Κυριακή 1 Απριλίου 2012

ΣΑ ΣΗΜΕΡΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ Ο OTTO VON BISMARCK(1815-98), Ο 1ος ΚΑΓΚΕΛΑΡΙΟΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ(πώς ενώθηκε η Γερμανία)

ΣΑ ΣΗΜΕΡΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ Ο OTTO VON BISMARCK(1815-98), Ο 1ος ΚΑΓΚΕΛΑΡΙΟΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ(πώς ενώθηκε η Γερμανία)
Ο Otto Eduard Leopold, πρίγκιπας του Bismarck, Δούκας του Lauenburg, υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς Γερμανούς πολιτικούς του 19ου αι.(01/04/1815-30/07/1898). Ως Υπουργός-Πρόεδρος της Πρωσίας(1862-90), πραγματοποίησε την ενοποίηση της Γερμανίας. Ήταν καγκελάριος της Β. γερμανικής Συνομοσπονδίας(από το 1867). Όταν ιδρύθηκε η Γερμανική Αυτοκρατορία(1871), έγινε ο πρώτος της Καγκελάριος(Reichskanzler). Γεννήθηκε στην πρωσική επαρχία του Βρανδεμβούργου, Δ του Βερολίνου. Ο πατέρας του ήταν γαιοκτήμονας και αξιωματικός του πρωσικού στρατού. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Göttingen, χωρίς ιδιαίτερες ακαδημαϊκές διακρίσεις. Ξεχώρισε για την κλίση του για το ποτό και τις μονομαχίες(πήρε μέρος σε 50 από αυτές). Ο Μπίσμαρκ έλπιζε να γίνει διπλωμάτης, αλλά διορίστηκε σε άνευ σημασίας θέσεις στο Aachen και το Potsdam,. Μετά το θάνατο της μητέρας του(1839), ανέλαβε τη διοίκηση των οικογενειακών κτημάτων στην Πομερανία. Περίπου 8 χρόνια μετά, επέστρεψε στο Schönhausen, όπου αναμείχθηκε στην πολιτική. Παντρεύτηκε τη Johanna von Puttkamer(1847). Απέκτησαν μία κόρη(Marie) και 2 γιούς(Herbert και Wilhelm). Ο Bismarck εκλέχτηκε(1847) αντιπρόσωπος στο νέο πρωσικό νομοθετικό σώμα. Εκεί απέκτησε φήμη βασιλόφρονα και αντιδραστικού πολιτικού, αφού υπερασπιζόταν απροκάλυπτα το θείο δικαίωμα του ηγεμόνα να κυβερνά. Στην Επανάσταση (1848), ο Φρειδερίκος Γουλιέλμος Δ’, βρέθηκε σε δυσμενή θέση. Αν και αρχικά σχεδίαζε να χρησιμοποιήσει ένοπλες δυνάμεις για να καταστείλει την εξέγερση, αναγκάστηκε να υποχωρήσει στις απαιτήσεις των φιλελεύθερων επαναστατών. Υποσχέθηκε Σύνταγμα, συμφώνησε ότι η Πρωσία θα έπρεπε να ενωθεί με άλλα γερμανικά έθνη και διόρισε πρωθυπουργό έναν φιλελεύθερο, τον Ludolf Camphausen. Αλλά η φιλελεύθερη νίκη κράτησε μόνο έναν χρόνο και παρότι ο βασιλιάς παρουσίασε τελικά ένα Σύνταγμα, με τα κριτήρια των επαναστατών ήταν πολύ συντηρητικό. Ο Bismarck εκλέχτηκε(1849) εκλέχθηκε στο Landtag, την κάτω Βουλή του νέου πρωσικού νομοθετικού σώματος. Σ’ αυτή την περίοδο της σταδιοδρομίας του, ο Bismarck εναντιωνόταν στην ενοποίηση της Γερμανίας, γιατί κατά τη γνώμη του, εάν πραγματοποιούνταν η Πρωσία θα έχανε την ανεξαρτησία της. Αποδέχτηκε το διορισμό του ως αντιπροσώπου της Πρωσίας στο Κοινοβούλιο της Ερφούρτης(οι αντιπρόσωποι των γερμανικών εθνών συναντιόνταν για να συζητήσουν την ενοποίησή τους), αλλά μόνο για να μπλοκάρει τις ενωτικές τους προσπάθειες. Ο Φρειδερίκος Γουλιέλμος διόρισε τον Μπίσμαρκ(1851) αντιπρόσωπο της Πρωσίας στη Γερμανική Συνομοσπονδία της Φρανκφούρτης. Κατά την 8ετή του παραμονή άλλαξε πολιτικές απόψεις. Ο Bismarck έγινε περισσότερο διαλλακτικός. Πείστηκε ότι η Πρωσία έπρεπε να συμμαχήσει με άλλα γερμανικά κράτη, για να περιορίσει την επιρροή της Αυστρίας. Έτσι, άρχισε σταδιακά να αποδέχεται την ιδέα ενός ενωμένου γερμανικού έθνους. Λόγω σοβαρών προβλημάτων υγείας του Φρειδερίκου Γουλιέλμου Δ΄, ανέβαλε ως αντιβασιλιάς ο αδελφός του Γουλιέλμος(1858). Σύντομα έκανε τον Bismarck πρεσβευτή στη Ρωσία, αυτό αποτελούσε σημαντική προαγωγή καθώς η Ρωσία ήταν ένας από τους 2 ισχυρούς γείτονες της Πρωσίας(ο άλλος ήταν η Αυστρία). Ο Bismarck έμεινε 4 χρόνια στην Πετρούπολη, όπου έγινε φίλος με τον μελλοντικό του αντίπαλο Πρίγκιπα Gorchakov. Εστάλη στην Γαλλία(Ιούνιος 1862) ως πρεσβευτής. Παρά τη μακρά του παραμονή στο εξωτερικό, ο Bismarck δεν έχασε την επαφή του με τις εξελίξεις στο εσωτερικό της Γερμανίας. Ο φίλος του Roon τον κρατούσε ενήμερο και σύντομα σχημάτισαν σταθερή πολιτική συμμαχία. Όταν πέθανε ο Γουλιέλμος Φρειδερίκος Δ΄(1861), ο αντιβασιλιάς έγινε βασιλιάς με το όνομα Γουλιέλμος Α΄. Ο νέος μονάρχης ήταν συχνά σε σύγκρουση με τη φιλελεύθερη Πρωσική Δίαιτα. Μια σοβαρή κρίση ανέκυψε(1862), όταν η Δίαιτα αρνήθηκε να εγκρίνει τα έξοδα για την προτεινόμενη αναδιοργάνωση του στρατού. Ο Γουλιέλμος πίστευε ότι ο Bismarck ήταν ο μόνος που μπορούσε να χειριστεί την κρίση, αλλά φοβόταν να διορίσει έναν πολιτικό που ήθελε να ελέγχει πλήρως τις εξωτερικές υποθέσεις. Όταν πείστηκε ότι ήταν αδύνατο να πετύχει την έγκριση των εξόδων, ανακάλεσε τον Bismarck στην Πρωσία ακολουθώντας τη συμβουλή του Roon. Ο Bismarck έγινε πρωθυπουργός και Υπουργός Εξωτερικών(23/09/1862). Ήρθε αμέσως σε σύγκρουση με το νομοθετικό σώμα: εφόσον οι νομοθέτες αρνούνταν να εγκρίνουν τον προϋπολογισμό,  αποφάσισε να συνεχίσει να χρησιμοποιεί τον προϋπολογισμό του 1861. Για τα επόμενα 4 χρόνια, η Πρωσία συνέλεγε φόρους με βάση τον προϋπολογισμό αυτό. Η κρίση κλιμακώθηκε(1863), όταν η Βουλή πέρασε ένα ψήφισμα με το οποίο ζητούσε από το βασιλιά να απομακρύνει τον Bismarck. Αντ' αυτού, ο Γουλιέλμος διέλυσε τη Δίαιτα. Εν συνεχεία, ο Bismarck εξέδωσε διάταγμα με το οποίο περιοριζόταν η ελευθερία του Τύπου. Παρά, όμως, τις προσπάθειες του να κρατήσει τους πολιτικούς του αντίπαλους στο περιθώριο, παρέμεινε ελάχιστα δημοφιλής. Στις εκλογές(Οκτώβριος 1863), οι υποστηρικτές του Bismarck είχαν φτωχά αποτελέσματα, ενώ η Φιλελεύθερη Συμμαχία πήρε τα 2/3 των εδρών. Το κοινοβούλιο εξακολούθησε να δείχνει δυσπιστία προς τον Bismarck, όμως ο βασιλιάς τον διατήρησε στη θέση του επειδή φοβόταν τους φιλελεύθερους. Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ  Πριν την ενοποίηση, η Γερμανία αποτελούνταν από μία πριγκιπάτα με χαλαρούς δεσμούς. Ο Μπίσμαρκ είχε καθοριστικό ρόλο στην ένωσή τους σε ένα κράτος. Στην πρώτη του ομιλία ως Πρωθυπουργός, αναφέρθηκε ως εξής στη γερμανική ενοποίηση: «τα μεγάλα ζητήματα της εποχής μας δε θα κριθούν με ομιλίες και ψηφίσματα των πλειοψηφιών(αυτό ήταν το μεγάλο λάθος, 1848-9), αλλά με σίδερο και αίμα». Ο Bismarck απέρριπτε τις φιλελεύθερες μεθόδους(1848) και την ιδέα της συμμετοχής της Αυστρίας στη δημιουργία της ενωμένης Γερμανίας. Επιθυμούσε να κάνει την Πρωσία το κυρίαρχο συστατικό του έθνους και προτιμούσε να περιορίσει την αυστριακή επιρροή. Όταν ο Φρειδερίκος Ζ΄ της Δανίας πέθανε(Νοέμβριος 1863) ο Bismarck βρέθηκε αντιμέτωπος με μία διπλωματική κρίση: τα δουκάτα του Schleswig and του Holstein διεκδικούνταν τόσο από το νέο βασιλιά της Δανίας όσο και από έναν Γερμανό Δούκα. Οι Δανοί έδειξαν υπερβολική εμπιστοσύνη στις στρατιωτικές τους ικανότητες και επέμειναν να προσαρτήσουν τα 2 δουκάτα. Σύντομα, οδηγήθηκαν σε πόλεμο εναντίον της Πρωσίας και της Αυστρίας. Μετά τη νίκη τους (Αύγουστος 1865), οι 2 χώρες υπέγραψαν τη συμφωνία του Gastein, σύμφωνα με την οποία η Πρωσία έπαιρνε το Schleswig και η Αυστρία το Holstein. Όμως η Αυστρία(1866) ζήτησε να επανεξεταστεί το ζήτημα του Schleswig-Holstein. Ο Bismarck, που επιθυμούσε την ανοικτή σύγκρουση με την Αυστρία, χρησιμοποίησε αυτή την πρόφαση για να εισβάλει και να καταλάβει το Holstein. Σύντομα ξέσπασε ο Αυστροπρωσικός πόλεμος. Η Πρωσία ήταν καλά προετοιμασμένη καθώς ο στρατός είχε αναδιοργανωθεί και ο αριθμός των ανδρών είχε αυξηθεί. Προς έκπληξη της υπόλοιπης Ευρώπης, η Πρωσία κέρδισε την καθοριστική μάχη του Königgrätz. Σύμφωνα με τη συνθήκη της Πράγας(1866) που ακολούθησε η Γερμανική Συνομοσπονδία διαλύθηκε. Η Πρωσία προσάρτησε το Schleswig, το Holstein, τη Φρανκφούρτη, το Ανόβερο, την Hesse-Kassel και το δουκάτο του Nassau. Η Αυστρία δήλωσε ότι δε θα αναμιγνυόταν στις γερμανικές υποθέσεις. Εν συνεχεία, δημιουργούνταν η Β. Γερμανική συνομοσπονδία στη οποία προσχώρησαν η Πρωσία και άλλα γερμανικά κράτη. Ουσιαστικά, η Συνθήκη της Πράγας επιβεβαίωνε την πρωσική ηγεμονία στο γερμανικό χώρο. Οι στρατιωτικές αυτές επιτυχίες αύξησαν σημαντικά τη δημοτικότητα του Bismarck. Οι φιλελεύθεροι υπέστησαν σοβαρή ήττα(εκλογές 1866). Το νέο νομοθετικό σώμα ήταν αρκετά πιο συντηρητικό και ευνοϊκά διατεθειμένο έναντι του Bismarck. Έτσι, επικύρωσε αναδρομικά τους προϋπολογισμούς των 4 προηγούμενων χρόνων, που το προηγούμενο κοινοβούλιο είχε αρνηθεί να εγκρίνει. Οι νίκες της Πρωσίας ανησύχησαν τον Ναπολέοντα Γ', που έβλεπε την Πρωσία ως απειλή για τη στρατιωτική πρωτοκαθεδρία της Γαλλίας στην Ευρώπη. Από την άλλη μεριά, ο Bismarck θεωρούσε ότι η εχθρότητα της Γαλλίας θα μπορούσε να διευκολύνει τη γερμανική ενοποίηση. Αφορμή για τον πόλεμο έδωσε η διαδοχή του ισπανικού θρόνου. Η γαλλική επιρροή στην Ιβηρική, ανέκαθεν υπήρξε σημαντική και οι Γάλλοι πολιτικοί παρακολουθούσαν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα τεκταινόμενα στα Δ τους σύνορα. Έτσι όταν ο ισπανικός θρόνος προσφέρθηκε στο Γερμανό πρίγκιπα Λεοπόλδο του Hohenzollern-Sigmaringen(1870), ο Ναπολέων το θεώρησε ως απειλή για τα γαλλικά συμφέροντα και ζήτησε διαβεβαιώσεις ότι κανένα μέλος του οίκου των Hohenzollern δε θα γινόταν βασιλιάς στην Ισπανία. Οι σχέσεις των 2 χωρών επιδεινώθηκαν περαιτέρω με τη διαρροή στον Τύπο μιας συζήτησης ανάμεσα στο βασιλιά Γουλιέλμο και το γάλλο πρεσβευτή, γνωστή ως «τηλεγράφημα της Ems». Αργότερα, έγινε γνωστό ότι το περιεχόμενο του τηλεγραφήματος είχε αλλοιωθεί από τον ίδιο τον Bismarck. Ο πόλεμος κηρύχθηκε από τη Γαλλία 5 μέρες μετά τη δημοσίευση του τηλεγραφήματος (19/07/1870). Ο πρωσικός στρατός ήταν καλύτερα εξοπλισμένος και οπλισμένος, ενώ υπερείχε ελαφρά αριθμητικά. Στην πιο καθοριστική μάχη του πολέμου, στο Sedan, οι Πρώσοι και οι σύμμαχοι τους επικράτησαν και αιχμαλώτισαν τον Γάλλο αυτοκράτορα. Στη συνθήκη της Φρανκφούρτης οι Γάλλοι αναγκάστηκαν να πληρώσουν σημαντικές πολεμικές αποζημιώσεις. Ο πιο σκληρός όρος: η Γαλλία έχανε την Αλσατία και μέρος της Λωρραίνης. Αυτός ο εδαφικός ακρωτηριασμός δημιούργησε έναν πικρόχολο γαλλικό ρεβανσισμό έναντι της Γερμανίας, που συνεισέφερε σημαντικά στην έκρηξη του Α’ ΠΠ. Πιστεύεται ότι ο Bismarck είχε διαισθανθεί τις δυσκολίες που θα γεννούσε η προσάρτηση αυτών των εδαφών και η αφομοίωση των πληθυσμών τους και συναίνεσε μόνο μετά από έντονες πιέσεις του στρατιωτικού επιτελείου. Ενώ οι εχθροπραξίες συνεχίζονταν, ο Bismarck κινήθηκε ταχύτατα για να επιτύχει την ενοποίηση της Γερμανίας. Διαπραγματεύθηκε με αντιπροσώπους των κρατών της Ν. Γερμανίας, προσφέροντας τους ειδικές παραχωρήσεις για να συμφωνήσουν. Οι διαπραγματεύσεις πέτυχαν και ο Γουλιέλμος ανακηρύχθηκε «Γερμανός Αυτοκράτορας»(18/01/1871) στην Αίθουσα των Καθρεπτών των Βερσαλλιών. Η Γερμανική Αυτοκρατορία είχε ομοσπονδιακό χαρακτήρα: καθένα από τα 25 κράτη (βασίλεια, δουκάτα, πριγκιπάτα και ελεύθερες πόλεις) διατηρούσε έναν βαθμό αυτονομίας. Ο βασιλιάς της Πρωσίας ως Γερμανός Αυτοκράτορας δεν είχε επικυριαρχία στο σύνολο της Γερμανίας, αλλά ήταν(θεωρητικά) 1ος μεταξύ ίσων. Είχε όμως 2 κρίσιμα προνόμια: την προεδρεία του Bundesrat και το κυρίως το δικαίωμα να διορίζει τον Καγκελάριο. Είναι ακόμα αντικείμενο ιστορικής διαμάχης το αν ο πόλεμος ήταν υπολογισμένο αποτέλεσμα των πολιτικών δολοπλοκιών του Bismarck ή άλλων παραγόντων(π.χ. η φιλοπόλεμη γαλλική κοινή γνώμη, η πολιτική κύρους του Ναπολέοντα κ.ά.). Πάντως, η νίκη εναντίον της Γαλλίας και, κυρίως, η ενοποίηση της Γερμανίας είναι τα σημαντικότερα επιτεύγματα του Πρώσου πολιτικού. Ο Bismarck έγινε καγκελάριος της Γερμανικής Αυτοκρατορίας(Reich), αμέσως μετά την ίδρυση του(1871). Διατήρησε τις θέσεις που κατείχε στο πρωσικό κράτος (Πρωθυπουργός και Υπουργός Εξωτερικών). Έτσι διατηρούσε πλήρη έλεγχο της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής. Ένας από τους κύριους στόχους του ήταν η μείωση της επιρροής της Καθολικής Εκκλησίας στη Γερμανία. Η Πρωσία, με την εξαίρεση της Ρηνανίας, και τα περισσότερα B. γερμανικά κράτη ήταν έντονα προτεσταντικά, αλλά πολλοί καθολικοί ζούσαν στη Ν. Γερμανία, ειδικά στη Βαυαρία. Το 1/3 των Γερμανών κατοίκων ήταν Καθολικοί. Ο Bismarck πίστευε ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ήταν πολύ ισχυρή πολιτικά και τον ανησυχούσε η ίδρυση του Καθολικού Κόμματος του Κέντρου(1870). Ξεκίνησε πολιτική εκστρατεία εναντίον της Καθολικής Εκκλησίας(Kulturkampf ή πολιτισμικός αγώνας). Το Καθολικό τμήμα του Πρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών καταργήθηκε(1871). Οι Ιησουΐτες εξορίστηκαν από τη Γερμανία(1872), ενώ ο Bismarck ευνοούσε την άνοδο του Λουθηρανισμού. Εγκρίθηκαν πιο αυστηροί αντικαθολικοί νόμοι που επέτρεπαν στην κυβέρνηση να επιβλέπει τη μόρφωση των Καθολικών ιερέων(1873). Αλλά αυτές οι προσπάθειες απλώς ενίσχυσαν το Κόμμα του Κέντρου. Ο Bismarck εγκατέλειψε(1878) τον πολιτισμικό αγώνα, μία από τις σημαντικότερες πολιτικές αποτυχίες του. Το 1873 ξεκίνησε η Μακρά Ύφεση ως αποτέλεσμα της κατάρρευσης του Χρηματιστηρίου της Βιέννης. Για 1η φορά για πολλά χρόνια, η γερμανική οικονομία βρέθηκε σε κρίση. Για να βοηθήσει τη βιομηχανία, ο Bismarck εγκατέλειψε το ελεύθερο εμπόριο και έβαλε προστατευτικούς δασμούς. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, από οικονομικής και πολιτικής άποψης: το Εθνικό Φιλελεύθερο Κόμμα, μέχρι τότε ο κύριος πολιτικός σύμμαχος του Bismarck τον εγκατέλειψαν γιατί διαφωνούσαν με τη θέσπιση δασμών. Πλέον στράφηκε προς τους συντηρητικούς για πολιτική υποστήριξη. Μετά την επιρροή της Καθολικής Εκκλησίας, 2 προβλήματα τον απασχολούσαν. Οι μειονότητες, καθώς ο Γερμανός καγκελάριος ήθελε να αποφύγει τα προβλήματα της Αυστροουγγαρίας. Οι μειονότητες της Αυτοκρατορίας βρίσκονταν κυρίως στα σύνορα: οι Δανοί στο Β, οι Γάλλοι στη Δ και οι Πολωνοί στη Α. Παρότι ο Bismarck δεν ήταν προκατειλημμένος εναντίον των Πολωνών(μιλούσε πολωνικά) ακολούθησε ιδιαίτερα σκληρή πολιτική εναντίον των Πολωνών της Πρωσίας και συνέτεινε στην ένταση των σχέσεων μεταξύ Πολωνών και Γερμανών. Το 2ο πρόβλημα: το σοσιαλιστικό κίνημα και συγκεκριμένα το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα. Θέσπισε(1878) μια σειρά αντι-σοσιαλιστικών νόμων. Οι σοσιαλιστικές οργανώσεις και συγκεντρώσεις απαγορεύονταν, καθώς και η κυκλοφορία σοσιαλιστικών κειμένων. Οι ηγέτες των σοσιαλιστών συνελήφθησαν και δικάστηκαν. Αλλά, το σοσιαλιστικό κίνημα εξακολούθησε να κερδίζει υποστήριξη και μάλιστα αύξησε τις έδρες του στο Reichstag(οι υποψήφιοι του κόμματος παρουσιάζονταν ως ανεξάρτητοι). Ο Καγκελάριος προσπάθησε να μειώσει την απήχηση του σοσιαλισμού προσφέροντας ανταλλάγματα στην εργατική τάξη. Πραγματοποίησε μια σειρά πατερναλιστικών κοινωνικών μεταρρυθμίσεων-η 1η μορφή κράτους πρόνοιας στην Ευρώπη-. Ασφάλεια υγείας, ασφάλεια από ατυχήματα και αναπηρίες και συντάξεις. Ο  Bismarck προσπάθησε να περιορίσει την εργασία παιδιών και γυναικών, διαδεδομένη στην Ευρώπη εκείνη την εποχή. Παρόλα αυτά, η εργατική τάξη παρέμεινε επιφυλακτική έναντι του. Κύριος στόχος της εξωτερικής πολιτικής του Bismarck ήταν η διατήρηση του status quo στην Ευρώπη, γιατί έτσι εξασφαλιζόταν η γερμανική υπεροχή. Η κύρια απειλή ήταν ο γαλλικός ρεβανσισμός, καθώς οι Γάλλοι επιθυμούσαν να εκδικηθούν για την απώλεια της Αλσατίας και της Λωρραίνης. Έτσι, ο Bismarck προσπάθησε να απομονώσει τη Γαλλία, ενώ διατηρούσε καλές σχέσεις με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές δυνάμεις. Σύμφωνα με μία αποφθεγματική του ρήση: «Πάντα να προσπαθείς να είσαι ο ένας από τους τρεις σε έναν κόσμο πέντε δυνάμεων.» Συνεπής με τις ιδέες του, δεν επιδίωξε ισχυρό πολεμικό στόλο ή αποικιακή αυτοκρατορία για να μην προκαλέσει τη Βρετανία(οι διάδοχοι του επιδίωξαν και τα 2 με καταστροφικές συνέπειες). Προσέφερε συνθήκη φιλίας στην Αυστροουγγαρία και τη Ρωσία(1872), σχηματίζοντας τη Λίγκα των 3 Αυτοκρατόρων ή Dreikaiserbund. Διατήρησε καλές σχέσεις με την Ιταλία. Μία σοβαρή κρίση προέκυψε στις ευρωπαϊκές σχέσεις(τέλη δεκαετίας 1870). Μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο(1877-8), η Ρωσία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπέγραψαν τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, με την οποία δημιουργούνταν ένα εξαιρετικά μεγάλο βουλγαρικό βασίλειο. Καθώς οι Ευρωπαίοι πίστευαν(λανθασμένα) ότι η Βουλγαρία θα ήταν προτεκτοράτο της Ρωσίας φοβόντουσαν ότι η δημιουργία του νέου βασιλείου ανέτρεπε την ισορροπία δυνάμεων υπέρ της Ρωσίας. Γι’ αυτό συγκλήθηκε το συνέδριο του Βερολίνου, στο οποίο υπογράφτηκε η Συνθήκη του Βερολίνου, όπου στη θέση της μεγάλης Βουλγαρίας του Αγίου Στεφάνου δημιουργούνταν η Α. Ρωμυλία και μία σημαντικά μικρότερη Βουλγαρία. Καθώς, η Γερμανία άσκησε πιέσεις στη Ρωσία για την αναθεώρηση της συνθήκης(ο Bismarck ήταν ο ιθύνων νους πίσω από το Συνέδριο του Βερολίνου), οι ρωσογερμανικές σχέσεις μπήκαν σε περίοδο κρίσης. Τα προβλήματα εντάθηκαν περισσότερο λόγω της προστατευτικής πολιτικής της Γερμανίας. Έτσι, η Λίγκα των 3 Αυτοκρατόρων αποσυντέθηκε. Ο Bismarck στράφηκε στην Αυστροουγγαρία με την οποία υπέγραψε τη Διπλή Συμμαχία(1879), η οποία μετατράπηκε στην Τριπλή Συμμαχία(1882) με την προσθήκη της Ιταλίας. Οι προσπάθειες του Bismarck να επαναπροσεγγίσει τη Ρωσία δεν είχαν αίσιο τέλος. Η Λίγκα των 3 Αυτοκρατόρων αναδημιουργήθηκε(1881), αλλά γρήγορα κατέρρευσε πάλι. Ο Μπίσμαρκ άλλαξε την πολιτική του σχετικά με τις αποικίες(τέλη δεκαετίας 1870). Έτσι η Γερμανία συμμετείχε στον αποικιακό διαμελισμό της Αφρικής(δεκαετία 1880). Πήρε το Τόγκο, το Καμερούν, τη Γερμανική Α. Αφρική(σήμερα στη θέση της υπάρχουν η Ρουάντα, το Μπουρούντι και η Τανζανία) και τη Γερμανική ΝΔ Αφρική(σημ. Ναμίμπια). Ο Γουλιέλμος Α' πέθανε(1888) και τη θέση του πήρε ο γιος του Φρειδερίκος Γ΄. Ο νέος μονάρχης όμως, βασίλευσε μόνο 3 μήνες πριν πεθάνει από καρκίνο. Ο νέος βασιλιάς ήταν ο γιος, Γουλιέλμος Β΄. Αυτός  διαφωνούσε με τον Bismarck σε θέματα εσωτερικής πολιτικής-δε συμφωνούσε με τον ακραίο αντισοσιαλισμό του καγκελάριου- και εξωτερικής πολιτικής, όπου είχε μεγαλύτερες φιλοδοξίες από την απλή διατήρηση του status quo. Το σημαντικότερο όμως, εμπόδιο στη συνεργασία του με τον Bismarck: ο Γουλιέλμος ήθελε να αναλάβει προσωπικά τη διακυβέρνηση του κράτους και δεν ανεχόταν τις πρωτοβουλίες του 40 γηραιότερου του Bismarck. Ο οποίος παραιτήθηκε(1890) σε ηλικία 75 ετών. Μετά το θάνατο της γυναίκας του(1894), μετακόμισε στο Friedrichsruh κοντά στο Αμβούργο, περιμένοντας μάταια να τον ανακαλέσουν στην πολιτική. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, αφοσιώθηκε στη συγγραφή των απομνημονευμάτων του. Πέθανε το 1898.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου