Λόρδος Βύρων(GEORGE GORDON BYRON, 1788-1824)
«Θα ξεσηκώσω, αν μπορέσω, και τις πέτρες ακόμα ενάντια στους τυράννους της γης».
Ο Lord Byron(Λόρδος Βύρων), ή και Λόρδος Γεώργιος-Γκόρντον Βύρων(George Gordon Byron VI)(22/01/1788-19/04/1824) ήταν Άγγλος ποιητής, από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ρομαντισμού και σπουδαίος φιλέλληνας. Ορισμένοι αμφισβητούν τα ηθικά και ιδεολογικά κίνητρα της καθόδου του στην Ελλάδα, χαρακτηρίζοντας τον «πράκτορα του βρετανικού ιμπεριαλισμού». ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ Γεννήθηκε στο Λονδίνο (22/01/1788) και ήταν γιος του πλοιάρχου του αγγλικού Βασιλικού Ναυτικού, John Byron, και της 2ης συζύγου του, Κατερίνας. Ανήκε σε αριστοκρατική οικογένεια, εκ της μητέρας του, το γένος Gordon-απόγονος του βασιλιά της Αγγλίας Εδουάρδου του Γ’-. Όμως, όταν γεννήθηκε οι γονείς του είχαν ήδη χωρίσει. Ο πατέρας του είχε διαφύγει στη Γαλλία λόγω χρεών και η μητέρα του ξόδεψε μεγάλο μέρος της δικής της περιουσίας για την αποπληρωμή τους. Ο Λόρδος Βύρων γεννήθηκε χωλός(στη δεξιά κνήμη) και τα πρώτα χρόνια διέμενε με την μητέρα του στην περιοχή Abert, μάλλον φτωχικά. Εκεί, έμαθε τα πρώτα του γράμματα. Στις 19/05/1788 πέθανε ένας θείος του, από τη μητέρα του, ο οποίος του κληροδότησε όλη την περιουσία και τον τίτλο του 9ου Λόρδου της οικογένειας. Έτσι, η ζωή του άλλαξε. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Cambridge, αποκτώντας πολύ καλή μόρφωση. Ήταν χαρακτήρας ανήσυχος, παρορμητικός και τυχοδιωκτικός. Έτσι, ξεκίνησε περιοδείες και περιπλανήσεις στη N Ευρώπη(Πορτογαλία, Ισπανία, Ελλάδα, Τουρκία), αποφεύγοντας την Δ, λόγω των Ναπολεόντειων Πολέμων. Κατά την παραμονή του στην Αθήνα ερωτεύτηκε παράφορα την Θηρεσία, την μεγαλύτερη από τις 3 κόρες της χήρας του Άγγλου υποπρόξενου Θεοδώρου Μακρή, στην οποία αφιέρωσε και το ποίημά του «Κόρη των Αθηνών»(1809). Έδωσε £ 500 για την 12χρονη Θηρεσία(Τερέζα). Τότε είχε φιλοξενηθεί στην οικία Μακρή, η οποία βρισκόταν κατά άλλους στην σημ. οδό Αγίας Θέκλας και Παπανικολή, στου Ψυρρή, ενώ άλλοι στην αρχή της οδού Αιόλου και Πελοπίδα, στους Αέρηδες. Εκφώνησε λόγο στη Βουλή των Λόρδων(1812) και δημοσίευσε το έργο του CHILDΕ HAROLD, το οποίο τον έκανε διάσημο. Σύναψε ερωτική σχέση με την παντρεμένη Lady Caroline Lamb(1812), προκαλώντας σκάνδαλο. Κάποιοι μιλούν για σχέση και με την ετεροθαλή αδερφή του Augusta Leigh. Ο χωρισμός του από τη σύζυγό του, Anne Isabella Milbanke, επίσης προκάλεσε σκάνδαλο και έντονες συζητήσεις για ομοφυλοφιλικές του τάσεις, πράγμα που τον ανάγκασε να εγκαταλείψει την Αγγλία(1816), μαζί με την κόρη του Augusta Ada. Έκανε και ένα ακόμα παιδί(1817) την Clara Allegra Byron, με την Claire Clairmont, ετεροθαλή αδερφή της Mary Shelley. Στην αρχή, εγκαταστάθηκε στην Ελβετία και μετά στην Ιταλία, όπου υποστήριξε ενεργά το φιλελεύθερο κίνημα των Ιταλών πατριωτών. Ενστερνίστηκε τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης και αγωνίστηκε για την επικράτησή τους: τασσόμενος στη Βουλή των Λόρδων κατά της θανατικής ποινής για τους εξεγερμένους κλωστοϋφαντουργούς του Nottingham, συμμετέχοντας στο επαναστατικό κίνημα των Ιταλών Καρμπονάρων, καταγγέλλοντας τον Elgin για την κλοπή των γλυπτών του Παρθενώνα ή στρατευόμενος «ψυχή τε και σώματι» στον αγώνα των επαναστατημένων Ελλήνων για την αποτίναξη του ζυγού της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Είχε υποστηρίξει τους Ινδούς, τους Ινδιάνους του Περού και γενικότερα τους Λατινοαμερικάνους, είχε γράψει για τον «Φυλακισμένο της Chillon», έναν Ελβετό επαναστάτη που είχε φυλακιστεί για τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Είχε ταχθεί κατά των διακρίσεων σε βάρος των Καθολικών στην ίδια την Αγγλία. Μνημειώδης υπήρξε η 1η του ομιλία στη Βουλή των Λόρδων(27/02/1812), όπου καταφέρθηκε εναντίον νομοσχεδίου(μόνο αυτός καταψήφισε), που προέβλεπε την θανατική ποινή για τους εξεγερμένους κλωστοϋφαντουργούς του Nottingham(Luddites), οι οποίοι κατέστρεφαν τις μηχανές που τους οδηγούσαν στη μαζική ανεργία και εξαθλίωση. Η αντίθεση του Λόρδου Βύρωνα στη λεηλασία του Παρθενώνα από τον Λόρδο Elgin εκφράστηκε με πολύ καυστικό και παραστατικό τρόπο με το ποίημα «Η Κατάρα της Αθηνάς», αλλά αφιερωμένες στο ίδιο θέμα είναι και οι στροφές 10-15 του 2ου άσματός του CHILDΕ HAROLD. Κατευθύνθηκε (1823), ύστερα από παρότρυνση των Άγγλων κεφαλαιούχων, που ενδιαφέρονταν για σύναψη δανείων με την ελληνική κυβέρνηση, προς την Ελλάδα, σταματώντας στην Κεφαλονιά, όπου παρέμεινε για 6 μήνες στην οικία του κόμη Δελαδέτσιμα, φίλου του Μαυροκορδάτου(τα πρώτα δάνεια της «Ανεξαρτησίας»). Τελικά, αν και αρχικός προορισμός του ήταν ο Μοριάς, εγκαθίσταται στο Μεσολόγγι, όπου έρχεται σε επαφή με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, τον οποίο και υποστήριξε οικονομικά. Εν τω μεταξύ, έχει σχηματίσει ιδιωτικό στρατό από 40 Σουλιώτες, υπό τους Δράκο, Τζαβέλλα και Φωτομάρα. Ήταν από τους πρώτους που συνειδητοποίησαν τις καταστροφικές συνέπειες που θα είχε η σύναψη δανείου στην περίπτωση που θα χρησιμοποιείτο όχι για εθνικούς σκοπούς, αλλά για πολιτικές διαμάχες(βλ. Εμφύλιοι Επανάστασης). Απεβίωσε 19/04/1824 ύστερα από πυρετό. Αρνήθηκε όταν αρρώστησε τις συμβουλές των γιατρών του να φύγει από το Μεσολόγγι και άφησε εκεί την τελευταία του πνοή. Ήταν 36 ετών. Το πένθος για τον θάνατό του ήταν γενικό και ο Διονύσιος Σολωμός συνέθεσε μακρά ωδή στη μνήμη του. Η καρδιά του ενταφιάστηκε στο Μεσολόγγι. Προς εκδήλωση του πένθους στο Μεσολόγγι ρίχτηκαν 37 κανονιοβολισμοί από την ανατολή του ηλίου και μία κάθε λεπτό. Ένας από τους στενούς φίλους του Βύρωνα στο Μεσολόγγι ήταν ο επίσης σπουδαίος φιλέλληνας Αμερικανός ιατρός, από τη Βοστόνη, Samuel Gridley Howe(1801-78), ο οποίος στην Ελληνική Επανάσταση του 1821, νεαρός τότε απόφοιτος του Πανεπιστημίου, είχε έλθει στην Ελλάδα και για 6 χρόνια πρόσφερε εθελοντικά τις ιατρικές του υπηρεσίες στους Έλληνες αγωνιστές. Μετά το θάνατο του Λόρδου Βύρωνα ο Howe κράτησε ως κειμήλιο της φιλίας το αγγλικό κράνος -περικεφαλαία του Βύρωνα, το οποίο, έφερε στην Ελλάδα(1925), η μικρότερη κόρη του Howe, Eliot και το πρόσφερε στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Ο BYRON ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Χριστούγεννα του 1809 ο νεαρός Byron(21 ετών), έφθασε στην Αθήνα, ύστερα από ένα 3μηνο οδοιπορικό με αφετηρία την Πάτρα, όπου πρωτοπάτησε ελληνικό έδαφος(26/09/1809), προερχόμενος από τη Μάλτα. Οδοιπορικό που τον έφερε στην Πρέβεζα, στα Γιάννενα, στην Ζίτσα, στο κάστρο του Αλή Πασά στο Τεπελένι και από ‘κει πίσω στην Πρέβεζα, μετά στο Μεσολόγγι, ξανά στην Πάτρα, στο Αίγιο, απέναντι στη Ναύπακτο και στην Άμφισσα, στους Δελφούς και στη Θήβα. Η 1η περίοδος της διαμονής του στην πόλη της Παλλάδας κράτησε 10 εβδομάδες και περιλάμβανε περιηγήσεις σ΄ όλη την Αττική. Στις 13/01/1810 επισκέφθηκε την Ελευσίνα, ενώ λίγες μέρες αργότερα ταξίδεψε στη Βάρη, στο Σούνιο, στην Κερατέα και στο Μαραθώνα. Ανέβηκε στην Ακρόπολη όπου αντικρίζοντας τον λεηλατημένο Παρθενώνα από τον συμπατριώτη του Λόρδο Elgin ένοιωσε μεγάλη οργή, την οποία εξέφρασε μέσα από τα ποιήματά του «Η κατάρα της Αθήνας» και «Το Προσκύνημα του Childe Harold». Από την Αθήνα, ο Byron αναχώρησε για τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη(05/03/1810) και επέστρεψε, ύστερα από περ. 5 μήνες. Η 2η περίοδος της διαμονής του στην Αθήνα κράτησε ως τις 22/04/1811 και περιλάμβανε νέες περιηγήσεις στην Αττική και την Πελοπόννησο. Να τι έγραφε σε ένα γράμμα του: «Μένω στο Μοναστήρι των Καπουτσίνων(εκεί που βρίσκεται το μνημείο του Λυσικράτους, το οποίο είχε συμπεριληφθεί στο μοναστήρι και ήταν βιβλιοθήκη του) μπροστά μου έχω τον Υμηττό, πίσω μου την Ακρόπολη, δεξιά μου το ναό του Δία, μπροστά το Στάδιο, αριστερά μου την πόλη, ε, κύριε, αυτό θα πει τοπίο, αυτό θα πει γραφικότητα!» (20/01/ 1811). Στο ίδιο γράμμα έλεγε ότι «για ποικιλία κάνω πότε-πότε εκδρομές στο Μαραθώνα, το Σούνιο, την κορυφή του Υμηττού και το Μοριά». Επισκεπτόμενος περιοχές αρχαίας δόξας, όπως ο Μαραθώνας, ο Byron θλιβόταν για την παρακμή της Ελλάδας(Ελλάς ωραία! Λείψανο θλιβερό αξίας που έχει δύσει!), αλλά ονειρευόταν κιόλας: Βουνά τον πλατύ Μαραθώνα κοιτάνε και κείνους κοιτάει η θάλασσα πέρα κι εγώ πώς μπορούσε ονειρεύομαι να ‘ναι Ελεύθερη πάλι η Ελλάδα μια μέρα!») Σχεδίαζε από την Αθήνα και άλλα ταξίδια. «Ένα φιρμάνι από την Πύλη-έγραφε στη μητέρα του(02/02/1811)– μου επιτρέπει να συνεχίσω προς Ιερουσαλήμ και Αίγυπτο, κι έτσι θα επισκεφθώ τις πυραμίδες και την Παλαιστίνη πριν γυρίσω». Δεν έκανε πράξη το σχέδιό του. Έφυγε από την Αθήνα στις 22/04/1811 με προορισμό το Λονδίνο. Η ΚΑΤΑΡΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ Το επικαιρικό ποίημα του Byron, «Η Κατάρα της Αθηνάς»(Μάρτιος 1811), στο γυναικείο μοναστήρι των Καπουτσίνων, παρουσιάζει την θεά Αθηνά να εξαπολύει μύδρους κατά του βεβηλωτή του Παρθενώνα λόρδου Elgin, αλλά και κατά της αγγλικής κυβέρνησης, που νομιμοποίησε τη βεβήλωση. Ωστόσο, η δυναμική του ποιήματος υπερβαίνει κατά πολύ μια διαμαρτυρία. Από τη ράχη του Υμηττού μέχρι την πεδιάδα, λέει ο ποιητής, σήκωνε το κεφάλι η βασίλισσα νύχτα. Το αγνό πρόσωπό της δεν σκιαζόταν από το παραμικρό σύννεφο. Πυκνοί ελαιώνες κάλυπταν τη γη μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι. Ο λυγερός Κηφισός διέσχιζε μελαγχολικά δάση κυπαρισσιών και στο Θησείο ένας φοίνικας ορθωνόταν μονάχος. Πιο πέρα, η θάλασσα, με το χρυσάφι και το ζαφείρι των κυμάτων της, εξημέρωνε τα βράχια της ακτής, που αντίκριζαν, στο βάθος του ορίζοντα, τις μακρινές σκιές των νησιών. Εκεί, λοιπόν, κάτω από τον μεγαλοπρεπή ναό της Αθηνάς, ο νους του στρέφεται προς το παρελθόν, σκεπτόμενος τον Σωκράτη και τη γενναία στάση του φιλοσόφου απέναντι στο πολιτικό ψεύδος. Ο ποιητής βρίσκεται στην Αθήνα, στην πηγή του πολιτισμού της Δύσης, και βρίσκεται ως πλάσμα ζωντανό, που αναγνωρίζει την πραγματικότητα με όλες του τις αισθήσεις. Αυτό που κυρίως τον συγκλονίζει είναι η ζωντανή πραγματικότητα του αττικού τοπίου. Μέσω αυτού, που είναι παρόν ως ζωντανή πραγματικότητα, θα περάσει στο παρελθόν. Οι αρχαιότητες δεν είναι αυτές που δίνουν αξία στον τόπο, αλλά ο τόπος είναι που δίνει αξία στις αρχαιότητες, αφού η Ακρόπολη είναι προϊόν του πνεύματος που φωλιάζει στη φύση και όχι το αντίθετο. Το πνεύμα του πολιτισμού εκφράζεται από τα δημιουργήματα των αρχαίων. Υπάρχει μέσα τους, επειδή οι άνθρωποι τους οποίους μεγάλωσε η Αττική, φρόντισαν να το ανιχνεύσουν, να το διαμορφώσουν και να το εκφράσουν. Και αν είναι έτσι, το πνεύμα αυτό συνεχίζει να υπάρχει σε κάθε δέντρο, στην ίδια τη γη, στη δυνατότητα της γης να γεννά τέτοια δέντρα. Το ότι ο Byron δεν αντιμετώπισε ποτέ την Ελλάδα ως «αποθήκη» αρχαιοτήτων, το γνωρίζουμε και από άλλα κείμενά του. Κείμενα που μας οδηγούν στην σκέψη πως έβλεπε την ελληνική γη σαν ένα είδος ζωντανού ιερού, έναν τόπο που μπορεί να παράγει συνεχώς πράγματα αξιομνημόνευτα. Αμέσως μετά, δεν σκέπτεται τις Θερμοπύλες, τον Μαραθώνα ή τη Σαλαμίνα, αλλά τον Σωκράτη. Δεν γυρίζει ο νους του στις ένδοξες στιγμές των αγώνων που έδωσαν οι Έλληνες για την Ελευθερία, αλλά στην τραγική εκείνη στιγμή, που η Δημοκρατία, μεθυσμένη από τον αγώνα αυτοθέσπισης, χίμηξε κατεπάνω στον ίδιο τον εαυτό της. Παρακμή βλέπουν σε αυτή την ιστορία όσοι αντιμετωπίζουν την κοινωνία σαν παιδιά, που διψούν για ασφάλεια, για γονική προστασία, αυτοί που καταφεύγοντας στη θαλπωρή της απλοποίησης, ξυπνούν το τέρας του αυταρχισμού. Όμως, για τον Byron, η μοίρα του Σωκράτη είναι μια στιγμή της ανάπτυξης του πνεύματος που φωλιάζει στη γη του. Ρομαντική φαίνεται και ρομαντική είναι αυτή η άποψη. Ωστόσο, αν παρακάμψουμε τη λέξη «πνεύμα», που μας φαίνεται πάντα πολύ αφηρημένη, θα βρεθούμε μπροστά στο προφανές: ο τόπος κάνει τους ανθρώπους. Τότε εμφανίζεται μπροστά του η Αθηνά. Η μορφή της κυριαρχείται από την ερήμωση, την καταστροφή. Η αυστηρή θεά, πολεμιστής του πνεύματος και του σώματος, είναι καταβεβλημένη. Κυρίαρχο σημάδι της κατάρρευσής της, η κουκουβάγια, που βγάζει πένθιμες φωνές. Και η Αθηνά θα μιλήσει, θα καταραστεί τον Elgin για τη βεβήλωση του ιερού της. Μα δεν θ' αρχίσει να θρηνεί τα χαμένα μεγαλεία της, δεν θα προσπαθήσει να προκαλέσει φρικίαση στους μελετητές της αρχαιότητας. Δεν είναι η Αθηνά των Αρχαίων Ελλήνων, αλλά η Αθηνά του ελληνικού λαού και των καταδυναστευόμενων λαών όλου του κόσμου. Καταριέται την Αγγλία για την ιμπεριαλιστική πολιτική της και για το σαρκοβόρο κοινωνικό της σύστημα. Προβλέπει πως οι Ινδοί, που υποφέρουν κάτω από τον ζυγό του Άγγλου δυνάστη, θα εξεγερθούν και θα ελευθερωθούν. Προβλέπει πως οι Άγγλοι εργάτες και αγρότες θα θραύσουν τα δεσμά του κεφαλαίου. Προβλέπει πως οι λαοί της Ευρώπης θα σαρώσουν τη μοναρχία και μαζί την Αγγλία σύμμαχό τους. Η θεά των Ελλήνων είναι θεά της ελευθερίας και της δικαιοσύνης. Και το δηλώνει ανεπιφύλακτα: «Όταν σας έδωσα την ελευθερία, σας απαγόρευσα να υποδουλώνετε άλλους ανθρώπους». Και ξεσπάζει με την τρομερή ρώμη της ακμής της: «Εγώ τέλειωσα. Σειρά έχουν οι Ερινύες!». Οι Ερινύες! «Ένα φάσμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη», θα έγραφε ο Marx, μετά από 38 χρόνια. Σκληρή η εκδίκηση των Ερινυών! Αυτή η Αθηνά, η Αθηνά του Byron, δεν είναι καν ένα σύμβολο του πνεύματος, είναι η συνείδηση των Ελλήνων και των λαών όλου του κόσμου. Ως Έλληνες δεν αρκεί να προστατεύσουμε μερικά μάρμαρα. Είμαστε ήδη χρεωμένοι με την επιβολή της δικαιοσύνης, κοινωνικής και εθνικής, δικής μας και ξένης. Αυτό μας χρέωσε η Αθηνά. Δεν έχει σημασία πια τι καταστρέψαμε, αν είμαστε ή δεν είμαστε αντάξιοι των προγόνων μας - πράγμα για το οποίο έχουν ειπωθεί ένα σωρό ανοησίες. Ακόμα και ως άναρχη, ανώριμη, συμπλεγματική κοινωνία, είμαστε μια στιγμή της Ιστορίας, της Ιστορίας των λαών. Τα λάθη μας είναι ζωντανά μνημεία των υποχρεώσεών μας. Όπως, πολλές φορές, οι άθλοι μας είναι ζωντανά μνημεία των λαθών μας. Κι αν θέλουμε να τιμήσουμε πραγματικά τον Byron, οφείλουμε ως έθνος και ως πρόσωπα να είμαστε σταθερά, παράφορα, ακόμα και ουτοπικά ταγμένοι στο πλευρό της κοινωνικής δικαιοσύνης, να αγωνιζόμαστε για το μέγιστο των αγαθών: την αυτοτέλεια, την αυτονομία, την αυτοδιάθεση. Ως Έλληνες, πρέπει να είμαστε επαναστάτες. Σ' αυτό βρίσκεται η ουσία του ελληνισμού και όχι στα όσα χαμερπή μάς φόρτωσε η ολιγαρχία. Επαναστάτες ή ανάξιοι να κοιτάζουμε καν τη γη μας και την εικόνα της συνείδησής μας, το ιερό της θεάς. Κι αυτό είναι μια ευχή, εκτός από μια κατάρα. Ποιος δεν θα ήθελε να είναι από τα γεννοφάσκια του ταγμένος στο πλευρό του δικαίου; Ποιος δεν θα ήθελε να είναι επαναστάτης, όχι από υπολογισμό αλλά από την ίδια του τη μοίρα; Μα είναι και δύσκολο, αφού κανείς δεν μπορεί εύκολα να σταθεί στο ύψος ενός έθνους που δημιούργησε τόσο υψηλό πολιτισμό και έδωσε τροφή σε 3 αυτοκρατορίες και εξεγέρθηκε ρακένδυτο 1ο αυτό και έφτιαξε κακήν κακώς μια πατρίδα και εξεγέρθηκε πάλι, για να διώξει κατακτητές και να ορίσει τη μοίρα του, κι ακόμα και σήμερα -με όλη του την κατάντια- μάχεται με ξεχωριστό τρόπο ανάμεσα στους λαούς της Ευρώπης, ενάντια στο δαίμονα του ματωμένου πλούτου. Εξάλλου, το πιστεύουμε δεν το πιστεύουμε, ακόμα και σήμερα, στους πρόποδες του βράχου της Ακρόπολης, σε μιαν Αθήνα που καλά-καλά δεν μπορούμε να ζήσουμε εμείς, ζουν κουκουβάγιες!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου