, σημείωσε ότι εκ των υστέρων πληροφορήθηκε ορισμένες λεπτομέρειες της κρίσης: «Το χειρότερον... είναι ότι η απόσπασις των αναγκαίων βουλευτών... έγινε με εξαγοράν συνειδήσεων... με τον υπουργικόν θώκον ή και με άλλα ακατονόμαστα μέσα ...». Συνέπεια αυτού: η μείωση της εμπιστοσύνης του κόσμου στη δημοκρατία, αφού έβλεπε ότι οι πολιτικοί ήταν διατεθειμένοι να αλλάζουν γνώμη και στρατόπεδο εν μιά νυκτί για να εξασφαλίσουν υλικά ανταλλάγματα. Με την επιμονή του βασιλιά να ελέγχει το στράτευμα και την αναταραχή λόγω αυτής αφέθηκαν να δρουν ανεξέλεγκτα οι παραστρατιωτικές ομάδες με κυριότερη αυτήν του τότε αντισυνταγματάρχη Παπαδόπουλου, κατοπινού δικτάτορα. Οι πολιτικοί όλων των παρατάξεων και τα ανάκτορα φέρθηκαν κοντόφθαλμα και στάθηκαν ανίκανοι να προβλέψουν τους κινδύνους από αυτήν την πολιτειακή κρίση. Μόνος ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΕΔΑ Ηλίας Ηλιού είχε προειδοποιήσει κατ' επανάληψιν από το βήμα της Βουλής για την επικινδυνότητα της κατάστασης, για «απαρχή εφαρμογής σχεδίου προς προπαρασκευήν του εδάφους δι' ανωμάλους λύσεις» και είχε διερωτηθεί με αφορμή το «Σαμποτάζ του Έβρου», που οργανώθηκε(Ιούνιος 1965) ως προβοκάτσια εις βάρος των κομμουνιστών από τον Παπαδόπουλο, «πώς ... είναι δυνατόν ... να ξαναεγκαθιδρυθεί το βασίλειον του φόβου εις αυτόν τον τόπον επί τη βάσει οιασδήποτε αυθαιρέτου, κακοβούλου ενεργείας οιουδήποτε κ. Παπαδοπούλου;».
Δεν συμφωνώ με την προσέγγιση ότι επρόκειτο για "αποστασία", αφ' ενός επειδή εκείνοι που "αποστάτησαν' δήλωναν διαρκώς ότι είναι έτοιμοι να παραδώσουν την εξουσία στην οποιαδήποτε Κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου, δεδομένου ότι μετά την παραίτηση του Γεωργίου Παπανδρέου δεν υπήρχε Κυβέρνηση, και αφ' ετέρου επειδή όσοι "αποστάτησαν' ήταν μέλη της Κυβέρνησης του Γ. Παπανδρέου, και θα ήταν και σε οποιαδήποτε επόμενη Κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου, και συνεπώς δεν είχαν κανένα λόγο να "αποστατήσουν", για να υπουργοποιηθούν.... Τα περί χρηματισμού ανήκουν μάλλον στην σφαίρα της συκοφαντίας, διότι αν θα έπρεπε να γίνουν 'εξαγορές" στελεχών της Ένωσης Κέντρου, θα ήταν ευκολότερο να εξαγοραστούν Βουλευτές και όχι Υπουργοί. Περικλής Σταυριανάκης Δικηγόρος Αθήνας
ΑπάντησηΔιαγραφή