KONRAD ADENAUER(ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ «ΘΑΥΜΑ» ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΗΤΤΑ ΣΤΟΝ Β’ ΠΠ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΠΛΑΤΕΣ ΠΟΙΩΝ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΚΕ) ΜΕΡΟΣ 1ο
Konrad Adenauer(1876-1967). Καγκελάριος της Δ. Γερμανίας και δήμαρχος της Κολωνίας. Γεννήθηκε στην Κολωνία της Ρηνανίας και ήταν γιος του δικαστικού υπαλλήλου Johan Adenauer. Σπούδασε νομικά και πολιτική οικονομία στο πανεπιστήμιο του Freiburg im Breisgau, του Μονάχου και της Βόννης. Επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του και ιδιώτευσε ως δικηγόρος για μικρό διάστημα. Εκλέχτηκε δημοτικός σύμβουλος στην Κολωνία (1906) και επανεξελέγη 1ος(1909). Ανέλαβε(1909-17) διάφορα δημοτικά αξιώματα (π.χ. υπεύθυνος οικονομικών του δήμου ή ευθύνη επισιτισμού της Κολωνίας στον Α’ ΠΠ). Το δημοτικό συμβούλιο τον εξέλεξε(1917) δήμαρχο(στη θέση ως το 1933). Ως δήμαρχος της Κολωνίας οι σύμμαχοι, αμέσως μετά την λήξη του Α’ ΠΠ, πρότειναν στον Adenauer την προεδρία μιας επιτροπής, της οποίας το έργο θα ήταν να μελετήσει την δημιουργία μιας αυτόνομης Ρηνανίας, αφού η Συνθήκη των Βερσαλλιών προέβλεπε την παραχώρηση περιοχών της Ρηνανίας στους συμμάχους για 10 περ. χρόνια. Οι απόψεις που τότε εξέφρασε, δηλ. περί σύστασης της δημοκρατίας της Ρηνανίας, συνάντησαν αντιδράσεις από τους συμπατριώτες του με αποτέλεσμα να αποστασιοποιηθεί από την κεντρική πολιτική σκηνή, παραμένοντας, βέβαια, στην θέση του δημάρχου. Σημαντικά έργα επί θητείας του στο δημαρχιακό θώκο ήταν η δημιουργία πανεπιστημίου στην Κολωνία και η εξέλιξη της ευρύτερης περιοχής σε σύγχρονο βιομηχανικό κέντρο. Η άνοδος του Hitler στην εξουσία είχε ως αποτέλεσμα την καθαίρεσή του από την θέση του δημάρχου(12/03), από τον Hermann Göring. Αιτία ήταν οι απόψεις του εναντίον του Hitler. Καθοριστικό γεγονός σ’ αυτήν την απόφαση έπαιξε και η κίνηση του Adenauer να απουσιάσει από την επίσημη υποδοχή του Hitler στην Κολωνία και η εντολή του στις αστυνομικές δυνάμεις να αφαιρεθούν όλα τα εμβλήματα με τον αγκυλωτό σταυρό που είχαν αναρτηθεί στην πόλη προς τιμήν του νέου καγκελάριου. Φυλακίστηκε(1934) με την κατηγορία της υπεξαίρεσης. Συνελήφθη(21/07/1944) από την Gestapo με την κατηγορία της συμμετοχής στο κίνημα των στρατηγών, που αν και κατάφερε να δραπετεύσει προσωρινά ξανασυνελήφθη. Με την λήξη του Β’ ΠΠ διορίστηκε από τους Αμερικανούς δήμαρχος της Κολωνίας, αλλά οι Βρετανοί, που είχαν αναλάβει την διοίκηση της πόλης, τον καθαίρεσαν μερικούς μήνες αργότερα. Υπήρξε από τους ιδρυτές της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης, της οποία εξελέγη πρόεδρος. Εκλέχτηκε(1946) βουλευτής στο κοινοβούλιο του κρατιδίου της Β. Ρηνανίας-Βεστφαλίας και πρόεδρος(1948-9) της κοινοβουλευτικής επιτροπής και των 3 δυτικών ζωνών, με σκοπό την δημιουργία συντάγματος. Τότε κατάρτισε τον νέο καταστατικό χάρτη δημιουργώντας το νέο ομοσπονδιακό κράτος της Δ. Γερμανίας. Τέθηκε επικεφαλής(εκλογές 1949) του κόμματος των Χριστιανοδημοκρατικών και κατάφερε να νικήσει τον αντίπαλό του Kurt Schumacher, αρχηγό των Σοσιαλοδημοκρατών συγκεντρώνοντας 31%, δηλ. 139 έδρες, έναντι 29,2%, δηλ. 131 εδρών του 2ου. Σχημάτισε(15/09) κυβέρνηση συνασπισμού, χωρίς όμως την συμμετοχή των Σοσιαλοδημοκρατών, στην οποία και ανέλαβε Καγκελάριος. Ανέλαβε(1951) το Υπουργείο Εξωτερικών. Στις εκλογές(06/09/1953), το κόμμα του αύξησε το ποσοστό του στο 45.3%, σχηματίζοντας(23/10) κυβέρνηση. Ο Adenauer επισκέφθηκε την Ελλάδα(Μάρτιος 1954), όπου και τον υποδέχθηκε ο τότε Βασιλεύς Παύλος, για εκτενείς συνομιλίες με την ελληνική κυβέρνηση σε οικονομικά θέματα. Επανεξελέγη(1957) με ποσοστό 50,2% συγκεντρώνοντας 270 έδρες. Κέρδισε(1961) για τελευταία φορά τις εκλογές, συγκεντρώνοντας το 242 έδρες. Οι εσωκομματικές διαμάχες με κύριο υποκινητή τον Ludwig Erhard, τον οποίο χαρακτήριζε αχάριστο, εμπόδισαν τον Adenauer να ολοκληρώσει την θητεία του. Παραιτήθηκε από την θέση του καγκελαρίου(15/10/1963) και αποσύρθηκε από την πολιτική σε ηλικία 87 ετών. Επί θητείας του η Δ. Γερμανία διατήρησε τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις της στα εδάφη της, με την σύμφωνη γνώμη των Συμμάχων, εντάχθηκε(1955) ως πλήρες μέλος στο ΝΑΤΟ, συμμετείχε στην ίδρυση της Ευρωπαϊκής κοινότητας άνθρακα και χάλυβα, επίλυσε τα διπλωματικά προβλήματα με την Γαλλία, έγινε μέλος της Αμυντικής Ευρωπαϊκής κοινότητας ενώ πρωτοστάτησε στην ίδρυση της ΕΟΚ. Στην εξωτερική πολιτική ο Adenauer προέβαλε την Δ. Γερμανία ως το μόνο ελεύθερο γερμανικό κράτος αφού η Α., σύμφωνα με αυτόν, βρισκόταν υπό κατοχή. Θεωρείται ο άνθρωπος που κατάφερε να ανορθώσει οικονομικά την Γερμανία, ενώ ήταν από τους πρωτεργάτες του ευρωπαϊκού κινήματος. Απεβίωσε στις 19/04/1967. Ήταν νυμφευμένος με την Emma Weyer, κόρη πλούσιας οικογένειας και ανεψιά του πρώην δημάρχου της Κολωνίας Max Wallraf, με την οποία είχε αποκτήσει 3 παιδιά και η οποία απεβίωσε στον Α’ ΠΠ.. Παντρεύτηκε σε 2ο γάμο(1919) την Auguste Zinsser, με την οποία απέκτησε άλλα 4 παιδιά. Ψηφίστηκε ως ο σπουδαιότερος Γερμανός όλων των εποχών(2003). ΠΩΣ ΟΙ ΝΑΖΙ ΚΑΛΥΦΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ Οι υπηρεσίες πληροφοριών προτιμούν να μην αποκαλύπτουν πολλά για την ιστορία τους. Ειδικά εάν αυτή περιλαμβάνει την πρόσληψη μαζικών δολοφόνων. Ωστόσο ο διευθυντής της BND και μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), Ernst Uhrlau, προσπαθεί εδώ και χρόνια να συμφιλιώσει την οργάνωση με το ναζιστικό παρελθόν της. Είναι πλέον γνωστό ότι υψηλόβαθμα στελέχη των SS όπως ο Johannes Clemens, ή «Τίγρης του Κόμο» και ο Georg Wilimzig, προσλήφθηκαν από την BND παρά το ναζιστικό παρελθόν τους και τα χιλιάδες θύματα στο ενεργητικό τους. Η Καγκελαρία μέχρι πρόσφατα εμπόδιζε τις προσπάθειες του Uhrlau, παρά τις αντίστοιχες έρευνες που έχουν γίνει στα υπουργεία Εξωτερικών και Οικονομικών. Τις προσεχείς ημέρες όμως πρόκειται να ξεκινήσουν οι έρευνες στη BND και την προκάτοχό της Gehlen Organization (Org). Οι πληροφορίες αναμένεται να προκαλέσουν ερωτήματα σχετικά με το παρελθόν της συντηρητικής Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης(CDU), της Χριστιανοσοσιαλιστικής Ένωσης(CSU) και του Ελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος (FDP). Από τη δεκαετία του ’50 ήταν γνωστή η πολιτική των προσλήψεων στις οργανώσεις αυτές, μάλιστα ο βρετανικός Τύπος της εποχής χλεύαζε τα «Gestapo boys» που εργάζονταν στα αρχηγεία. Τότε ο Καγκελάριος Adenauer ήταν επικεφαλής ενός συνασπισμού που αποτελούνταν κυρίως από τα CDU, CSU και FDP. Η αντιπολίτευση του είχε επισημάνει το ζήτημα, φαίνεται όμως ότι τα πρώην μέλη των SS και των SD είχαν τοποθετηθεί επίτηδες στις θέσεις αυτές για να «καμουφλαριστούν». Κατά τις Δίκες της Νυρεμβέργης η Org και η BND χαρακτηρίστηκαν εγκληματικές, ενώ ο διευθυντής τους Reinhard Gehlen παραδέχτηκε ότι είχε προσλάβει περίπου 40 πρ. ναζί. Όπως αποκάλυψε(1946), ενόψει του Ψυχρού Πολέμου, του ζητήθηκε να συλλέξει πληροφορίες σχετικά με τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις για τις ΗΠΑ. Ο Gehlen σύντομα είχε υπό τον έλεγχό του χιλιάδες υπαλλήλους στο χρηματοδοτούμενο από τις ΗΠΑ «Πρακτορείο 114». Έπρεπε όμως να προσέξει ώστε να μην προσλάβει εγκληματίες πολέμου, όχι τόσο για ηθικούς λόγους, όσο γιατί θα ήταν ευάλωτοι σε ρωσικούς εκβιασμούς. Η KGB εκμεταλλευόταν το παρελθόν των κατασκόπων στρέφοντάς τους εναντίον της BND, οπότε ο Gehlen ξεκίνησε να ερευνά τους υπαλλήλους του και να δημιουργεί δίκτυα παρακολούθησης αριστεριστών και ειρηνιστών σε όλη τη χώρα, αναζητώντας «μπολσεβίκικους δούρειους ίππους». Ο Alfred Benzinger ήταν πρώην λοχίας της περιβόητης Secret Field Police(GFP) των ναζί και επιλέχθηκε από τον Gehlen ως υπεύθυνος του «Πρακτορείου 114». Αυτός προσέλαβε πολλά πρ. μέλη των SS και SD, μερικά από αυτά υπεύθυνα για δεκάδες χιλιάδες φόνους. Πολλοί ελπίζουν ότι οι έρευνες θα αποκαλύψουν πως οι υπεύθυνοι της BND γνώριζαν για το ναζιστικό παρελθόν των υπαλλήλων τους, όχι όμως για τα εγκλήματά τους. Αυτό θα απάλλασσε και τους πολιτικούς υπευθύνους, όπως ο Adenauer, δε φαίνεται όμως πολύ πιθανό. Την εποχή εκείνη η άγνοια των υπευθύνων δεν οφειλόταν στο φόβο, αλλά στο ότι κανείς δεν ήθελε να γνωρίζει. Ακόμα και η CIA ανέφερε ότι η κυβέρνηση δεν ενδιαφερόταν για την ύπαρξη πρώην ναζιστών σους κύκλους της. Ο Gehlen δήλωσε μάλιστα τότε στη CIA ότι η υπηρεσία του προσλάμβανε ποσοστιαία λιγότερα πρώην μέλη των SS και SD από «τα περισσότερα υπουργεία». ΥΠΟΘΕΣΗ MAX MERTEN Ο Max Merten(1911-76) ήταν Γερμανός ανώτατος εισαγγελέας λοχαγός της Ναζιστικής Γερμανίας. Καταγόταν από το Βερολίνο και είχε νυμφευθεί την κόρη του Ούγγρου προξένου στο Βερολίνο. Στον Β’ ΠΠ υπηρέτησε στη Σερβία και την Ελλάδα ως ανώτερος δικαστικός σύμβουλος των γερμανικών στρατιωτικών διοικήσεων Kommandantur. Η σύζυγός του διέμενε μόνιμα στη Βουδαπέστη, όπου για καιρό υπήρξε ιδιαιτέρα γραμματεύς του υφυπουργού της δικαιοσύνης Roland Freisler. Στην Ελλάδα ήλθε τον Απρίλιο του 1942, ένα χρόνο μετά τη γερμανική εισβολή, συνοδευόμενος από τον υπασπιστή του, Meißner, με τον οποίο και εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη(1942-4), όπου και ανέλαβε τη γενική εποπτεία της δίωξης των Εβραίων της Μακεδονίας(διαταγή Kommandantur(07/07/1942) «περί μέτρων κατά των Εβραίων και των περιουσιών αυτών»), αντικαθιστώντας και τον ανώτερο στρατιωτικό διοικητή Μακεδονίας και Αιγαίου. Θεωρούνταν ο κύριος υπεύθυνος της γενοκτονίας των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, διατάσσοντας τη μεταφορά περ. 45.000 ατόμων στο Auschwitz. Φέρει την ευθύνη της λεηλασίας των περιουσιών τους, μέχρι και τυμβωρυχία του εβραϊκού νεκροταφείου, που ξεπερνούσαν σε αξία το τεράστιο για την εποχή εκείνη ποσό των 125 εκ. χρυσών φράγκων. Αποκαλούνταν «Δήμιος της Θεσσαλονίκης», ή «Χασάπης της Θεσσαλονίκης». Η υπόθεση Merten ξεκίνησε τον Μάιο του 1957, όταν ο Γερμανός εγκληματίας έφθασε στη Θεσσαλονίκη για διακοπές με την επίσημη ιδιότητα υψηλόβαθμου στελέχους του υπουργείου Δικαιοσύνης της Δ. Γερμανίας, κατέχοντας θέση Γενικού Γραμματέα. Για τις κατηγορίες εναντίον του ποτέ δεν είχε συλληφθεί προκειμένου να προσαχθεί στο Δικαστήριο εγκλημάτων πολέμου παρότι εκκρεμούσε σε βάρος του ένταλμα σύλληψης(1947). Όταν μετά την αναγνώρισή του από κάποια από τα θύματά του ακολούθησε σάλος, ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, διαπρεπής νομικός, Ανδρέας Τούσης εξέδωσε ένταλμα σύλληψής του(Μάρτιος 1958). Την εντολή εκτέλεσε ο Εισαγγελέας Θεσσαλονίκης Ταρασουλέας, ο οποίος τον συνέλαβε και τον έστειλε δέσμιο στην Αθήνα, όπου και ο πρώτος του απάγγειλε κατηγορίες για εγκλήματα Πολέμου διατάσσοντας την προφυλάκισή του, στις φυλακές Αβέρωφ. ΞΕΝΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΥΠΑΚΟΗ «ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ» ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ Σχεδόν αμέσως, με την προφυλάκισή του, ξεκίνησε μια σειρά πολυάριθμων παραστάσεων και διαβημάτων του Γερμανού πρέσβη στην Αθήνα στο Υπουργείο Εξωτερικών και Δικαιοσύνης που ζητούσε την άμεση αποφυλάκισή του Merten. Στην απολογία του ο ναζί υποστήριξε αντί των κατηγοριών ότι ο λόγος που επισκέφθηκε τη Θεσσαλονίκη ήταν να συναντήσει παλιούς του φίλους από την Κατοχή. Παράλληλα ο τότε σταθμάρχης της CIA στην Αθήνα Loflin Campbell, από το 1ο βράδυ της σύλληψης του Merten φέρεται να ενημέρωσε τον Έλληνα πρωθυπουργό ότι «απαίτηση της Washington» είναι(αντίθετα) να δικαστεί ο Merten ως εγκληματίας πολέμου. Η τότε ελληνική κυβέρνηση του Κ. Καραμανλή στην αρχή έδειξε αμήχανη και στη συνέχεια υποχώρησε στις πιέσεις, μέσω πρέσβη, του Adenauer, καθώς αναμένονταν(φθινόπωρο 1958) και η σύναψη δανείου της Ελλάδος ύψους 200 εκ. μάρκων. Έτσι, η ελληνική κυβέρνηση, ευρισκόμενη σε πανικό προωθεί και ψηφίζει το Νομοθετικό Διάταγμα, «Περί τροποποιήσεως της νομοθεσίας για τα εγκλήματα Πολέμου»(Ιανουάριος 1959), σύμφωνα με το οποίο οριζόταν ότι «αναστέλλεται αυτοδικαίως και χωρίς να απαιτείται απόφασις τις δικαστηρίου, πάσα δίωξις Γερμανών υπηκόων φερομένων ως εγκληματιών πολέμου, καθώς και η εκτέλεσις πάσης ποινής ή το υπόλοιπον ταύτης», που χαρακτηρίστηκε από τους νομικούς κύκλους έκτρωμα. Ο νόμος καταργήθηκε ΜΟΛΙΣ ΤΟ 2010! Υπουργός Δικαιοσύνης στην Ελλάδα τότε ήταν ο Κωνσταντίνος Καλλίας που δήλωνε «πρέπει να παραμεριστούν τα εμπόδια δια την ανάπτυξιν των σχέσεών μας με την Δ. Γερμανίαν». Αναφορές στο νομικό εκείνο έκτρωμα δημοσίευσαν πολλές ευρωπαϊκές εφημερίδες και περιοδικά, ενώ οι TIMES στο Λονδίνο λοιδορώντας την Ελλάδα έγραφε «Η Ελλάς αμνηστεύει τους σφαγείς της». Αλλά και στο εσωτερικό οι αντιδράσεις πολλών βουλευτών ήταν επίσης έντονες, ιδιαίτερα του Κ. Μητσοτάκη(κόμμα Φιλελευθέρων), του Ηλία Τσιριμώκου και του Σταύρου Ηλιόπουλου(ΕΔΑ) που κατηγόρησαν την κυβέρνηση για υποχώρηση και ενδοτικότητα, παρά τη τότε διάψευση Αβέρωφ παρότι ο υπουργός της δικαιοσύνης το είχε χαρακτηρίσει εμπόδιο. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, επικρίνει έντονα τον Αβέρωφ ότι υπέκυψε στις πιέσεις της γερμανικής κυβέρνησης, για να του απαντήσει ο τελευταίος πως «αι συνομιλίαι της Βόννης και οι οικονομικαί τοιαύται κατ' ουδένα τρόπον συνεδυάσθησαν με τους Γερμανούς εγκληματίας πολέμου» και ο υπουργός Δικαιοσύνης Καλίας να δηλώνει πως «πρέπει να παραμεριστούν τα εμπόδια διά την ανάπτυξιν των σχέσεών μας με τη Δ. Γερμανία». Στο δε ξεσηκωμό των Καλαβρυτινών σχετικά με τον νόμο ο τότε καθηγητής Παναγιώτης Κανελλόπουλος, αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, θείος εξ αγχιστείας του πρωθυπουργού, δήλωσε από το επίσημο βήμα της Βουλής: «κατέχομαι υπό βαθείας ευλαβείας έναντι των θυμάτων των Καλαβρύτων, αλλά αι σφαγαί εκεί προεκλήθησαν ως αντίποινα δια φόνους Γερμανών και μάλιστα αιχμαλώτων…», δηλώσεις που προκάλεσαν δυσφορία και οργή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου