ΟΙ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ(27/04/1941) ΜΕΡΟΣ 1ο
Το πρωί της Κυριακής του Θωμά, 27/04/ 1941, η Αθήνα ξυπνούσε τρομαγμένη. Όλη τη νύχτα την ανατάραζαν υπόκωφοι κρότοι από εκρήξεις αποθηκών πυρομαχικών, που –για να μην πέσουν στα χέρια των Γερμανών– καίγονταν στα προάστια της Αθήνας και του Πειραιά. Από νωρίς το πρωί, γερμανικά αεροπορικά σμήνη πετούσαν επιδεικτικά σε χαμηλό ύψος πάνω από την ελληνική πρωτεύουσα και τις γειτονικές περιοχές. Κλεισμένοι στα σπίτια τους οι Αθηναίοι περίμεναν με αγωνία και ανησυχία την είσοδο των κατακτητών. Άσχημα συναισθήματα τους έπνιγαν και τους γέμιζαν συγκίνηση. Μέσα από τα σπίτια τους, με κλειστά τα παράθυρα, παρακολουθούσαν τις εξελίξεις, που μετέδιδε το ελεύθερο ακόμη ραδιόφωνο. Οι εφημερίδες που τυπώθηκαν εκείνο το πρωί, αλλά δεν πρόλαβαν να διανεμηθούν, ανέφεραν ότι αποστρατεύθηκε ο αντιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος, ότι χορηγήθηκε αμνηστία σε όλα τα πολιτικά αδικήματα που είχαν διαπραχθεί μέχρι τότε στην Κρήτη και ότι ο πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός αναλάμβανε και το υπουργείο Στρατιωτικών, ενώ το υπουργείο Αγορανομίας ο υπουργός Εσωτερικών και Δημοσίας Τάξεως Κωνσταντίνος Μανιαδάκης. Ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών κάθε 5 λεπτά μετέδιδε διαταγή της μόνης κυβερνητικής αρχής που παρέμενε στην ελληνική πρωτεύουσα, του Ανώτερου Στρατιωτικού Διοικητή Αττικοβοιωτίας υποστράτηγου Χρ. Καβράκου. Λόγω επιτακτικής ανάγκης ζητούσε με τη διαταγή του ο στρατηγός να σταματήσει κάθε κίνηση στην Αθήνα, τον Πειραιά και τα προάστια, όλα τα καταστήματα να είναι κλειστά και οι κάτοικοι στα σπίτια τους, να σταματήσει η αντιαεροπορική άμυνα, οι στρατιωτικές και αστυνομικές δυνάμεις της περιοχής να παραμείνουν στις θέσεις τους και, πρόσθετε στη διαταγή, δεδομένου ότι η πόλις είναι ανοχύρωτος και ουδεμία θα προβληθεί αντίστασις, αξιώ όπως μη ακουσθή ουδέ εις πυροβολισμός. Επιχειρώντας να δώσει κουράγιο στους θλιμμένους Αθηναίους, ο εκφωνητής του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών Κωνσταντίνος Σταυρόπουλος μετέδιδε με τη χαρακτηριστική ένρινη φωνή του τις τελευταίες ελεύθερες φράσεις που μπορούσαν να ακουσθούν: Εδώ ελεύθεραι ακόμα Αθήναι… Έλληνες! Οι Γερμανοί εισβολείς ευρίσκονται εις τα πρόθυρα των Αθηνών. Αδέλφια! Κρατήστε καλά μέσα στην ψυχή σας το πνεύμα του μετώπου. Ο εισβολεύς εισέρχεται με όλας τας προφυλάξεις εις την έρημον πόλιν με τα κατάκλειστα σπίτια. Έλληνες! Ψηλά τις καρδιές! Την ίδια ώρα, στις 08:00, τα πρώτα γερμανικά μηχανοκίνητα τμήματα εισέρχονται στην πρωτεύουσα. Φάλαγγες μοτοσικλετιστών, από τις οποίες προηγούντο ελαφρά τεθωρακισμένα οχήματα, προχωρούσαν προς το κέντρο της πόλης από τρεις κατευθύνσεις: τέρμα Πατησίων, Ιερά Οδός(από την Ελευσίνα) και Κηφισιά. Οι πρώτοι Γερμανοί στρατιώτες ήταν ένα τάγμα μοτοσικλετιστών της 2ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας, οι οποίοι ακολουθούσαν προσεκτικά την πορεία δύο τεθωρακισμένων αυτοκινήτων(η ιστορική λεπτομέρεια διάσωσε τους αριθμούς τους: WH 296994 και WH 219984). Καθένα απ’ αυτά ήταν εξοπλισμένο μ’ ένα πυροβόλο και 4 πολυβόλα. Οι μοτοσικλετιστές διέσχισαν βιαστικά τη λεωφόρο Κηφισίας, συνέχισαν τη Βασ. Σοφίας και περνώντας από το Μνημείο Αγνώστου Στρατιώτου ακολούθησαν τη λεωφόρο Αμαλίας και τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου για να φθάσουν στην Ακρόπολη. Ένα απόσπασμα, με επικεφαλής κάποιον ίλαρχο Γιακόμπι, ανέβηκε στον Ιερό Βράχο, όπου αφού υπέστειλε την ελληνική σημαία, ύψωσε τη γερμανική με τον αγκυλωτό σταυρό.[Σύμφωνα με μια εκδοχή, που ποτέ δεν επιβεβαιώθηκε, ο Έλληνας φρουρός της γαλανόλευκης, Κώστας Κουκίδης, αυτοκτόνησε εκείνη την ώρα, πέφτοντας απ' τον βράχο της Ακρόπολης, τυλιγμένος με τη σημαία. Στις 09/06/1941, οι βρετανικές εφημερίδες δημοσιεύουν την ακόλουθη είδηση για το περιστατικό αυτό. Από την Απελευθέρωση μέχρι πρόσφατα, πολλές φορές ερευνήθηκε το θέμα αυτό, αλλά οι αποδείξεις δεν κρίθηκαν ικανοποιητικές. Ούτε στρατιώτης βρέθηκε με το όνομα αυτό, ούτε ποτέ δηλώθηκε η εξαφάνιση προσώπου με το όνομα αυτό, ούτε κάποια στρατιωτική ή άλλη υπηρεσία επιβεβαίωσε το γεγονός.] Αργότερα ο Γερμανός στρατηγός von Stumme έδωσε διαταγή και στις 15:00 την ίδια μέρα, την 1η της Κατοχής, υψώθηκε στην Ακρόπολη και το Δημαρχείο και η ελληνική σημαία, δίπλα στη γερμανική. Η σβάστικα, ως αδιαμφισβήτητο σύμβολο της γερμανικής Κατοχής, υψώθηκε και στον κεντρικό ιστό των Παλαιών Ανακτόρων, όπου ύστερα από λίγες μέρες(κυβέρνηση Τσολάκογλου), θα αντικατασταθεί από τη γαλανόλευκη. Η σβάστικα υψώθηκε αμέσως στη γερμανική πρεσβεία- τότε στην πολυκατοικία Πεσμαζόγλου-, στη Γερμανική Ακαδημία, στα ξενοδοχεία «Μεγάλη Βρετανία» και «King George» κ.α. Ταυτόχρονα με τις σημαίες, γερμανικά αποσπάσματα καταλάμβαναν(επιτελικό σχέδιο, το δημαρχιακό μέγαρο, το ταχυδρομείο, το τηλεγραφείο, τα υπουργεία και διάφορα σημαντικά δημόσια κτίρια). Στο διάστημα αυτό, ο ελεύθερος αθηναϊκός ραδιοσταθμός με τη φωνή του περίφημου εκφωνητή Κ. Σταυρόπουλου, συνέχιζε τη μετάδοση των τελευταίων μηνυμάτων του, που σκόρπιζαν συγκίνηση και δάκρυα στους Αθηναίους, κλεισμένους στα σπίτια τους: «Προσοχή! Προσοχή! Η πρωτεύουσα περιέρχεται εις χείρας των κατακτητών. Επάνω εις τον Ιερόν Βράχον της Ακροπόλεως δεν κυματίζει πλέον υπερήφανη η γαλανόλευκος. Αντ’ αυτής εστήθη το λάβαρον της βίας. Ο φρουρός της σημαίας μας, διαταχθείς να την υποστείλει διά να ανυψωθεί η γερμανική, ηυτοκτόνησε ριφθείς εις το κενόν από του σημείου όπου ευρίσκετο η γαλανόλευκος. Ζήτω η Ελλάς!» Ακούγεται ο Εθνικός Ύμνος, που φέρνει νέα συγκίνηση στους ακροατές και ο εκφωνητής κλείνει αναγκαστικά την τελευταία ελεύθερη εκπομπή του ραδιοφώνου: «Προσοχή! Ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών ύστερα από λίγο δεν θα είναι ελληνικός. Θα είναι γερμανικός και θα μεταδίδει ψέμματα! Έλληνες! Μην τον ακούτε! Ο πόλεμός μας συνεχίζεται και θα συνεχισθεί μέχρι της τελικής νίκης! Ζήτω το Έθνος των Ελλήνων!» Εκείνη τη στιγμή, οι ραδιοθάλαμοι του Ζαππείου είχαν ήδη καταληφθεί από τους Γερμανούς. Ύστερα από ημίωρη διακοπή, το ραδιόφωνο ξανάρχισε τη λειτουργία του, ελεγχόμενος πλέον από τους κατακτητές, για να μεταδώσει: «Προς τον Furher και Καγκελλάριον του Reich, Βερολίνον. Furher μου, την 27ην Απριλίου 1941 και ώραν 8.10 πρωινήν εφθάσαμεν εις Αθήνας ως πρώτα γερμανικά στρατεύματα και την 8.45 υψώσαμεν την γερμανικήν σημαίαν επί της Ακροπόλεως και του Δημαρχείου. Heil mein Furher. Ίλαρχος Jacobi, του 10ου Συντάγματος του Βρανδεμβούργου και υπολοχαγός Elsnitz της 6ης Ορεινής Μεραρχίας». Η παράδοση της Αθήνας Οι Γερμανοί στρατιώτες, που σε φάλαγγες εισέρχονταν στην ελληνική πρωτεύουσα, την έβρισκαν έρημη και τα σπίτια κατάκλειστα. Είχε προηγηθεί η διαταγή Καβράκου, που περιόριζε την κυκλοφορία. Πυκνές περίπολοι και ομάδες ενόπλων αστυφυλάκων τηρούσαν την τάξη σε όλη την Αθήνα, ενώ από την αυγή είχε παύσει η ενεργός αντιαεροπορική άμυνα. Όλη την προηγούμενη νύχτα, Άγγλοι, Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί στρατιώτες, που είχαν αποκοπεί από τα τμήματά τους ή εμποδιστεί από τις εχθρικές κινήσεις να φθάσουν στα σημεία επιβίβασης, γύριζαν μέσα στην Αθήνα και φυγαδεύονταν με κάθε μέσο. 10 λεπτά πριν την είσοδο των Γερμανών στο κέντρο της Αθήνας(08:00 ακριβώς), 2 ελληνικά κρατικά αυτοκίνητα έφθασαν στους Αμπελοκήπους, στη βόρεια είσοδο της Αθήνας. Μετέφεραν την επιτροπή για την παράδοση της πόλης, που την αποτελούσαν ο Φρούραρχος Αθηνών υποστράτηγος Χρ. Καβράκος, ο Νομάρχης Αττικοβοιωτίας Κωνσταντίνος Πεζόπουλος και οι δήμαρχοι Αθηναίων Αμβρόσιος Πλυτάς και Πειραιώς Μιχάλης Μανούσκος, καθώς και ο γερμανομαθής συνταγματάρχης Κωνσταντίνος Κανελλόπουλος. Αρχικά, στη σύνθεση της επιτροπής περιλαμβανόταν ως πρόεδρος και ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος, ο οποίος όμως αρνήθηκε να παραστεί στην παράδοση της Αθήνας. Μόλις έφθασαν στο ίδιο σημείο τα πρώτα 2 τεθωρακισμένα αυτοκίνητα, για τα οποία έγινε προηγουμένως λόγος, η επιτροπή ζήτησε από τον επικεφαλής τους ανθυπολοχαγό Ντίρφλιγκ να μάθει πότε θα έφθανε ο ίδιος ο διοικητής των γερμανικών στρατευμάτων που θα κατελάμβαναν την Αθήνα. Εκείνος έστειλε αμέσως αγγελιαφόρο στον διοικητή του, τον αντισυνταγματάρχη φον Σέιμπεν, που βρισκόταν στο Μπογιάτι, για να ορισθεί ο τόπος συνάντησής του με την επιτροπή. Η απάντηση όριζε τη διασταύρωση των λεωφόρων Αλεξάνδρας και Βασ. Σοφίας. Στις 10.45 έφθασε από το Μπογιάτι μια μηχανοκίνητη φάλαγγα, από την οποία προπορευόταν ένα τεθωρακισμένο αυτοκίνητο. Σταμάτησε στη διασταύρωση και από το αυτοκίνητο κατέβηκε ένας ψηλός αξιωματικός, ο αναμενόμενος Γερμανός αντισυνταγματάρχης. Κατευθύνθηκε στους σκυθρωπούς Έλληνες της επιτροπής, τους χαιρέτησε στρατιωτικά και συστήθηκε με ευγένεια. Στη συνέχεια, ο συνταγματάρχης Κανελλόπουλος παρουσίασε τα μέλη της επιτροπής. Οι Έλληνες και ο Γερμανός αντισυνταγματάρχης εισήλθαν σ’ ένα καφενείο, απέναντι ακριβώς από την έπαυλη Θων, και ο Κ. Κανελλόπουλος διάβασε στα γερμανικά μια δήλωση της επιτροπής, σύμφωνα με την οποία αι πόλεις των Αθηνών και τους Πειραιώς και ανοχύρωτοι είναι και ουδεμίαν αντίστασιν προτίθενται να αντιτάξουν στρατιωτικήν αντίστασιν εις την κατοχήν… Ελήφθησαν ήδη όλα τα ενδεικνυόμενα μέτρα προς διασφάλισιν της τάξεως εκ μέρους μας μέχρι της εισόδου των Γερμανών. Στη συνάντηση αυτή παραβρέθηκε και ο Γερμανός πρεσβευτής στην Αθήνα πρίγκιπας Έρμπαχ, που παρέμενε σε όλο το διάστημα του ελληνογερμανικού πολέμου ελεύθερος και ο οποίος μόλις πριν από λίγο είχε μάθει τον διορισμό του από τον Hitler σαν προσωρινού διοικητή της Ελλάδος, καθώς και ο Γερμανός στρατιωτικός ακόλουθος Κλεμ φον Χόχενμπεργκ. Οι 2 αυτοί Γερμανοί ακολούθησαν τη φάλαγγα του φον Σέιμπεν από το ύψος του Ψυχικού, όπου βρίσκονταν οι κατοικίες τους. Μόλις υπογράφηκε το πρωτόκολλο παράδοσης της πόλης, ο Γερμανός αντισυνταγματάρχης είπε στην αθηναϊκή αντιπροσωπεία: «Κύριοι, εξ ονόματος του Furher σας δηλώ ότι ερχόμεθα ως φίλοι, οι δε κάτοικοι των Αθηνών ουδέν έχουν να φοβηθούν. Επιθυμώ όπως συνεχισθή ομαλώς ο ρυθμός της ζωής της πόλεως, κατ’ εξουσιοδότησιν δε του Ανωτάτου Διοικητού στρατάρχου List αναθέτω την άσκησιν όλων των εξουσιών διά την πόλιν των Αθηνών εις τον δήμαρχον κ. Πλυτάν, διά δε την πόλιν του Πειραιώς εις τον δήμαρχον κ. Μανούσκον». Έπειτα, γυρνώντας προς το μέρος του στρατηγού Καβράκου, του είπε: «Στρατηγέ μου, σεις από την στιγμήν αυτήν ακολουθείτε την τύχην όλων των άλλων αξιωματικών του Ελληνικού Στρατού, δηλαδή θεωρείσθε προσωρινώς αιχμάλωτος πολέμου, αλλά δύνασθε να κυκλοφορήτε ελευθέρως και να φέρετε το ξίφος σας». Ο Α. Πλυτάς, για ελάχιστα 24ωρα ο πολιτικός διοικητής της Αθήνας, γύρισε στο γραφείο του και έγραψε το διάγγελμά του, που άρχισε να μεταδίδεται από τις 11.30 το πρωί από τον ραδιοφωνικό σταθμό, σε ελληνική και γερμανική γλώσσα: «Ο Δήμαρχος Αθηναίων, επιφορτισθείς υπό της Γερμανικής Κατοχής με όλας τας εξουσίας εν τη πόλει των Αθηνών, ανακοινοί ότι σήμερον Κυριακήν, 27ην Απριλίου και ώραν 8ην π.μ. τα γερμανικά στρατεύματα εισήλθον εις την πόλιν των Αθηνών και έλαβον κατοχήν αυτής. Υπό των επί κεφαλής των γερμανικών στρατευμάτων παρεσχέθησαν κατηγορηματικαί διαβεβαιώσεις ότι ο πληθυσμός των Αθηνών δεν έχει να φοβήται απολύτως τίποτε. Καλούμεν πάντας όπως επιδείξωσι τάξιν, αξιοπρέπειαν και ευγένειαν. Ο Δήμαρχος Αθηναίων εντέλλεται όπως, από της ώρας ταύτης, επαναληφθή ομαλώς η κανονική ζωή της πόλεως. Προς τούτο:
1. Τα καταστήματα τα κανονικώς κατά Κυριακήν ανοικτά, ν’ ανοίξουν αμέσως.
2. Να αρχίση αμέσως η κυκλοφορία του λαού ανά την πόλιν, επιτρεπομένης ταύτης μέχρι της 11ης νυκτερινής. Από της 11ης νυκτερινής (ώρα Ελλάδος) μέχρι της 6ης πρωινής απαγορεύεται η κυκλοφορία εις τας οδούς. Αι αστυνομικαί αρχαί δύνανται υπ’ ευθύνην των να εκδώσουν αδείας κυκλοφορίας και κατά τας υπολοίπους ώρας, όταν υπάρχη ανάγκη.
3. Η Χωροφυλακή και η Αστυνομία Πόλεων να διατηρήσουν τα όπλα των προς τήρησιν της τάξεως.
4. Οι κατέχοντες όπλον οιονδήποτε πολεμικόν, κυνηγετικόν, πιστόλιον ή άλλο, να το παραδώσουν αμέσως εις τα οικεία αστυνομικά τμήματα επί αποδείξει.
5. Όπου υψούται ελληνική σημαία, πρέπει δεξιά της να υψούται και η γερμανική.
6. Εφημερίδες δύνανται να εκδοθούν και κυκλοφορήσουν κατά τας κανονικάς των ώρας και εκδόσεις.
7. Υποχρεούνται πάντες όπως δέχονται κατά τας συναλλαγάς τα γερμανικά τραπεζογραμμάτια με τιμήν 50 δρχ. κατά μάρκον.
8. Αύριον Δευτέραν πάντες οι υπάλληλοι δημόσιοι, δημοτικοί κλπ. να είναι εις τας θέσεις των και πάντες οι άλλοι εις τας εργασίας των.
9. Το Φρουραρχείον των στρατευμάτων Γερμανικής Κατοχής εγκατεστάθη εις το επί της πλατείας Συντάγματος ξενοδοχείον «Κινγκ Τζωρτζ». Το Στρατηγείον εις το ξενοδοχείον «Μεγάλης Βρετανίας»».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου